Η ομάδα Sussurus Theatre Group μιλάει στο All4fun για την παράσταση «Μιστέρο Μπούφο» του Ντάριο Φο που ανεβαίνει από τις 19 Νοεμβρίου στο Θέατρο Άβατον σε σκηνοθεσία Γιώτας Σερεμέτη.
Η σεζόν ξεκίνησε δυναμικά και εσείς επιλέξατε να ανεβάσετε το έργο «Μιστέρο Μπούφο» του Ντάριο Φο. Μιλήστε μας λίγο για αυτό.
Αλέξανδρος Σάουκ: Την ιδέα για την επιλογή του συγκεκριμένου έργου την είχε ο συνάδελφος Σταύρος Μόσχης και δεν έγινε μεγάλη κουβέντα για το αν θα το κάνουμε ή όχι γιατί άρεσε σε όλους το κείμενο. Η ομάδα μας, Sussurus theatre group συστάθηκε με αφορμή αυτή τη δουλειά, και χαιρόμαστε ιδιαίτερα για αυτό.
Χριστίνα Κουρλίτη: Καθώς βρισκόμουν ακόμη στο τρίτο και τελευταίο έτος της δραματικής σχολής μου, ο Σταύρος μας είχε μια τρελή ιδέα. Να ανεβάσουμε το Μιστέρο Μπούφο του Ντάριο φο. Διάβασε το έργο, τον γοήτευσε, διάβασα το έργο με γοήτευσε. Τη συνέχεια την ξέρετε. Πρεμιέρα 19 Νοεμβρίου.
Αλεξάνδρα Σταμούλη: Η συζήτηση ξεκίνησε την περασμένη άνοιξη. Δημιουργήσαμε την ομάδα και αποφασίσαμε να σηκώσουμε μόνοι μας την παραγωγή της παράστασης. Ξαναδιάβασα το έργο και σκέφτηκα πως με προβληματίζουν και με συγκινούν πολύ οι ιστορίες του Φο. Πρόκειται για μια μεταποίηση των εμβόλιμων σκηνών των λειτουργικών δραμάτων του Μεσαίωνα. Σκηνές που είχαν κωμικά στοιχεία και ο συγγραφέας τις μετέγγραψε με λόγο αιχμηρό και πυρήνα αντιεξουσιαστικό. Ο ίδιος ο Φο τις ονόμασε «κωμικό μυστήριο». Εμείς επιλέξαμε 6 από τις ιστορίες αυτές και προσθέσαμε κάποια ποιήματα του Θανάση Τριαρίδη.
Σταύρος Μόσχης: Προσωπικά, πρόκειται για έναν συγγραφέα που αγαπώ. Και, ταυτόχρονα, για ένα έργο που με «προκαλεί». Με αυτές τις δύο σκέψεις έγιναν οι πρώτες συζητήσεις γι’ αυτό το έργο. Έπειτα, σκέφτηκα – κι αυτή η σκέψη με ακολούθησε μέχρι εδώ – πως σε αυτό το έργο συνυπάρχουν δύο δυνάμεις που έχουμε αφήσει την ουσία τους στη ζωή: την πίστη και την πολιτική. Την πίστη σε οτιδήποτε ο καθένας και η καθεμία θέλει να πιστεύει, και η πολιτική ως το πεδίο που εκδηλώνονται όλες οι αντιθέσεις της πραγματικότητα.
Τι σας γοήτευσε στο συγκεκριμένο έργο;
Αλέξανδρος Σάουκ: Ο Φο έχει γράψει με τέτοιο τρόπο το έργο, ώστε να δίνει την ελευθερία στον αναγνώστη (εν δυνάμει στον θεατή) να αναρωτιέται για πολύ σοβαρά θέματα, και να ορίζει τον εαυτό του ως κομμάτι ενός συστήματος, στο οποίο θα έλεγε κανείς ότι τελικά ανήκουμε όλοι μας. Να τον κάνει δηλαδή, συνένοχο με ό,τι εκείνος φέρει ως αληθινό. Εκτός αυτού, το κάνει και με χιούμορ. Είναι εντυπωσιακό το πως όλα αυτά έχουν γραφτεί τόσο απλά και είναι μεγάλη χαρά ένα τέτοιο έργο για έναν ηθοποιό, γιατί δεν υπάρχει τίποτα να του περιορίζει τη φαντασία, όσον αφορά το κείμενο.
