Από το κατά λάθος γραμμένος στον θεατρικό όμιλο του Πανεπιστημίου μέχρι το σήμερα έχουν περάσει αρκετά χρόνια παρουσίας του πάνω στην σκηνή. Και μάλιστα με σημαντικούς ρόλους. Πρωταγωνιστικούς σε καλοκαιρινές περιοδείες, αλλά και στις παραστάσεις του Κρατικού Θεάτρου μέσα στη σεζόν.
Ο Χρίστος Στυλιανού έχει συνδέσει το όνομα του με τη Θεσσαλονίκη και το ΚΘΒΕ, το οποίο επέλεξε όταν ήρθε από την Κύπρο για να σπουδάσει ηθοποιός. Κάτι, που ενδεχομένως να μη γινόταν και ποτέ αν δεν το έφερναν οι συγκυρίες. Αλλά αντιμετωπίζοντας όλη τη διαδικασία του θεάτρου με σεβασμό και συγκίνηση βρήκε την πορεία που του αντιστοιχούσε.
Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, εκτός από ηθοποιός ασχολείται πλέον και με τη διδασκαλία υποκριτικής. Αυτή η δύσκολη σεζόν τον βρήκε να διακόπτει τις παραστάσεις του στους “Στυλοβάτες της κοινωνίας” στο Κρατικό και ενώ συζητούσε με τον Γιάννη Παρασκευόπουλο για να συμμετάσχει το καλοκαίρι στις “Τρωάδες”. Τελικά και ενώ αρχικά όλα έμοιαζαν ν’ ακυρώνονται η παράσταση έγινε, η ανταπόκριση του κοινού ήταν μεγάλη και η πιστοποίηση ότι ο κόσμος με την κατάλληλη προσοχή και τηρώντας τα μέτρα προστασίας, μπορεί και θέλει να βλέπει θέατρο, ακόμη και αν οι συνθήκες είναι δυσμενείς.
Ευελπιστώντας – όπως και όλοι οι καλλιτέχνες – σ’ ένα καλύτερο αύριο, ο Χρίστος μεταξύ άλλων μας αποκαλύπτει και την επιθυμία του να παίξει πιο ενεργά στον κινηματογράφο, να ντεμπουτάρει στην τηλεόραση, αλλά και να κάνει κάποια στιγμή και το βήμα να έρθει και να δουλέψει στο θέατρο και στην Αθήνα.
* Το 1998 μπήκα στο Πανεπιστήμιο Κύπρου στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών και μια φίλη με έγραψε στον θεατρικό όμιλο διότι δεν είχανε αγόρια. Η ανιδιοτέλεια, η συνεργασία άγνωστων μέχρι τότε ανθρώπων για να βγει μια παράσταση χωρίς κανένα υλικό κέρδος ήταν κάτι το αξιοθαύμαστο, συγκινητικό στο έπακρο. Στα τέσσερα χρόνια των σπουδών μου λοιπόν, συμμετείχα σε όλες τις παραστάσεις αλλά και στο συμβούλιο του ομίλου και γνώρισα όλη τη διαδικασία. Από το να κόβω τιμολόγια για να μας φτιάξουν τα σκηνικά, κουβάλημα, εισιτήρια στην είσοδο και φυσικά το επί σκηνής, που ήταν η “επιβεβαίωση” ότι όλα πήγαν καλά. Έτσι, μετά το πτυχίο είπα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου σε μια δραματική σχολή. Έγινα δεκτός στη σχολή του Σατιρικού θεάτρου – η μοναδική σχολή τότε στην Κύπρο -, στο Τέχνης και στο ΚΘΒΕ κι επέλεξα το τρίτο.
* Υποκριτική για μένα είναι σχεδόν μια ψευδαίσθηση αν το καλοσκεφτείς… Παλεύεις να βελτιώνεις συνεχώς και συνδυαστικά τα εκφραστικά σου μέσα – λόγος, σώμα, μυαλό, συναισθηματική νοημοσύνη – για να επιχειρήσεις να υποκριθείς κάποιον άλλο. Σαν να κάνεις σπείρες γύρω από τον εαυτό σου μπας και φτάσεις ποτέ στο κέντρο, στην ουσία. Πρακτικά, για μένα είναι μια πολύ σοβαρή αφορμή να ξεφεύγω από την όλο και χειρότερη πραγματικότητα…
* Θυμάμαι μια ατάκα στον Υμπύ Βασιλιά – που ήταν ο χρησμός του Μαντείου των Δελφών στους Αθηναίους μπροστά στην επέλαση των Περσών – “ο σώζων εαυτόν σωθήτω”. Η καραντίνα και η βίαιη παύση όλων των πολιτιστικών εκδηλώσεων – και τώρα η δαιμονοποίησή τους με το γνωστό “στο αεροπλάνο δεν κολλάει, στο θέατρο κολλάει!”- αποκάλυψε την απουσία πραγματικής μέριμνας κι ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για τον πολιτισμό.
