Έχω παρατηρήσει ουκ ολίγες φορές πως το μάταιο και η λαιμαργία συγκρούονται και…δε διαφέρουν στο βαθμό που θα θέλαμε. Θες είναι η λίμπιντο, η αναμενόμενη κατάθλιψη, τα γηρατειά; Πιο συχνά από ποτέ, ευθύνονται τα συντηρητικά πιστεύω, απόψεις που παρεμβαίνουν στην ατομική ελευθερία, όπως και στις τύψεις. Τίποτα δεν είναι βέβαιο στο αχανές μυαλό και στην καταπίεση του εαυτού.
Ο Σόλνες, ο πρωταγωνιστής του ατόφιου δράματος του Ίψεν παλεύει με τους δαίμονες των παρελθόντων ώστε να επισπεύσει τους όποιους σκοπούς του, που συμπεριλαμβάνουν τις παραπάνω …ραδιουργίες! Γιατί να τις αποκαλέσει κανείς έτσι; Ο καθένας θα μπορούσε να επιθυμεί παραπάνω απ’ όσα του επιτρέπονται ή να βρεθεί σε άμυνα ζώνης, θεωρώντας πως το μέλλον δεν επιφυλάσσει δραστικές αλλαγές.
Κι’ όμως, ο Σόλνες είναι η τυπική αναποφάσιστη προσωπικότητα του μεγαλοαστού που διακατέχεται από μεγαλομανία έως αυτο-σαρκαστική παραίτηση ευθυνών και συνεπειών των πράξεών του. Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή…
Ο Ίψεν γράφει για την αποτελμάτωση οικογενειακών και επαγγελματικών σχέσεων με το να επικεντρωθεί σε έναν μεγαλο-αρχιτέκτονα που τον καθιστά στη μικρή νορβηγική πόλη ένα είδος επίτιμου, σεβάσμιου κοινοτάρχη, εξού και η ονομασία «αρχιμάστορα» αντί για αρχιτέκτονας. Η μεγαλομανία εντείνεται με αμφίρροπες επιλογές που θα τον οδηγήσουν στην ύψιστη δόξα, άσχετα από τις παράπλευρες συνεργατικές απώλειες στο διάβα του.
Ο ερχομός της Χίλντε θα αποκαλύψει βαθύτερες συνιστώσες στην ψυχή και στη συνείδηση του Σόλνες, επηρεάζοντας αναπόφευκτα τη ζωή του μέχρι εκείνη τη στιγμή, καθώς και την ύπαρξη του συνολικά. Φυσικά μιλάμε για ένα φιλοσοφικό θεατρικό κείμενο, MasterBuilderστις αγγλόφωνες μεταφράσεις της παράστασης, όπου υπερτονίζει την δικτατορικού ύφους πτυχή του αρχιτέκτονα Χάλβαρντ, σε ένα αυτοβιογραφικό (πιθανώς) τσιμπούσι δολοπλοκίας, διαστροφής, διχοτόμησης επικοινωνίας.
Κι’ όλα αυτά ακριβέστατα και θριαμβευτικά, με έναν γλυκόπικρο σαρκασμό από την Κατερίνα Μπερδέκα, προβάλλοντας μερικούς από τους δευτερεύοντες χαρακτήρες ισότιμα στην εξέλιξη μιας καταδικασμένης από το συγγραφέα υπόθεσης.
Ο Ίψεν εκτοπίζει το ανάστημα ενός Σόλνες και πρώτα πρώτα της ίδιας του της συμπεριφοράς στο κοινωνικό γίγνεσθαι, γελάει με την υποκρισία των μικροαστικών καθεστώτων, ενώ τιμωρεί τους φαφλατάδες που ρουφάνε την ενέργεια ενός τέτοιου συστήματος.
Η Μπερδέκα ενσωματώνει τη Χίλντε ομαλά και οι «μοναμαχίες» της Βασιλικής Τρουφάκου με τον αρχι-πρωταγωνιστή Άκι Βλουτή είναι από τις χαρακτηριστικότερες υποκριτικές διαμάχες της φετινής σεζόν.
Οι υποσχέσεις προς τη Χίλντε για…παλάτια, πλούτη και υπέρογκη, υλιστική αφθονία – υποσχέσεις προ 10 χρόνων όταν την πρωτο-συνάντησε και δε θυμάται τίποτα από τις τότε εποχές, παρά μόνο όταν η ώριμη αυτή κοπέλα του…ξυπνήσει αισθησιακά τις παλαιότερες «αμαρτίες» και παγαποντιές του- είναι οι κολασμένες ανοησίες ενός μεσήλικα σε υπαρξιακή και πνευματική κρίση.
