Μια από τις μεγαλύτερες ηθοποιούς του εικοστού αιώνα. Γυναίκα – σύμβολο για την Ελλάδα. Υπέρμαχος της δημοκρατίας και του πολιτισμού. Έμεινε στην ιστορία για την προσωπικότητα, το ταλέντο και τα οράματά της. Ένα από τα φωτεινότερα μυαλά του τόπου μας.
Η Μελίνα Μερκούρη (Μαρία Αμαλία Μερκούρη) γεννήθηκε στις 18 Οκτωβρίου του 1920 στην Αθήνα. Προερχόταν από μια ιδιαίτερα αξιόλογη οικογένεια πολιτικών. Ο πατέρας της ήταν ο βουλευτής της ΕΔΑ και υπουργός, Σταμάτης Μερκούρης, στο υπουργείο δημοσίας τάξεως την περίοδο 1945-1946 και στο υπουργείο δημοσίων έργων το 1946. Ο παππούς της, Σπύρος Μερκούρης ήταν δήμαρχος Αθηνών τις περιόδους 1899-1914 και 1929-1934.
Η πορεία της στο θέατρο
Το Σεπτέμβρη του 1938 γίνεται δεκτή στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Συμμαθητές της, μια γενιά από άλλους αξιόλογους ηθοποιούς, όπως η Δέσπω Διαμαντίδου, η Αλέκα Παΐζη, ο Ανδρέας Φιλιππίδης, ο Αλέξης Δαμιανός κ.ά.
Το χειμώνα του 1939 παντρεύεται τον Παναγή Χαροκόπο.
Ονόματα που τη δίδαξαν ήταν Αιμίλιος Βεάκης, Κάρολος Κουν (το θέατρο τέχνης του θεωρείτο «απαγορευμένο» για τους ηθοποιούς του Εθνικού), Τάκης Μουζενίδης, Δημήτρης Ροντήρης.
Η πρώτη της εμφάνιση στην σκηνή του θεάτρου θα γίνει το 1944 στο Θέατρο Βρετάνια με το έργο του Αλέξη Σολομού “Το μονοπάτι της Λευτεριάς” και ακολουθεί το έργο του Laszlo Bus-Fekete “H κόμισσα και ο καμαριέρης”. Ακολουθούν και άλλες παραστάσεις. Το 1945-1946 “Μις Μπα”, “Θα σε παντρευτώ Τέρας”, “Το Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα”, “Πωλείται Κέφι”, “Η Μπόρα Πέρασε”, “Επικίνδυνη Στροφή”, “Ο Άνθρωπος και τα Όπλα”, “Φαύλος Κύκλος”, “Της Νύχτας τα Καμώματα”, “Ένας Φίλος θα ?ρθει απόψε” το 1946 “Τρισεύγενη”, “Ανατολικά του Σουέζ”, “Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ”, “Δεν θα τα πάρεις μαζί σου”.
Το 1947 “Άνθρωπος και Υπεράνθρωπος”, “Γαμήλιο Εμβατήριο”, “Ο Βασιλικός”, “Το τραγούδι της Κούνιας”. Το 1949 το “Λεωφορείον ο Πόθος” ήταν η παράσταση-σταθμός για την καριέρα της. Για την παράσταση αυτή, μάλιστα, γράφτηκε το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι “Χάρτινο το Φεγγαράκι”.
Συνεχίζει με “Το μικρό Καλύβι”, “Το χαμόγελο της Τζοκόντας”,”Ο Θάνατος του Εμποράκου”, “Bolero”. Το 1950 έρχεται η ιστορική παράσταση σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μυράτ “Η Άννα των Χιλίων Ημερών”, όπου έπαιζαν μεταξύ άλλων η Μελίνα Μερκούρη, η Ειρήνη Παππά, η Άννα Συνοδινού, η Νίτσα Τσαγανέα, ο Χρήστος Τσαγανέας, ο Δημήτρης Μυράτ, ο Τίτος Βανδής, ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ο Μίμης Φωτόπουλος, η Βούλα Ζουμουλάκη κ.α. Το 1951 “Το Επάγγελμα της Κυρίας Ουόρεν”, “Η Μεγάλη Παρένθεση”.