Χριστίνα Κουρλίτη: Πολλά σίγουρα.Αλλά αν πρέπει να επιλέξω ένα, ίσως είναι το χιούμορ που υπάρχει μέσα στις πιο τραγικές καταστάσεις. Δεν ξέρεις αν θες να κλάψεις ή να γελάσεις. Για μένα εκεί έγκειται η ευφυΐα του Ντάριο Φο αλλά και η αλήθεια του.
Αλεξάνδρα Σταμούλη: Στην μεταποίηση αυτή, είδα την ανθρωπινότητα των ιερών προσώπων. Σαν να έφερε στο δωμάτιο μου τον Χριστό και την Παναγιά για να πιούμε καφέ. Τόσο πεζά και τόσο όμορφα. Στα πρόσωπα αυτά, είδα πρόσωπα της διπλανής πόρτας και αναρωτήθηκα. Πρόσωπα που κουβαλάν τον δικό τους σταυρό. Μάνες που χάσαν τα παιδιά τους, παιδιά που γίνανε έρμαιο κάθε φονικής εξουσίας. Τον θάνατο και τον έρωτα.. Όλα αυτά τα οντολογικά ερωτήματα προέκυψαν μέσα από ένα κείμενο που ακροβατεί στο γέλιο και στο δάκρυ. Ο τρόπος που ο Φο. άσκησε κριτική στην θεσμική Εκκλησία και στους φονταμενταλιστικούς μηχανισμούς χωρίς να σηκώνει το δάχτυλο, είναι σπουδαίος.
Σταύρος Μόσχης: Αυτός ο συνδυασμός των εννοιών της πίστης και της πολιτικής. Κι όλο αυτό με χιούμορ και αιχμηρή ειρωνεία. Κι αυτό είναι που με κάνει να βλέπω τα πράγματα σ’ αυτό το έργο ως εξής: όσο περισσότερο χρησιμοποιείται, ως όχημα, το θείο δράμα, τόσο μας υπενθυμίζεται η ζωή τριγύρω, ο κόσμος όπως είναι, ή ο κόσμος όπως θέλουμε να τον φτιάξουμε, η σχέση μας με την πίστη αν υπάρχει πίστη, ο πόλεμος, ο θάνατος κάποιον παιδιών που δεν ξέρουμε το όνομά τους, και η θέση μας τελικά. Ποια είναι η θέση μας τελικά;
Πως προέκυψε η σκηνική συνάντηση του Ντάριο Φο με τον Θανάση Τριαρίδη;
Αλέξανδρος Σάουκ: Κατά τη διάρκεια των προβών, μας δημιουργήθηκε η ανάγκη να χρησιμοποιήσουμε επιπρόσθετο υλικό για να γίνει πιο συγκεκριμένο αυτό που θέλουμε να πούμε (ή αλλιώς, αυτό για το οποίο αναρωτιόμαστε). Έτσι, η σκηνοθέτης μας, Γιώτα Σερεμέτη, μας έφερε ποιήματα του Τριαρίδη, τα οποία “έδεσαν” αμέσως με ό,τι είχαμε στήσει. Στη δική μας παράσταση, ο λόγος του Τριαρίδη συμπληρώνει τον λόγο του Φο, αλλά και οι δύο ανήκουν σε διαφορετικές εποχές. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον αυτό, γιατί αναδεικνύεται το γεγονός ότι τελικά και στην εποχή του Φο, και στην εποχή του Τριαρίδη, η πηγή της κοινωνικής και ανθρωπιστικής κρίσης φαίνεται να είναι όμοια.
Χριστίνα Κουρλίτη: Η ποίηση του Θανάση Τριαρίδη όπως και το έργο του Ντάριο Φο αντανακλά ακριβώς τον παλμό της εποχής. Τα ποιήματα του Θανάση Τριαρίδη όπως και το Μιστέρο Μπούφο φέρνουν στην επιφάνεια καίρια ζητήματα που ως κοινωνία τείνουμε να τα ξεχνάμε ή να κάνουμε πως τα ξεχνάμε.
Αλεξάνδρα Σταμούλη: Ήταν επιλογή της σκηνοθέτιδος, Γιώτας Σερεμέτη, να παντρέψει αυτούς τους δυο συγγραφείς. Ο αιχμηρός τους λόγος, οι αγωνίες τους για τον άνθρωπο ως πολιτικό ον και η μεγάλη ειλικρίνεια των κειμένων τους, μάλλον την συγκινούν βαθιά.
