Σε μια ακρόαση στην οποία συμμετείχαν γύρω στα 1200 άτομα ο Γιαν Φαμπρ την επέλεξε να είναι ανάμεσα στους 13 εκλεκτούς του. Και πηγαίνοντας στο θέατρο Αργώ για να δει κάποιος το Πιτσιμπούργο δεν μπορεί να μη δικαιώσει τον Βέλγο performer για την επιλογή του. Με Έλληνα πατέρα και Μεξικανή μητέρα η Ζαφειρία Δημητροπούλου – Δελάνχελ δεν είναι μόνο ένα κράμα Μεσογείου και Λατινικής Αμερικής, αλλά και ένα από τα διαμάντια, τα οποία βρίσκεις ψάχνοντας με προσοχή στη θεατρική Αθήνα.
Για μια τέτοια ερμηνεία αξίζει και με το παραπάνω μια επίσκεψη στο θέατρο Αργώ για την παρακολούθηση ενός έργου, το οποίο διαδραματίζεται το 1913, αλλά μοιάζει τόσο επίκαιρο.
Η Ζαφειρία είναι ένα από τα νέα μεγάλα ταλέντα της υποκριτικής στην Ελλάδα και στόχος της είναι να φύγει ξανά για το εξωτερικό, όπως έκανε για έξι μήνες μέσα στο 2012, όταν και δούλεψε για τον Φαμπρ. Στη συνέντευξη της, μάλιστα, ξεκαθαρίζει πως ο Βέλγος δεν κακοποιεί τα ζώα, όπως έχει κατηγορηθεί, ενώ αναφέρεται και στα πόσα πολλά πράγματα έχει μάθει θητεύοντας δίπλα του. Εκτός από το Πιτσιμπούργκο, η νεαρή ηθοποιός εμφανίζεται αυτήν την χρονική περίοδο για λίγες παραστάσεις και στο Mάκμπεθ Ροκ Εν Ρολ Νέβερ Ντάις στο ΒΕΤΟΝ7.
* Ποτέ δεν σκέφτηκα να ακολουθήσω την υποκριτική ούτε ως σπουδή ούτε ως επάγγελμα. Συμμετείχα από μικρή ηλικία σε εργαστήρια θεατρικής αγωγής, σε ερασιτεχνικές ομάδες, αλλά ποτέ δε το πήρα στα σοβαρά. Στο πρώτο έτος του πανεπιστημίου πήρα την απόφαση να δώσω εισαγωγικές εξετάσεις για πλάκα.
* Δεν ξέρω να ορίσω την έννοια υποκριτική. Ξέρω μόνο να πω κάτι που μου έμαθαν στη σχολή του θεάτρου Τέχνης από που και αποφοίτησα πως η τέχνη της υποκριτικής δεν αφορά μόνο στο ταλέντο, αλλά κυρίως στη δουλειά, στην πειθαρχία, στην χρήση όλων σου των μέσων πνευματικών και σωματικών. Αν μάθεις να τα διαχειρίζεσαι αυτά και να το απολαμβάνεις τότε η δουλειά σου απογειώνεται.
* Το Πιτσιμπούργκο από την γραφή του μέχρι το στήσιμο του πάνω στο σανίδι έχει αλήθεια, είναι αλήθεια. Μια απλή ιστορία αλληλογραφίας δύο νέων που αποδίδεται όμως όσο πιο απλά και συνάμα σκληρά μπορεί κανείς να φανταστεί. Χωρίς γραφικότητες και περιττές φιοριτούρες βλέπεις και κυρίως νιώθεις αυτό που είναι. Από την σκηνοθεσία μέχρι τα φώτα και τα σκηνικά και τις ερμηνείες αυτή η δουλειά αποτελεί πρόταση απ’ όλους τους συντελεστές.
* Είναι τόσο επίκαιρο που κανείς τρομάζει στη σκέψη του πόσο όλα κινούνται στη σφαίρα του φαύλου κύκλου. Οικονομική δυσχέρεια, ανθρώπινες σχέσεις, απόγνωση, εγκατάλειψη, ελπίδα και μέλλον, παρελθόν και φυσικά το ανυπέρβλητο παρόν.
* Η χιώτικη διάλεκτος αποτέλεσε για μένα καταλυτικό ρόλο στο να δεχτώ τη δουλειά. Η αμεσότητα για μένα στο θέατρο είναι τεράστιο ζήτημα, είτε μιλάμε για αρχαία τραγωδία, είτε για ψυχολογικό θέατρο, είτε ακόμα για σωματικό. Με αφορά πολύ ως ηθοποιός, αλλά κυρίως ως θεατής η επικοινωνία με τους συμπαίχτες και με το κοινό αντίστοιχα. Το θέατρο είναι ένα παιχνίδι συνωμοσίας όπου θέτονται κάποιοι κώδικες. Εδώ ο κώδικας μας ήταν η ιδιωματική γλώσσα. Η γλώσσα είναι πολιτισμός, είναι χαρακτήρας είναι το ζουμί. Αν το αφαιρούσαμε θα μιλούσαμε για ένα στεγνό πιάτο.
