Ο δυναμισμός της ενδεχομένως και να ξεγελάει. Ίσως, γιατί κρύβει το χιούμορ που διαθέτει. Τόσο, που να μπορεί να αυτοσαρκάζεται, αλλά και να περιμένει να συμμετάσχει σε μια κωμωδία π.χ. και όχι σε ρόλους πιο δραματικούς, όπως συνηθίζεται να της δίνονται.
Η Ελένη Μπουκουβάλα ακολούθησε μια διαφορετική πορεία από τις περισσότερες Ελληνίδες ηθοποιούς, αφού επτά χρόνια πριν αποφάσισε να μετακομίσει στην Αυστραλία και να δοκιμάσει εκεί την τύχη της. Τα πήγε περίφημα μάλιστα, όμως η Ελλάδα της έλειπε και έτσι κατά τη διάρκεια της καραντίνας επέστρεψε. Στην πρώτη της χρονιά μετά τον επαναπατρισμό είχε βασικό ρόλο στο “Μόλις χθες” με σκηνοθέτη τον Βασίλη Θωμόπουλο, ενώ η φετινή σεζόν την βρίσκει θεατρικά στο “Ξουθ” (για λίγες καλοκαιρινές παραστάσεις) σε σκηνοθεσία Ρουμπίνης Μοσχωρίτη και με την αναμονή για την επόμενη τηλεοπτική της δουλειά (με τόσες σειρές είναι απορίας άξιον πώς ακόμα δεν έχει κλείσει κάπου).
* Καλοκαίρι μετά τις πανελλήνιες τις αναθεματισμένες, έχει σχεδόν συνωμοτήσει όλος ο περίγυρός μου και κυρίως η μαμά μου, να με “πείσουν” να πάω σε δραματική. Ενώ εγώ φοβόμουν γιατί έλεγα “πού να μπλεξω, πώς θα βρω δουλειά, τόσα ακούγονται” κλπ. Τώρα το πώς προέκυψε εξαρχής αυτή η κουβέντα, ένας Θεός θα ήξερε αν υπήρχε. Μάλλον, ήταν κάτι που το ήθελα από γεννησιμιού μου και απλά δεν το ξαναείπα μετά τα 5, που με θυμάμαι να το ζητάω.
* Όσο για τη σκηνοθεσία, κυριολεκτικά προέκυψε, πριν τέσσερα χρόνια, όταν δούλευα στη Μελβούρνη ως θεατροπαιδαγωγός στα σχολεία της ελληνικής κοινότητας και έκανα θεατρικό παιχνίδι στην ομάδα ενηλίκων του Creative Drama με επικεφαλής την Κατερίνα Πουταχίδου. Ζήτησαν να ανεβάσουμε παράσταση, τη γράψαμε, τη συνθέσαμε, τη στήσαμε, την ανεβάσαμε.
* Υποκριτική και σκηνοθεσία είναι δύο πολύ διαφορετικά μεταξύ των πράγματα. Η υποκριτική είναι ένα παιχνίδι, είναι έκφραση, είναι ο ορισμός της ενσυναίσθησης. Η σκηνοθεσία είναι άλλο παιχνίδι, άλλου είδους έκφραση (τελικά ίσως δεν διαφέρουν και τοσο, ε;). Απλά, ενώ στη σκηνοθεσία είσαι εκείνο που προετοιμάζει το δείπνο, στην υποκριτική είσαι το δείπνο το ίδιο. Εξίσου σημαντικά!
* Για την προ κόβιντ εποχή εδώ δεν μπορώ σου μιλήσω με σαφήνεια, διότι έλειπα χρόνια στο εξωτερικό και δεν είχα καμία επαφή με τον κύκλο εδώ. Μόλις γύρισα, που έπεσα ακριβώς πάνω στην καραντίνα, είχα προγραμματίσει να μην δουλέψω για το πρώτο διάστημα, επομένως δεν επηρεάστηκα προσωπικά. Ωστόσο ξέρω καλά ότι συνάδελφοι που έμειναν άνεργοι για πολύ καιρό δυσκολεύτηκαν εξαιρετικά. Όπως σε όλους τους κλάδους φαντάζομαι, μόνο που ο δικός μας είναι από αυτούς που επλήγησαν περισσότερο και μάλιστα χωρίς κρατική στήριξη.
