《Ω, Μελίβοε, κάποιος Θεός μας χάρισε τούτη την αργία》*
Σ’ αυτές τις μέρες, που θα καταγραφούν ιστορικά ως 《Οι μέρες της καραντίνας》, είναι αξιοπρόσεκτο ένα συγκεκριμένο φαινόμενο που αξίζει να μελετηθεί και να αναλυθεί, γιατί τείνει να καθίσταται είτε οιωνός ριζικών αλλαγών στο εγγύς μέλλον, είτε ως ένα απλό, άλυτο σύμπλεγμα που θα παραμείνει (ενισχυμένο όμως…) στην ψυχοσύνθεση του σύγχρονου αστικού ανθρώπου, αλλά και που, έστω κι έτσι, είναι κρίσιμο να σκεφτόμαστε ότι ένα σύμπλεγμα, ακόμα και ασυνείδητο, δεν είναι ποτέ “απλό”. Άρα ίσως, ακόμα και ως σύμπλεγμα, κάποια μετατόπιση, έστω μικρή, πιθανώς να τη δημιουργήσει.
Το φαινόμενο αυτό είναι το εξής: Η αίσθηση των πολιτών, σχεδόν στο σύνολό τους, διεθνώς, πως ο ελεύθερος χρόνος λόγω της καραντίνας, η ήρεμη ενασχόληση με διάφορα άλλα ενδιαφέροντα, και η επαφή (ακόμα και έστω από απόσταση) με αγαπημένους ανθρώπους που δεν έχουν στην καθημερινότητά μας τον χρόνο και χώρο που τους αναλογεί, είναι το θετικό όλης αυτής της κρίσιμης συνθήκης που βιώνουμε και το φωτεινό στοιχείο μέσα στον δικαιολογημένο παγκόσμιο τρόμο μιας τέτοιας πρωτόγνωρης κοινωνικοπολιτικής κατάστασης.
Ας αναλύσουμε, όμως, γιατί τούτο το φαινόμενο αποκτά βαθιά σοβαρότητα και καθίσταται άξιο μελέτης. Και η απάντηση, αρχικώς, στο ερώτημα, είναι απλή…
Γιατί η υπόγεια, αγανακτισμένη ανάγκη ελεύθερου χρόνου που αναδύεται τώρα εκ των συνθηκών ως η φωτεινή οπτική της καραντίνας, προέρχεται στη ρίζα της, από μια, στην πραγματικότητα, αμφισβήτηση του κοινωνικού μοντέλου στο οποίο όλοι ζούμε και προσπαθούμε να επιβιώσουμε. Αυτή τη στιγμή, απ’ το σύνολο της ανθρωπότητας που βρίσκεται σε καθεστώς καραντίνας, αμφισβητείται, έστω ασυνείδητα απ’ τους ίδιους, το σύνολο του τρόπου ζωής στο οποίο δομείται ολόκληρη η σύγχρονη, αστική κοινωνία.
Πολύ απλά: Η πραγματικότητα που θέλει όλους μας να δουλεύουμε σε ασφυκτικά πλαίσια και με ασφυκτικά ωράρια για να καταφέρουμε να επιβιώσουμε, δεν είναι βιώσιμη. Αυτό κραυγάζει ένα τεράστιο πλήθος σε όλη την υφήλιο τούτη τη στιγμή, κι ας μην καταλαβαίνει, δυστυχώς, ούτε το ίδιο ότι αυτό κραυγάζει.
Είναι διατυπωμένο ουκ ολίγες φορές στην ιστορία της φιλοσοφίας, της πολιτικής, και γενικότερα της ανθρωπότητας, πως ο άνθρωπος για να νιώσει ολοκληρωμένο ον, καλλιεργημένο σφαιρικά, και πλήρες συναισθηματικά, οφείλει να έχει ελεύθερο χρόνο. Οφείλει η κοινωνία και ο υπαρξιακός τρόπος ζωής, ο πολιτισμός εν τέλει, να δομηθεί πάνω σ’ αυτό. Όπως έλεγε και ο Πωλ Λαφάργκ στο αιρετικό σχεδόν και διάσημο πολιτικό του κείμενο, να έχει ο άνθρωπος 《Το δικαίωμα στην τεμπελιά》.
