11.3 C
Athens
Τετάρτη, 19 Φεβρουαρίου, 2025

Συμβουλές επιβίωσης στην ελληνική θεατρική σκηνή

Ξεκινώντας το συγκεκριμένο άρθρο θέλω να ξεκαθαρίσω πως είναι μια καταγραφή του πως παρατηρώ τη δική μου πραγματικότητα στον ελληνικό θεατρικό χώρο του 2018. Ο συμβουλευτικός του χαρακτήρας είναι με καθαρά φιλικό σκοπό και όχι σαν να κουνάω το δάχτυλο με διδακτικό τρόπο. Φυσικά και δε με λογίζω ειδικό, που διεκδικεί το αλάθητο της γνώμης του. Αλλά περισσότερο ως έναν ουδέτερο παρατηρητή, ο οποίος απλά εκτιμά ότι διαθέτει ένα καλό κριτήριο κατανόησης του συγκεκριμένου χώρου, έχοντας και μια καθημερινή επικοινωνία με πολλές και διαφορετικές πλευρές του. 
 
Μοιράζομαι μαζί σας, λοιπόν, σκέψεις και εμπειρίες από έναν χώρο, στον οποίο βρέθηκα τυχαία, όμως λόγω της χρόνιας πια συναναστροφής μου με τους απανταχού εκπροσώπους του θεωρώ πως γνωρίζω πια ιδιαιτέρως καλά και εκ των έσω. Και αν κάποια σημεία τα οποία αναφέρω λειτουργήσουν θετικά για όσους διαβάσουν το άρθρο και συμφωνήσουν μαζί μου, θα νιώθω πως θα έχω συμβάλλει και εγώ στη βελτίωση ορισμένων δεδομένων.
 
Αν και το να μιλάω σε πρώτο πρόσωπο ποτέ δε μου άρεσε θ’ αναγκαστώ κάποιες φορές να το κάνω για λόγους καθαρά πρακτικούς. Όπως και την προστατική, όχι επειδή δίνω οδηγίες ή προστάζω κάποιον να τις ακολουθήσει. Αλλά και λέξεις, τύπου “μη” και “δεν”, που δηλώνουν αποφυγή πράξης, όμως είναι πολλές φορές χρήσιμες για την εξάλειψη λαθών και εσφαλμένων εκτιμήσεων. 
 
Συχνά θα χρησιμοποιώ και το πρώτο πληθυντικό σαν να είμαι μέλος μιας θεατρικής ομάδας/θιάσου κλπ., αλλά και το πρώτο ενικό φυσικά, μιλώντας είτε ως Κυριάκος, είτε ως στέλεχος του σάιτ μας (All4fun), είτε ως ένας εκάστοτε εκπρόσωπος ΜΜΕ.
 
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΟΙΝΟΥ
 
Παίρνοντας δεδομένο ότι οι παραστάσεις είναι πια άπειρες στον αριθμό είναι εξαιρετικά σημαντικό να προσδιορίσουμε το πού απευθυνόμαστε. Δηλαδή ποιο κοινό μας ενδιαφέρει, ποιο κοινό ταιριάζει σε μας και στην παράσταση μας και πώς θα το προσεγγίσουμε. Καλώς ή κακώς εκτός από το να μας δουν άνθρωποι που προσκαλούμε, επειδή τους εκτιμούμε ή επειδή τους αγαπάμε, ή επειδή είναι του κύκλου μας, ή επειδή πρέπει να παίζουμε μπροστά σε γεμάτα και όχι άδεια καθίσματα – ακόμη και αν είναι με προσκλήσεις – είναι απαραίτητο να έρθουν και άτομα, τα οποία θα χρειαστεί να πληρώσουν εισιτήριο. Αλλιώς ή είμαστε χομπίστες ή βλέπουμε το θέατρο ερασιτεχνικά ή οτιδήποτε άλλο, που μας βγάζει αναγκαστικά εκτός απ’ αυτό που πρέπει να λογίζεται ως μια επαγγελματική παράσταση.

ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ (ΥΕ)

 
Η ανεύρεση ενός υπεύθυνου επικοινωνίας (ΥΕ), ο οποίος θα τρέξει σωστά τη δουλειά μας ίσως να είναι πια παραπάνω και από το 50% μιας παράστασης. Ενδεχομένως να είναι πλέον σημαντικότερο και από το ποιους ηθοποιούς θα έχουμε δίπλα μας, ποιους σκηνοθέτες κλπ. Ωστόσο εδώ κρύβεται μια μεγάλη παγίδα. Αν βρούμε έναν ΥΕ, ο οποίος δε γνωρίζει πως να κάνει καλά τη δουλειά του όλο αυτό κινδυνεύει να μας γυρίσει μπούμερανγκ. Και η δουλειά όχι μόνο να μην προωθηθεί σωστά, αλλά να υποβιβαστεί στα μέσα ενημέρωσης στα οποία απευθύνεται, γιατί γίνεται συνήθως με πολύ λάθος τρόπους και απωθητικές-ενοχλητικές προσεγγίσεις.
 
Κακογραμμένα δελτία τύπου, φωτογραφίες φτηνής αισθητικής και ποιότητας (για τις οποίες βέβαια δεν έχει ευθύνη ο ΥΕ), συνεχόμενη πίεση για το πότε θα μπει μια συνέντευξη, σχόλια του τύπου, “πότε θα έρθεις εσύ ή κάποιος άλλο από το σάιτ σου να δει την παράσταση για να γράψετε μια κριτική”, “βοήθησε μας να προωθήσουμε το έργο αυτής της ομάδας, που δεν έχει άκρες” (μόνο γιατί είναι μόνη της σαν την καλαμιά στον πάγκο δεν έχω ακούσει ακόμα) και άλλα τέτοια επαιτειακής προσέγγισης όχι μόνο δε λειτουργούν υπέρ μιας παράστασης, αλλά πολλές φορές τυγχάνει να έχουν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα. Κάποιες εξαιρέσεις λόγω μιας πολύ καλής σχέσης και οικειότητας του εκάστοτε ΥΕ με εκπροσώπους τύπους φυσικά και υπάρχουν, αλλά δεν πρέπει να γίνεται κανόνας. Για όλους λοιπόν αυτούς τους λόγους χρειάζεται από μας ως ομάδα μια καλή έρευνα και μεγάλη προσοχή στην τελική μας επιλογή.
 
