Ελάχιστοι ασχολήθηκαν τόσο ενεργά και δυναμικά όλα αυτά τα χρόνια – ακόμη και αν οι καθυστερήσεις διαδέχονταν η μία την άλλη – με την πολύκροτη δίκη της Χρυσής Αυγής, όσο η Δώρα Χρυσικού. Από τις πρώτες στιγμές ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την υπόθεση και βρισκόταν στις δικάσιμες όσο μπορούσε περισσότερο. Κάπως έτσι της δημιουργήθηκε η επιθυμία της να γνωρίσει τη Μάγδα Φύσσα.
Και όταν τελικά τα κατάφερε πέρα από τον σεβασμό, που ένιωσε για αυτήν την σπουδαία γυναίκα, απέκτησε και σχέσεις αγάπης και φιλίας. Έτσι σε μια ιστορική συγκυρία στη χώρα μας, την επιλέξαμε και ως το πρόσωπο μιας εβδομάδας, η οποια ξεκίνησε με την καταδίκη των επτά διευθυντικών στελέχων της εγκληματικής οργάνωσης. Εκτός από ηθοποιός με τσαγανό η Δώρα, είνα και μια μαχήτρια των δρόμων και είναι ορμητική και στα λόγια, όπως επιβεβαιώνεται και από την σχετική συνέντευξη.
* Νομίζω πως η αφορμή για να προκύψει η υποκριτική ήταν η συμμετοχή μου στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Το μετέωρο βήμα του πελαργού». Ήμουν τότε 14 χρονών και βρισκόμουν με υποτροφία στην Όπερα της Στουτγκάρδης, όπου σπούδαζα κλασικό χορό. Η συμμετοχή μου στην ταινία συνέπεσε με την επιστροφή μου στην Ελλάδα λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας κι αυτό αποτέλεσε για μένα μια τεράστια απογοήτευση αφού ήξερα ότι σηματοδοτούσε το τέλος ενός μεγάλου ονείρου από είχα από μικρή του να γίνω μπαλαρίνα. Η επαφή με την υποκριτική ήταν διέξοδος, αντικατέστησε κατά κάποιον τρόπο την αγωνία του «και τώρα τι;». Η αλήθεια βέβαια είναι (αφού εδώ στο All4fun λέω να πω μόνο αλήθειες), πως ποτέ δεν δόθηκα, ούτε αγάπησα το θέατρο όσο τον χορό. Τίποτα ποτέ δεν αγάπησα όσο τον χορό. Ίσως μόνο τον αγώνα για ένα καλύτερο κόσμο. Όπως επίσης δεν πιστεύω πως είχα στην υποκριτική το ταλέντο που είχα στον χορό, όπου μάλλον ήμουν όντως ξεχωριστή. Αλλά τελικά η ζωή είναι μια σειρά από περίεργους συνδυασμούς γεγονότων και επιλογών. Όχι πάντα συνειδητών κι όχι φυσικά πάντα ιδανικών.
* Τι να σου πω χωρίς να ακουστεί κλισέ σχετικά με το τι σημαίνει υποκριτική για μένα. Είναι ένας τρόπος έκφρασης που μπορώ να κατανοήσω τα βήματα του και μάλλον η καλύτερη άσκηση για το νευρικό μου σύστημα. Τώρα αν κάποιος περιμένει να ακούσει ότι είναι η ζωή μου, μάλλον θα απογοητευτεί. Γιατί αφενός δεν ισχύει και αφετέρου γιατί του να είμαι ηθοποιός είναι απλώς ένα (μικρό) μέρος της ζωής μου. Είναι η δουλειά μου στο τώρα. Η ζωή του καθενός είναι τόσο πολύπλευρη, πολυποίκιλη, ένα σύμπλεγμα τόσων συνθηκών και συνχρονικοτήτων ορίζουν το «εγώ. Οπότε μάλλον είναι ένα τμήμα του που αντέχει στο παρόν. Ακόμα, μετά από 20 χρόνια.