Από το 1951 αρχίζει να πρωταγωνιστεί παράλληλα και στην Γαλλική θεατρική σκηνή, όπου έγινε μούσα ενός από τους μεγαλύτερους θεατρικούς συγγραφείς, του Μαρσέλ Ασάρ. Η παράλληλη πορεία της συνεχίζεται στην αθηναϊκή και την παριζιάνικη σκηνή συνεχίζεται με επιτυχία. Το 1960 παίζει με το θέατρο Τέχνης το “Γλυκό Πουλί της Νιότης” με τον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Γιάννη Φέρτη. Επόμενος σημαντικός σταθμός στην θεατρική της καριέρα είναι το “Illya Darling” που ανεβάζει, με προπωλημένα όλα τα εισιτήρια των παραστάσεων και με συμπρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο, στο Broadway των ΗΠΑ, ενώ είχε ήδη κάνει περιοδεία σε ολόκληρες της Ηνωμένες Πολιτείες. Το έργο είναι η θεατρική διασκευή του κινηματογραφικού έργου “Never on Sunday” (Ποτέ την Κυριακή), που της είχε χαρίσει παγκόσμια αναγνώριση. Κατά τα έτη 1967-1974, τα χρόνια της δικτατορίας, από τη στιγμή που τελείωσε τις παραστάσεις του “Illya Darling” έπαιξε μόνο την Λυσιστράτη το 1972.
Το 1975 και ενώ έχει επιστρέψει στην Ελλάδα, ανεβάζει στο θέατρο Κάππα με τον Νίκο Κούρκουλο την “Όπερα της πεντάρας”, το 1976 την “Μήδεια” με το Κ.Θ.Β.Ε., ενώ το 1978 το “Συντροφιά με το Μπρεχτ” από το Ελληνικό θέατρο του Μάνου Κατράκη, παράσταση για την οποία γράφτηκε από το Θάνο Μικρούτσικο το “Άννα μην κλαις” για να τραγουδηθεί από τη Μελίνα Μερκούρη και τον Γιάννη Κούτρα. Τέλος το 1980 ξανανεβάζει το “Γλυκό πουλί της Νιότης” με τον Γιάννη Φέρτη και κλείνει ουσιαστικά την θεατρική της καριέρα με το “Ορέστεια” στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου από το Θέατρο Τέχνης. Το 1992 κάνει μια τελευταία, έκτακτη, εμφάνιση στην όπερα Πυλάδης, σε βιντεοσκοπημένη σκηνή, στο ρόλο της Κλυταιμνήστρας, που παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Η πορεία της στον κινηματογράφο
Η Μελίνα Μερκούρη διέγραψε μια αρκετά σημαντική πορεία σε διεθνή και ελληνικό κινηματογράφο. Πήρε αρκετά βραβεία με κορυφαίο το βραβείο πρώτης γυναικείας ερμηνείας του Φεστιβάλ των Καννών και κέρδισε επίσης μία υποψηφιότητα στα Όσκαρ για το Ποτέ την Κυριακή (Never on Sunday) το οποίο έχασε απ’την Ελίζαμπεθ Τέιλορ το 1960.
Το κινηματογραφικό της ντεμπούτο έγινε με ένα θεατρικό έργο που είχε γραφτεί από τον Ιάκωβο Καμπανέλλη ειδικά για εκείνη. Ήταν το “Στέλλα με τα κόκκινα γάντια”, η γνωστή σε όλους μας, “Στέλλα” (1955). Η ταινία αυτή ήταν η μόνη που έκανε η Μελίνα Μερκούρη με ελληνική παραγωγή (Καραγιάννης – Καρατζόπουλος).
Το έργο ήταν δραματουργικά εμπνευσμένο από το μύθο της Κάρμεν. Η ηρωίδα, που διαλέγει το δικό της δρόμο αντιμετώπισης των αντιλήψεών της, ενόχλησε τα αριστερά έντυπα «Αυγή» και «Επιθεώρηση Τέχνης», με αποτέλεσμα να επιτεθούν σκληρά κατά της ταινίας. Τα σχόλια του ξένου Τύπου στις Κάννες ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκά για την ηρωίδα πρότυπο της γυναικείας απελευθέρωσης.