Εδώ είναι απαραίτητο να αναφερθεί κάτι εξαιρετικά βασικό, που οφείλουν να γνωρίζουν και οι ΥΕ (κυρίως), αλλά και οι καλλιτέχνες. Ούτε εγώ, ούτε κανείς από το σάιτ μας, ούτε άλλοι εκπρόσωποι τύπου πληρώνονται για να περάσουν ένα άρθρο, μια συνέντευξη κλπ. Επομένως ούτε είναι υποχρεωμένοι σε κανέναν, ούτε το χρωστάνε πουθενά να το πράξουν. Το κάνουν με καλή διάθεση και μεράκι, τη στιγμή που οι ΥΕ ΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΙ για να προβάλλουν το προϊόν τους. Το ότι πολλές φορές ακούω το ότι είμαστε π.χ. χορηγοί επικοινωνίας δε μου λέει κάτι, γιατί και τα δελτία τύπου βάζουμε και προβάλλουμε όσο μπορούμε το εκάστοτε έργο στο οποίο είμαστε. Μη ξεχνάμε άλλωστε πως υπάρχουν χορηγοί επικοινωνίας που ζητούν χρήματα για να το κάνουν. Όπως και υπάρχουν περιπτώσεις πληρωμένων άρθρων, συνεντεύξεων, καταχωρήσεων, που κάποιες φορές είναι τόσο εξώφθαλμες, ώστε στο τέλος να κατορθώνουν αντί να προβάλλουν την παράσταση να τη δυσφημούν.
 
ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
 
Ένας ΥΕ – όπως τουλάχιστον το αντιλαμβάνομαι εγώ – οφείλει να: 
 
α) Να γνωρίζει καλά ελληνικά και να συντάσσει το δελτίο τύπου, όπως έχει διδαχθεί ή οφείλει να διδαχθεί. Και χρησιμοποιώ το διδαχθεί, γιατί οι περισσότεροι που κάνουν επικοινωνία είναι είτε επειδή βρίσκονται στον χώρο σε κάποιο άλλο πόστο, είτε γιατί είναι ουρανοκατέβατοι. Όπως και να έχει αν δε ξέρουν τη δουλειά  ή αν δεν προσπαθούν  να τη μάθουν σωστά κάνουν μεγάλη ζημιά σε όσους την κάνουν πολύ καλά. Και ευτυχώς ακόμα υπάρχουν και ζουν ανάμεσα μας. 
 
β) Να έχει ένα διευρυμένο και διαρκώς ανανεώσιμο αρχείο με μέιλ, τηλέφωνα δημοσιογράφων, ανθρώπων του χώρου και έναν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κύκλο προώθησης της παράστασης. Δεν αρκεί η γνωριμία ούτε με 10-15 σάιτ και μπλογκ, ούτε το ότι έστειλα ένα δελτίο τύπου και αυτό ήταν. Η βασική δουλειά γίνεται πριν το ξεκίνημα της παράστασης, όμως παραμένει ζώσα όσο παίζεται το έργο (αρκεί να μη γίνεται ενοχλητική με κάθε λίγο και λιγάκι ειδοποιήσεις). Ενδεχομένως καλό είναι και το μετά το τέλος της με τη μορφή απολογισμού (με τίμια καταγραφή όμως και όχι με ψευδή στοιχεία).
 
γ) Να μη γίνεται στενός κορσές απ’ όσους ζητάει να προωθήσουν την παράσταση (μη ξεχνάμε το ότι εκείνος πληρώνεται, εμείς όχι)
 
δ) Να θυμάται πως σε όσους στέλνει τα δελτία τύπου και τα αιτήματα του δεν είναι υπάλληλοι του, ούτε υποτακτικοί του για να τους μιλάει άσχημα και να έχει παράλογες απαιτήσεις (και σε χρόνους και σε όγκο δουλειάς).
 
ε) Να είναι ευγενικός, διακριτικός, όχι ψεύτικος και δήθεν, ούτε κόλακας και να έχει ανεπτυγμένη την αίσθηση της επικοινωνίας. Δε νοείται άνθρωπος που κάνει επικοινωνία να είναι αγέλαστος (χωρίς να φυσικά να είμαι της λογικής του αντιθέτου, να γίνεται χαζοχαρούμενος και γλοιώδης), απότομος, μουρτζούφλης, μέσα στη λίγδα και να μη γνωρίζει στοιχειωδώς ποιος είναι ποιος, ειδικά με όσους μιλάει συχνά, είτε στα μέιλ, είτε στα τηλέφωνα, είτε ακόμη και από κοντά. 
 
στ) Σε περίπτωση που δεχθεί πρόταση γα μια νέα συνεργασία οφείλει να ζητήσει να δει κάποια πρωτύτερη δουλειά της που να έγινε σχετικά σύντομα. Αν κάτι  τέτοιο δεν είναι εφικτό (π.χ. αν πρόκειται για μια πολύ νέα ομάδα ή για μια δουλειά με ετερόκλητους συντελεστές) να ζητήσει να δει πρόβες, να γνωρίσει από κοντά τον σκηνοθέτη, τους ηθοποιούς κλπ. Αν τώρα έχει ξεκινήσει ήδη μια συνεργασία και συνεχιστεί στην επόμενη δουλειά είναι καλό να γνωρίζει καλά τι είναι αυτή η δουλειά, γιατί ουσιαστικά για εκείνον είναι το “προϊόν”, το οποίο πρέπει να πουλήσει. 
 
ζ) Ένας ΥΕ οφείλει να γνωρίζει πολύ καλά όσο το δυνατόν περισσότερους συντελεστές μιας δουλειάς (αν μπορεί και όλους ακόμα καλύτερα), το τι έχουν κάνει μέχρι τώρα στην καριέρα τους, πού αλλού παίζουν το ίδιο διάστημα ή έχουν παίξει ή θα παίξουν, κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους κλπ. Πρέπει να είναι σίγουρος για όλες τις λεπτομέρειες πριν στείλει το τελικό δελτίο τύπου προς δημοσίευση, διότι σε περίπτωση νέου διορθωμένου ΔΤ σπάνια ένα σάιτ ή μια εφημερίδα θα μπει στον κόπο ν’ αλλάξει κάτι. Ακόμη και αν είναι μια πολύ απλή αλλαγή (π.χ. σ΄ ένα όνομα με την αλλαγή ενός φωνήεντος ή πρόσθεση ενός συμφώνου κλπ.)
 
η) Να είναι δίκαιος στον τρόπο που αντιμετωπίζει εκείνους στους οποίους ζητάει να του προωθήσουν μια παράσταση με την προϋπόθεση φυσικά ότι και εκείνοι του συμπεριφέρονται με εκτίμηση και σεβασμό. Σε αντίθετη περίπτωση με τη διακριτικότητα, την ευστροφία, τη διπλωματία και τον επαγγελματισμό του πρέπει να μπορεί ν’ αντιμετωπίσει κάθε δυσάρεστη εξέλιξη.
 
θ) Να μην αναλαμβάνει δουλειές ούτε από υποχρέωση, ούτε επειδή κάποιος φίλος του το ζήτησε και το κάνει ως χάρη. Είναι πολύ σημαντικό και κυρίως σεβαστό το ότι κάποιος του δίνει χρήματα από το μπάτζετ του και την αρμοδιότητα να προωθήσει τη δουλειά του. Επίσης καλό είναι να μην αναλαμβάνει κάποιος περισσότερες δουλειές απ’ όσες μπορεί να φέρει εις πέρας με επιτυχία, αλλά ούτε και να εξευτελίζει τις τιμές της αγοράς, λειτουργώντας ως αρπακτικό για να μην του πάρει κάποιος άλλος μια δουλειά.

