Ο Λευτέρης Βασιλάκης πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Ανατόλ ή η μάχη των φύλων» στο Θέατρο Αλκμήνη κάθε Δευτέρα και Τρίτη, και μας μιλά για την παράσταση και τον ρόλο του, για τον εαυτό του, και πως επέλεξε να γίνει ηθοποιός.
Μίλησε μας για την παράσταση σας «Ανατόλ» του Άρθουρ Σνίτσλερ;
Το έργο του Αρθουρ Σνίτσλερ «Ανατόλ ή η μάχη των φύλων», γράφτηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και ολοκληρώθηκε στις αρχές του 20ου. Γράφει και περιγράφει σχεδόν κυνικά τον έρωτα σε όλες τις όψεις, τις απάτες, τις αυταπάτες, τα τεχνάσματα και τις παγίδες του, το πάθος και τη σκληρότητά του. Ο κεντρικός ήρωας, ο Ανατόλ, ζει καθημερινούς και εφήμερους έρωτες σε μια ατελείωτη σκυταλοδρομία πάντα διψασμένος και ανικανοποίητος. Ο ίδιος ο Σνίτσλερ ενσαρκώνεται από τον φίλο του Ανατόλ, τον ώριμο θυμόσοφο Μαξ, που σχολιάζει και προωθεί τα δρώμενα, παραστέκεται και παρηγορεί τους «δράστες». Οι εφτά γυναίκες που αποτελούν τα «ερωτικά αντικείμενα» του Ανατόλ, έρχονται από κάθε τάξη, επάγγελμα, ψυχικό και πνευματικό περίγυρο. Αλληλοσπαράζονται παίζοντας τον θύτη και το θύμα. Όλα αυτά βέβαια σ ένα παιχνίδι με πολύ έρωτα, πάθος, εύθυμη διάθεση και χαρακτήρες αληθινούς, με τους οποίους ταυτιζόμαστε και σήμερα, γιατί ο έρωτας είναι πάντα ένα διαχρονικό και βασικό στοιχείο της ζωής μας.
Τι πρόκειται να δούν πάνω στη σκηνή;
Eφτά επεισόδια και έναν επίλογο – ο οποίος θα παιχτεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα – όλα παραλλαγές πάνω στο ερωτικό θέμα: αισθηματικές, ειρωνικές, μελοδραματικές, σαρκαστικές, ρεαλιστικές και φαρσικές.
Μίλησε μας για τον δικό σου ρόλο στην παράσταση. Τι σε γοητεύει σε αυτόν;
O Ανατόλ, θα ήθελε πολύ να είναι Δον Ζουάν ή Καζανόβας, θα ήθελε πολύ να είναι ήρωας μα δεν μπορεί. Είναι πολύ κοντά στον απλό καθημερινό άνθρωπο, συνεχώς ξεγιελιέται την ώρα που νομίζει πως ξεγελά και βρίσκεται πολύτροπα απατημένος οταν νομίζει πως απατά. Τα μάτια του επιπλέουν σε ένα χώρο γεμάτο εγώ. Η τιμωρία του δεν είναι η Κόλαση, αλλά η διάψευση του Παράδεισου που κολακεύεται πως βρίσκεται. Αυτό που με γοήτευσε στον ρόλοείναι η μοναξιά που κρύβει και η φανερωμένη ικανότητα του να αντιμετωπίζει τις γυναίκες με μαεστρία. Πότε δειλά, πότε άνανδρα και πότε θαρραλέα. Ο δειλός φοβάται πριν, ο άνανδρος κατα την διάρκεια και ο θαρραλέος μετά.
Γιατί θα πρότεινες σε κάποιον να δει το έργο σας;
Ο θεατής είμαι σίγουρος πως θα ταυτιστεί με κάποια απο τις ιστορίες. Θα γελάσει, θα βουρκώσει, θα θυμώσει, θα νοσταλγήσει. Θα βρεί κομμάτια του εαυτού του και της δικής του συμπεριφοράς. Φεύγοντας ελπίζω να έχει περισσότερα όπλα στην φαρέτρα του για να συνεχίσει την αιώνια μάχη των φύλων.
Αφήνοντας πίσω έναν ρόλο, υπάρχει κάτι που κρατάς από την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του ήρωα που έχεις υποδυθεί;
Κάθε μελέτη για οποιονδήποτε ρόλο είναι προς όφελος μας. Η έρευνα για τον χαρακτήρα του ήρωα είναι έρευνα του ίδιου μας του εαυτού. Αφήνοντας ένα ρόλο, γίνεται σκιά, με λίγο φως μπορείς να τον διακρίνεις.
Μίλησέ μας για τον εαυτό σου;
Προτιμώ να μιλούν οι άλλοι για εμένα. Θα κλέψω μια ατάκα απο το έργο όμως και θα σας πω πως, θα συνεχίσω την φρικτή μου συνήθεια να ζω την ζωή μου στα όρια.
Αλήθεια, πως επέλεξες να γίνεις ηθοποιός;
Απο τύχη. Στην σκέψη και μόνο οτι έπρεπε να ακολουθήσω ένα επάγγελμα για όλη μου την ζωή ασφυκτιούσα. Ο ηθοποιός φάνταζε το λιγότερο βαρετό επάγγελμα και πράγματι είναι έτσι. Το να διαλύεις το παζλ της ύπαρξης σου και να το ξαναφτιάχνεις κομμάτι κομμάτι απο την αρχή ανάλογα με τις απαιτήσεις του ρόλου είναι διαδικασία επίπονη μεν μαγική δε.
Ποιά αφορμή, πρόσωπο, ή παράσταση, σου γέννησε την επιθυμία της υποκριτικής;
Κανένα πρόσωπο και καμία παράσταση δεν στάθηκε αφορμή να ασχοληθώ με το θέατρο αλλά πολλά πρόσωπα και πολλές παραστάσεις, όντας ο ίδιος θεατής, είναι η αιτία που συνεχίζω να βρίσκομαι στον χώρο της υποκριτικής τέχνης.
Στη δουλειά αυτή ήσουν τυχερός;
Πιστεύω πως ναι. Είχα την τύχη απο τα πρώτα μου κιόλας βήματα στην σχολή του Θεάτρου Τέχνης μα και στα πρώιμα επαγγελματικά μου χρόνια να συνεργαστώ με καταξιωμένους ανθρώπους του χώρου, σε ιδανικές συνθήκες, στο θέατρο και στην τηλεόραση. Θεωρώ πως ήταν θέμα τύχης γιατί πέρα απ’το αν το άξιζα ή όχι, ήταν η χρονική στιγμή που το επέτρεπε.
Ποιο ρόλο θα ήθελες οπωσδήποτε να παίξεις και γιατί;
Yπάρχουν συγγραφείς που θέλω να ανακαλύψω, εποχές που θέλω να “ζήσω”, συνεργασίες που εύχομαι να πραγματοποιηθούν. Δεν ξέρω αν επιλέγουμε εμείς τους ρόλους ή αν οι ρόλοι επιλέγουν εμάς. Δεν έχω εμμονή με τους ρόλους. Οι ρόλοι που θέλω οπωσδήποτε να είμαι καλός είναι του συνεργάτη, του γιού, του αδελφού, του θείου, του συντρόφου, του συνάνθρωπου και καποια στιγμή του πατέρα.
του Γιάννη Αντωνίου 1/11/2018