* Ανήκω σε μια γενιά που οριακά πρόλαβε τις καλές εποχές. Αυτές που το θέατρο ήταν δουλειά για την οποία πληρωνόσουν και ζούσες κι όχι χόμπι, καπρίτσιο, ψώνιο και δεν ξέρω εγώ τι άλλο. Από την αρχή των μνημονίων και της οικονομικής λιτότητας ο χώρος της Τέχνης ήταν ο πρώτος που μισθολογικά επλήγη, φέρνοντας στην επιφάνεια παθογένειες και παραλήψεις χρόνων που παρόλο που ήταν γνωστές, η αντιμετώπιση τους ήταν λίγο «σαν τον ελέφαντα μέσα στο δωμάτιο».
* Μια κυβέρνηση που έχει ως προτεραιότητα το «νόμος και τάξη», που προσλαμβάνει αφειδώς παπάδες και αστυνομικούς, κι όχι γιατρούς και δασκάλους, που κρατά ψηλά στην πολιτική ατζέντα τον άκαρπο εθνικισμό, και τη θρησκοληψία, «γαργαλώντας» τα πιο ποταπά ένστικτα του ακροδεξιού ακροατηρίου της. Αντιμετωπίζει τη χώρα σαν τσιφλίκι της σκορπώντας χωρίς αιδώ χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων σε φιέστες, φιάσκα, σε γνωστούς και φίλους και φέρεται στους κατοίκους της ως πειραματόζωα κοινωνικών πρακτικών περασμένων δεκαετιών, παστώνει με χιλιάδες ευρώ τα ΜΜΕ για να παπαγαλίζουν κακή προπαγάνδα, ενώ αφήνει τα παιδιά της χωρίς σχολεία και δασκάλους, τους πολίτες της χωρίς στιβαρή δημόσια υγεία. Δεν τη νοιάζουν οι καλλιτέχνες, ούτε η Παιδεία και η Πρόοδος. Παρίες μας θεωρούν και ως παρίες και γραφικούς μας αντιμετωπίζουν. Αυτό που λένε οι θείτσες «καλά καμιά κανονική δουλειά δεν θα βρείς» συμπυκνώνει όλη την μικροαστική και μικρόψυχη νοοτροπία της κυβέρνησης απέναντι μας. Μάγκες ήμασταν ανεπάγγελτοι μέχρι τώρα, αλλά δεν το μάθατε από μένα. Πλέον είμαστε και αόρατοι, αλλά πάλι δεν το μάθατε από μένα.
* Η τέχνη δεν δίνει απαντήσεις ή αν δίνει είναι σαν τους χρησμούς της Πυθίας. Θέτει όμως ερωτήματα, λειτουργεί ως καθρέφτης. Κι είναι τόσο προσωπική όσο και συλλογική. Γιατί ξεκινάει ως μια προσωπική διαδρομή που στην πορεία συμπαρασύρει πολλούς ακόμα. Για μένα το πιο συγκινητικό στοιχείο στην τέχνη είναι αυτό το «συμπεριληπτικό» που παρέχει, όπως οι μεγάλες αγκαλιές. Όλοι χωρούν και όλοι μπορούν να παρηγορηθούν. Να βρουν έναν τόπο προσωπικό δικό τους. Η Τέχνη στέργει κι αυτό το βρίσκω συγκλονιστικό ως διαδικασία και συνθήκη. Νομίζω πως οι καλλιτέχνες όψιμα μεν αλλά οκ, αποκτήσαμε μια ταυτότητα πολίτη και αυτό είναι παρήγορο.
* Η νέα γενιά είναι πολύ πιο υποψιασμένη και ενεργή ως προς τις κοινωνικοπολιτικές διεκδικήσεις, επιταγές και προσδοκίες. Όχι σε στενό συντεχνιακό πλαίσιο, αλλά σε ευρύτερο κοινωνικά. Ο ιός υπήρξε ο καταλύτης για να συνειδητοποιήσουν οι καλλιτέχνες πως είναι μέρος της ίδιας εργασιακής αλυσίδας όπως όλοι οι υπόλοιποι συμπολίτες μας και μάλιστα ο πιο αδύναμος κρίκος της. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχουν ιδιαίτερες εργασιακές συνθήκες στον κλάδο μας. Γι αυτό όμως το λόγο πρέπει να είμαστε μαζί και συνοδοιπόροι με τις διεκδικήσεις των άλλων εργασιακών κλάδων. Γιατί όταν πέσει ο πέλεκυς για έναν είναι μαθηματικά βέβαιο πως θα πέσει σταδιακά για όλους. Ειδικά όταν οι πολιτικές που ακολουθούνται έχουν ως κύριο στόχο να συνθλίψουν κάθε κλαδικό δικαίωμα, δημιουργώντας συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα.