* Όσο για το σήμερα, “με ανασφάλεια” νιώθω ότι είναι η απάντηση, γιατί ποιος μας εγγυάται ότι τα θέατρα θα μείνουν ανοιχτά φέτος. Άσε που αυτή η λέξη διέπει τον χώρο του θεάματος εκ προοιμίου…
* Απαντώντας στο πώς βλέπω όλα αυτά που συμβαίνουν στον χώρο μας αλλά και στην Ελλάδα γενικότερα, είναι μεγάλη ερώτηση. Ποιο από όλα όσα συμβαίνουν σε τούτο τον πολύπαθο χώρο; Αν μιλάμε για το #metoo, χαίρομαι πολύ που ξεκίνησε, διότι μόνο από έναν χώρο προβεβλημένο θα μπορούσε να ξεκινήσει και να έχει κάποια ισχύ. Το τι ισχύ έχει βέβαια, όταν άνθρωποι κρίνονται ένοχοι και αποφυλακίζονται, είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Όμως είναι θετικό το ότι άνθρωποι που υπέστησαν οποιαδήποτε μορφή βίας βρίσκουν το θάρρος να μιλήσουν. Κι ας ακούγονται ακόμα τα “και γιατί δε μίλησε τότε” και “τι ήθελε στο καμαρίνι του” και λοιπά. Είμαστε βαθιά πατριαρχική και οπισθοδρομική κοινωνία, δε σβήνεται αυτό έτσι εύκολα, θέλει αγώνα.
* Αν μιλάμε για τις εργασιακές συνθήκες, τους μισθούς, τις άπειρες απλήρωτες εργατοώρες, αυτό είναι θέμα τύχης να πω; Συνεργατών; Γιατί μου έχει συμβεί να μείνω απλήρωτη, μου έχει συμβεί και να βρω εργοδότες-σπαθιά.
* Και για την ευθύνη ορισμένων καλλιτεχνών φαντάζομαι πως έχουν μερίδιο όσοι ήξεραν και δεν μιλούσαν. Ωστόσο άλλη βαρύτητα έχει ένα “δεν ήξερα” ενός πρωτοεμφανιζόμενου συναδέλφου από φόβο μη θαφτεί η καριέρα του διαπαντός, όσο κι αν δεν δικαιολογείται, και άλλη ενός, ας πούμε υπουργού Πολιτισμού (τυχαίο παράδειγμα…)
* Όσο για τα εργασιακά, πάνω κάτω ισχύουν τα ίδια. Θέλει αλληλεγγύη, θέλει σύμπραξη το πράμα και ένα “μαζί” (Και μήπως τάχα όλα στη ζωή δεν είναι έτσι;).
* Για τη σημασία της τέχνης τι να πρωτοπώ; Τι θα ηταν η ζωή μας χωρίς αυτή; Μέχρι και τα σεντόνια μας θα ήταν άχαρα. Πώς πέρασε η καραντίνα για τους περισσότερους; Με Netflix. Πώς χαλαρώνουν, ξεκουράζονται, διεγείρονται, διασκεδάζουν οι περισσότεροι; Με ταινίες, μουσική, θέατρο και ποίηση. Τι κρεμάμε στους τοίχους μας; Ζωγραφιές. Ε, πώς λοιπόν να ήταν η ζωή χωρίς την τέχνη; Άχρωμη και άοσμη. Βαρετή. Η τέχνη μας ομορφαίνει μέσα κι έξω. Και μας παρακινεί. Και οι καλλιτέχνες οφείλουν να κάνουν το ίδιο. Η τέχνη είναι θέση εξ’ ορισμού.
* Το “Ξουθ” είναι ένα πολύ ενδιαφέρον έργο, ένα μυθιστόρημα που εκδόθηκε πριν το 1900 κι ωστόσο, λίγα έχουν αλλάξει από τότε. Με πρότεινε λοιπόν ο Κυριάκος Κουρουτσαβούρης (δε ξέρει καλέ ο κόσμος ότι εσύ με ρωτάς;) ως αντικαταστάτρια της Πηνελόπης Σεργουνιώτη, η Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη τον(σε) εμπιστεύτηκε και προχωρήσαμε. Αν και είναι αρχικά για δύο μόνο παραστάσεις, ανυπομονώ τόσο πολύ να έρθουν. Και γιατί έχω χρόνια ν’ ανέβω στο σανίδι στην Ελλάδα και γιατί είναι διασκευασμένο σε μιούζικαλ, που όσο και να πεις ανεβάζει το επίπεδο δυσκολίας. Επίσως έχω μια επιπλέον αδυναμία στα μιούζικαλ.
* Εγώ και ο ρόλος (ρόλοι για τη ακρίβεια) είναι η μέρα με τη νύχτα! Ο ένας χαρακτήρας χρησιμοποιεί τη θηλυκότητά του για να επιτύχει τους σκοπούς του, ο άλλος εξαπατά τον Πίθηκο Ξουθ για οικονομικό όφελος. Καμία ταύτιση. Αλλά είναι διασκεδαστικό και πολύ συναρπαστικό.
* Θεατρικά δεν μπορώ να ονοματίσω ούτε έργα, ούτε συνεργάτες που θέλω γιατί είναι αναρίθμητα. Κι εγώ, πολυσχιδής. Θέλω να παίξω στην Επίδαυρο, θέλω και σε ένα μεγάλο, “εμπορικό” θέατρο.