* Αλλά και την άμεση εξάρτηση του πολιτισμού από το χρήμα και το κέρδος. Δεν γίνεται να είναι συνυφασμένα σαν έννοιες αυτά τα δύο. Δεν λέω να κάνουμε τέχνη για την τέχνη – δε ζούμε πια σε τέτοιες εποχές – όμως ο πολιτισμός δεν είναι σουπερμάρκετ ή ένας ακόμα ισολογισμός. Ιδιαίτερα η σαιζόν αυτή μοιάζει εξαρχής καταδικασμένη κι όχι μόνο στην Ελλάδα.
* Αυτό που σίγουρα μπορεί να κάνει η τέχνη είναι να θέτει ερωτήματα και να τα διευρύνει. Όταν δεις κάτι και σε συνεπάρει δεν νιώθεις ότι βρήκες μια απάντηση αλλά μάλλον σου αποκαλύπτεται κάτι που σε βάζει να σκεφτείς. Για αυτό και πολλοί – κυρίως σε θέσεις εξουσίας- δεν την εκτιμούν και τόσο, για να το πω κομψά, κι επιλέγουν με τις πράξεις τους να την απαξιώνουν μαζί και τους ανθρώπους που την υπηρετούν.
* Οι Τρωάδες του Ευριπίδη είναι μια συμπαραγωγή του ΚΘΒΕ με το ΔΗΠΕΘΕ Βέροιας και το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Για μένα συμπυκνώνει την συνολική (κατά)πτώση του ανθρώπου, γεγονός που συνδέεται απόλυτα με την εποχή μας. Όταν καταλύεται το ύστατο όριο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας καταλαβαίνεις πως σαν κοινωνία έχουμε πια σοβαρά ζητήματα συνεννόησης και εντέλει επιβίωσης. Οι Έλληνες παρότι έχουν νικήσει σε έναν εξαρχής άδικο πόλεμο δεν σταματάνε εκεί αλλά προχωρούν στην διαπόμπευση και τον εξευτελισμό των ηττημένων, φτάνοντας μέχρι και τη δολοφονία του Αστυάνακτα – το επισφαλές μέλλον της Τροίας. Πολλοί οι σημερινοί παραλληλισμοί…
* Η παράσταση είναι μια απολύτως ομαδική κατάθεση όπου όλοι βρισκόμαστε επί μιάμιση ώρα επί σκηνής και από το σύνολο των ηθοποιών ξεπροβάλλουν τα στάσιμα, οι σκηνές και οι ρόλοι και στο σύνολο όλοι επιστρέφουμε. Επιχειρούμε μια διαρκή μετάβαση από το συλλογικό στο ιδιωτικό πένθος όπου μοιραία ο άνθρωπος αντιμετωπίζει μόνο τη δική του ύπαρξη και πτώση. (Μόνα αντικείμενα που έχουμε είναι καλάμια και σιδερένια καθισματάκια, τα οποία αλλάζουν χρήσεις μέσα στην παράσταση, διατηρώντας παράλληλα τις αποστάσεις μεταξύ μας.).
* Μ’ αυτόν τον άξονα, έχω αναλάβει και το ρόλο του Ταλθύβιου – του “εκπροσώπου” των νικητών – ο οποίος παλεύει διαρκώς ανάμεσα στο πρέπει και το θέλω: ”τέτοιες διαταγές πρέπει να στέλνουν άλλος να τις εκτελεί. Έναν άσπλαχνο. Έναν που να έχει κουράγιο. Εγώ λυπάμαι, δεν μπορώ.” Ωστόσο, υποτάσσεται στο πρέπει και οδηγεί τον Αστυάνακτα στον θάνατο. Μόνο και μόνο για αυτό, για να θυμίσουμε στους εαυτούς μας τι σημαίνει να βρίσκεσαι σε αδύναμη θέση, θα έλεγα σε κάποιον να έρθει να μας δει. “Μωρός όποιος πιστεύει πως πάντα θα ευτυχεί…”
* Με τον Γιάννη (Παρασκευόπουλο) – ο οποίος είναι Καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Βέροιας – μας συνδέει μια φιλία χρόνων. Αρχικά, τον είχα δάσκαλο στην δραματική σχολή το 2004 κι έπειτα έχουμε συνεργαστεί επαγγελματικά άλλες έξι φορές με τελευταία το Festen το 2016, μια παράσταση που πήγε δύο σαιζόν στο ΚΘΒΕ και ήρθε και στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2017. Έχει τον τρόπο του ο Γιάννης να κατευθύνει τους ηθοποιούς του σ’ ένα αποτέλεσμα όπου νιώθει ο καθένας συν-δημιουργός. Πέραν του κλίματος συνεργασίας, λοιπόν, που δημιουργείται στις πρόβες, αυτό έχει ένα πολύ πρακτικό πλεονέκτημα στην πορεία της παράστασης αφού ο καθένας από εμάς νιώθει συνυπεύθυνος για αυτήν. Αυτό είναι μεγάλο κέρδος στη λειτουργία μας ως ηθοποιοί κι όχι μόνο για αυτήν τη δουλειά.
