Σαν σήμερα, στις 15 Ιουνίου του 1994, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 69 ετών από οξύ πνευμονικό οίδημα, ο μεγάλος Έλληνας μουσικοσυνθέτης, Μάνος Χατζιδάκις.
Πιο επίκαιρα από ποτέ, τα λόγια του Μάνου Χατζιδάκι, του καλλιτέχνη, του αναρχικού, του ανατρεπτικού μα πάνω απ΄όλα του ανθρώπου. Τι έχει πει για τον έρωτα, το θάνατο, το ρατσισμό και το φασισμό.
Για τον έρωτα: «Αν ξαναρχόμουνα στον κόσμο θα ήταν για να κάνω έρωτα και για το μόνο που θα λυπηθώ όταν θα φύγω, θα ΄ναι για τον έρωτα που θα χάσω».
Για την εξουσία: «H εξουσία είναι μια εγωπαθής και ανεγκέφαλη κυρία που αγαπάει τους εραστές της και καταδιώκει όσους την αντιπαθούν και την εχθρεύονται».
Για τον ρατσισμό: «Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση-εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενυσχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του. Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία».
Για τον θάνατο: «Ο Άνθρωπος οφείλει να συμφιλιωθεί με την ιδέα αυτή κι όχι να αγκιστρώνεται από τη ζωή σε σημείο που να μη θέλει να φύγει-πράγμα που όλες οι θρησκείες εκμεταλλεύονται υποσχόμενες μελλοντική κι ατέλειωτη ζωή. Κι όμως είναι τόσο απλό, γι’ αυτό και τόσο δύσκολο».
Για τον φασισμό: «Βιώνουμε μέρα με την ημέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας που ή φοβάται ή δε σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ώσπου να βρεθεί ο κατάλληλος “αρχηγός” που θα ηγηθεί αυτού του κατάπτυστου περιεχομένου μας. Και τότε θα ‘ναι αργά για ν’αντιδράσουμε. Ο νεοναζισμός είμαστε εσείς κι εμείς – όπως στη γνωστή παράσταση του Πιραντέλλο. Είμαστε εμείς, εσείς και τα παιδιά σας».
Η πρώτη του εμφάνιση ως συνθέτη ήταν ήδη από το 1944, σε ηλικία 19 ετών, με τη συμμετοχή του στο έργο «Τελευταίος Ασπροκόρακας» του Αλέξη Σολομού, στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν.
Στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, αλλά ο ίδιος ο Κουν θα τον προτρέψει να αφοσιωθεί αποκλειστικά στην μουσική. Ωστόσο συνέχισε τη συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης για 15 χρόνια, ενώ το 1946, καταγράφεται και η πρώτη του δουλειά για τον κινηματογράφο, στην ταινία Αδούλωτοι Σκλάβοι.
Την ίδια περίοδο αυτή, ο Χατζιδάκις ανακαλύπτει το ρεμπέτικο τραγούδι, το μελετά σε βάθος και το αναδεικνύει και στις 31 Ιανουαρίου 1949, σε ηλικία 23 ετών, δίνει στο Θέατρο Τέχνης την διάσημη διάλεξη του για το ρεμπέτικο.
Από το 1950 διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής και ιδρυτικό μέλος του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, όπου παρουσιάζει τα τέσσερα μπαλέτα του, «Μαρσύας» (1950), «Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές» (1951), «Το Καταραμένο Φίδι» (1951) και «Ερημιά» (1958) ενώ την ίδια περίοδο, η Μαρίκα Κοτοπούλη αναθέτει στον Χατζιδάκι τη σύνθεση της μουσικής για τις «Χοηφόρους» από την «Ορέστεια» του Αισχύλου και αυτό ήταν η αφορμή του για την ενασχόληση με το αρχαίο δράμα.
Το κρεσέντο της δημιουργικότητας του ξεκινά το 1957 όπου ο Χατζιδάκις συνθέτει ασταμάτητα για το θέατρο και τον κινηματογράφο, ενώ παράλληλα γράφει πολλά σημαντικά μουσικά έργα και μάλιστα το 1961 παίρνει Οσκαρ για το τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά», από την ταινία του Ζυλ Ντασέν «Ποτέ την Κυριακή», αποκτώντας παγκόσμια δημοσιότητα.
Το 1962 ο Χατζιδάκις χρηματοδοτεί τον «Διαγωνισμό Σύνθεσης Μάνος Χατζιδάκις» στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Δοξιάδη στην Αθήνα και δύο χρόνια αργότερα ιδρύει και διευθύνει την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών, η οποία στα 2 χρόνια λειτουργίας της, έδωσε 20 συναυλίες με πρεμιέρες δεκαπέντε έργων Ελλήνων συνθετών.
Το 1966 ο Μάνος Χατζιδάκις πηγαίνει στην Αμερική προκειμένου να ανεβάσει στο Broadway με τον Ζυλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του «Ποτέ την Κυριακή» με τον τίτλο «Illya Darling». Εκεί έρχεται σε επαφή με την ποπ και ροκ αμερικανική μουσική σκηνή, γεγονός που οδήγησε στη δημιουργία του έργου «Reflections» σε συνεργασία με το συγκρότημα «New York Rock and Roll Ensemble».
Το 1972, επιστρέφει στην Αθήνα και τον επόμενο χρόνο ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο «Πολύτροπο», με το οποίο επιδιώκει, σύμφωνα με τον ίδιο, «μια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, μ” όλα τα μέσα που μας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εμπειρία». Η περίοδος αυτή, μέχρι το τέλος της ζωής του, θεωρείται η περισσότερο ώριμη στη μουσική του σταδιοδρομία και σηματοδοτείται με την ηχογράφηση του «Μεγάλου Ερωτικού».
Η πολυεπίπεδη δραστηριοποίηση του Χατζιδάκι στον χώρο της τέχνης και οι παρεμβάσεις του στα κοινά κορυφώνονται την περίοδο αυτή, αφού διορίζεται αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Λυρικής Σκηνής και διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας αλλά και του κρατικού ραδιοσταθμού Τρίτο Πρόγραμμα.
Το 1985 παρουσιάζει και εκδίδει το πολιτιστικό περιοδικό «Τέταρτο» το οποίο καταγράφει τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώμενα μέσα από τις πολιτικές τους διαστάσεις και την ίδια χρονιά δημιουργεί την πρώτη ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία στην Ελλάδα, «Σείριος», η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα.
Το 1989, ιδρύει την Ορχήστρα των χρωμάτων, προκειμένου να παρουσιάζει με πρωτότυπο τρόπο έργα κλασικών και σύγχρονων συνθετών, την οποία διηύθυνε μέχρι το τέλος της ζωής του, δίνοντας συνολικά είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου.
Μάλιστα στις 3 Ιουνίου 1990 σε συνεργασία με τον κορυφαίο μουσικό Αστορ Πιατσόλα, διευθύνει την Ορχήστρα των Χρωμάτων σε μια συναυλία που ηχογραφήθηκε ζωντανά στο θέατρο του Ηρώδη του Αττικού και ήταν η τελευταία συναυλία του Πιατσόλα, ο οποίος ένα μήνα μετά έπεσε σε κώμα μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο και έφυγε από τη ζωή 2 χρόνια μετά.
Πηγή: http://www.iefimerida.gr