* Το SupportArtWorkers είχε τόση απήχηση και αγκαλιάστηκε από τόσο κόσμο, μη καλλιτεχνών, γιατί για πρώτη φορά τοποθετούσε τους καλλιτέχνες σ’ ένα πεδίο εργασίας με το οποίο μπορούσαν να ταυτιστούν και άλλοι εργασιακοί κλάδοι. Αυτό του «εργάτη-εργαζόμενου». Η εσωστρέφεια και ο ελιτισμός δεκαετιών δημιούργησε ένα ρήγμα μεταξύ καλλιτεχνών και του λοιπού εργασιακού δυναμικού της κοινωνίας και αυτό μόνο δυσπιστία και στρεβλώσεις δημιούργησε. Είμαι αισιόδοξη, νομίζω για πρώτη φορά είμαστε στον σωστό δρόμο, σε σχέση με το πού τοποθετούμε τους εαυτούς μας, και πως θέλουμε να υπάρχουμε ως καλλιτέχνες μέσα στην κοινωνία που ζούμε.
* Κάθε γενιά έχει μια σπουδαία στιγμή συλλογικής μνήμης. Όπως και στιγμές, ρωγμές χρόνου, που γίνονται συλλογικά τραύματα. Αλλά και ματαιώσεις, απογοητεύσεις, ήττες και υποχωρήσεις. Τα τραύματα αν δεν επουλωθούν κακοφορμίζουν και πλήττουν το παρόν και το μέλλον. Ένα τέτοιο τραύμα νομίζω πως ήταν η έκδοση Οτσαλάν από την τότε Ελληνική Κυβέρνηση Σημίτη. Νομίζω πως η γενιά μου δεν ξεπέρασε ποτέ την ντροπή και την πίκρα που ακολούθησε την άνανδρη και ατιμωτική έκδοση του Κούρδου αγωνιστή στις τουρκικές αρχές. Αμυχές παραμένουν υπενθυμίζοντας μας, πως για μια ακόμα φορά στην ιστορία της, η ελληνική πολιτική ηγεσία και η θεσμική εξουσία αποδείχτηκαν κατώτερες των προσδοκιών του λαού. Στο πιο πρόσφατο παρελθόν το δημοψήφισμα του ΟΧΙ που κοιμήθηκε στην αγκαλιά του ΝΑΙ αποτέλεσε κατά τη γνώμη μου τον κύριο λόγο συρρίκνωσης και οπισθοχώρησης για πολύ κόσμο, αφήνοντας μια στυφή και πικρή γεύση ειδικά στους κόλπους της Αριστεράς. Η γενιά της μάνας μου, που είναι η γενιά του Πολυτεχνείου είχε π.χ. την Εξέγερση. Απλώς εμείς δυστυχώς τα τελευταία χρόνια μετράμε μόνο ήττες. Και κάποιες μικρές νίκες που αφορούν όμως μόνο λίγους ρομαντικούς σαν και του λόγου μου.
* Όσοι ζούμε όλα αυτά τα χρόνια παρακολουθώντας την φρενήρη πορεία της Χρυσής Αυγής, την ατιμωρησία που απολάμβανε, την ανοχή και την συγκάληψη των αποτρόπαιων εγκλημάτων της ναζιστικής οργάνωσης από τη πλευρά των θεσμών του κράτους και της αστυνομίας, την αδιαφορία της δικαστικής εξουσίας για τις δεκάδες υποθέσεις που σάπιζαν σε γραφεία εισαγγελέων, το αποτέλεσμα ήταν μονόδρομος. Όσοι καθίσαμε στα έδρανα του Εφετείου, σ’ αυτήν την αδιάκοπη, ατέρμονη και βασανιστική δικαστική διαδικασία αυτών των 5,5 χρόνων, όσοι έχουμε ζήσει από κοντά την υπέρβαση και την στοχοπροσήλωση της πολιτικής αγωγής, της άοκνης δουλειάς και συνέπειας των δικηγόρων που τόσα χρόνια στέκονται απέναντι στα τέρατα με αξιοπρέπεια και νομική επάρκεια ζηλευτή, όσοι είχαμε την τύχη να συναντηθεί το βλέμμα μας με το αγέρωχο βλέμμα της Μάγδας Φύσσα. Και νιώσαμε τη ζεστασιά της αγκαλιάς της, όσοι φωνάξαμε πως ζητάμε -απαιτούμε δικαίωση για τα θύματα της ναζιστικής βίας της Χρυσής Αυγής, η καθολική καταδίκη με την αυστηρότερες των ποινών αποτελεί τη μοναδική αποδεκτή απόφαση.
