Την Κυριακή βρεθήκαμε στο θέατρο Αθήνα όπου παρακολουθήσαμε την παράσταση “Πήτερ Παν”. Βγαίνοντας από την αίθουσα συναντήσαμε τον Δημήτρη Αδάμη, σκηνοθέτη της παράστασης, και του ζητήσαμε να κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν για να τον γνωρίσουμε καλύτερα.
– Πείτε μας λίγα λόγια για το πώς δημιουργήθηκε η ομάδα σας.
Εγώ και η Δόμνα Ζαφειροπούλου, πριν δημιουργήσουμε την ομάδα μας, δουλεύαμε κυρίως στο θέατρο για παιδιά. Εγώ δούλευα και σε άλλα είδη θεάτρου ως ηθοποιός και σύντομα ξεκίνησα να σκηνοθετώ διάφορα δρώμενα, στα οποία, ωστόσο, μπορούσα να βάλω μόνο ψήγματα από αυτά που είχα στο μυαλό μου ότι θέλω να κάνω. Έτσι το 2001, δημιουργήθηκε η ομάδα μας “Μαγικές Σβούρες” με σκοπό να ικανοποιηθεί τόσο η δική μου ανάγκη, όσο και της Δόμνας να εκφραστούμε όπως εμείς πιστεύουμε, δημιουργώντας ένα θέατρο για παιδιά. Το 2003 σκηνοθετήσαμε την πρώτη μας παράσταση με τίτλο “Σίτο σιταράκι, αυτός ο μεγάλος μικρός’’ και φέτος κλείνουμε 15 χρόνια από την πρώτη μας δουλειά.
– Πώς ήταν η πρώτη σας σκηνοθεσία στις «Μαγικές Σβούρες»;
Το “Σίτο σιταράκι, αυτός ο μεγάλος μικρός” ήταν μια δουλειά όπως ακριβώς την ήθελα. Ήταν μια ιστορία που έγραψα, δυο χωρικών που δεν είχαν παιδιά και είχαν δώσει όλη τους την αγάπη σε έναν γάιδαρο, ο οποίος συμπεριφερόταν σαν ένα κακομαθημένο παιδί. Σε αυτήν την παράσταση έβαλα όλες τις μουσικές που επιθυμούσα, χρησιμοποίησα σκηνικά που θύμιζαν Βαν Γκογκ και γενικά βρήκα την ευκαιρία να κάνω όλα αυτά που ονειρευόμουν. Είχα επτά σπουδαίους ηθοποιούς -εκεί πρωτοεμφανίστηκε και ο Νίκος Μουτσινάς, ο οποίος έκανε τον γάιδαρο και μάλιστα τον έκανε εξαιρετικά. Το αποτέλεσμα ήταν αυτό ακριβώς που περίμενα και όλοι δουλέψαμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Εκείνη η παράσταση ήταν μια από τις πιο όμορφες εμπειρίες που έχω ζήσει. Ένιωσα σαν να γεννήθηκε το παιδί μου. Από άποψη αποδοχής κόσμου, αν κανείς ορίσει ως κριτήριο τα εισιτήρια, δεν πήγε καλά. Παρόλα αυτά εμείς συνεχίσαμε και σιγά σιγά ο κόσμος άρχισε να μας γνωρίζει.
– Ποια είναι τα πιο σημαντικά στοιχεία που θέλετε να έχει πάντα μια παράσταση που σκηνοθετείτε;
Μου αρέσει οι παραστάσεις μου να είναι ένα συνδυασμός πραγμάτων. Θυμάμαι πριν ξεκινήσουμε την ομάδα μας, βλέπαμε παραστάσεις που επικεντρώνονταν περισσότερο σε ένα στοιχείο: ένας σκηνοθέτης έκανε μόνο σωματικό, άλλος εικαστικό, άλλος διδακτικό. Εγώ θέλω να κάνω όσα περισσότερα από αυτά μπορώ. Επίσης, μ’ ενδιαφέρει η παράσταση να κρατάει το ενδιαφέρον του θεατή ζωντανό. Είναι ένα στοιχείο πολύ σημαντικό για μένα, που το κουβαλάω μαζί μου σε ό,τι και αν κάνω, είτε είναι παιδικό θέατρο είτε όχι.