Η εμφάνιση της νεαρής, με μια Τρουφάκου να ξεπερνάει τα παιχνιδίσματα του ρόλου και να καθιστά τη Χίλντε πραγματικά ονειροπαρμένη «λολίτα» στο βλέμμα του Σόλνες, έτσι ως σκόπευε ο Ίψεν γραπτώς να την φανερώσει στους θεατές, ρίχνει φως στην έπαρση του αρχιτέκτονα. Να τολμήσω να πω και στις…παιδεραστικές (υπαινικτικά) ορέξεις του; Η αμφισβήτηση φτάνει τα όρια της θρησκευτικής απόγνωσης.
Τρέλα ψυχασθενική κατά το γιατρό της κοινότητας (με μια υπερβολικά ήρεμη ερμηνεία από τον Ιερώνυμο Καλετσάνο), συζυγικά ανούσια, κυρίως από την αυτο-τιμωρία του για το θάνατο των δίδυμων παιδιών τους όντας μωρά ακόμη (και τη Διώνη Κουρτάκη σε εκπληκτικό ρεσιτάλ…παγερής, και δίκαια μάλιστα συζύγου), μέχρι και τέλμα με την ερωμένη του, που αποτελεί και τη μέλλουσα νύφη του γιού που εργάζεται στο γραφείο του (ικανοποιητικές ερμηνείες από Αθηνά Μπερδέκα και Κωνσταντίνο Μωραΐτη αντίστοιχα, όχι η καλύτερη στιγμή όμως από τον πατέρα του Ράγκναρ/εργαζόμενου του Σόλνες, με έναν λίγο σφιγμένο Ερρίκο Λίτση) .
Οδύνη και εμμονή η επιδίωξή του στο να χτίσει νέο «παλάτι» μετα τη φωτιά του πατρικού της γυναίκας του. Η έμφαση όπως από τη Μπερδέκα και από τον Βλουτή δίνεται στο αποκούμπι θρησκείας εν’ μέσω πολιτικο-εργασιακών βλέψεων. Το «καλό» πρόσωπο μπροστά στην κοινωνία που έχουμε αφήσει ένα…όνομα.
Τι νόημα καιχονδροειδές κέρδος έχει μια ύπαρξη ριζωμένη σε ανδροκρατικές φαντασιώσεις; Η Χίλντε είναι η αληθινή αμαρτία και λιχουδιά που ξεφουσκώνει τη μεγαλοστομία.
Το ψυχοσωματικό κριτήριο που τοποθετεί η Μπερδέκαγεωμετρικά στο περιβάλλον, με συστροφές και μετρημένη λεκτική εκφραστικότητα, σε καμμία περίπτωση δεν αναιρεί την αρχιτεκτονικά στατική σκηνή του Νίκου Αναγνωστόπουλου, όπου η κίνηση και ενέργεια των ηθοποιών αυξομειώνουν τα πάθη του Σόλνες, της τελευταίας ημέρας του στον επίγειο κόσμο.
Η στάση των πρωταγωνιστών, όπως επίσης η ενδυμασία τους (από τον σκηνογράφο της παράστασης) που ταυτίζει έτσι την τάξη, την οικονομική τους ακεραίοτητα και τις δράσεις τους μέσα στο έργο καθορίζουν τις απόψεις των ρόλων, όσο και την εναλλάξ ειρωνεία Σόλνες/Χίλντε!
Η μουσική από τον Δημήτρη Παπαλάμπρου μένει στο…background της υπόθεσης, δε φαίνεται όσο θα έπρεπε το ηχόχρωμά της, αλλά προσγειώνει τις κορυφώσεις των διαλόγων και της ηλεκτρισμένης ατσμόφαιρας. Η συμβολή του διευθυντή φωτογραφίας Σάκη Μπιρμπίλη να αποδώσει εικαστικά τις σκιές και τα φαντάσματα που καταδιώκουν Σόλνε/Χίλντε και τη σαν φυλακή τοποθεσία του σκηνικού, μεταφέρουν τη θεματική του έργου και σε μια…ελληνική πραγματικότητα, αυτή που η μισαλλοδοξία και η ακόρεστη καλοφαγία έφεραν τον κάθε Σόλνες σε αλαφροΐσκιωτους Ολύμπους, σε γυάλινους κόσμους και σε μοναχικές «θείες κωμωδίες», στη δύση της ζωής του.
Μελετημένος Ίψεν από την Μπερδέκα και ολοκληρωμένη κάθαρση λοιπόν, κάτι που λείπει από τις σύγχρονες μεταφορές γνωστών θεατρικών κειμένων.
Αναλυτικές λεπτομέρειες για τις ώρες, τις ημέρες που παίζεται η παράσταση και τους λοιπούς συντελεστές ακολουθούν στον σχετικό σύνδεσμο:http://www.all4fun.gr/fun/theater/7434–a-.html
Του Δημήτρη Ψάχου, 15/3/2014