Η ιδιαίτερη φωνή της
Σπουδαία ήταν και η πορεία της στη δισκογραφία καθώς έχουν κυκλοφορήσει πάνω από δεκαπέντε δίσκοι της, πέρα από soundtrack ταινιών και θεατρικών παραστάσεων. Έχει τραγουδήσει μεγάλους Έλληνες συνθέτες, όπως Μάνο Χατζιδάκι (με τον οποίο τους συνέδεε προσωπική φιλία), Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρο Ξαρχάκο, Γιάννη Μαρκόπουλο, Βασίλη Τσιτσάνη αλλά και κορυφαία ερμηνεία μουσικών έργων των Κουρτ Βάιλ και Μπέρτολτ Μπρεχτ. Εμφανίσεις έκανε και στην τηλεόραση, σε σειρά ντοκιμαντέρ του BBC σε επεισόδιο με τίτλο “Η Ελλάδα της Μελίνας”, από όπου και ο ομώνυμος δίσκος του Σταύρου Ξαρχάκου, όπως και σε σήριαλ και εκπομπές στη Γαλλική και τη Γερμανική τηλεόραση.
Έγραψε και ένα βιογραφικό βιβλίο με τίτλο “Γεννήθηκα Ελληνίδα”, του οποίου τα έσοδα από τις πωλήσεις διατέθηκαν για τον αντιδικτατορικό αγώνα (η έκδοσή του στα ελληνικά δεν είναι νόμιμη). Ο τίτλος του βιβλίου της είναι η απάντηση που έδωσε στους δημοσιογράφους όταν της ζήτησαν να κάνει μία δήλωση για την αφαίρεση της υπηκοότητάς της από τους συνταγματάρχες: «Γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα».
Ζυλ Ντασέν – Ο άντρας της ζωής της
Η Μελίνα Μερκούρη γνωρίζεται με τον τον γαλλικής καταγωγής, αμερικανό σκηνοθέτη Ζυλ Ντασέν (Jules Dassin) το 1955 στο Φεστιβάλ των Κανών. Εκείνος κερδίζει το βραβείο για το “Ριφιφί”, την πρώτη του ταινία στην Ευρώπη, εκείνη, βρισκόταν στις Κάνες με την ευκαιρία της προβολής της ταινίας του Μιχάλη Κακογιάννη “Στέλλα”. Ερωτεύονται κεραυνοβόλα κι έκτοτε ζουν μαζί σε όλη τους τη ζωή. Η Μελίνα γίνεται πλέον σταθερά η πρωταγωνίστρια στις ταινίες του και στα θεατρικά έργα που σκηνοθετεί. Το 1965 παντρεύονται. Ο Ζυλ την ακολουθεί στην Ελλάδα την οποία και λάτρεψε σαν πατρίδα του. Είχε πει «ζούσα μια διαφορετική εξορία από το ’67 έως το ’74 σκηνοθέτησα μία μόνο ταινία γιατί η καρδιά μου είχε μόνο απογοήτευση για τη δικτατορία στην Ελλάδα. Αφοσιώθηκα στη Μελίνα μένοντας πλάι της όσο το δυνατόν περισσότερο, οι ταινίες δεν βρίσκονταν καν στο μυαλό μας. Ήμουν Έλληνας ακόμη κι όταν δεν το γνώριζα. Η Ελλάδα είναι το σπίτι μου». Οι δυο τους δεν απέκτησαν ποτέ παιδιά. Ο Ντασέν σκηνοθέτησε την Μελίνα στις ταινίες “Ποτέ την Κυριακή”, “Φαίδρα” (1962), “Τοπκαπί” (1964) και “A Dream of Passion” (1978). Ο έρωτας τους χάραξε βαθιά τις ζωές και των δύο.