ι) Να αφουγκράζεται τις απαιτήσεις του κοινού, να μαθαίνει τι συμβαίνει στην αγορά και γενικά να είναι ενήμερος για το τι συμβαίνει γύρω του στον χώρο.

 
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΥΠΕΥΘΥΝΟ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΊΑΣ
 
Με δεδομένο ότι οι δύο πλευρές θα συμπορευθούν σ’ ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (το οποίο μπορεί και να μεγαλώσει σε μια νέα συνεργασία μας ως ηθοποιού ή σε μια παράταση δουλειάς ή σε μια άλλη συνεργασία στην οποία μπορεί να συμμετέχουμε ή να συμμετάσχουμε ή να προτείνουμε σε κάποιον φίλο κλπ.) οφείλουμε να είμαστε συνεπείς σε ό,τι συμφωνήσαμε. Δηλαδή να είμαστε τυπικοί στις πληρωμές μας, να είμαστε όσο το δυνατόν πιο εύκολα προσβάσιμοι όταν ο ΥΕ επικοινωνεί μαζί μας (τουλάχιστον σ’ ένα εύλογα σύντομο χρονικό διάστημα, όχι μετά από μέρες), να μη του φερόμαστε λες και είναι κατώτερος μας, να μην του λέμε ψέματα κλπ.
 
Καλό είναι επίσης να μην τον εκθέτουμε στα μάτια των εκπροσώπων του τύπου. Για τον λόγο αυτό  οφείλουμε να του παρουσιάσουμε μια άρτια και αντιπροσωπευτική παρουσίαση της δουλειάς μας, μέσα στους προβλεπόμενους χρόνους και τις προθεσμίες (εκτός φυσικά αν συμβεί κάτι πέρα από τις δυνάμεις μας ή τον προγραμματισμό μας με βάση πάντα το καλό της δουλειάς μας) σε συνδυασμό με μια ποιοτική φωτογράφηση, προβολή (π.χ. βίντεο)  κλπ.
 
Πάνω απ’ όλα – πέρα και από την ανθρώπινη επικοινωνία κλπ. – όλοι από μια συμφωνία αυτό που επιθυμούν είναι να κερδίσουν. Το θέμα, όμως, είναι να το κάνουν όχι αποσκοπώντας στο “εδώ και τώρα”, αλλά σκεπτόμενοι και το μακροπρόθεσμο κομμάτι. Αν στόχος κάποιας εκ των δύο πλευρών είναι να κερδίσει χρήματα τώρα και αύριο έχει ο Θεός, τότε είναι δεδομένο πως μελλοντικά θα φάει τα μούτρα του.
 
ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΥΠΕΘΥΝΟ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΊΑΣ
 
Σε περίπτωση που μια ομάδα δεν έχει τα χρήματα εκείνα για να διαθέσει για ΥΕ ή κρίνει πως αυτό μπορεί να γίνει εκ των έσω χρειάζεται διπλή προσοχή. Όχι μόνο γιατί πρέπει να τηρηθούν ορισμένοι κανόνες που αναφέρθηκαν πιο πάνω, αλλά και γιατί η απουσία ενός υπεύθυνου επικοινωνίας μπορεί να υποβαθμίσει στα μάτια των εκπροσώπων του τύπου τον επαγγελματισμό της συγκεκριμένης δουλειάς. 
 
Όποιος εκ των έσω αναλάβει το δύσκολο αυτό έργο της προώθησης μιας παράστασης πρέπει να ξέρει πως από τον τρόπο που θα το κάνει οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η επιτυχία ή η αποτυχία της.
 
ΛΑΘΗ ΠΡΟΩΘΗΣΗΣ
 
Ακούω συχνά και από υπεύθυνους επικοινωνίας ή από συντελεστές μιας παράστασης για μας ως All4fun το, “γράψε ως σάιτ ένα άρθρο, μια κριτική, κάνε μας μια συνέντευξη”. Είναι πολύ τιμητικό για το σάιτ μας ν’ αναγνωρίζεται έτσι από μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων (και εκλεκτών μάλιστα) του χώρου.
 
To All4fun, όμως, και κάθε All4fun δεν έγινε ούτε Αθηνόραμα, ούτε LIFO και Athens Voice, που κυκλοφορούν και ως έντυπα στην Αθήνα, ούτε τηλεόραση, την οποία καλώς ή κακώς βλέπουν ακόμα αρκετοί στην Ελλάδα (τουλάχιστον στο τώρα που παίζει και όχι στο όποτε θελήσω εγώ να δω ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα από τον υπολογιστή μου κλπ).
 
Άρα καλή μπορεί να είναι σίγουρα μια συνέντευξη και All4fun και κάπου αλλού κλπ αλλά δε σημαίνει πως με 3-4 τέτοιες συνεντεύξεις και με 4-5 παρουσιάσεις ενός έργου (συχνά μάλιστα σε αμφιβόλου αναγνωσιμότητας και εγκυρότητας σάιτ) ξαφνικά η παράσταση την οποία εκπροσωπούμε από οποιοδήποτε πόστο έγινε σολντ-άουτ.
 
Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ ΕΝΟΣ ΕΡΓΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΜΕ ΣΤΟΜΑ
 
Η μέχρι τώρα εμπειρία μου δείχνει πως αν καταφέρεις με κάποιον τρόπο ν’ ακουστείς στον χώρο, τότε έχεις εξασφαλίσει σε μεγάλο βαθμό προσέλευση. Δεν αρκεί απαραίτητα μια καλή δουλειά (όσο το δυνατόν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε μια δουλειά καλή, γιατί πάντα υπάρχει και το υποκειμενικό κριτήριο) για να έρθει κόσμος στο θέατρο. Μπορεί να είναι μια εξαιρετική δουλειά, αλλά για κάποιον λόγο (είτε επειδή δεν ακούστηκε, είτε επειδή άργησε να προωθηθεί, είτε γιατί παίχτηκε λίγο, είτε γιατί δεν είχε καλό ΥΕ κλπ.) να αποτύχει εισπρακτικά. Όπως μπορεί να συμβεί και το αντίθετο. Μια κακή δουλειά να έχει κάτι το οποίο θα κεντρίσει το ενδιαφέρον του κοινού και ν’ αποφασίσει να έρθει στο θέατρο και να πληρώσει εισιτήριο.
 
Σαφώς βέβαια οι παραστάσεις του από “στόμα με στόμα” είναι συνήθως καλές και δε φτάνουν τυχαία σ’ αυτήν την επιτυχία. Γιατί είναι όντως επιτυχία ν’ ακούγεται η παράσταση σου μπροστά σε όλες αυτές που παίζονται καθημερινά στην Αθήνα. Αυτό δε σημαίνει βέβαια πως οι ομάδες πρέπει να κάνουν αυτοσκοπό να εφεύρουν τρόπους για να ακουστούν. Αυτό πρέπει να γίνεται επειδή συμβαίνει όντως (π.χ. ένα καλογραμμένο έργο, καλοί ηθοποιοί, σκηνοθέτης με κοινό κλπ.) και επειδή η συγκεκριμένη προσπάθεια αξίζει και επιβραβεύεται δικαίως και εισπρακτικά.
 
ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΑΘΗΝΑ, ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΛΕΡΝΑΙΑ ΥΔΡΑ
 
Παρατηρώ συχνά ότι οι περισσότερες παραστάσεις που δημοσιεύονται στο All4fun, αλλά και στα υπόλοιπα σάιτ δεν έχουν σαφή χρονικό προσανατολισμό για το πότε πρόκειται να ολοκληρωθούν. Από τη μία μοιάζει λογικό, διότι ούτε κανείς είναι μάντης για να ξέρει εκ των προτέρων τι εισιτήρια θα κόψει, ούτε μπορεί να κλείσει μια σεζόν, γιατί οι περισσότεροι ηθοποιοί έχουν και άλλες υποχρεώσεις (είτε δουλεύοντας σε άλλη δουλειά διαφορετική για να βγάλουν κανά φράγκο, είτε σε άλλο παράλληλα πρότζεκτ, ή σε μελλοντικά κλπ.)
 
Από την άλλη, όμως, μοιάζει αδιανόητο για μένα το να κάνεις πρόβες 3 και 4 μήνες (και φυσικά απλήρωτος στην πλειονότητα τους) για να ετοιμάσεις μια παράσταση, που μπορεί να παιχθεί 4-5 φορές σ’ έναν μήνα ή 7-8 φορές το δίμηνο κλπ. Και γιατί κάτι τέτοιο σου αφαιρεί ενέργεια, επειδή βρίσκεσαι σε μια διαρκή αναζήτηση εργασίας (ανεξαρτήτου οικονομικών ή μη απολαβών), αλλά και γιατί μέσα σε διάστημα π.χ. 2 μηνών (αν παίζεις διήμερο όπως συμβαίνει κατά κόρον μιλάμε για 16 παραστάσεις) δεν προλαβαίνει μια παράσταση να ακουστεί “στόμα με στόμα”. 
 
Την πρώτη εβδομάδα θα τη γεμίσουμε με φίλους και συγγενείς, τη 2η με εκπροσώπους τύπους και λοιπούς συντελεστές, την 3η με προσκλήσεις και όσους δικούς μας δεν ήρθαν τις 2 πρώτες κλπ.
 
Μέχρι να ακουστεί και σε πιο άγνωστους από μας ανθρώπους ή ακόμα και σε άλλους χώρους πλην των κλασικών, που βλέπουν συστηματικά θέατρο (και βέβαια εδώ τίθεται και το θέμα το πού το βλέπουν, το βλέπουν στα κεντρικά της Αθήνας ή σε πιο underground σκηνές) ουσιαστικά θα περάσουν 5-6 εβδομάδες στην καλύτερη των περιπτώσεων. 
 
Ναι αλλά έχοντας κλείσει το θέατρο π.χ. για 8 εβδομάδες πάνω που θ’ ακουστεί το έργο και πάνω που θα κατέβει. Και μετά πάλι ο ηθοποιός που έπαιζε σ’ ένα τέτοιο έργο θα ψάξει για το επόμενο ή θ’ αρχίζει πρόβες για ένα άλλο επόμενο το οποίο έχει ήδη κλείσει και θα γίνει μετά από 3-4 μήνες και αφού πρώτα θα έχει μπει ξανά στη διαδικασία των προβών κλπ.
 
Και να μου πεις, ναι ρε Κυριάκο και τι να κάνουμε δηλαδή; Να περιμένουμε 3 μήνες και να χρεωνόμαστε ενοίκια θεάτρων (ειδικά κάποιων που λειτουργούν σαν σούπερ-μάρκετ και με ακριβό αντίτιμο), λοιπούς λογαριασμούς μέχρι ν’ ακουστούμε και να έρθει κόσμος να μας δει; Αυτό είναι ένα καλό ερώτημα, στο οποίο δεν έχω άμεσες απαντήσεις, αλλά θα μπορούσε να είναι και ένα αντικείμενο αναζήτησης και σκέψης. Ενδεχομένως παραστάσεις στην επαρχία, παραστάσεις σε άλλους χώρους πλην θεάτρου, δε ξέρω κιόλας. Πάντως αυτό το κάνω πρόβα 3 μήνες για να παίξω σ’ ένα έργο, που έχει προγραμματιστεί να παιχθεί 1-2 μήνες και μετά πάλι το ίδιο και μετά πάλι το ίδιο εμένα μου μοιάζει βασανιστικό και ενδεχόμενως και μαζοχιστικό.
 
Η θεατρική Αθήνα, λοιπόν θυμίζει Λερναία Ύδρα. Τελειώνει μία παράσταση και ξεπηδούν τρεις. Και μετά πάλι τα ίδια και τα ίδια. Και εκεί που έχεις προγραμματίσει Γενάρη μήνα να δεις έργο που ξεκίνησε τον Οκτώβριο έρχεται το επόμενο νέο που παίζει ένας καλός σου φίλος, η κοπέλα σου, το αγόρι σου κλπ. και τελικά αλλάζεις πρόγραμμα. Αποτέλεσμα είναι να μην πας τελικά σε εκείνο που είχες υποσχεθεί από τον Οκτώβριο, να παρεξηγηθεί και εκείνος που σε περίμενε από τότε και μετά άντε να πείσεις πως κάτι όντως σου έτυχε, γιατί μπορεί να σε είδε και μια Παρασκευή, που ξέκλεψες λίγο χρόνο για να πας σε μια παράσταση εκτός προγράμματος.
 
Άπειρες λοιπόν παραστάσεις στη χειμερινή σεζόν, άπειρα φεστιβάλ το καλοκαίρι, άπειρες δουλειές με ποσοστά ή με τύπου, “αυτά σου δίνουμε αν δε θες θα πάρουμε άλλον”. Και το μοναστήρι καλά κρατεί, αφού ηθοποιοί εξακολουθούν να βγαίνουν σωρηδόν και άντε το 5% όσων δουλεύουν καθημερινά στο θέατρο να έχουν μισθό (και αυτός συνήθως με ποσά πολύ χαμηλά σε σχέση με άλλες αγορές).
 
Αποτέλεσμα είναι ορισμένοι παραγωγοί που δε σέβονται τους ανθρώπους εκείνους που δίνουν και τη ψυχή τους πάνω στη σκηνή να τους παρέχουν από ανύπαρκτους έως ελάχιστους μισθούς σε μεγάλα θέατρα τη στιγμή που εκείνοι εισπράττουν κατά κόρον από τα εισιτήρια. 
 