* Με την Ελέγκω ως χαρακτήρας δυστυχώς δεν έχουμε πολλά κοινά. Και λέω δυστυχώς γιατί εκείνη κατέχει το “δώρο” της άγνοιας. Δεν έχει πληροφόρηση, δεν έχει εξειδίκευση, δεν έχει γνώση. Άρα έχει ψυχή και έτσι ζει δρα και αντιδρά με τρόπους πιο κοντά στα ζωώδη ένστικτά μας. Δε θέλω να παρεξηγηθώ. Δε θα προτιμούσα να ζω στα χρόνια της. Ούτε απαξιώ για τα δώρα της εξέλιξης και του δυτικού πολιτισμού. Απλώς ζηλεύω τον πηγαίο αυθορμητισμό της και την πρωτογενή σκέψη της, τα οποία εγώ βιώνω κυρίως όταν είμαι ερωτευμένη. Και εκεί είναι και το σημείο που βρήκα τα περισσότερα κοινά. Σε καταστάσεις που η λογική μικραίνει.
* Στην Ελλάδα του 2013 και όχι του 1913, που εξελίσσεται το Πιτσιμπούργκο ζούμε ακραίες καταστάσεις που καθιστούν το έδαφος πρόσφορο για έκφραση ακραίων πράξεων συναισθημάτων και απόψεων. Μένω στα Εξάρχεια πολύ κοντά σε περιοχές οπού οι μετανάστες κατοικούν και εργάζονται. Δε θέλω να πω γραφικότητες, αλλά δε διανοούμαι τι τους κάνει διαφορετικούς από εμάς. Έρχομαι από μια οικογένεια που υπάρχει μέσα της η πολυπολιτισμικότητα. Βέβαια δε βίωσα ποτέ τον ρατσισμό γιατί σ’ αυτήν τη χώρα ο ρατσισμός αφορά συγκεκριμένους λαούς.
* Μας ενοχλεί ο Αλβανός στα 90’s, ο Πακιστανός σήμερα, όμως ο Άγγλος και ο Γάλλος είναι κυριλέ. Συγγνώμη κιόλας. Εγώ είμαι μισή από το Μεξικό. Γεννήθηκα εκεί, έχω και την μεξικανική υπηκοότητα και ποτέ κανείς δε μου φέρθηκε ρατσιστικά. Τουναντίον όλοι ενθουσιάζονται. Δεν το καταλαβαίνω αυτό. Το Μεξικό είναι μια πάμφτωχη σχεδόν τριτοκοσμική χώρα και έτσι αντιμετωπίζεται από την καπιταλιστικότατη Αμερική, όπως και ολόκληρη η Λατινικη Αμερικη. Δε σου τρώει τη δουλειά κανένας Αλβανός, Πακιστανός ή κάτοικος Βαλκανίων. Το μυαλό σου και η ανασφάλεια σου, σου τρώνε τη δουλειά.
* Παράλληλα συμμετέχω στο φεστιβάλ θεατρικών συνθέσεων του BETON7 με την παράσταση Μάκμπεθ Ροκ εν Ρολλ νέβερ ντάις σε σκηνοθεσία Πέρη Μιχαηλίδη, όπου είχα τη χαρά να είμαι σ΄ αυτήν τη δουλειά και ως βοηθός σκηνοθέτη. Και πραγματικά έμαθα παρά πολλά. Ο Πέρης Μιχαηλίδης είναι ο Γιαν Φαμπρ της Ελλάδας. Ήταν σχολείο για μένα. Πρόκειται για μια περφόρμανς- καταγγελία στην ουσία σχετικά με την εξουσία.
* Αποδομούμε την εξουσία και τη θεατρική συμβαση. 35 λεπτά πολύ δυνατά πάνω σε κείμενα του Σαίξπηρ και του Μίλλερ. Είναι μια γροθιά στο στομάχι. Δεν έχει ωραίες εικόνες. Έχει την αλήθεια ωμή. Σοκάρει, προβληματίζει μέσα από μια άρτια αισθητική, κάτι που χαρακτηρίζει τον κύριο Μιχαηλίδη. Παίζουν ακόμα η Βαλέρια Χριστοδουλίδου και η Ναταλία Καλημεραντζή.
