Η δύναμη της εικόνας (που ισούται με χίλιες λέξεις), είναι γνωστή σε όλους μας. Τη δύναμη αυτή θέλησαν, πολλές φορές και σε διαφορετικές καταστάσεις, να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τα ΜΜΕ και μάλιστα με τρόπο τέτοιο, ώστε, ως επί τω πλείστον, άλλα να μας μεταδίδουν λεκτικά, αλλά να βλέπουμε στους δέκτες μας και, στην πραγματικότητα, άλλα να συμβαίνουν.
Αυτός, φυσικά, ήταν και η αφορμή για να αρχίσει η εποχή της δυσπιστίας του κοινού απέναντι στα μέσα, κυρίως στην τηλεόραση. Η εποχή της άνθισης των «ψεύτικων εικόνων» αρχίζει προς το τέλος της δεκαετίας του 80, όπου υπήρξαν περίοδοι γεμάτες από κρίσιμα γεγονότα και σημαντικές αλλαγές, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Το παιχνίδι αυτό συνεχίζεται ακόμα και σήμερα, με τη διαφορά ότι, τώρα πια, απευθύνεται σε ένα κοινό, δοκιμασμένο, κατά κάποιον τρόπο «εκπαιδευμένο» στη «φάρσα», πιο επιφυλακτικό και υποψιασμένο με αυτά που βλέπει, σε σχέση με παλιότερα.
Ωστόσο, μετά από έρευνες και παρατηρήσεις, έχουν αποκαλυφθεί πολλά τέτοια ψευτο-ρεπορτάζ, που για λόγους, άλλοτε πλάνης, άλλοτε εντυπωσιασμού και κάποιες φορές απλά για να γεμίσει με «κάτι» το ρεπορτάζ, δεχτήκαμε, επανειλημμένως, γερές δόσεις ψεύτικων εικόνων, γλαφυρότητας και βαρύγδουπων εκφράσεων.
Ας κάνουμε μια μικρή αναδρομή με μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις:
1989: Τα μέσα μεταδίδουν εικόνες από τον ομαδικό τάφο στην Τιμισοάρα της Ρουμανίας. Εκεί ήταν θαμμένα 4.000 άτομα, θύματα των σφαγών της 17ης Δεκεμβρίου, που είχαν διαπραχθεί επί καθεστώτος του Τσαουσέσκου. Οι εικόνες του τάφου και των νεκρών, όντως μεταδόθηκαν και οι περιγραφές επιβεβαιώνονταν από την εικόνα.
Ποια είναι η αλήθεια;
Οι εικόνες των πτωμάτων ήταν αληθής, όμως δεν άνηκαν στις σφαγές της 17ης Δεκεμβρίου. Οι νεκροί είχαν ξεθαφτεί από το νεκροταφείο των απόρων. Απ? ότι φαίνεται, στο ρεπορτάζ αυτό, εκτός από δημοσιογράφο και εικονολήπτη, χρειάστηκε και ένας καλός σκηνοθέτης.
1991: Τον Ιανουάριο του 1991, μεταδόθηκαν εικόνες από τον Πόλεμο του Κόλπου. Εικόνες από τον γλάρο του Κόλπου, που έπεσε θύμα της μαύρης κηλίδας, την όποια προκάλεσε εσκεμμένα ο Σαντάμ Χουσείν. Εικόνες από μια νοσοκόμα που περιέγραφε, κλαίγοντας απαρηγόρητη, την βάρβαρη εισβολή των Ιρακινών στρατιωτών στο μαιευτήριο της πόλης του Κουβέιτ, με λεπτομέρειες για τις βιαιοπραγίες που διέπραξαν.
Ποια είναι η αλήθεια;
Θα μπορούσαμε να πούμε λακωνικά πως απλά ότι διαβάσατε είναι ένα μεγάλο ψέμα. Τίποτα από τα παραπάνω δεν συνέβη, γιατί πολύ απλά κανένα από τα ΜΜΕ δεν είχε πρόσβαση στον Πόλεμο του Κόλπου. Τους είχε απαγορευθεί η παραμονή στον τόπο του πολέμου, η απευθείας μετάδοση εικόνων και πολεμικών γεγονότων. Τα μέσα είχαν υποσχεθεί στο κοινό, εικόνες από τα πεδία της μάχης, από τους κατοίκους και από τις πληγείσες περιοχές, σε απευθείας μετάδοση.
Όπως ήρθαν, όμως τα πράγματα, η τέχνη της σκηνοθεσίας βρήκε πάλι χώρο να «ανθίσει». Ο κορμοράνος της Βρετάνης παρουσιάστηκε ως γλάρος του Κόλπου και η κλαίουσα νοσοκόμα, ήταν, στην πραγματικότητα, κόρη του πρέσβη του Κουβέιτ στην Ουάσιγκτον. Κανείς, όμως, ποτέ δεν τόλμησε να καταγγείλει τις απαγορεύσεις, που πήγαιναν κόντρα στην ελευθερία της ενημέρωσης και του λόγου. Ο πόλεμος αυτός ήταν μια επιχείρηση προπαγάνδας με ρυθμιστή το Πεντάγωνο και με τη συγκάλυψη των ΜΜΕ.
