Βράδι καθημερινής, κεφάλι με κεφάλι στον καναπέ παρακολουθώντας την κλασική μεταμεσονύχτια ταινία στη ΝΕΤ. Για 5 μέρες τη βδομάδα, επί 14 μήνες = περίπου 280 βράδια σπίτι με τις αναμενόμενες απώλειες λόγω εορτών, υπνηλίας, και λοιπές έκτακτες ανάγκες.
Αντέχεις; Ανατριχιάζεις με τη ρουτίνα, την πλήξη του καναπέ και την σιωπή που μοιράζεσαι κάθε βράδι;
Εγώ ανοιχτά και συνειδητοποιημένα λέω ναι. Δεν συστήνομαι και ως τρελό party animal αλλά έχω κολλήσει αρκετά ένσημα και υπερωρίες στη βραδινή, και συχνά ως τα ξημερώματα, ζωή. Έχω περιπλανηθεί από οριένταλ σε underground γκοθάδικο, από σκυλάδικο με τραβεστί μέχρι το Μέγαρο, από το Χαλάνδρι στα καπάκια για ποτό στο Ναύπλιο και το πρωί για δουλειά στο κέντρο και φτου κι απ’την αρχή. Λίγο πολύ τα συνηθισμένα.
Λίγο μετά τα 28 και ενώ είχα περάσει από όλες τις φάσεις και εκδοχές στη συναισθηματική μου κατάσταση, εξαιρούνται τα Χολιγουντιανά σενάρια, άρχισα να νιώθω ένα μεγάλο κενό. Μέχρι τα 30 το έψαχνα. Ιλιγγιωδώς, κουραστικά και μερικές φορές σαν να με πλήγωνα στην προσπάθεια να αφήσω πληγές πίσω μου. Ξενύχτια, αλκοόλ, κάπνισμα αλλά και χορός, φλερτ, ξεπέτες, χαρτάκια με λάθος τηλέφωνα (σόρρυ Φρατζ. Το μαρτίνι έφταιγε) και όλη αυτή η ανηφόρα κατηφόρα από ένα διάστημα ξέφρενης βραδινής ζωής. Λίγο πριν τα 30 το Σύμπαν πέστο, η καλή νεράιδα, ο Άι Βασίλης, δεν ξέρω ποιος, μου άνοιξε τα μάτια. Βρήκα τι ήθελα, τι με έκανε ευχαριστημένη. Σαν ένα μαγικό μίξερ να έφτιαξε τον πιο γλυκό χυμό από τις αναμνήσεις και τις εμπειρίες και έβαλα τον εαυτό μου στη θέση που του έπρεπε. Ψηλά και άνετα!
Δυσκολεύτηκα λίγο να το βρω, δεν είναι καιροί για πρίγκηπες ως γνωστόν, αλλά όταν το βρήκα ήξερα ότι άνηκα εκεί. Ένας καναπές από τα ΙΚΕΑ και ένα φασαριόζικο διαμέρισμα στο κέντρο, συνάντησε στη μέση το όραμά μου. Κάθε βράδι που ψάχνω τα κλειδιά για να ανοίξω την πόρτα είναι σαν να κάνω το καλύτερο μασάζ με αιθέρια έλαια και Ασιάτες βγαλμένους από Άρλεκιν.
Ένα χρόνο μετά και ύστερα από πολλές ανατροπές στο σενάριο της ζωής, ομολογώ ότι μου αρέσει η ρουτίνα του καναπέ, η φάση του μέσα, η φλασιά του σπιτόγατου. Δεν είναι εύκολο, δεν είναι πάντα ωραίο να αναπνέεις τον αέρα του άλλου, γιατί πολύ απλά ο άλλος ίσως να τον θέλει μόνο για εκείνον. Τα τακούνια και η μάσκαρα μένουν παραπομένα στα ράφια, οι φόρμες κάνουν γόνατα και κόμπους, ο καναπές παίρνει σχήμα brazilian, όμως, όλα έχουν τη μυρωδιά και την πινελιά μου. Είναι το σπίτι σου, ο χώρος μου, εκεί που κάνω αναμνήσεις.
Ειλικρινά δεν ξέρω μέχρι πόσο θα συνεχίσω να το κάνω αυτό. Ο ρομαντικός Ιχθύς μέσα μου θα ήθελε για πάντα, όμως οι αστάθμητοι παράγοντες με ταρακουνάνε διακριτικά κάθε τόσο. Δεν ξέρω για πόσο ακόμα θα αγαπάω τη ρουτίνα και θα τη θεωρώ στη φύση μου, για πόσο θα στραβομουτσουνιάζω στην ιδέα να βγω Σάββατο ή Παρασκευή έξω, για πόσο θα ψάχνω στο teletext για την περίληψη της ταινίας της ΝΕΤ.
Τώρα που το καλοσκέφτομαι χωμένη στον καναπέ μου, μου αρέσει που δεν ξέρω, απλά που την έχω. Άλλωστε, για τι απ’όλα ξέρουμε ότι θα είναι για πάντα;
Της Αγγελικής Μακρή