Και για του λόγου το αληθές, πάμε να δούμε μερικές από αυτές τις αναφορές σε ολόκληρο το φάσμα της ιστορίας από τις απαρχές του πολιτισμού μέχρι σήμερα. Ξεκινώντας – άκουσον άκουσον – απ’ τον Αριστοτέλη!
Ίσως ο πρώτος φιλόσοφος που ασχολήθηκε και μίλησε για τον ελεύθερο χρόνο ήταν, κι όμως, ο Αριστοτέλης. Σύμφωνα με εκείνον, σχόλη (δηλαδή έλλειψη ασχολίας) είναι η διαθεσιμότητα του χρόνου και η απουσία της αναγκαιότητας να είναι κάποιος απασχολημένος. Η απουσία αυτή υποστήριζε πως οδηγεί σε περισυλλογή και άρα στην 《πραγματική αλήθεια》. Ο Αριστοτέλης υποστήριζε, επίσης, ότι η “σχόλη” είναι η μόνη ευκαιρία για την καλλιέργεια του πνεύματος και τη λήψη παιδείας ανώτερης από αυτή της σχολικής εκπαίδευσης!
Πολύ μετέπειτα, έρχεται ένας άνθρωπος και δομεί (τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο) ένα ολόκληρο πολιτικό όραμα, βασισμένο σε τούτο τον στόχο. Την επίτευξη του ελεύθερου χρόνου στη λειτουργία και καθημερινότητα της κοινωνίας και άρα τη δημιουργία του “ολοκληρωμένου ανθρώπου”. Το όνομά του, Καρλ Μαρξ.
Ο Καρλ Μαρξ μίλησε για τον ελεύθερο χρόνο ως το χρόνο μέσα στον οποίο αναπτύσσεται η ατομικότητα και αυξάνεται η καλλιτεχνική και επιστημονική συγκρότηση και ανάπτυξη των ατόμων. Ελεύθερος χρόνος, κατά τον Μαρξ, σημαίνει ολοκληρωμένη ανάπτυξη του ατόμου, το οποίο παράγει σταθερό κεφάλαιο. Το κεφάλαιο αυτό είναι ο ίδιος ο άνθρωπος.
Ίδια εποχή, σε παράλληλο βίο, τοποθετείται εντόνως και ο Πωλ Λαφάργκ (που προαναφέρθηκε παραπάνω). Ο Λαφάργκ στο κείμενό του 《Το δικαίωμα στην τεμπελιά》αναφέρει επακριβώς:
*Και οι οικονομολόγοι δεν σταματούν να επαναλαμβάνουν στους εργάτες: Δουλέψτε για να αυξήσετε τον κοινωνικό πλούτο! Ωστόσο, ένας οικονομολόγος ο Ντεστύ ντε Τρασύ, τους απαντά: “Τα φτωχά έθνη είναι εκείνα που ο λαός τους περνά καλά και τα πλούσια έθνη είναι εκείνα που ο λαός τους είναι συνήθως φτωχός”.
Σε ένα άλλο απόσπασμα του κειμένου του:
*Αντί να επωφεληθούν από τις στιγμές των κρίσεων για μια γενική διανομή των προϊόντων κι ένα παγκόσμιο γλέντι, οι εργάτες ψωμολυσσώντας, χτυπούν με το κεφάλι τους τις πόρτες των εργοστασίων. Με αποχαυνωμένο ύφος, με κορμιά αποσκελετωμένα, με ικετευτικά λόγια, εκλιπαρούν τους εργοστασιάρχες: “Καλέ μας κ. Σαγκώ, γλυκέ μας κ. Σνάιντερ, δώστε μας δουλειά, δεν είναι μα το πάθος για δουλειά που μας τυραννάει!”.