* Η μέρα της 7/10/20 υπήρξε η μέρα που ψήλωσε το μπόι των ανθρώπων και της αστικής δικαιοσύνης. Μιας δικαιοσύνης, που στη συνείδηση του κόσμου, η αξιοπιστία της έχει πληγεί βάναυσα με αποφάσεις ντροπής. μιας δικαιοσύνης τυφλού ρεβανσισμού σε ταξικούς και πολιτικούς αντιπάλους, ιδιαίτερα αυστηρή στους φτωχοδιάβολους, και εξυπηρετική ως δουλική στους εκπροσώπους του βαθέως κράτους, αναπόσπαστο και σημαντικό κομμάτι του οποίου αποτελούσε και η Χρυσή Αυγή.
* Η μέρα αυτή είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας κάποιων θαρραλέων και ακέραιων ανθρώπων και πολυετούς δουλειάς·και η νίκη ανήκει αποκλειστικά σε όσους πάλεψαν και στάθηκαν απέναντι στο τέρας. Στους δικηγόρους, στις οικογένειες των θυμάτων, στη Μάνα Μάγδα και στους αντιφασίστες που έχουν φάει τόνους χημικά από το αστικό κράτος για να μπορεί τώρα ο κάθε γύπας πολιτικός και δημοσιογραφίσκος να θεωρεί εαυτόν «δημοκρατικό τείχος». Ας χαρούν, τη χαρά τους τη δανείζουμε αλλά δεν την χαρίζουμε σε χείλη ασεβή. Ξέρουμε άλλωστε πως το απότοκο των κινητοποιήσεων και των εξεγέρσεων, των νικών του κόσμου που αντιστέκεται στη βαρβαρότητα μπορούν να το καπηλευτούν πολλοί, αλλά λίγοι το κάνουν όχημα για αλλαγή και βελτίωση. Απλώς να θυμούνται πως η μνήμη είναι δοχείο που χωράει τα πάντα, διαφανές και εύθραυστο. Όσοι είμαστε στο δρόμο χρόνια, έχουμε επίγνωση ότι δυστυχώς εκτός απ’ τους αετούς υπάρχουνε και οι ψύλλοι.· Όπως επίσης πως η δημοκρατία μπορεί να χωράει πολλούς, αλλά σίγουρα δεν είναι και η Κολυμπήθρα του Σιλωάμ.
* Πήγαινα συχνά στη δίκη. Ούτε ξέρω πόσες δικασίμους έχω παρακολουθήσει. Θεωρούσα ανεπίτρεπτο να λαμβάνει χώρα η μεγαλύτερη δίκη στην ιστορία της μεταπολίτευσης κι εγώ ν’ απουσιάζω. Την έβλεπα να κάθεται ώρες και μέρες στα έδρανα, να παρακολουθεί και να ακούει πράγματα που δε χωράει ανθρώπινος νους, να επιμένει, ν’ αντέχει, να συνθλίβεται ρε γαμώτο, αλλά να αντέχει. Να ναι εκεί κάθε μέρα. Η Μάνα, που κουβαλάει το σκοτωμένο της παιδί στο λαιμό της. Ε μια μέρα πήγα και της μίλησα.
* Δεν έχω αισθανθεί τόσο δέος για άνθρωπο ποτέ ξανά. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν φορές που τα χάνω και δεν ξέρω τι να της πώ, πως να την κοιτάξω για να μην την «γρατσουνίσω» και πιστεψέ με δεν το παθαίνω συχνά. Δεν ξέρω, δεν ξέρω πως να περιγράψω αυτή τη γυναίκα χωρίς να νιώσω ότι διαπράττω ύβρη, χωρίς να μην αισθανθώ οτι τη μικραίνω και την αδικώ. Η Μάγδα έρχεται απ’ τα βάθη του χρόνου, είναι απόγονος των γυναικών της λαικής μας παράδοσης, των αγέρωχων και περήφανων γυναικών της ελληνικής γης, η φτιαξιά της είναι είναι σμιλεμένη με φωτιά και σίδερο, ένα κράμα δύναμης και τρυφερότητας. Εκεί που λυγίζει, εκεί στέκεται ορθή.