– Πώς διαλέγετε ένα έργο;
Αρχικά πρέπει διαβάζοντάς το, να με ενθουσιάζει, να θέλω να το κάνω, να θέλω να δουλεύω για αυτό, να “μπω” μέσα σε αυτό το έργο. Από κει ξεκινάνε όλα, είτε είναι για παιδιά είτε είναι για ενήλικες, είτε για οποιοδήποτε θεατή: πρέπει πάντα το έργο να με ενδιαφέρει και να αισθάνομαι ότι με αφορά. Έτσι ξεκινάμε πάντα με την ερώτηση: Γιατί; Γιατί να γίνει αυτή η παράσταση; Μπορεί να ξεκινήσει από μια αφορμή, όπως να γνωρίσω πράγματα στους άλλους που ήδη ξέρω, πχ μια μουσική που μου αρέσει, έναν ζωγράφο, ένα κείμενο, ένα παραμύθι, έναν ήρωα, μια φράση. Αυτή είναι η αφετηρία. Πάντα η βάση μου είναι το κείμενο. Έχω την ανάγκη διαβάζοντας το πρωτότυπο, να μου δημιουργούνται εικόνες, να ακούω μια ωραία μουσική ή να μπορώ να φαντάζομαι ένα ωραίο κουστούμι ή κάτι τέτοιο. Έτσι αρχίζει ένας δρόμος.
– Με ποιο τρόπο συνεργάζεστε με τους υπόλοιπους καλλιτεχνικούς συντελεστές;
Όταν είμαι έτοιμος να ξεκινήσω να δουλεύω το έργο, έρχονται και οι συνεργάτες, κάποιοι μόνιμοι και κάποιοι καινούργιοι και φέρνουν και τις δικές τους ιδέες, αλλά αρχικά είναι σημαντικό για μένα να μπούμε μαζί, σε αυτό που εγώ έχω ονειρευτεί και με αφετηρία αυτό, να ονειρευτούμε μαζί. Μπορεί κάποιους να τους δυσκολεύει πάρα πολύ ότι δεν ξεκινάμε από το μηδέν, αλλά η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν ξεκινάμε με άγραφα χαρτιά. Υπάρχει το κείμενο, η προσέγγιση ή για παράδειγμα η μουσική επιμέλεια. Καμιά φορά φυσικά, κάτι από αυτά που είχα φανταστεί, στις πρόβες δε λειτουργεί και δεν το κρατάμε. Σε τέτοιες στιγμές κάποιος από τους συνεργάτες θα φέρει μια ιδέα και πολλές φορές αυτή η ιδέα θα πλαισιώσει πολύ δημιουργικά αυτό που είχα σκεφτεί.
– Με ποιο κριτήριο επιλέγετε τους ηθοποιούς με τους οποίους δουλεύετε;
Πρέπει για έναν ρόλο, ο ηθοποιός που έχω να είναι ο ιδανικός, οπότε αν και υπάρχουν κάποιοι ηθοποιοί με τους οποίους δουλεύω μόνιμα, όταν χρειάζεται, υπάρχουν άνθρωποι που ανανεώνονται. Ποτέ δεν έχω πάρει ηθοποιό, γιατί είναι γνωστός ή φίλος μου. Αν με επηρεάζει ένα κριτήριο στην επιλογή, είναι η συνέπεια και η συμπεριφορά ενός ηθοποιού -πράγματα που είναι πάντα γνωστά από τους τριγύρω: παραδείγματος χάριν η ώρα που έρχεται στην πρόβα, η προθέρμανση που κάνει ή ο τρόπος που αντιμετωπίζει τα παιδιά. Αν δεν έχει τα χαρακτηριστικά που θέλω, ξέρω ότι θα μου δημιουργηθεί πρόβλημα που θα το βρω μπροστά μου. Θέλω οι ηθοποιοί με τους οποίους συνεργάζομαι να έχουν όλο το φάσμα των αρετών που πρέπει να έχει ένας ηθοποιός στο θέατρο, σε απόλυτο βαθμό.
