Γύρισα. Τίποτα παραπάνω. Γύρισα. Σε ένα σπίτι. Σε μια καρέκλα. Γύρισα σπίτι.
Αρκεί για να σωριαστώ και να κοιμηθώ. Να νιώσω το ξύλο, το δάσος, τον ύπνο.
Να ξεκουραστώ. Σιωπή. Σπίτι. Αποκαμωμένος, μα σπίτι. Βγες απ’ την κουζίνα. Πες ότι ετοίμασες σούπα. Ζεστή. Εδώ δεν είσαι; Γύρισα. Στρώσε μου στο πάτωμα. Να νιώσω το ξύλο, το δάσος, τα φύλλα. Εσύ εδώ. Δίπλα μου. Να με φροντίζεις κάθε φορά που θα λερώνομαι. Εδώ δεν είσαι; Γύρισα. Άλλαξε μου ρούχα. Ντύσε με τα καθαρά. Πλύνε με. Εδώ. Στη καρέκλα. Πλύνε με, αποκαμωμένο, με γάλα και αλάτι. Πλύνε με αγάπη μου, να μοσχομυρίσω για σένα. Γύρισα. Εδώ δεν είσαι; Βγάλε μου τα παπούτσια, ψυχή μου. Περπάτησα πολύ. Φόρα μου τα φτερά σου. Γύρισα. Μ’ ακούς; Γύρισα. Αγάπη μου είμαι εδώ. Ήρθα. Σκέπασε με. Κρυώνω. Με την ανάσα σου. Να ζεσταθώ. Μ΄ακούς; Γύρισα. Είμαι εδώ. Κοίμισε με. Εδώ δεν είσαι; Νυστάζω. Δώσε μου ύπνο από τα μάτια σου. Φιλιά από την αγκαλιά σου. Εδώ δεν είσαι; Γύρισα. Αγάπα με. Είμαι εδώ. Σπίτι.
Γύρισα. Άργησα;
Γύρισα.
Καλλιόπη Μανδρέκα, 13/4/2020