Tα social media διαμορφώνουν πλέον σε μεγάλο βαθμό την κοινή γνώμη και ήταν πολύ χαρμόσυνο το γεγονός ότι μαζί με την κατάκτηση του ευρωπαϊκού τροπαίου του μπασκετικού Ολυμπιακού φίλοι άλλων συλλόγων έσπευσαν ν’ αναγνωρίσουν την αξία αυτού του συνόλου. Ήταν οι ίδιοι που ακριβώς μία μέρα νωρίτερα δήλωναν αηδιασμένοι από τον τρόπο με τον οποίο ο ποδοσφαιρικός Ολυμπιακός “κέρδιζε” τον Αστέρα Τρίπολης.
Ίδιος σύλλογος προκαλεί έντονα και εκ διαμέτρου αντίθετα συναισθήματα με τα δύο αυτά διαφορετικά του τμήματα. Από τη μία παραδοχή, συμπάθεια, εκτίμηση, περηφάνεια και από την άλλη αγανάκτηση, περιφρόνηση και απέχθεια…
Εξίσου χαρμόσυνο ήταν το γεγονός ότι Ολυμπιακοί – και απ’ αυτούς που εύκολα θα χαρακτήριζες φανατικούς – εκδήλωσαν την πλήρη αντίθεση τους και τον αποτροπιασμό τους για το πώς κατακτήθηκε το περασμένο Σάββατο το κύπελλο στο ΟΑΚΑ απέναντι στον αξιόμαχο Αστέρα Τρίπολης του Σάκη Τσιώλη.
Ένδειξη αθλητικής παιδείας που τόσο έλειπε σε μια χώρα, όπου γεννήθηκε ο αθλητισμός; Ίσως ένα μικρό σημάδι προς τα εκεί. Ίσως τώρα που όλα δείχνουν να καταρρέουν στην Ελλάδα να συνειδητοποιεί ο κόσμος περισσότερο από κάθε άλλη φορά πως δεν συντρέχει λόγος να “σκοτώνεται” ο ένας με τον άλλο για το ποιος έχει τα περισσότερα τρόπαια, για το ποιος έχει τους καλύτερους ξένους, για το ποιος έχει τους περισσότερους φιλάθλους κλπ. (δεν αναφερόμαστε φυσικά στη μάζα, που χρησιμοποιείται και ως υποχείριο από τους εκάστοτε προέδρους, οι οποίοι ψάχνουν για στρατούς).
Η καζούρα έχει πλάκα, ειδικά τώρα, όπου μέσω των social media ευνοείται περισσότερο η ευρηματικότητα και μπορεί να προβληθεί σε περισσότερο κόσμο από μια απλή παρέα φίλων την ώρα του καφέ. Αρκεί, όμως, να έχει μέτρο και να μην ξεφεύγει επικίνδυνα…
Μια ομάδα με τις αξίες του μπασκετικού Ολυμπιακού δεν χρειάζεται να δυσκολευτεί για να κερδίσει τη συμπάθεια του φίλαθλου κόσμου. Ουσιαστικά δεν χρειάζεται να την «εκβιάσει» για να προκληθεί. Έρχεται από μόνη της από την στιγμή που διαθέτει και δύο επενδυτές, οι οποίοι διαφοροποιούνται αισθητά από το υπόλοιπο συνάφι.
Αυτη η ομάδα, μάλιστα – αν και σχεδόν ίδια – με πέρσι μπορεί να προκαλεί ακόμα περισσότερες συμπάθειες, αφού έχει στον πάγκο έναν Έλληνα τεχνικό, τον Γιώργο Μπαρτζώκα. Δεν είναι καθόλου εύκολο να διαδέχεσαι έναν δάσκαλο, όπως ο Ντούσαν Ιβκοβιτς, δεν είναι καθόλου εύκολο να έχεις μια τέτοια βαριά κληρονομιά, δεν είναι καθόλου εύκολο να γίνεσαι ο πρώτος Ελληνας προπονητής, ο οποίο κατακτά το φάιναλ-φορ και με τέτοιο εμφατικό τρόπο!!!
Από τον τρόπο με τον οποίο έβγαλε τον μανδύα του φαβορί από την ΤΣΣΚΑ, υποχρεώνοντας μια τέτοια ομάδα να πετύχει 52 πόντους σε 40 λεπτά, αλλά και από το πώς διαχειρίσθηκε το -17 από ένα τόσο ποιοτικό και πλήρες ρόστερ, όπως εκείνο της Ρεάλ. Σε συνδυασμό φυσικά με το όμορφο μπάσκετ, το οποίο μπορεί να παίξει και να βάζει 100 (!) πόντους σε τελικούς ευρωλίγκα.
Θυμόμαστε την έντονη κριτική που του έγινε μετα το 2-2 από την Εφές, λες και είναι σπάνιο να χαθούν τέτοια παιχνίδια, λες και ο Λούκας θα πετύχαινε πάντα τέτοια καλάθια στην εκπνοή του χρόνου, λες και όσοι βλέπουν μπάσκετ δεν έχουν δει τέτοιες ανατροπές, λες και η ΤΣΣΚΑ δεν έχασε πέρσι στον τελικό κάπως έτσι…
Ο Μπαρτζώκας έδωσε τις απαντήσεις του, έστω και αν συνήθως η μοίρα ενός Ελληνα τεχνικού – όσο επιτυχημένος και αν μπορεί να γίνει – είναι πάντα ν’ αντιμετωπίζει την αμφισβήτηση μέσα στην ίδια του τη χώρα. Ή μήπως όχι; Αν κριτήριο αλλαγής σκέψης είναι οι αντιδράσεις του Σ/Κ της πλειονότητας τότε ίσως μια αλλαγή νοοτροπίας προς το καλύτερο – επιτέλους – να συντελείται…
Του Κυρ. Κουρουτσαβούρη, 16/5/2013