* Τώρα όσον αφορά στις προσδοκίες μου, που με ρωτάς για να σου πω την αλήθεια, λόγω της κατάστασης ήταν περιορισμένες, υπό την έννοια του ότι δεν ήμασταν καν σίγουροι ότι θα κάναμε πρεμιέρα! Για αυτό και χαίρομαι πολύ που έχει φτιαχτεί με πολύ κόπο μια σύγχρονη παράσταση – διότι ο όρος “μοντέρνα” έχει χάσει πια το νόημα του- που επικοινωνεί με το κοινό και μεταφέρει τη δική μας συγκίνηση και οπτική. Μια μικρή νίκη στο όλο σκηνικό της ήττας που βιώνουμε. Η συγκεκριμένη δουλειά μου είχε προταθεί από το Γιάννη λίγο πριν το lockdown, τη στιγμή που ήμουνα στους Στυλοβάτες της κοινωνίας του Ίψεν σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου. Είχαμε δεν είχαμε παίξει για ένα μήνα και όλα σταμάτησαν. Από εκεί και πέρα όλα ήταν στον αέρα για τους προφανείς λόγους. Εντέλει, αρχίσαμε πρόβες τέλη Μαΐου και βήμα-βήμα φτάσαμε ως εδώ.
* Δώσαμε τρεις παραστάσεις στο Θέατρο Δάσους στην Θεσσαλονίκη – 20, 21, 22/8 – όπου η ανταπόκριση του κοινού ήταν απρόσμενα θετική ποσοτικά και ποιοτικά. Και λέω απρόσμενα διότι μέσα στο κλίμα των αλεπάλληλων ακυρώσεων φοβόμασταν πως ενώ εμείς θα παίζαμε ο κόσμος δεν θα ερχόταν. Ωστόσο, ο κόσμος μας τίμησε και απέδειξε πως οι ανάσες που προσφέρει η τέχνη είναι απαραίτητες, ζωτικές. Η τήρηση των αποστάσεων και των κανόνων υγιεινής ήταν για μας ένα πολύ περίεργο θέαμα, όταν άναψαν τα φώτα για την υπόκλιση. Ένα κοινό με μάσκες παρακολουθούσε μια παράσταση όπου τηρούνται οι αποστάσεις μεταξύ των ηθοποιών… Παίξαμε επίσης στο Θέατρο Άλσους στη Βέροια στις 26/8 και στο αρχαίο θέατρο στη Μίεζα, στις 27/8.
* Θα μου επιτρέψεις εδώ να σταθώ λόγω της ιδιαίτερης εμπειρίας που όλοι βιώσαμε -κι όχι μόνο λόγω των συνθηκών υγιεινής- καθώς η παράσταση πραγματοποιήθηκε υπό το φως της ημέρας. Σε ένα μικρό αρχαίο θέατρο στις 6 το απόγευμα, όπου κανένας δεν μπορούσε να κρυφτεί -ούτε εμείς αλλά ούτε κι οι θεατές. Βλέπαμε, ακούγαμε, νιώθαμε παράλληλα και τις ανάσες και τα μάτια των θεατών σε αυτήν την πρωτόγνωρη εμπειρία βιώνοντας έτσι στο ελάχιστο την πρωταρχική θεατρική συνθήκη. Κάτι που θα θυμάμαι για πάντα. Α! Και για να μην ξεχάσω. Έχουμε άλλες τρεις παραστάσεις στο Θέατρο Δάσους στις 17, 18 και 19 Σεπτεμβρίου!
