Μαζί με κάτι άλλο που μου είναι αδύνατο να περιγράψω ήταν σαν μυρωδιά σκόρδου μαζί με χνώτα πρωινά που εξέρχονται από στόμα που αποκοιμήθηκε χωρίς να κάνει βραδυνές πλύσεις με λίστεριν -έστω- ενώ πριν είχε καταβροχθίσει μια τσιπούρα ας πούμε, κάτι τέτοιο αναδυόταν. Επιθυμούσα, πράγματι, με όλο μου το είναι να κάτσω να σου κάνω παρέα, βασικά να μου κάνεις παρέα. Εσύ σε έμενα, τελοσπάντων να κάνουμε παρέα μαζί, είμαι κάπως ευέξαπτη το τελευταίο καιρό ξέρεις. Αλλά ήταν αδύνατο…Αδύνατο.Έτσι έφυγα ,σχεδόν τρέχοντας, μπήκα στο αυτοκίνητο αλλά γρήγορα μετάνοιωσα για αυτήν μου την επιλογή πάρκαρα το αυτοκίνητο – ο Θεός ξέρει που- και άρχισα να περπατάω με σκοπό να πάω –ο Θεός πάλι ξέρει που-.
Με πονάει το χέρι μου ακόμα ξέρεις, έχω αρχίσει να σκέφτομαι ότι ίσως χρειάζεται να μου το κόψουν, το έδεσα πρόχειρα με την εσάρπα που φορούσα,αυτή την πορτοκαλί εσάρπα που μου είχες φέρει κάποια Χριστούγεννα – είναι απαίσια,η εσάρπα εννοώ, πως σκέφτηκές ποτέ να αγοράσεις το οτιδήποτε πορτοκαλί- έδεσα το χέρι μου με αυτήν την εσάρπα για να σταματήσει να με πονάει.
Έφτασα σπίτι περπατώντας, άνοιξα τον υπολογιστή, μαζί με την τηλεόραση, μαζί με το θερμοσίφωνα, μαζί με όλα τα φώτα του σπιτιού – όλα αυτά πάνε μαζί ξέρεις, η διαδικασία αυτή για μένα είναι σαν μια τελετουργία –μη γελάς- έτσι λειτουργούν όλα πιο σωστά, σωστότερα, έτσι λειτουργώ εγώ πιο σωστά, σωστότερα, μοιάζω να έχω ζωή.
Άνοιξα το ψυγείο, το έκλεισα αμέσως, πιο αμέσως από αμέσως το άνοιξα το έκανα αυτό κάμποσες φορές, σκέφτηκα πως γίνομαι γελοία, ξάπλωσα στο καναπέ, κοίταξα το ταβάνι και το σύνθετο και μετά το χέρι μου και μετά το κινητό μου, το οποίο μου είχε λείψει. Εγώ πάλι δεν είχα λείψει σε κάποιον, δεν είχε δηλάδη κάποια ένδειξη προσπάθειας να με εντοπίσει κάποιος…
Με πήρε ο ύπνος, κοιμήθηκα γλυκά για μόλις 10 λεπτά, ξύπνησα από μια τηλεοπτική τσιριχτή φωνή, μου έτρεχαν τα σάλια, θυμήθηκα το αυτοκίνητο,ένιωσα για κλάσματα του δευτερολέπτου μια μορφή απελπισίας αλλά καθησύχασα τον εαυτό μου ευθύς με το επιχείρημα πως το είχα αφήσει σε δρόμο με πολλά φώτα και πολλά μαγαζιά σηκώθηκα από το καναπέ και αποφάσισα να πάω μέσα για ύπνο, έπρεπε όμως πρώτα να κλείσω όλες τις συσκευές και τα φώτα και το θερμοσίφωνα και ξέρεις όλα αυτά που σου ανέφερα και……
Δε μπορώ να το κάνω αυτό. Δε μπορώ να αποσυνδέσω τίποτα από αυτά, αλήθεια δε μπορώ φοβάμαι… όχι όχι σίγουρα δε μπορώ. Αν λέω αν μια στο εκατομμύριο το κάνω αυτό σημαίνει πως θα σταματήσω να ακούω ήχους, να βλέπω εικόνες, να μυρίζω ίσως λίγο από το καμμένο ανεμιστηράκι του λάπτοπ από την υπερθέρμανση γιατί ακόμα δεν αγόρασα αυτό το μεγάλο ανεμιστηράκι που βάζεις από κάτω, δε μπορώ να κατεβάσω τους διακόπτες θα ναι σκοτάδι δε θα βλέπω, αν δε λειτουργούν αυτά πρακτικά μιλώντας πάντα δε θα λειτουργώ ούτε εγώ,όχι δε μπορώ.
Δε μπορώ. Στο είπα λειτουργώ σωστότερα. Αποκοιμήθηκα με όλα αυτά στο ον γιατι φοβήθηκα να βάλω τον εαυτό μου έστω και για λίγο στο οφφ. Και τότε μου ήρθε! Πιθανότατα αυτή η γυναίκα σήμερα το απόγευμα δίπλα μου μύριζε έτσι, έτσι άσχημα επειδή δεν ήταν στο ον, επειδή έχει κλειστή τηλεόραση και κλειστό φως και κατεβασμένους διακόπτες και γι΄αυτό όταν της μίλησα…
Της Ζαφειρίας Δημητροπούλου – Δελάνχελ, 8/1/2014