* Δεν έχω γνωρίσει ποτέ άνθρωπο με τόση λεβεντιά, αξιοπρέπεια, με τόσο φυσική ροπή προς το δίκαιο και το καλό. Με τόση ανθρωπιά και ενσυναίσθηση. Αυτά για τα οποία εμείς πασχίζουμε, αυτή τα διαθέτει σε υπέρτατο βαθμό. Νομίζω πως οι αρετές θα έσκυβαν από ντροπή μπροστά στο παράδειγμα αυτής της γυναίκας. Είναι η Παναγιά του καιρού μας. Ο Παύλος με τον θάνατο του μας χάρισε τη μάνα του για να γίνει η Μάνα όλων μας. Το κορυφαίο Σύμβολο του καιρού μας.
* Νομίζω πως ο θάνατος του πατέρα μου το 2015 ήταν σίγουρα η στιγμή ορόσημο για μένα. Η στιγμή που άλλαξαν οι συσχετισμοί εντός μου. Νιώθω πως με το θάνατο του ορφάνεψα με βίαιο τρόπο και ενηλικιώθηκα ανεπιστρεπτί. Τα χρόνια που ακολούθησαν μετά τον θάνατο του έχασα εντελώς τον εσωτερικό βηματισμό μου. Αλλά απέκτησα σταδιακά μεγαλύτερη επίγνωση του αποτυπώματος που θέλω να αφήσω. Έγινα πιο ταπεινή, πιο ουσιαστική και αποδέχτηκα πως πάντα θα κουβαλάω ένα βασανιστικό ηθικό βαρόμετρο, πως κάθε μου πράξη φιλτράρεται βάσει του πως θα θελα να με βλέπω μέσα απ τα δικά του μάτια. Πως είναι ο τελικός μου αποδέκτης. Μπόρεσα να φτιάξω τη σχέση με τη μητέρα μου, τον πιο ισχυρό πυλώνα της ζωής μου, να βάλω ένα τέλος σε μια μπαρουτιασμένη κατάσταση για την οποία ήμουν εγώ υπεύθυνη στον μεγαλύτερο βαθμό. Είναι σημαντικό βήμα απελευθέρωσης και ωριμότητας ν’ αποδεχτείς τους γονείς σου. Είναι μια σταθερή κατάφαση στην αγάπη. Μια επαναδιαπραγμάτευση εαυτού. Κι όταν όλα κουμπώνουν στο μέσα και γαληνεύουν, όλα βρίσκουν το μέγεθος και τη θέση τους· η δημιουργία, η δουλειά, ο έρωτας, η φιλία ό,τι είναι σημαντικό για τον καθένα μας. Και κάπως έτσι ανθίζουν οι άνθρωποι και γίνονται χρήσιμοι και ολόκληροι.
* Ένα ακόμα που κρατάω από φέτος είναι η γνωριμία μου με τους κατοίκους των Σταγιατών, του μικρού χωριού του Πηλίου με την Πηγή της Κρύας Βρύσης, που δίνουν αγώνα να κρατήσουν το νερό τους, κόντρα στους τραμπουκισμούς του δημάρχου Μπέου που θέλει να το ιδιωτικοποιήσει προς εκμετάλλευση. Είναι πραγματικά μια ιστορία ενός σύγχρονου γαλατικού χωριού με ψυχωμένους ανθρώπους, 40 μόνιμοι κάτοικοι όλοι κι όλοι, που αγαπούν τον τόπο τους και πασχίζουν γι’ αυτόν. Κάνουν ανοιχτές συνελεύσεις, έχουν φτιάξει συνεταιριστικό καφενείο, αποφασίζουν από κοινού για όλα, έφτιαξαν δανειστική βιβλιοθήκη, και επάνδρωσαν με ίδια έξοδα το ιατρείο τους (και τα δυο τους τα σφράγισε ο Μπέος), κάνουν μαθήματα Aikido, οργανώνουν μουσικά φεστιβάλ και τη γιορτή των σπόρων, καθαρίζουν το ρέμα μόνοι τους, έφτιαξαν παγκάκια για το χωριό με τα χέρια τους και πληρώνουν από την τσέπη τους σε τακτά χρονικά διαστήματα τις χημικές αναλύσεις για το νερό τους. Είναι ζηλευτό παράδειγμα αυτοδιαχείρισης και αυτό-οργάνωσης στα χνάρια του Ζαπατιστικού προτύπου, ένας εναλλακτικός τρόπος διαβίωσης του πως μπορούν οι άνθρωποι να ζουν σε αρμονία με τη φύση, Τους έχω μέσα στην καρδιά μου και στηρίζω απόλυτα τον αγώνα τους.