* Το σινεμά μου αρέσει πολύ αλλά προς το παρόν μόνο ως θεατής. Δεν έχει τύχει να συμμετάσχω σε κάποια δουλειά εκτός από 2-3 ταινίες μικρού μήκους στις οποίες είχα περάσει πολύ καλά και πήρα μια ιδέα για το πόσο διαφορετικήείναι η διαδικασία όπως και οι υποκριτικές απαιτήσεις. Ελπίζω να μου τύχει!
* Στα τηλεοπτικά έχω βαθιά μεσάνυχτα! Δεν έχω κάνει τίποτα, ούτε καν πέρασμα σε διαφημιστικό πλάνο. Κάποιες συζητήσεις φέτος παρέμειναν απλώς συζητήσεις αλλά ποιος ξέρει… Είναι ένα μέσο με ιδιαίτερη βαρύτητα με τα καλά και τα άσχημα, ωστόσο αντιλαμβάνομαι πως τα τελευταία χρόνια γίνονται όλο και πιο προσεγμένες δουλειές και αποτελεί σίγουρα μια ασφαλή επιλογή για τον κλάδο σε αυτήν τη δύσκολη συγκυρία.
* Από μικρός μου άρεσε ο αθλητισμός και ασχολήθηκα με διάφορα. Από στίβο μέχρι ποδόσφαιρο, μπάσκετ, ακόμα και πινγκ-πονγκ. Ο συνδυασμός της άσκησης μ΄ έναν πολύ απτό στόχο με μαγνήτιζε γιατί η γυμναστική από μόνη της με αφήνει σχεδόν αδιάφορο. Οι διάφοροι τραυματισμοί όμως μου έκοψαν την όρεξη να ασχοληθώ πιο σοβαρά – αν και στο μπάσκετ είχα προλάβει να παίξω στην πρώτη ομάδα της Ομόνοιας στα 16-17.
* Η μουσική επίσης είναι κάτι που μου αρέσει πολύ. Όταν ήμουν στο Πανεπιστήμιο ξαναθυμήθηκα την κιθάρα μου και με φίλους τραγουδούσαμε σε 1-2 μαγαζιά – κάτι που έκανα κι εδώ λίγο πριν το lockdown στο Alte Fablon στη Θεσσαλονίκη. Στη δραματική σχολή μετά ασχολήθηκα και με τοβ χορό και την κίνηση και βρήκα έναν άλλο, πιο δημιουργικό τρόπο να γνωρίσω το σώμα μου, κάτι που με βοήθησε πάρα πολύ στη δουλειά καθώς ένα δυνατό κι εκφραστικό σώμα είναι το α και το ω σε συνδυασμό φυσικά με τον λόγο.
* Με το γράψιμο δεν έχω τίποτα το τακτικό πέραν από σκόρπιες σκέψεις και αναρτήσεις στο διαδίκτυο – τύπου σχόλια και λογοπαίγνια. Και φυσικά τις διπλωματικές που έγραψα στις Πολιτικές Επιστήμες και στο μεταπτυχιακό στο Τμήμα Θεάτρου στο ΑΠΘ. Η σκηνοθεσία από την άλλη είναι κάτι που με ιντριγκάρει και φλερτάρω με την ιδέα – έχω ασχοληθεί μόνο ερασιτεχνικά. Θεωρώ ότι είναι κάτι πολύ απαιτητικό καθώς έχει μια συνολική, εποπτική λειτουργία που άπτεται της ύπαρξης μιας παράστασης.
* Ωστόσο, τα τελευταία τέσσερα χρόνια τόλμησα να ασχοληθώ και με τη διδασκαλία της υποκριτικής – κάτι που θεωρώ εξίσου απαιτητικό – μετά από συνεχείς παραινέσεις του Μιχάλη Συριόπουλου, ο οποίος ήταν τότε διευθυντής στη δραματική σχολή του Β. Διαμαντόπουλου στην Θεσσαλονίκη και μου πρόσφερε αυτήν την πολύτιμη πια για μένα εμπειρία και τον ευχαριστώ πολύ και εκ των υστέρων.
* Επιπλέον, τα δύο τελευταία χρόνια είμαι και στη δραματική σχολή του ΚΘΒΕ, επιστρέφοντας στις ίδιες αίθουσες μετά από 15 χρόνια, κάτι πολύ συγκινητικό για μένα, κι ευχαριστώ πολύ τον Γιάννη Ρήγα, τον διευθυντή της σχολής, που μου έδωσε αυτήν την ευκαιρία.