Σταύρος Μόσχης: Έγινε οργανικά. Σε κάποιο στάδιο των προβών ήταν ζήτημα της δραματουργίας και της σκηνοθεσίας περισσότερο. Κι έτσι η Γιώτα ενέταξε στο συνολικό κείμενο της παράστασης κάποια ποιήματα που τη συγκινούν, αλλά τώρα πια συγκινούν κι εμάς τους ίδιους. Κι είναι κάποια ποιήματα που με την αιχμηρότητά τους ενισχύουν αυτό που θέλουμε να πούμε. Προσθέτουν κάτι ακόμη και σχολιάζουν όλα εκείνα που θέλουμε να σχολιάσουμε κι εμείς.
Ποια είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που λαμβάνετε από τη δουλειά σας;
Αλέξανδρος Σάουκ: Για μένα αυτή η δουλειά είναι ένα συνεχές ψάξιμο. Νιώθω μεγάλη χαρά όταν ψάχνω παρέα με ωραίους ανθρώπους, πάντα έτοιμους να βρούμε το κίνητρο και να αναμετρηθούμε με τη δυσκολία για να δημιουργήσουμε μια ιδανική συνθήκη, ώστε να πούμε τελικά μια ιστορία. Αν έστω κι ένας άνθρωπος μπει στη διαδικασία να αναρωτηθεί μέσα του, από αυτό που βλέπει στη σκηνή, είμαι απόλυτα ικανοποιημένος.
Χριστίνα Κουρλίτη: Είναι ένα ατελείωτο και μοναδικό ταξίδι εξερεύνησης με απρόοπτες συναντήσεις. Οι άνθρωποι και οι στιγμές που μοιραζόμαστε περιέχουν κάτι ανεξήγητο και μαγικό. Ποιος δε θέλει λίγη μαγεία στην ζωή του;
Αλεξάνδρα Σταμούλη: Η συνάντηση με τους ανθρώπους. Αυτό το κοινό μυστικό ότι εμείς είμαστε εδώ για να πούμε ιστορίες. Είμαστε εδώ για να παίξουμε.
Σταύρος Μόσχης: Σκέφτομαι πως η ικανοποίηση σε αυτή τη δουλειά είναι ομαδική υπόθεση. Οπότε μέσα σε πολλά που αγαπώ σ’ αυτήν, ικανοποιούμαι από τη δύναμη της ομάδας, όταν αυτή η δύναμη υπάρχει και είναι σταθερή. Η δύναμη που έχουν κάποιοι άνθρωποι όταν βρεθούν μαζί. Κι εννοώ εντελώς μαζί, στην ίδια σελίδα.
Εκτός από την παράσταση «Μιστέρο Μπούφο» θα σας βρούμε κάπου αλλού φέτος;
Αλέξανδρος Σάουκ: Προς το παρόν, δεν υπάρχει κάτι στον ορίζοντα για φέτος, οπότε είμαι ανοιχτός σε προτάσεις.
Χριστίνα Κουρλίτη: Φέτος θα βρίσκομαι αποκλειστικά στο Άβατον από τις 19 Νοεμβρίου έως τις 7 Ιανουαρίου.
Αλεξάνδρα Σταμούλη: Έχω την χαρά και τιμή να είμαι βοηθός σκηνοθέτη στην παράσταση «Το τηλεφώνημα» του Θανάση Τριαρίδη, σε σκηνοθεσία Κώστα Φιλίππογλου και ερμηνεία Χάρη Τζωρτζάκη, στο θέατρο Faust. Ακόμη, βρίσκομαι επί σκηνής για τρίτη χρονιά στο «Football» -επίσης του Τριαρίδη- σε σκηνοθεσία Δέσπως Πύρτσιου. Μετά από δύο χρόνια σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Λάρισα, ευελπιστούμε η παράσταση να ταξιδέψει σε μικρότερες πόλεις και χωριά. Κάναμε την αρχή με τα Χανιά και μακάρι να συνεχίσουμε το ταξίδι.
Σταύρος Μόσχης: Σκέφτομαι κάποια πράγματα που θα μπορούσα να πω, αλλά ποιος ξέρει στ’ αλήθεια;
Μαρία Κωνσταντακοπούλου, 13/11/23
Δείτε πληροφορίες για την παράσταση εδώ