Η πολιτική της σταδιοδρομία
Το 1967 Μελίνα Μερκούρη βρίσκεται στις ΗΠΑ ενώ στην Ελλάδα η εξουσία είναι στα χέρια της χούντας. Κατά τη διάρκεια τις σκληρής επταετίας, η ίδια πολέμησε με πάθος τη χούντα, από το εξωτερικό όπου βρισκόταν, χρησιμοποιώντας τη φήμη της. Έδωσε αρκετές συναυλίες και διοργάνωσε έναν αρκετά μεγάλο αριθμό πορειών αντιδικτατορικού χαρακτήρα. Επεδίωξε και συναντήθηκε με πολιτικούς αλλά και με πνευματικές προσωπικότητες παγκοσμίου κύρους, με σκοπό να τους ευαισθητοποιήσει ενάντια στη χούντα. Αποτελέσματα των αγώνων και τις επιμονής της ήταν να δημευθεί η περιουσία της και να της αφαιρεθεί η ελληνική υπηκοότητα. Τα μέτρα αυτά, βέβαια, έπαψαν να ισχύουν με την επάνοδο της δημοκρατίας στην Ελλάδα. Κατά την διάρκεια των αγώνων της, έγιναν εναντίον της ακόμη και απόπειρες δολοφονίας, μία από τις οποίες παραλίγο να της στοιχήσει τη ζωή.
Με την πτώση της χούντας επιστρέφει στην Ελλάδα μαζί με τον σύζυγό της Ζυλ Ντασέν όπου και εγκαθίστανται, μόνιμα πλέον. Συνεχίζει να υπηρετεί την τέχνη της, όμως, οι αγώνες για την δημοκρατία επεκτείνουν σύντομα το ενδιαφέρον της προς την πολιτική. Συνεργάζεται, έτσι, με στελέχη της αντιστασιακής οργάνωσης Π.Α.Κ. και τον Ανδρέα Παπανδρέου και ιδρύουν το Πανελλήνιον Σοσιαλιστικόν Κίνημα αργότερα Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑ.ΣΟ.Κ).
Το 1974 κατεβαίνει υποψήφια στη Β? Πειραιά αλλά δεν καταφέρνει να εκλεγεί βουλευτής, πράγμα το οποίο επιτυγχάνει το 1977. Διετέλεσε υπουργός Πολιτισμού το 1981-1989 και 1993-1994, θέση η οποία της έδωσε το έναυσμα για να ξεκινήσει εκστρατεία για την επιστροφή των κλεμμένων μαρμάρων της Ακρόπολης από τον Λόρδο Έλγιν, τα οποία βρίσκονται στις προθήκες του Βρετανικού Μουσείου, στο Λονδίνο. Η Επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα για τη Μελίνα Μερκούρη ήταν θέμα ζωτικής σημασίας. Έλεγε: «Ελπίζω να δω τα μάρμαρα πίσω στο σπίτι τους, προτού πεθάνω. Αν όμως έρθουν αργότερα, εγώ θα ξαναγεννηθώ».
Κοινοποίησε τη θέση της για πρώτη φορά στο Μεξικό, στη Διάσκεψη της UNESCO, τον Ιούλιο του 1982, και κατόπιν και στην ξακουστή ομιλία της στην Οξφόρδη, τον Ιούνιο του 1986. Τότε είπε: «Πρέπει να καταλάβετε τι σημαίνουν για μας τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Είναι η περηφάνια μας, είναι οι θυσίες μας. Είναι το ευγενέστερο σύμβολο τελειότητας. Είναι φόρος τιμής στη φιλοσοφία της δημοκρατίας. Είναι οι φιλοδοξίες μας, το ίδιο το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητας.»
Ως Υπουργός Πολιτισμού υπήρξε οργανωτής θεαματικών εκθέσεων τμήματος της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς στις πέντε ηπείρους και συμμετείχε και στην εκπόνηση μελέτης για την ενοποίηση του αρχαιολογικού χώρου των Αθηνών. Έδωσε προτεραιότητα στην προστασία της νεώτερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, υποστήριξε και την ανέγερση του Μεγάρου μουσικής στην Αθήνα και την ίδρυση του Μουσείου Βυζαντινής τέχνης στην Θεσσαλονίκη, του μεγαλύτερου μουσείου το οποίο οικοδομήθηκε κατά τον εικοστό αιώνα. Ιδιαίτερη προσοχή αφιέρωσε, επίσης, στην αναστήλωση των μνημείων της Ακρόπολης και κήρυξε και διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την ανέγερση του καινούργιου μουσείου της Ακρόπολης.