– Είστε κυρίως γνωστός για το έργο σας στην παιδική σκηνή. Η συστηματική εργασία σας στο παιδικό θέατρο ήταν κάτι που προέκυψε, ή ήταν δική σας επιλογή;
Η σχέση μου με το παιδικό θέατρο είναι αμφίδρομη, είναι κάτι που το επέλεξα, αλλά με κάποιο τρόπο επέλεξε και αυτό εμένα. Είναι πλέον μια επιλογή που με ακολουθεί σε ό,τι κάνω. Ως σκηνοθέτης ό,τι μου προκύπτει και είναι στα ενδιαφέροντά μου το κάνω. Έχω κάνει και άλλου είδους παραστάσεις. Ωστόσο η διαρκής ενασχόληση μου με το παιδικό θέατρο οδηγεί στο να είμαι προσεχτικός με τις παραστάσεις που αναλαμβάνω, διότι και να βρεθεί κάτι που με ενδιαφέρει να σκηνοθετήσω, θέλω να το κάνω με έναν τρόπο που δε θα επηρεάσει την εικόνα που έχουν για μένα οι γονείς.
– Πώς επηρεάζεται η σκηνοθετική σας προσέγγιση, ξέροντας ότι το κοινό σας είναι τα παιδιά;
Στον ενήλικα θεατή η γνώση και η εμπειρία της πραγματικότητας, αλλοιώνει την αληθινή αίσθηση των πραγμάτων. Τα παιδιά έχουν έναν πιο απλό, αθώο κώδικα αντίληψης από έναν ενήλικα θεατή, ο οποίος τα κάνει αντιδρούν με πιο πρωτογενή τρόπο στην παράσταση. Αυτό όταν συμβαίνει είναι ιδανικό. Είναι αυτό που έκαναν οι μεγάλοι συγγραφείς στην αρχική μορφή του θεάτρου. Αν δείτε, ο Σαίξπηρ ή οι τραγικοί μας, δεν χρειάζονται επεξηγήσεις, όλη η ουσία λέγεται πάνω στο κείμενο. Αυτό με ενδιαφέρει και εμένα ως προσέγγιση: ξεκινάμε με τον θεατή, ο οποίος είναι ένας αθώος θεατής και τον αντιμετωπίζουμε ίσος προς ίσο. Στα παιδιά πρέπει να μιλάς με έναν τρόπο που σαφώς να μη τα θεωρείς επιστήμονες, αλλά σίγουρα όχι ούτε και χαζά.
– Πώς είναι τα παιδιά ως κοινό;
Πραγματικά με συναρπάζουν οι αντιδράσεις τους ορισμένες φορές. Κάποια φορά ένα παιδί μας είπε ότι η παράσταση ήταν ό,τι πιο ωραίο είχε δει. Μια άλλη φορά ένα παιδί έφυγε έξαλλο από τη παράσταση γιατί πέταξε ο Πίτερ Παν και νόμιζε ότι δε θα γυρίσει πίσω. Επίσης τρελαίνομαι όταν καμιά φορά κάποιο παιδί βγαίνει από την παράσταση και με αγκαλιάζει! Τα λόγια των παιδιών είναι για μένα, οι αποσκευές μου, γιατί είναι πέρα για πέρα αληθινές και ειλικρινείς.
Το παιδί, αν δεν μπορεί να παρακολουθήσει κάτι ή δεν μπορεί να το καταλάβει, το δείχνει. Θα είναι ανήσυχο, θα σηκώνεται από τη θέση του, θα κάνει φασαρία. Αν το παιδί είναι καθηλωμένο στην καρέκλα του με ανοιχτό το στόμα σημαίνει ότι καταλαβαίνει απόλυτα, αυτό που βλέπει.