* Πιστεύω πως ο Γιαν Φαμπρ είδε σε μένα αντίληψη και με επέλεξε. Αυτό πιστεύω πως ζητούσε στην ακρόαση και στις πέντε φάσεις της οντισιόν. Δε το περίμενα να με πάρει. Πήγα απλώς για την εμπειρία μιας τέτοιας οντισιόν. Οσο περνούσα τα στάδια βέβαια άρχισα να πιστεύω μέσα μου πως ποτέ δε ξέρεις. Στο τελευταίο πια στάδιο άρχισα να ελπίζω και να το θέλω πιο πολύ.
* Δε μ’ αρέσει να θεοποιώ ανθρώπους και καταστάσεις. Ήταν σημαντικό για μένα που με επέλεξε, ενώ δεν είχα καν τελειώσει τη σχολη και με πήρε με υποτροφία. Όπως όμως ηταν σημαντικό το ότι ο Χρονόπουλος και η επιτροπή του Τέχνης με δέχτηκαν καν στη σχολή τρία χρόνια πριν. Δε γίνεται να ξεχνάς από που ξεκίνησες, γιατί τότε θα ξεχάσουν και οι άλλοι εσένα.
* Έμενα στην Αμβέρσα. Εκεί είναι η βάση του Φαμπρ. Υπέροχη πόλη αμιγώς καλλιτεχνική. Στηρίζουν τον πολιτισμό στο έπακρο. Πολυπολιτισμική πόλη, με πολλούς μετανάστες, πολύ αληθινή. Χάλια καιρός, χάλια κατάθλιψη και χάλια γλώσσα. Τα φλαμανδικά πολύ δύσκολα δε μπόρεσα ποτέ να μάθω το παραμικρό. Θα έφευγα ξανά από την Ελλάδα για να δουλέψω. Και θα φύγω.
* Ο Φαμπρ ήταν για μένα ο άνθρωπος που μ’ έμαθε να δουλεύω. Ο άνθρωπος διδάσκει τεχνική. Μιλάει για την επανάληψη για το σώμα στα άκρα για αισθητική. Είναι εικαστικός πάνω απ’ όλα και μετά σκηνοθέτης. Αποτελεί και θ’ αποτελέσει μεγάλο όνομα στην ιστορία του θεάτρου και του χοροθεάτρου ανάλογο της Πίνα Μπαους. Δεν κακοποίει τα ζώα, όπως κάποιοι έχουν πει. Τα αγαπάει και ξέρει πολύ καλά τι κάνει. Δε θα ήθελα ν’ αποκαλύψω τα θεατρικά τρικ που χρησιμοποιεί. Πρωτον γιατί είναι ον τουρ ακόμα η παράσταση, αλλά και γιατί χάνεται το νόημα. Πάντως δηλώνω πως το μόνο που δεν κάνει είναι να κακοποιεί ζώα.
* Αγαπώ και την Ελλάδα και το Μεξικό εξίσου. Έχω προσαρμοστεί εδώ από μικρή ηλικία, εδώ μεγάλωσα ουσιαστικά. Σωστή η επιλογή των γονιών μου. Το Μεξικό ήταν ωραίο αλλά είναι πολύ επικίνδυνο και πολύ φτωχό. Μιλάμε, όμως, για φτώχια. Καμιά σχέση με εδώ. Μιλάμε για σπίτια από λάσπη. Μιλάμε για απουσία μεσαίας οικονομικής τάξης. Είσαι ή φτωχός ή πλούσιος. Η διαφορά με την Ελλάδα, είναι επίσης και η απουσία της μιζέριας. Για τους Μεξικανούς έχει πάντα ο Θεός. Και έχει πάντα με χαμόγελο…
* Λατρεύω την Αθήνα. Είναι αληθινή πολύ, λίγο σα το Βερολίνο. Έχει μια ντέκα που σε αφοπλίζει, είναι ζωντανή. Μια παρακμή! Η παρακμή είναι γοητεία, η μιζέρια αρρώστια.
* Αυτό που μου αρέσει στο All4fun είναι ότι έχει ψυχή σαν σάιτ. Ξυπνάω κάθε μέρα να δω την φωτογραφία της ημέρας. Μην αλλάξετε! Άμα μεγαλώσετε λέω να μείνετε παιδιά. Είναι μαγικό!
& Aναλυτικές λεπτομέρειες για την παράσταση Πιτσιμπούργκο ακολουθούν στον σχετικό σύνδεσμο: http://www.all4fun.gr/fun/theater/5780-2013-02-12-14-55-05.html
Του Κυρ. Κουρουτσαβούρη, 27/3/2013