* Θέλω και σε μια υπόγα, να βάλω τα σώψυχά μου ρεαλιστικά, θέλω και να βάλω περούκες και να τραγουδάω. Τα θέλω όλα!
* Ε, ακριβώς το ίδιο και στο σινεμά! Θέλω και Οικονομίδη, θέλω και Βούλγαρη. Κι όταν λέω “θέλω”, εννοώ ΠΟΛΥ. Μου αρέσουν και οι ψαγμένες μικρού μήκους, αλλά με ξεκουράζουν οι κωμωδίες. Γενικά δεν πιστεύω στον διαχωρισμό των ειδών.
* Το “Μόλις χθες” ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα, τη στιγμή που έπρεπε! Χάρηκα πολυ που γνώρισα όμορφους ανθρώπους, και που, για να είμαστε και ρεαλιστές, βρήκα δουλειά. Ενώ έλειπα χρόνια και χωρίς να με γνωρίζει πια κανείς, ο Βασίλης Θωμόπουλος έκανε ανοιχτό κάστινγκ (ω ναι!) και μου έκανε την τιμή να με διαλέξει.
* Τώρα σχετικά με τις 42 σειρές για τη νέα σεζόν, θεωρητικά είναι πολύ ελπιδοφόρο που η μυθοπλασία επιστρέφει τόσο δυναμικά, αρκεί να μη χρειάζονται εκπτώσεις στην ποιότητα. Η αλήθεια είναι πως έχει επικρατήσει τελευταία ο θεσμός των Casting directors, όπως και στο εξωτερικό, μόνο που εκεί υπάρχουν και μάνατζερς να σε βγάζουν από τη δύσκολη θέση της εύρεσης εργασίας και της διαπραγμάτευσης, ενώ εδώ ο κάθε ηθοποιός καλείται να τα κάνει όλα (και να συμφέρει). Αν είσαι “έξω από τον χορό”, είναι πραγματικά δύσκολο.
* Για την τηλεόραση τι να πρωτοπώ, θα γίνω κουραστική με την ποικιλία. Θέλω πολύ να κάνω μια έξυπνη κωμωδία σαν του Καπουτζίδη, θέλω να κάνω κινηματογράφο στην τηλεόραση σαν του Παπακαλιάτη, μου αρέσουν πολύ τα εποχής, και ξεχώρισα πέρσι τα “Ψέματα” με το τεράστιο κοινωνικό ενδιαφέρον. Συνοπτικά, θα σου πω: σχεδόν τα πάντα!
* Πέρασαν επτά χρόνια από τότε που πήγα στην Αυστραλία, το πώς το βίωσα τότε (ως μια εμπειρία θα σου πω) με το πώς θα το βιώνα τώρα έχοντας ήδη κάνει οικογένεια έχει μεγάλη διαφορά. Και όχι, δεν νομίζω πως θα ξαναπήγαινα τόσο μακριά και βασικά κάπου που δεν μιλούν ελληνικά, γιατί δε θα μπορούσα να κάνω τη δουλειά μου αυτούσια. Εκεί, μέσα σε όλες τις υπόλοιπες δουλειές και σπουδές, δούλεψα ως δασκάλα χορού και θεατροπαιδαγωγός, σκηνοθέτησα μια παράσταση, τραγούδησα, έκανα παιδικά πάρτυ, πράγματα παρεμφερή, όμως δεν ήταν υποκριτική και μου έλειψε πραγματικά. Έτυχα αποδοχης στην ομογένεια, το μέσα μου όμως ήθελε την επιστροφή.
* Με τον αθλητισμό είναι πιο αστεία η σχέση μου. Χορεύω, ναι. Από μικρή κάνω παραδοσιακούς, τους οποίους και δίδασκα στη Μελβούρνη, σπούδασα assistant dance teacher και δούλεψα και με παιδιά προσχολικής ηλικίας ως δασκάλα χορού εκεί, αλλά με τον αθλητισμό χωρίσαμε μικροί. Βασικά δεν συναντήθηκαν ποτέ οι δρόμοι μας. Το γράψιμο το κρατάω προς το παρόν για μένα. Α, στην επόμενη καραντίνα σκέφτομαι ν’ αρχίσω και πλέξιμο!
* Γυρνώντας από το εξοχικό κάθε χρόνο στην Αθήνα μ’ ενοχλεί το τσιμέντο, η αποξένωση, η έλλειψη φύσης, η κίνηση, όλα. Συνηθίζω γρήγορα όμως και με γοητεύει η άτιμη. Την αποκαλώ γριά πόρνη. Και είναι. Και γριά και γοητευτική.
* Στο All4fun πάνω – πάνω απ’ όλα μου αρέσει αυτή η συνέντευξη. ♡ (σ.σ γέλια)
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 27/8/2022