– Βρίσκεστε πάντα στον χώρο, όταν παίζονται οι παραστάσεις σας. Γιατί το κάνετε αυτό;
Προσπαθώ να το κάνω, αλλά δεν τα καταφέρνω πάντα. Στη Θεσσαλονίκη για παράδειγμα, όταν δεν μπορώ να είμαι, έχω πάντα τη βοηθό μου εκεί να βλέπει την παράσταση κάθε μέρα. Στο θέατρο κάθε μέρα κάτι γεννιέται, επειδή κάθε παράσταση είναι καινούργια και κάθε κοινό διαφορετικό. Πολλές φορές μέρα με τη μέρα, βλέπουμε κάποια πράγματα που χρειάζονται μικρές διορθώσεις. Ωστόσο μου αρέσει να είμαι εκεί. Περνάω ωραία. Το θέατρο είναι ζωντανό και έτσι μου δίνει τη δυνατότητα να ακούσω τα παιδιά και τις εντυπώσεις τους από κοντά. Με αυτόν τον τρόπο εισπράττεις την αγάπη τους άμεσα και αυτό είναι ένα είδος αποδοχής για μένα. Είναι μια προσωπική μου ανάγκη να το κάνω αυτό. Με ενδιαφέρει να ακούω τη γνώμη για όλο αυτό που έχει συμβεί· όχι μόνο όσο αφορά εμένα, για όλους τους συντελεστές. Επίσης μου αρέσει να ακούω τα σχόλια των θεατών, και των παιδιών και των συνοδών. Ακόμα και όταν γίνομαι αποδέκτης μιας κακής κριτικής, δεν είναι πάντα εύκολο να την αποδεχτώ, όμως τελικά μπορεί ένα “κακό” σχόλιο να σε βάλει σε σκέψεις ότι κάτι δεν πάει καλά.
– Το καλοκαίρι κάνετε περιοδείες σε 30 πόλεις της Ελλάδας και σε φεστιβάλ. Πώς είναι η εμπειρία σας στις περιοδείες αυτές;
Η εμπειρία είναι μοναδική. Πλέον έχουμε δημιουργήσει φιλικές σχέσεις με ανθρώπους από τις πόλεις που πηγαίνουμε. Μας περιμένουν με αγωνία και ανυπομονησία. Κάποιοι μας στέλνουν ακόμα και προϊόντα από τον τόπο τους όλο τον χειμώνα. Οι παραστάσεις εκεί είναι πολύ ιδιαίτερες. Η αποδοχή των παιδιών σε αυτές τις πόλεις, είναι ακόμα πιο αθώα. Είναι εντυπωσιακός μέχρι και ο τρόπος που προσέρχονται στο θέατρο. Αλλά και εμείς στην περιοδεία την παράσταση τη μεταφέρουμε ακριβώς έτσι όπως έχει στηθεί. Μεταφέρουμε όλο τον εξοπλισμό και δεν κάνουμε τίποτα λιγότερο, από αυτό που κάνουμε τον χειμώνα. Μάλιστα ορισμένες παραστάσεις -ειδικά αυτές που γίνονται κάτω από τον έναστρο ουρανό της επαρχίας, είναι τόσο μαγικές, που μας αποζημιώνουν για όλα τα άσχημα που περνάμε στο στήσιμο της κάθε παράστασης λόγω της οικονομικής κρίσης.