1996: Ας έρθουμε τώρα στα δικά μας. Η ελληνική τηλεόραση έχει επιδείξει και εκείνη πολλά ρεπορτάζ ψεύτικης πληροφόρησης. Τον Ιανουάριο του 1996 με την κρίση στα Ίμια, πολλά από αυτά που είχαν παρουσιαστεί και ειπωθεί, ήταν κατασκευασμένα από τα ελληνικά ΜΜΕ σε συνεργασία με τα τουρκικά. Και οι δύο πλευρές πυροδοτούσαν το κοινό με ένα εθνικιστικό πνεύμα και παραληρήματα πατριωτισμού, που θα μπορούσαν να έχουν καταστροφικά αποτελέσματα στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας.
2001: Ο τηλεοπτικός σταθμός TEMPO παρουσίασε αποκλειστικό ρεπορτάζ για το Αφγανιστάν, το οποίο μεταδόθηκε από το κανάλι τον Οκτώβριο του 2001.
Ποια είναι η αλήθεια;
Στην πραγματικότητα, το ρεπορτάζ είχε γυριστεί στο γειτονικό Πακιστάν, όπου υπήρχε πρόσβαση, αφού η έλευση στο Αφγανιστάν ήταν αδύνατη.
Παρόμοια περιστατικά ψευδών εικόνων και ειδήσεων συνέβησαν και στη Σομαλία, στον πόλεμο της Βοσνίας, στη Ρουάντα και στο Κοσσυφοπέδιο.
Και σε γεγονότα μικρότερης εμβέλειας, όπως μια πλημμύρα σε τοπική περιοχή, χρησιμοποιούνται, πολλές φορές, πλάνα αρχείου για να συνοδεύσουν το θέμα (κάτι που φυσικά είναι θεμιτό), χωρίς, όμως, τη σχετική ένδειξη «πλάνα αρχείου» να αναγράφεται στην οθόνη, με αποτέλεσμα, σε αρκετές περιπτώσεις, να μην αναλογεί ή και να απέχει μακράν, το μέγεθος της μιας περίπτωσης με εκείνης που εικονίζεται. Έτσι, το κοινό τρομοκρατείται χωρίς λόγο.
Ο δημοσιογράφος Μίκαελ Μπόρν τροφοδοτούσε τα Γερμανικά ιδιωτικά κανάλια με αποκλειστικά ρεπορτάζ που τις πιο πολλές φορές έκαναν πάταγο. Ένα, όμως, άφησε εποχή.
Το ρεπορτάζ έδειχνε τους παράνομους αντάρτες του κουρδικού ΡΚΚ σε ένα κρησφύγετο τους στην Τουρκία, να ετοιμάζουν βόμβες οι οποίες προορίζονταν για τοποθεσία σε τουρκικά τουριστικά θέρετρα. Το σχετικό βίντεο, εξέτασαν Τούρκοι βοτανολόγοι, οι οποίοι μετά από προσεκτική παρατήρηση, ανακάλυψαν ότι τα φυτά έξω από το ορμητήριο των Κούρδων δεν φύονται στην Τουρκία, αλλά στην Ελλάδα!
Και είχαν δίκιο. Ο Μπόρν είχε πράγματι γυρίσει το ρεπορτάζ στην Ελλάδα. Όσο για τους Κούρδους τρομοκράτες, ήταν Αλβανοί που ζητούσαν μεροκάματο και το πιο αστείο από όλα, ήταν ότι οι βόμβες που κατασκεύαζαν ήταν από πλαστελίνη!
Φαίνεται πως ο Μίκαελ Μπόρν δεν ήταν πρωτάρης στα στημένα ρεπορτάζ. Το ψέμα είχε γίνει για τα καλά το κύριο εργαλείο της δουλειάς του. Το 1995, το «μια του κλέφτη δυο του κλέφτη» επαληθεύτηκε για τον Μπορν, αφού αποκαλύφθηκαν όλα τα ψεύτικα ρεπορτάζ του και καταδικάστηκε σε τέσσερα χρόνια φυλάκισης. Στη δίκη του ισχυρίσθηκε, ότι τα ιδιωτικά κανάλια με τα οποία συνεργαζόταν ήξεραν ότι τα ρεπορτάζ ήταν πλαστά.
Ο κάμεραμαν του Μπόρν ήταν Έλληνας. Ο Γιώργος Ιωάννου, ο οποίος επίσης καταδικάστηκε, ομολογεί πως τα κανάλια έπρεπε να είχαν υποψιασθεί την απάτη, αλλά αυτό δεν ήταν παρά ψιλά γράμματα. Αυτό που τους ενδιέφερε ήταν η θεαματικότητα. Στην εκπομπή του Στέλιου Κούλογλου, ο ίδιος ο Μπορν είχε πει την χαρακτηριστική φράση: «Είμαι στη φυλακή για κάτι που συμβαίνει κάθε μέρα».
Όπως αποδεικνύεται, λοιπόν, και από την ιστορία, σε κάθε απαγορευμένο σημείο, σε κάθε πόλεμο, στην όποια καταστροφή, για το μέσο η αναζήτηση και η προβολή της αλήθειας είναι, ίσως, το τελευταίο. Η αντικειμενικότητα δίνει τη σκυτάλη στον εντυπωσιασμό και η ακρίβεια στη φαντασία. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη από τις εικόνες κινηματογραφικής αισθητικής, πού μεταδίδουν τα μέσα. Ένα ατέλειωτο κυνήγι αποκλειστικότητας και τηλεθέασης. Ένα παιχνίδι δίχως τέλος.
Της Έλενας Αρώνη, 21/8/2019