Δε ξέρω πόσο ο ΣΕΗ θα μπορούσε να παρέμβει. Μια σκέψη όμως θα ήταν όλες αυτές οι δουλειές των 6-8 εβδομάδων να αξιοποιούνταν περισσότερο μέσα στον χρόνο και όχι να ολοκληρώνουν τον κύκλο τους σ ΄ένα τόσο μικρό χρονικά διάστημα παρουσίασης τους. Εδώ βέβαια είναι απαραίτητο να συνοπολογιστεί και η αποδοχή του αποτελέσματος από το κοινό και πόσο πέτυχε η αποστολή μας να παρουσιάσουμε κάτι που δεν το είδε κάποιος μόνο και μόνο από υποχρέωση και αμέσως μετά το ξέχασε. Ουσιαστικά, όμως, από τις αντιδράσεις του κοινού σ’ ένα εύλογο εύρος χρόνου δείχνει και το αν η δουλειά μας είχε αποδοχή (δε λέω αν ήταν καλή ή κακή, απλά επαναλαμβάνω αν αυτό που παρουσίασαμε πέρασε στο κοινό που μας είδε) 
 
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΕΡΓΩΝ
 
Άλλο συχνό φαινόμενο που κατά την άποψη μου δε θα έπρεπε να συμβαίνει σε τόσο μεγάλο βαθμό είναι επαναλήψεις γνωστών και πολυπαιγμένων έργων. Οκ δεν μπορώ εγώ ως Κυριάκος να έρθω και να ακυρώσω ούτε τον Σαίξπηρ, ούτε τον Τσέχοφ, ούτε τον Στρίντμπεργκ, ούτε τον Ιψεν, ούτε τον Ζενέ, ούτε τους αρχαίους μας συγγραφείς κλπ. Πόσες “Δούλες”, όμως, θα βλέπουμε κάθε χρόνο, πόσες “3 Αδερφές”, πόσους “Ρωμαίους”, πόσες “Δεσποινίδες Τζούλιες”, πόσες “Έντα Γκάμπλερ”, πόσες “Αντιγόνες” κλπ.
 
Ναι είναι διαχρονικά έργα, ναι έχουν να πουν στο κοινό, ναι να τα δει και κάποιος που δεν τα έχει δει ποτέ, άντε να τα δει και με μια πιο σύγχρονη ματιά, αλλά πόσες φορές πια να δεις εκείνες τις “3 αδερφές”, που ακόμα δεν έχουν φτάσει στη Μόσχα; Προσωπικά έφτασα πλέον τα τέσσερα ανεβάσματα πια και δεν μπορώ να δω και άλλο ξανά (τουλάχιστον άμεσα), όσο πρωτοποριακό, πειραγμένο ή έξτρα – έξτρα σούπερ είναι η νέα του παρουσίαση.
 
Και, όμως, υπάρχουν και έργα και συγγραφείς, που αξίζουν να τα δει κάποιος και αξίζει να τα ψάξει με προσοχή. Σίγουρα μοιάζει πιο εμπορικό να παρουσιάσεις Σαίξπηρ, σίγουρα μπορεί να είναι λιγότερο δαπανηρό (αν και υπάρχουν αρκετά ακόμα αρκετοί συγγραφείς, που δε χρειάζεται να πληρώσεις δικαιώματα αν δεν σε παίρνει το μπάτζετ σου), αλλά πόσες φορές π.χ. να δει κάποιος το κατά τα άλλα υπέροχο “Όνειρο καλοκαιρινής νυχτός…”
 
ΤΟ SM ΠΡΟΦΙΛ ΕΝΟΣ ΗΘΟΠΟΙΟΥ ΕΚΤΟΣ ΣΚΗΝΗΣ
 
Δε ξέρω πραγματικά αν οι δεκάδες δραματικές σχολές (άλλο μεγάλο θέμα που σηκώνει τεράστια συζήτηση) θα έπρεπε να καθιερώσουν ένα μάθημα τι πρέπει να κάνει ένας ηθοποιός εκτός σκηνής, γιατί οι καιροί έχουν πια αλλάξει. Ένας ηθοποιός μαθαίνει στη σχολή τι να κάνει εκτός σκηνής, αλλά με την τεράστια πια άνθηση των social media ενδεχομένως θα μπορούσε να λειτουργεί και ως υπομάθημα το πώς θα έπρεπε να χρησιμοποιεί στην πράξη σε καθημερινή βάση τα SM.
 
Η συμπεριφορά ενός ηθοποιού στα SM, η στάση που ακολουθεί γενικά, καθώς και ο γενικότερος τρόπος χρήσης τους (από τα στάτους του, τι σχολιάζει, τι φωτό ποστάρει, πόσο ενεργός είναι ή όχι) ουσιαστικά είναι μια περαιτέρω ένδειξη του χαρακτήρα του. Σε βαθμό τέτοιο, που άλλες φορές μπορεί να λειτουργεί ως μια εξαιρετικά καλή προώθηση του εαυτού του, αλλά ταυτόχρονα και υποβάθμισης του.
 
Στο σημείο αυτό εγώ ως Κυριάκος δεν είμαι σε θέση να υποδείξω σε κανέναν το πώς θα χρησιμοποιήσει τον λογαριασμό του στο Facebook, στο Instagram, στο Twitter κλπ. Αυτό που απλά μπορώ να επισημάνω είναι ότι τα SM αποτελούν μιας πρώτης τάξεως διαφήμισης του εαυτού του και μάλιστα ΔΩΡΕΑΝ. Από εκεί και πέρα, όμως, μπορούν εξίσου ν’ επιτελέσουν το ακριβώς αντίθετο. Και να οδηγήσουν τελικά στην απομυθοποίησή του, στην περιθωριοποίησή του κλπ.
 
Αυτό που με σιγουριά μπορώ να πω είναι ότι αποτελεί πλέον προσόν και ταλέντο για έναν ηθοποιό το πώς να πλασάρει τον εαυτό του σωστά μέσα από τα SM, αλλά και με τις δημόσιες σχέσεις του γενικότερα. Οι υπερβολές είτε στο πολύ ΕΓΩ με συνεχόμενα ποσταρίσματα, είτε στο μείον ΕΓΩ, όπου ουσιαστικά ντρέπομαι για τα πάντα, θεωρώ πως δεν κάνουν καλό μακροπρόθεσμα.
 
Όσον αφορά ειδικά στο κομμάτι της υπερπροβολής, που είναι φανερά ναρκισσιστική και δείχνει μια τεράστια ανάγκη για επιβεβαίωση γίνεται υπέρμετρα κουραστική διαδικασία. Συνεχή ποστ για το πού βρίσκομαι, με ποιους βρίσκομαι, τι βλέπω, τι και πού τρώω, άποψη για τα πάντα χωρίς ουσιαστικά να μας ενδιαφέρει, φωτό από παντού κλπ δημιουργούν μια εικόνα κατά βάση υπερφίαλου και κενού ανθρώπου.
 
Και το αντίθετο, όμως, λειτουργεί πολλές φορές αποτρεπτικά γιατί καλώς ή κακώς ζούμε στην εποχή της εικόνας. Και το να μην προβάλλουμε καθόλου τον εαυτό μας, μας κάνει συχνά να μας ξεχνούν εκείνοι που ενδεχομένως θα μας θυμούνταν για μια δουλειά. Και αυτή η κουβέντα βέβαια – ειδικά για όσους δεν προβάλλουν καθόλου τον εαυτό τους στα SM – σηκώνει μεγάλη συζήτηση και δεν μπορεί ν’ αναλυθεί σε 1-2 παραγράφους ακόμη.
 
ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ F.B
 
Aυτό, πάντως, για το οποίο είμαι σίγουρος, επειδή το βλέπω στην πράξη με αριθμούς και νιώθω σαν να το έχω σπουδάσει είναι η επίδραση στα άρθρα, που δημοσιεύονται στο Facebook. Για παράδειγμα ζητάω πάντα από τους συνεντευξιαζόμενους να ποστάρουν οι ίδιοι (τονίζω οι ίδιοι και όχι κάποιος άλλος στο προφίλ τους, γιατί είναι σαν να μην μπήκε καθόλου) τη συνέντευξη τους στον προσωπικό τους λογαριασμό. Αυτό το κάνω όχι μόνο γιατί θα πάρουμε περισσότερα κλικ ως σάιτ, αλλά κυρίως γιατί έτσι η συνέντευξη αξιοποιείται και δεν πάει ουσιαστικά στράφι.
 
Το F.B. λειτουργεί με τέτοιο τρόπο ώστε τα μεμονωμένα προφίλ να έχουν πολύ μεγαλύτερη απήχηση στους εκάστοτε φίλους του κάθε ατόμου. Λόγω και της διάδρασης με τα λάικ που οδηγεί μια συνέντευξη να βγαίνει τυχαία στο timeline μας, αλλά και λόγω της συζήτησης, την οποία συχνά ανοίγει.
 
Ένα ποστάρισμα στο προφίλ μας (είτε έχει 100 φίλους, είτε 500, είτε 1000, είτε 4000) για κάτι που μας αφορά (π.χ. συνέντευξη μας) λειτουργεί πολύ πιο αποδοτικά, απ’ ότι αν το βάλει μια σελίδα με όσους φίλους και αν έχει. Το παρατηρώ καθημερινά και από τη δική μας σελίδα ως All4fun, που έχει 7000+ ακόλουθους, αλλά διαβάζεται ελάχιστα.
 
ΠΡΟΦΙΛ VS ΣΕΛΙΔΩΝ ΣΗΜΕΙΩΣΑΤΕ 1 ΑΠΟ ΗΜΙΧΡΟΝΟ
 
Τα προφίλ στο f.b έχουν – ακόμα τουλάχιστον – μια μεγάλη δυναμική και μπορείτε ψάχνοντας το να το επιβεβαιώσετε, αφού θα έχετε λάβει τη σχετική γνώση μετά απ’ αυτό το άρθρο. Επίσης να μη ξεχνάτε σ’ ένα προφίλ αυτός που απαντάει στα σχόλια είναι ο εαυτός μας. Ενώ σε μια σελίδα με 10 αντμίν π.χ. δε ξέρεις καν ποιος σου απαντάει. Και έτσι η διάδραση πάει περίπατο. Οι σελίδες στο F.B. μπορεί να έχουν πολλούς followers, όμως στην ουσία αυτοί οι αριθμοί ενώ είναι υπαρκτοί είναι πλασματικοί στην πράξη. Δηλαδή όταν ποστάρω κάτι στη σελίδα μας δεν το βλέπουν ξαφνικά οι 7000 followers μας, αλλά πολύ – πολύ πιο λίγοι. 
 
Οι σελίδες είναι χρήσιμες απλά για να επιβεβαιώνουν την παρουσία σου στο f.b, ΕΚΤΟΣ αν χρησιμοποιούνται εμπορικά με τις χορηγούμενες διαφημίσεις (sponsored). Τότε μέσω των αλγόριθμων μεταδίδονται πιο εύκολα (το θετικό είναι και σε μη followers της σελίδας μας). Μη ξεχνάμε, όμως, πως οι χορηγούμενες δεν είναι δωρεάν, αλλά πληρώνονται στο F.B.
 
ΦΑΚΕΛΟΣ TAG
 
Κάτι σημαντικό επίσης σχετικά με τα Tag. Ας υποθέσουμε ότι είμαστε σ’ έναν θίασο 10 ατόμων. Το All4fun ή οποιοδήποτε άλλο σάιτ μας στέλνει το πρώτο λινκ της παράστασης. Εμείς το ποστάρουμε λοιπόν και κάνουμε ταγκ και τους άλλους 9 ηθοποιούς, τον σκηνοθέτη, τον σκηνογράφο, τον μουσικό κλπ κλπ. Ας πούμε λοιπόν ότι έχουμε βάλει 14 ταγκ.
 
Λάθος μεγάλο, τουλάχιστον ως πρώτο ποστάρισμα, αν θέλουμε να προβληθεί το λινκ. Βάζοντας 14 ταγκ άτομα αποδυναμώνουμε τα άλλα 13 προφίλ. Θα το δουν μεν οι φίλοι μας, αλλά οι μη κοινοί φίλοι των άλλων 13 προφίλ δε θα το δουν ποτέ. Ελάχιστοι μπαίνουν μεμονωμένα καθημερινά σ’ ένα προφίλ για να δουν τι έχει ποσταριστεί εκεί. Συνήθως όλο αυτό λειτουργεί με τη διάδραση.
 
Αν λοιπόν κάνουμε ταγκ 14 άτομα, θα το διαβάσουν π.χ. 100 αναγνώστες.
 
Αν, όμως, αυτοί οι 14 το ποστάρουν μεμονωμένα στο προφίλ τους, τότε θα διαβαστεί όχι 100 φορές, αλλά 1400 (άντε και λίγο λιγότερο γιατί κάποιοι θα είναι και κοινοί φίλοι).
 
Αντιλαμβάνομαι την ομορφιά του ταγκ για μια ομαδική δουλειά, όμως πρακτικά δεν έχει αντίκρισμα στην προβολή του λινκ, άρα και της δουλειάς που συμμετέχουμε. Ας γίνει μελλοντικά ένα κοινό ταγκ όταν πια θα το έχουνε προβάλλει μεμονωμένα (όσοι θέλουν φυσικά) ή αν κάποιος θέλει να αναφέρει τα ονόματα των συμπαικτών του μπορεί να το κάνει με την απλή καταγραφή τους.
 
Ένα επιπλέον λάθος και συχνά μάλιστα, είναι εκείνος που κάνει συνέντευξη να τη δημοσιεύσει πρώτος και όχι ο συνεντευξιαζόμενος (αν φυσικά έχει προφίλ στο F.B, όχι σελίδα, επαναλαμβάνω προφίλ). Κάνοντας τον ταγκ νομίζει πως η συνέντευξη θα διαβαστεί πολύ, γιατί θα βγει ταυτόχρονα και στο προφίλ του συν/νου. 
 
Εδώ έρχεται να αναφερθεί ξανά το ό,τι έγραψα νωρίτερα, δηλαδή το ότι σχεδόν κανείς (άντε καμιά φορά κάποιοι να μπαίνουν να βλέπουν το προφίλ του πρώην τους) δεν μπαίνει τυχαία σ’ ένα προφίλ για να δει τι έχει ποσταριστεί. Γιατί ουσιαστικά κάνοντας ταγκ ΠΡΩΤΟΣ τον συν/μενο είναι σαν να αποδυναμώνεις εσύ ο ίδιος τη συνέντευξη του, όσο μεγάλη ιδέα να έχεις για τον εαυτό σου. Για αυτό είναι απαραίτητο τη συνέντευξη να τη βάζει πρώτα ο συν/ος (φυσικά αν θέλει, όχι με το ζόρι) και μετά εκείνος που την πήρε.
 