– Πώς αισθάνεστε ότι επηρεάζει η οικονομική κρίση το στήσιμο μιας παράστασης;
Κακά τα ψέματα, μια παράσταση αξιώσεων, χωρίς χρήματα δε γίνεται. Αν θες να έχεις καλούς ηθοποιούς πρέπει να μπορείς και να τους πληρώνεις, ή για να έχεις μια καλή μουσική πρέπει να μπορείς να πληρώσεις την πολύωρη ηχογράφηση που πρέπει να γίνει στο στούντιο, δε γίνεται τσάμπα. Οι ελλείψεις των χρημάτων πολλές φορές οδηγούν σε εκπτώσεις στο έργο: πολλοί μπορεί να προτιμήσουν να κάνουν μια προβολή γιατί τα σκηνικά είναι πιο ακριβά. Καμιά φορά αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα, γιατί αντί να χρησιμοποιηθεί μια προβολή επειδή θα δώσει κάτι στο έργο, χρησιμοποιείται ως ευκολία και κάπως ακόμα και αυτό το μέσο χάνει τη μαγεία του. Είναι δύσκολο να ανταπεξέλθει κανείς στις συνθήκες. Την ίδια στιγμή όμως, τα εμπόδια που εμφανίζονται σε όλους μας, μας αναγκάζουν να βρούμε λύσεις, ο καθένας με τον τρόπο του και αυτό ορισμένες φορές μπορεί να καταλήξει και σε κάτι πολύ δημιουργικό.
– Τέλος, πού μπορούμε να παρακολουθήσουμε παραστάσεις σας αυτόν τον καιρό;
ΑΘΗΝΑ:
• “ΠΗΤΕΡ ΠΑΝ” στο θέατρο Αθηνά, κάθε Κυριακή 11:00, στις 15:00 και καθημερινές για σχολεία, συμπαραγωγή με την εταιρεία Μαροσούλη και τη φροντίδα της Ελεονώρας Μελέτη.
• “ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΚΟΥ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ” στη μουσική σκηνή Σφίγγα, κάθε Κυριακή στις 20:30 (τελευταίες δυο παραστάσεις 10-17/02)
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ:
• “ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗΣ ΝΥΧΤΑΣ” στο θέατρο Αυλαία, κάθε Κυριακή στις 11:30 και στις 15:00
• “ΛΑ-ΛΙ ΛΑΛΩ” στο θέατρο Αυλαία, κάθε Σάββατο στις 12:00, παραγωγή “Γίνονται έργα”
• “Η ΑΛΙΚΗ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ” στο δημοτικό θέατρο Καλαμαριάς, για σχολεία
«Πήτερ Παν»
Συντελεστές:
Διασκευή – Σκηνοθεσία: Δημήτρης Αδάμης
Σκηνικά – Κοστούμια: μαγικές σβούρες
Kίνηση: Χριστίνα Σουγιουλτζή, Αντιγόνη Λινάρδου (από την ομάδα Κι όμως κινείται)
Ενορχήστρωση: Γιώργος Κωνσταντινίδης
Μουσική επιμέλεια: Δημήτρης Αδάμης
Διδασκαλία τραγουδιών: Ιωάννα Εμμανουήλ
Μάσκες – Κατασκευές: Ιφιγένεια Κωφού
Φωτισμοί: Γιώργος Φωτόπουλος
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Ειρήνη Καλογεροπούλου, Ρενάτα Τσιούλου
Παραγωγή: μαγικές σβούρες – Επιχειρήσεις Μαροσούλη
Παίζουν οι ηθοποιοί: Άρης Βέβης, Μικές Γλύκας, Ντέπυ Μοράρη, Νεφέλη Οικονόμου, Στέλιος Πετράκης, Κωνσταντίνος Τσονόπουλος, Χρυσαλένα Χριστοπούλου, Μαριλίζα Χρονέα
«Τα τραγούδια του Αλέκου»
Η μουσική παράσταση «Τα τραγούδια του Αλέκου» σε κείμενα και σκηνοθεσία Δημήτρη Αδάμη, ενορχήστρωση Γιώργου Κωνσταντινίδη και με μουσικό σύμβουλο τον Στέλιο Τζανετή.
Παίζουν και τραγουδούν: Άννα Μελίτη, Εύα Μιλλή, Νεφέλη Οικονόμου, Νικόλας Παπακωνσταντίνου
Μαζί τους οι μουσικοί: Στέλιος Τζανετής – μπουζούκι, Γιώργος Κωνσταντινίδης – πλήκτρα, Κωνσταντίνος Ζέρβας – τύμπανα