Αλήθεια,πόσο μπορεί να κοστίζει η ανθρώπινη ζωή; Πόσο κοστίζει η αξιοπρέπεια;
Πόσο κοστολογείται άραγε ολόκληρη η ζωή μας; Μας γυροφέρνει ο θάνατος το ξέρεις;
Δεν είμαστε πια ασφαλείς. Ούτε εδώ ούτε πουθενά…
Πριν λίγες μέρες ήταν εκείνος. Μάθαμε από το διαδίκτυο -βλέπεις τα νέα διαδίδονται γρήγορα- πως δεν είναι πλέον στη ζωή. Εργατικό ατύχημα είπαν. Κανένα μέσο προστασίας, κανένα εργασιακό δικαίωμα. Καμία ασφάλεια στον χώρο στον οποίο εργαζόταν…Και να ήταν μόνον εκείνος;
Είμαστε πολλοί. Μας βλέπεις κάθε μέρα δίπλα σου, γύρω σου, χωρίς να μας δίνεις σημασία. Άλλοι εργαζόνται, κάτω από άθλιες εργασιακές συνθήκες για ένα ξεροκόμματο. Άλλοι προσπαθούν να βγάλουν κάτι από τα «μαύρα», χωρίς να έχουν κάποια ιατροφαρμακευτική κάλυψη, ανασφάλιστοι σαν να λέμε… Άλλοι, ελπίζουν πως κάποια στιγμή θα πληρωθούν. Είναι απλήρωτοι ξέρεις, εδώ και έξι μήνες. Άλλοι αναγκαστήκαμε να γίνουμε με το ζόρι ελεύθεροι επαγγελματίες. Δεν ήταν επιλογή! Ήταν επιτακτική ανάγκη για να μπορέσουμε με κάποιο τρόπο να βιοποριστούμε. Μάθαμε τι σημαίνει να μην έχεις κανένα εργασιακό δικαίωμα, τι σημαίνει να αντιμετωπίζεις δυσκολίες στις διεκδικήσεις σου αλλά στο τέλος να βγαίνεις νικητής. Η διεκδίκηση άλλωστε, είναι χρέος μας πλέον.
Για το παρόν αλλά και για το μέλλον…
Πολλοί, έπαψαν να λέγονται εργαζόμενοι. Είναι κατ’ ανάγκη εθελοντές, μιας και δεν παίρνουν «μία» για τις υπηρεσίες που παρέχουν στον εκάστοτε εργοδότη. Άλλοι έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι με τον κίνδυνο που συνεχώς ελλοχεύει. Απροστάτευτοι στον χώρο δουλειάς. Τελικά, δεν κατάλαβα ποτέ τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην δουλειά και στην δουλεία, μιας και είμαστε δούλοι του 21ου αιώνα. Είμαστε οι σκουριασμένες εκείνες μηχανές που συντηρούν όλο αυτό το οικοδόμημα που έχει χτιστεί γύρω από το χρήμα.
Νιώθω, πως ζούμε σε εκείνους τους «Μοντέρνους καιρούς» του Τσάπλιν, που υπάρχει ανεργία, απανθρωπιά αλλά και μηχανοποίηση της κοινωνίας.
«Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του.Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα,που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος. Ότι οι λεγόμενοι «πρακτικοί άνθρωποι» -κατά πλειονότητα, οι σημερινοί αστοί- μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό. Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν. Που βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν δεν θα ‘μαστε πια εδώ. Θα είναι, όμως, εάν αξίζει, το έργο κάποιου απ’ όλους εμάς. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας -και της εποχής μας.»
Καλή συνέχεια!
Yγ: O επίλογος ανήκει στον Οδυσσέα Ελύτη, οπότε και δικά σας τα συμπεράσματα…
Tης ‘Εφης Θάνου, 21/3/2017