ΚΑΝΤΟ ΜΟΝΟΣ ΣΟΥ
 
Ακούω συχνά ηθοποιούς να διαμαρτύρονται ότι είναι εκτός θεάτρου, επειδή δεν κάνουν δημόσιες σχέσεις, επειδή δεν είναι σε κλίκες, ότι πάνε σε ακροάσεις και δεν τους παίρνουν, ότι είναι στημένες, ότι δεν έχουν τελειώσει το Εθνικό ή το Ωδείο κλπ. Οκ να δεχτώ, λοιπόν, πως κάποια εξ’ αυτών έχουν όντως υπόσταση.
 
Ωστόσο στην Αθήνα των 1000+παραστάσεων σου δίνεται η ευκαιρία να κάνεις κάτι και μόνος σου και να δείξεις μέρος των ικανοτήτων σου. Ναι ξέρω, πως χρειάζονται χρήματα, δεν υπάρχουν πολλοί παραγωγοί και το καταλαβαίνω. Από την άλλη, όμως, γίνονται πολλές χειροποίητες δουλειές, γίνονται δουλειές που μπορεί αρχικά να έχουν 0 έξοδα (ναι καλά είναι τα σκηνικά, αλλά αν δεν μπορούμε να τα καλύψουμε, ας μην κάνουμε σκηνικά κλπ.).
 
Αν πιστεύουμε στον εαυτό μας, αν θεωρούμε ότι αξίζει αυτό που κάνουμε ας πάρουμε το ρίσκο να το κάνουμε. Είτε μόνοι μας, είτε με 2-3 ακόμα σαν και μας, είτε με άλλες ομάδες κλπ. Αφού ο ηθοποιός έχει την ανάγκη έκφρασης και θέλει να δείχνει τη δουλειά του σε κοινό, ας φροντίσουμε να επικοινωνήσουμε εμείς την παράσταση, να την προβάλλουμε όπου μπορούμε και όπως μπορούμε, χωρίς φυσικά να γινόμαστε κουραστικοί και πιεστικοί.
 
Ας ψάξουμε να βρούμε ένα ωραίο έργο, ας ψάξουμε τι μας ταιριάζει, ας ζητήσουμε συμβουλές από μεγαλύτερους ανθρώπους που εκτιμούμε, ας προσπαθήσουμε εντέλει να δώσουμε τον καλύτερο μας εαυτό. Ναι ξέρω, πως θα πει κάποιος, ναι αλλά έχω κουραστεί να προσπαθώ, έχω κουραστεί να πουλάω τον εαυτό μου (ίσως δε ξέρω και να το κάνω καλά), έχω κουραστεί να προσπαθώ να πείσω τους άλλους ότι αξίζω. Το δέχομαι απόλυτα. Ούτως ή άλλως, όμως, όσοι κάνουν τη δουλειά αυτή στη θεατρική Αθήνα του 2018 (και όσο τουλάχιστον παραμένουν κλειστές οι τόσο ανοιχτές στο παρελθόν ελέω σίριαλ τηλεοπτικές πόρτες, που ενδεχομένως να ανοίξουν και πάλι ξανά στο άμεσο μέλλον) γνωρίζουν πως ελάχιστοι μπορούν να ζουν καθημερινά με τα όσα εισπράττουν στο θέατρο.
 
Ας προσπαθήσουν, λοιπόν, ας ψαχτούν και ακόμη και αν νιώθουν κουρασμένοι, ένα μπράβο, το χειροκρότημα του κοινού, ένα ειλικρινές εγκωμιαστικό άρθρο, ένα όμορφο σχόλιο, ένα ευχαριστώ ενός θεατή μπορούν να τους δώσει το κίνητρο να συνεχίσουν, Να συνεχίσουν να παλεύουν για αυτό που ονειρεύτηκαν και εξακολουθούν ν’ ονειρεύονται (είτε ρομαντικά, είτε και πιο ρεαλιστικά), να τους διώξει την πίκρα της απόρριψης και της μη ανάλογης με την αξία και το ταλέντο τους προβολή. Και επίσης κάτι που όλοι πρέπει να έχουν στο μυαλό τους. Είναι καλύτερο να είσαι στη σκηνή και να αποδίδεις, παρά να είσαι σπίτι σου και να κλαις τη μοίρα σου, κατηγορώντας τους άλλους ή και τον ίδιο σου τον εαυτό. Και φυσικά παίζοντας πέρα του ότι είσαι ενεργός και μάχιμος, ποτέ δε ξέρεις ποιος μπορεί να είναι στο κοινό. Μπορεί να του αρέσεις, μπορεί να δει σε σένα κάτι που έψαχνε και γιατί όχι μπορεί να σε προβάλλει μελλοντικά σε κάποια άλλη δουλειά. Ποτέ δε ξέρεις, ποιος μπορεί – και τυχαία ακόμα – να έρθει να σε δει. Ποτέ…
 
Σίγουρα το ενοίκιο για να κάνεις μια παράσταση είναι μια δύσκολη υπόθεση. Ειδικά όταν δεν έχεις μπάτζετ. Μια καλή λύση είναι όταν πιστεύεις στον εαυτό σου και στο έργο να γεμίσεις αρχικά το θέατρο σου με προσκλήσεις, προσδοκώντας πως η παράσταση θ’ ακουστεί σύντομα “στόμα με στόμα” και έτσι θα έρθει κόσμος που θα πληρώσει εισιτήριο.
 
Να μην μοιράζεις φυσικά τις προσκλήσεις από εδώ και από εκεί και σε αμφιβόλου ποιότητας σάιτ, αλλά με γνώμονα την κοινή αισθητική, το feedback που θα πάρεις και την αίσθηση να μην παίζεις μπροστά σε άδεια καθίσματα. Χρειάζεται, λοιπόν, να είσαι προσεκτικός στο πού δίνεις προσκλήσεις και με αυτήν την αφορμή ολοκληρώνω το συγκεκριμένο άρθρο (που θα μπορούσε να είναι και πολύ μεγαλύτερο) με μια νέα μάστιγα, η οποίο διαμορφώνεται στο ελληνικό θέατρο. Εκείνο του “προσκλησάκια”, που αν ήταν επάγγελμα, θα λεγόταν “ο τσαμπατζής”
 
Η ΑΣΥΔΟΣΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΚΛΗΣΩΝ
 
Η ανάγκη να κερδίσουμε μια πρόσκληση, είτε είναι στο Εθνικό Θέατρο, είτε είναι για μια παράσταση σ’ ένα υπόγειο -2, χρίζει ψυχικής έρευνας και ανάλυσης.
 
Υπάρχει μια κατηγορία ανθρώπων, που έχουν συνηθίσει πλέον να κάνουν τα πάντα τσάμπα και να περνούν την ώρα τους με όσο το δυνατόν περισσότερες δωρεάν παροχές.
 