Και ένα τελευταίο απόσπασμα:
*Στο μέτρο που η μηχανή τελειοποιείται και εκτοπίζει την ανθρώπινη εργασία με μια ολοένα μεγαλύτερη ταχύτητα και ακρίβεια, ο εργάτης, αντί να παρατείνει ανάλογα τον ελεύθερο χρόνο του, διπλασιάζει τον ζήλο του για δουλειά, σαν να θέλει ν΄ ανταγωνιστεί την μηχανή. Τι ηλίθιος και δολοφονικός ανταγωνισμός!
Στο ίδιο κείμενο επίσης ο Λαφάργκ αναφέρει το στίχο απ’ τα Βουκολικά του Βιργίλιου “Ω, Μελίβοε, κάποιος Θεός μας χάρισε τούτη την αργία”, όπως επίσης και το απόσπασμα απ’ την επί του Όρους Ομιλία του Ιησού “…καταμάθετε τα κρίνα του αγρού πώς αυξάνει• ου κοπιά ουδέ νήθει• λέγω δε υμίν ότι ουδέ Σολομών εν πάση τη δόξη αυτού περιεβάλετο ως εν τούτων.”
Και τέλος, φτάνουμε και στον, πιο σύγχρονό μας, Όσκαρ Ουάιλντ. Στο βιβλίο του 《Η ψυχή του ανθρώπου στο σοσιαλισμό》, αναφέρει χαρακτηριστικά:
* Σήμερα οι μηχανές ανταγωνίζονται των άνθρωπο. Υπό τις κατάλληλες συνθήκες, οι μηχανές θα τον υπηρετούν. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι αυτό είναι το μέλλον των μηχανών και όπως τα δέντρα αναπτύσσονται ενώ ο ευγενής της επαρχίας κοιμάται, έτσι ενώ η ανθρωπότητα θα ψυχαγωγείται ή θα απολαμβάνει ελεύθερο χρόνο για την πνευματική της καλλιέργεια -η οποία αποτελεί τον σκοπό του ανθρώπου και όχι η εργασία- ή θα δημιουργεί εξαίσια πράγματα, ή θα διαβάζει όμορφα πράγματα, ή απλως θα στοχάζεται τον κόσμο με θαυμασμό και ευχαριστηση, οι μηχανές θα εκτελούν όλες τις απαραιτητες και δυσάρεστες εργασίες.
Άλλο απόσπασμα του κειμένου:
*Είναι γεγονός ότι ο πολιτισμός απαιτεί σκλάβους. Οι Έλληνες είχαν απόλυτο δίκιο σε αυτό το σημείο. Αν δεν υπάρχουν σκλάβοι να κάνουν τις απεχθείς, απαίσιες, βαρετές δουλειές, η ύπαρξη πολιτισμού και στοχασμού είναι σχεδόν αδύνατη. Η ανθρώπινη δουλεία είναι άδικη, επισφαλής και ηθικά διαβρωτική. Το μέλλον του κόσμου εξαρτάται από τη μηχανική δουλεία, τη δουλεία της μηχανής. Και όταν άνθρωποι της επιστήμης δεν θα καλούνται πλέον να πάνε στο καταθλιπτικό Ιστέρ Εντ για να διανείμουν κακής ποιότητας κακάο και ακόμη χειρότερης ποιότητας κουβέρτες σε ανθρώπους που λιμοκτονούν, θα έχουν πολύτιμο ελεύθερο χρόνο να επινοήσουν υπέροχα και θαυμάσια πράγματα προς τέρψη των ίδιων και όλων των άλλων. Θα υπάρχουν τεράστια αποθέματα ενέργειας για κάθε πόλη, και για κάθε σπίτι αν χρειάζεται, και αυτή την ενέργεια ο άνθρωπος θα μπορεί να τη μετατρέψει σε θέρμανση, φως ή κίνηση, ανάλογα με τις ανάγκες του.