Επίσης, δημιουργεί το θεσμό των δημοτικών περιφερειακών θεάτρων, τα λεγόμενα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ., με σκοπό την πολιτιστική ανάπτυξη της ελληνικής περιφέρειας, αλλά και τον θεσμό των πολιτιστικών πρωτευουσών της Ευρώπης, με πρώτη την Αθήνα το 1985. Ήταν εκείνη που είπε ότι: «Ο Πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας». Και κατόρθωσε να το κάνει συνείδηση όλων.
Το 1990 διεκδίκησε την δημαρχία της Αθήνας, δυστυχώς, χωρίς επιτυχία.
Η Μελίνα Μερκούρη χρησιμοποιεί την δική της ακτινοβολία και λάμψη για να διοχετεύσει το αίσθημα και την σημασία της έννοιας του πολιτισμού στην καθημερινή ζωή των Ελλήνων, να τον κάνει θέμα στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και των μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Στη δεύτερη θητεία της στο υπουργείο πολιτισμού δίνει μεγάλη σημασία στην εισαγωγή του πολιτισμού και της θεατρικής αγωγής στα σχολεία.
Η πολύχρονη μάχη της με τον καρκίνο λειτούργησε ανασταλτικά στα σχέδια και τις επιδιώξεις της. Καταβεβλημένη από την επάρατη νόσο, άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο Memorial της Νέας Υόρκης, την Κυριακή 6 Μαρτίου του 1994.
Η σορός της έφτασε στην Ελλάδα στις 8 Μαρτίου του 1994 και τέθηκε σε διήμερο λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών, ενώ ταυτόχρονα κηρύχθηκε τριήμερο εθνικό πένθος. Την Πέμπτη 10 Μαρτίου του 1994 ψάλλεται η νεκρώσιμος ακολουθία στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών και αμέσως μετά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι τη συνοδεύουν ως το Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών. Ήταν η πρώτη Ελληνίδα που κηδεύτηκε με τιμές αρχηγού κράτους.
Ο θάνατός της προκάλεσε εκδηλώσεις συγκίνησης σε όλο τον κόσμο. Πολλοί πολιτικοί ηγέτες στέλνουν συλλυπητήρια μηνύματα στην οικογένειά της και στην Ελλάδα. Την ώρα της κηδείας της τα θέατρα και τα μαγαζιά στο Broadway παραμένουν κλειστά ενώ η 6η Μαρτίου, ημερομηνία θανάτου της, έχει ορισθεί από την UNESCO ως παγκόσμια μέρα πολιτισμού κατά την οποία δίνεται το βραβείο «Μελίνα Μερκούρη» ως βραβείο πολιτιστικής προσφοράς.
Βραβείο “Μελίνα Μερκούρη” υπάρχει και στην Ελλάδα από το 2006 και δίνεται μαζί με το βραβείο “Δημήτρης Χορν”, σε νέους και νέες Έλληνες και Ελληνίδες ηθοποιούς, αντίστοιχα.
Επίσης, έχει ιδρυθεί, σύμφωνα με επιθυμία της, από το σύζυγό της Ζυλ Ντασέν και με τη συμμετοχή προσωπικοτήτων παγκόσμιας ακτινοβολίας, όπως ο νομπελίστας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, ο Γάλλος πολιτικός Ζακ Λανγκ κ.ά., το Πολιτιστικό Ίδρυμα Μελίνα Μερκούρη, το οποίο έχει ως στόχο την επιστροφή των κλαπέντων μαρμάρων της Ακρόπολης και με την παρουσία του συνεχίζει το έργο και τον αγώνα για τα οράματά της.
Της Έλενας Αρώνη, 3/2/2009