Στα προφίλ τους εκτός από διαγωνισμούς θεάτρων μπορείς να δεις διαγωνισμούς από αναπτήρες μέχρι ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς. Κάποιοι εξ’ αυτών έχουν και άλλα ψεύτικα προφίλ για να έχουν περισσότερες πιθανότητες να κερδίσουν, ειδικά σε διαγωνισμούς με μεγάλη ζήτηση.
 
Δε ξοδεύουν ούτε καν 50 λεπτά για να πάρουν ένα νερό από το θέατρο, συνηθίζουν να πάνε με τα πόδια για να γλιτώσουν το εισιτήριο του μετρό. Μέσα στο θέατρο κοιμούνται (κουράστηκαν άλλωστε και από τον ποδαρόδρομο), ή ενώ παίζεται το έργο που ήρθαν να δουν συμμετέχουν σε άλλους μελλοντικούς διαγωνισμούς με το κινητό τους. Στο τέλος δεν πολυθυμούνται τι είδαν (μπορεί και να μην κατάλαβαν κιόλας), δεν αποκόμισαν κάτι ουσιαστικά και τρέχουν άρον – άρον για να προλάβουν το μετρό (όπου φυσικά δε θα χτυπήσουν εισιτήριο, γιατί είναι και ένα έξοδο).
 
Πουλάνε και τη μάνα τους για μια πρόσκληση και στενοχωριούνται όταν κερδίσει ο “αντίπαλος” τους μια πολυσυζητημένη παράσταση (για την οποία φυσικά δε θα πληρώσουν ποτέ για να δουν). Ανταλλάσουν προσκλήσεις (όπως αλλάζαμε εμείς χαρτάκια Panini στις εισόδους των πολυκατοικιών, του στιλ έχω διπλό τον Πελέ, δώσε μου εσύ τον 2ο Μαραντόνα που έχεις κλπ.), κάνουν συμμαχίες και καραδοκούν σαν αρπακτικά με το που μπαίνει νέος διαγωνισμός.
 
Συχνά, μάλιστα, δε σέβονται το ότι τους δόθηκε πρόσκληση και βγάζουν τα απωθημένα τους με το να χώνουν κατεβατά σ’ αυτό που είδαν τσάμπα. Το συγκρίνω κάπως με το να σε καλούν σ’ ένα τραπέζι, να σου προσφέρουν φαγητό και μετά εσύ φεύγοντας να τους θάβεις επειδή δε σου άρεσε όπως είχαν ψήσει το κρέας, ή επειδή δεν είχαν βάλει πάπρικα. Και ναι, οκ δε χρειάζεται να σου αρέσει ό,τι είδες. Και ούτε είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο, ούτε έχεις υπογράψει συμβόλαιο. Δε χρειάζεται καν να γράψεις θετική κριτική αν δε σου άρεσε. Μπορείς με επιχειρήματα να γράψεις γιατί δε σου άρεσε, τι σε χάλασε οκ, σεβαστό, ενδεχομένως και να αν γίνεται με καλή πρόθεση να φτάσει μέχρι και τον δημιουργό, να τον προβληματίσει, να του δώσει αφορμή για μια ενδεχόμενη αλλαγή κλπ. Αλλά οφείλεις αν νιώσεις πως ο άλλος δε σε κορόϊδεψε να μην τον “εκθέσεις” τόσο. Αλλωστε στην εποχή της άπλετης ενημέρωσης δεν είναι καθόλου δύσκολο να ψάξεις το πού θα πας. Δε σε προσκαλεί κανείς με επίσημο προσκλητήριο στο σπίτι σου, ούτε σε πάει κανείς εκεί με το ζόρι.
 
Όταν, λοιπόν, η υπερπροσφορά των προσκλήσεων είναι τεράστια και ασύδοτη χάνεται σε μεγάλο βαθμό και η εκτίμηση της παρεχούμενης προσφοράς. Και δε μιλάω φυσικά για όλους εκείνους που κερδίζουν καθημερινά προσκλήσεις. Απεναντίας. Ευτυχώς υπάρχουν και έχω να το λέω και να καυχιέμαι και στο All4fun πως υπάρχουν πολλά και τρανταχτά παραδείγματα ανθρώπων που τιμούν την πρόσκληση που τους δίνεται. 
 
Και με την εν γένει συμπεριφορά τους από τη στιγμή που μπαίνουν στο θέατρο μέχρι την έξοδό τους από τον χώρο και με το τι γράφουν μετά (και όταν το νιώσουν, δεν είναι απαραίτητο να γράφουν ψέματα για να γίνονται αρεστοί) και το πώς διαφημίζουν την παράσταση που είδαν και πόσο προτρέπουν άλλους να πάνε και που τελικά θα πληρώσουν κάποια στιγμή από το υστέρημα τους για να πάνε να δουν κάποιο άλλο εργο.
 
Η αναφορά μου στη λέξη “προσκλησάκια” σχετίθεται καθαρά για εκείνους που το έχουν κάνει τρόπο ζωής. Που είναι στο θέατρο και αντί να βλέπουν την παράσταση στην οποία κέρδισαν πρόσκληση συμμετέχουν την ίδια στιγμή στο κινητό τους σε διαγωνισμό για σερβιέτες και πιατικά.
 
Που δεν αξιολογούν το επάγγελμα του ηθοποιού και των υπόλοιπων συντελεστών μιας παράστασης, που δεν παίρνουν καν το πρόγραμμα για το οποίο κάποιοι δούλεψαν, που κάνουν φασαρία και γενικότερα δεν σέβονται την ατομική και συνολική προσπάθεια κάποιων ανθρώπων οι οποίοι ίδρωσαν για το τελικό αποτέλεσμα και ξόδεψαν ενέργεια και χρόνο για να παρουσιάσουν τη δουλειά τους.
 
Ενδεχομένως η μάστιγα της ασυδοσίας και της κακής νοοτροπίας αυτών των ανθρώπων θα ήταν αντί για προσκλήσεις να συμφωνηθεί ένα συμβολικό ποσό εισόδου στα θέατρα. Κάτι της τάξεως των 2-4 ευρώ αντί για το εντελώς δωρεάν. Αυτό, όμως, προϋποθέτει οργάνωση, καλή συνεννόηση μεταξύ των θεάτρων και κυρίως αμοιβαία εμπιστοσύνη. Και είναι δύσκολο στην εφαρμογή του, διότι δυστυχώς όλο και κάποιος θα βρεθεί να σπάσει αυτήν τη συμφωνία. 
 
Αλλά επειδή σε όλο αυτό το άρθρο το κλείσιμο θα ήθελα να έχει μια νότα χαράς, εύχομαι να αποτελεί κάτι σαν αφύπνισης για όσους το διαβάσουν και ένα μήνυμα πως τα πράγματα στο ελληνικό θέατρο μπορούν να γίνουν καλύτερα και πιο αισιόδοξα…
 
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 7/2/2018
 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Σχετικά Άρθρα

Τελευταία Άρθρα