* Η φετινή θεατρική σεζόν μοιάζει λίγο σαν το ανέκδοτο με τον Τοτό. Τον Μάρτη που μας πέρασε πριν τον κορωνοιό, είχα κλείσει δουλειά για τον χειμώνα Αλλά όπως οι περισσότερες παραγωγές, αναβλήθηκε έπ’αόριστον . Το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή δεν έχω πρόβες για μια παράσταση που ουδείς ξέρει πότε και αν θα ανέβει, πρέπει να σου πω πως είναι πολύ απελευθερωτικό. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ψυχολογία των συναδέλφων που δουλεύουν μέσα σ αυτή την επισφάλεια, και την αγωνία. Απ’ την άλλη η ζωή πρέπει κάπως να ξαναβρεί τους ρυθμούς της. Κατανοώ απόλυτα το γεγονός ότι ίσως κι αυτό να λειτουργεί παρηγορητικά και κατευναστικά για κάποιους. Φοβάμαι ότι σύντομα θα κληθούμε να εφεύρουμε νέους τρόπους για να συνεχίσουμε να κάνουμε αυτό που αγαπάμε, κι είμαι σχεδόν βέβαιη πως μόνοι μας θα βρούμε τις λύσεις, μόνοι μας και θα τις υλοποιήσουμε. Οπότε καλή μας δύναμη.
* Μ’ ενδιαφέρει πολύ η πορεία εκφασισμού του χρυσαυγίτη, ενός μέσου ανθρώπου δηλαδή, που μεταμορφώνεται σταδιακά σε τέρας και στον αντίποδα πως ένα κομβικό αλλά αναπάντεχο συμβάν στη ζωή ενός ανθρώπου ( όπως π.χ ένας φόνος που συντελείται μπροστά σου ) θέτει τα θεμέλια του να συνταχτεί κανείς στην πλευρά του φωτός. Ουσιαστικά είναι η σύγκρουση του κόσμου των λύκων και των μελισσών. Έχω μεγάλη αγωνία και προσμονή για το αποτέλεσμα.
* Φέτος συμμετέχω στον «Ήλιο» την καθημερινή σειρά του Αντ1. Επέστρεψα στην τηλεόραση μετά από πολλά χρόνια . Είναι περίεργο. Προσπαθώ όμως. Τι να σου πω, νομίζω πως στην κάθε δουλειά μπορείς να αποκομίσεις θετικά και να μάθεις. Δεν πετάω τίποτα, προσπαθώ πάντα να μαθαίνω κάτι καινούριο για μένα και να εξελίσσομαι ο τι και να κάνω.
* Ναι σινεμά θέλω πολύ να κάνω. Μ’ αρέσει το μέσο και στην Ελλάδα έχουμε πολύ ενδιαφέρουσες ταινίες τα τελευταία χρόνια. Και ταλαντούχους σκηνοθέτες.