Και τέλος, μας ανοίγει ένα υπέρογκο και συνταρακτικό ερώτημα:
*Είναι Ουτοπία αυτό; Ένας χάρτης του κόσμου που δεν περιλαμβάνει την Ουτοπία δεν αξίζει ούτε μια ματιά, αφού παραλείπει τη μοναδική χώρα στην οποία αποβιβάζεται συνεχώς η Ανθρωπότητα. Και όταν η Ανθρωπότητα αποβιβαστεί εκεί, αγναντεύει πιο μακριά και βλέποντας μια καλύτερη χώρα, ανοίγει πανιά. Πρόοδος είναι η πραγμάτωση των Ουτοπιών.
Είναι, λοιπόν, ουτοπία αυτό; Μήπως, πράγματι, αν θέλουμε να μιλάμε για πρόοδο, πρέπει να εννοούμε την πραγμάτωση των ουτοπιών; Οι λαοί κραυγάζουν πως τούτη η ζωή είναι στραβή. Καταπιεστική. Εν τέλει, δουλική. Οι λαοί, στο πλαίσιο της προστασίας τους απ’ την επέλαση μιας πανδημίας, ευγνωμονούν που βρήκαν λίγο χρόνο να ασχοληθούν με αυτό που ίσως τελικά είναι ο σκοπός και το νόημα του ανθρώπου σε τούτη τη γη. Η ασχολία με τον εαυτό τους, με τους γύρω τους, με το γίγνεσθαι, η ηρεμία, η γαλήνη, η πνευματική καλλιέργεια, η παρατήρηση της αυγής, η παρατήρηση του δειλινού, ο έρωτας (έστω και “στα χρόνια της χολέρας”), η αγάπη, η περισυλλογή, η σκέψη, η ανασυγκρότηση, η σύνδεση με το όλον, η αίσθηση πως υπάρχει χρόνος! Και η ανθρωπότητα τον δικαιούται αυτόν τον χρόνο. Μακριά απ’ τη μηχανική ζωή της καθημερινότητας που φυλακίζει τον άνθρωπο μέσα στην εξάντληση, την επιφάνεια, την εξειδίκευση, την άσκοπη επιβίωση (αυτήν χωρίς σκοπό, χωρίς δηλαδή τη γνώση του τι, πώς και γιατί), το στρες. Υπάρχει χρόνος. Και να που η “καραντίνα” μας το ουρλιάζει σε βαθιά υπαρξιακό και στην πράξη κοινωνικοπολιτικό επίπεδο. Μήπως ήρθε η ώρα να συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος την πλήρη δημιουργικότητα και τη σφαιρικότητά του; Μήπως ήρθε η ώρα να αμφισβητήσουμε εκ βαθέων το υπάρχον κοινωνικό μοντέλο μας; Μήπως είναι η στιγμή να δομήσουμε και να φτάσουμε στον 《ολοκληρωμένο άνθρωπο》;
Κλείνω με το παρακάτω, αναμένοντας, με ενθουσιασμό και υγιή αγωνία, τι μέλλει γενέσθαι. Η γαλλίδα κοινωνιολόγος Νικόλ Σαμυέλ υποστηρίζει στο βιβλίο της με τίτλο ”Ο ελεύθερος χρόνος: ένας κοινωνικός χρόνος” ότι ‘‘ο ελεύθερος χρόνος μεταμορφώνει τις κοινωνικές διαδικασίες, καθώς στη διάρκειά του διαδραματίζονται συγκρούσεις και αγώνες που αποβλέπουν σε αλλαγές των κοινωνικών δομών”.
Για να δούμε…
Ερρίκος Μηλιάρης, ηθοποιός
* στίχος απ’ τα Βουκολικά του Βιργίλιου
Πηγές (Διαδικτυακές και μη)
- Κείμενα:
《Η ψυχή του ανθρώπου στο σοσιαλισμό》, Όσκαρ Ουάιλντ.
《Το δικαίωμα στην τεμπελιά》, Πωλ Λαφάργκ.
- Μιχαλοπούλου, Κ. (2006), Ελεύθερος χρόνος, Δαπάνες για διασκέδαση και ψυχαγωγία των ελληνικών νοικοκυριών, Χαροκόπειο Πανεπιστημιο, Τμήμα Οικιακής Οικονομίας και Οικολογίας, Αθήνα.