* Δεν ονειρεύομαι ρόλους. Καθόλου. Μ’ αρέσει να δουλεύω με ωραίους ανθρώπους, ανθρώπους με τους οποίους μπορώ να συνεννοηθώ και να περνάω καλά. Θέλω να ναι χαρά η πρόβα, έχω ανάγκη να αισθάνομαι ασφάλεια και αποδοχή. Δεν μπορώ τη σκληρότητα, τις φωνές, τις υστερίες την απαξία και τις προσβολές. Αποδιοργανώνομαι και δεν λειτουργώ. Μπλοκάρω και δεν αποδίδω. Είναι σαν μια άμεση αντίδραση αυτοπροστασίας. Εγώ έμαθα θέατρο δίπλα στον Κοραή Δαμάτη. Όχι στη σχολή. Τον θεωρώ δάσκαλο και μέντορα μου και του χρωστάω το βλέμμα μου στα πράγματα. Τον αγαπώ πολύ και τον θαυμάζω. Είναι ένας άνθρωπος σπάνιας αισθητικής και καλλιέργειας, ευαισθησίας και γνώσης. Από κει και πέρα υπάρχουν πολλοί άνθρωποι με τους οποίους θα ήθελα να συμπλεύσω καλλιτεχνικά. Ίδωμεν, μικρή είμαι ακόμα (χαχαχα) . Αλλά γενικά δεν πολυκυνηγάω συνεργασίες. Δεν έχω κι αυτό το χάρισμα του να ζητάω και να διεκδικώ. Για τον εαυτό μου δηλαδή, γιατί για τους άλλους μια χαρά τα καταφέρνω. Μου ναι δύσκολο. Οι συνεργασίες συμβαίνουν, όπως κι οι άνθρωποι. Ιδανικά θα ήθελα να δουλεύω με τους φίλους μου.
* Με τον αθλητισμό δεν έχω και πολλές σχέσεις, παρά το ύψος μου. Έχασε το μπάσκετ ένα λαμπρό ταλέντο ( χαχαχα) . Με τη σκηνοθεσία επίσης δεν ξέρω δεν το χω σκεφτεί. Μ’ αρέσει τόσο να γίνομαι μέρος του σύμπαντος ενός άλλου ανθρώπου που μου αρκεί αυτό. Άσε που νομίζω πως δεν θα με άντεχα ούτε εγώ η ίδια. Χαχαχα. Με το γράψιμο μάλλον καλούτσικα τα πάω, τι λές κι εσύ; Όσο για το τραγούδι ρώτα τον Νίκο, τον σύντροφο μου. Με κοροϊδεύει γιατί σε ένα υποθετικό live που θα κάνω συνεχώς προσθέτω τραγούδια με αποτέλεσμα το live να έχει διάρκεια Ben-Hur . Αν με ρωτάς, πιστεύω πως αυτά είναι κακοήθειες και παραπληροφόρηση (χαχαχα) με σκοπό να πλήξουν την τραγουδιστική μου καριέρα.
* Στην Αθήνα μου αρέσει το φώς της, η πολυχρωμία και η πανσπερμία πολιτισμών και χρωμάτων, οι γειτονιές του κέντρου, οι ζωγραφισμένοι τοίχοι με γκράφιτι σημάδι της ζωής της πόλης, της ιστορίας και των ανθρώπων που τη σημάδεψαν με την παρουσία τους, τα κοινωνικά στέκια και οι καταλήψεις, εστίες αλληλεγγύης, πολυπολιτισμικότητας και ανταλλαγής ιδεών και ανθρωπιάς. Δεν μ’ αρέσει η δηθενιά του Μεγάλου Περιπάτου, η συνεχής αστυνόμευση στα αγαπημένα μου Εξάρχεια, οι πρεζέμποροι στην πλατεία η απαξίωση του κέντρου γύρω απ’ την Ομόνοια (ό,τι δεν είναι τουριστική ατραξιόν δηλαδή), το συντριβάνι της Ομόνοιας με το μισοξεραμένο γκαζόν. Με εξοργίζει η απάνθρωπη συμπεριφορά των Αθηνέζων στους άστεγους, τους τοξικομανείς και τους πρόσφυγες. Με ξενίζουν και μου δημιουργούν αμηχανία οι γειτονιές της επίπλαστης ευημερίας γιατί είναι ξεκομμένες από την πραγματικότητα, δεν ζουν στο ρυθμό της υπόλοιπης πόλης και δεν αφουγκράζονται τις αλλαγές και τις αντιθέσεις που έχουν συντελεστεί τα χρόνια της κρίσης, επιφέροντας μεγάλες αλλαγές στην εικόνα της. Γενικώς μου αρέσει μια ελεγχόμενη «ντέκα». Μου δημιουργεί μια παλαιού τύπου νοσταλγία. Βασικά ονειρεύομαι μια πόλη που θα μας χωράει όλους. Ισότιμα. Είναι θέμα επιβίωσης και πολιτισμού.