* Με το που τελείωσα τη σχολή το 2005, δεν έχω σταματήσει να δουλεύω, οπότε καταλαβαίνεις ότι οι συνεργασίες στο θέατρο είναι αρκετές – πρέπει να είναι πάνω από τριάντα. Δεν θέλω να ξεχωρίσω κάποιες, απλώς να πω ότι ήταν για μένα δώρο να συνεργαστώ με τόσους πολλούς και διαφορετικούς σκηνοθέτες (Παρασκευόπουλος, Γκραουζίνις, Τζαμαργιάς, Βουλγαράκη, Μόσχος, Κοντούρη, Τσακίρης, Καλαβριανός, Αναστασάκης, Μοσχόπουλος, Μαργαρίτης, Χατζηβασιλείου, Γαβριηλίδης). Ακούς, μαθαίνεις, καταλαβαίνεις κάτι παραπάνω κάθε φορά και αρχίζεις να ξεκαθαρίζεις και το δικό σου αξιακό σύστημα, τα δικά σου θέλω. Θέλει υπομονή και γενναιοδωρία να μηδενίζεις το κοντέρ κάθε φορά για να μην είναι η δική σου γνώμη πιο σημαντική από των άλλων.
* Ποτέ δεν είχα γνώμονα τα έργα ή τους συγγραφείς – φυσικά υπάρχουν κάποια που αγαπώ πιο πολύ και ειδικά στο αρχαίο δράμα – αλλά τους ανθρώπους και τη συνεργασία.
* Η Αθήνα μ’ ενδιαφέρει, ναι. Και ως μια καινούρια κατάσταση αλλά και ως πεδίο συνεργασίας με άλλους καλλιτέχνες – αν και στην παρούσα συγκυρία μοιάζει να είναι κάτι πολύ δύσκολο.
* Στη Θεσσαλονίκη που ζω μου αρέσουν οι πιο χαλαροί ρυθμοί που έχει και το γεγονός ότι όλα είναι σχετικά κοντά. Ακόμα κι εμείς που επιλέξαμε να ζούμε λίγο εκτός, με τη γυναίκα μου και τα κορίτσια μας, είμαστε μισή ώρα με σαράντα λεπτά μακριά από το θέατρο που είναι στο κέντρο.
* Δεν μου αρέσει το γεγονός πως ό,τι κι αν γίνεται εδώ – ιδιαίτερα σε σχέση με τη δουλειά μας – δε μαθαίνεται σχεδόν ποτέ στην Αθήνα. Δεν αποκτά υπόσταση στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι… Είναι στενάχωρο, η Θεσσαλονίκη δεν είναι μια μικρή πόλη κι αυτό ισχύει άλλωστε και για όλη την επαρχία…
* Γεννήθηκα στη Μόσχα, αλλά η αλήθεια είναι ότι έχω πάει άλλη μια φορά το 1987 σε ηλικία 9 χρονών μαζί με τους γονείς και τον αδερφό μου και θυμάμαι ελάχιστα πράγματα. Θυμάμαι την Κόκκινη Πλατεία και το ταριχευμένο σώμα του Λένιν! Το Ερμιτάζ στην Αγία Πετρούπολη, τις λευκές νύχτες και ένα θεϊκό παγωτό! Αλλά και τους ανθρώπους στο δρόμο που όλοι κρατούσαν κι από ένα βιβλίο στο χέρι. Πλέον, όλο αυτό μοιάζει σαν να έχει συμβεί πριν από 200 χρόνια ή και σχεδόν καθόλου. Είναι μια τεράστια συζήτηση, το ξέρω, που δεν χωράει εδώ.
* Χωρίς όμως να προσπαθώ να εξωραΐσω το οτιδήποτε – όλοι ξέρουμε και το σκληρό πρόσωπο του καθεστώτος -, ο κόσμος μας πια – το ThereIsNoAlternative που ζούμε – είναι ασφυκτικός. Οι ανισότητες τεράστιες, ο σεβασμός στο περιβάλλον μηδαμινός, οι ανθρώπινες σχέσεις και ο κοινωνικός ιστός διερρηγμένος, η βία και οι διακρίσεις παντός είδους εξόφθαλμες. Αυτό δεν είναι κανονικότητα. Αυτό μας σπρώχνει όλο και πιο κοντά στην πλήρη αποσύνθεση και τη μοναξιά.
* Το All4fun μου αρέσει που είναι ένα πολιτιστικό σάιτ με πολλά και ποικίλα θέματα για το χώρο και που βοηθάει στην προβολή των πολιτιστικών γεγονότων χωρίς διακρίσεις. Μου αρέσει επίσης που θίγει και ζητήματα της επικαιρότητας που άπτονται του πολιτισμού γενικά αλλά και κοινωνικά γεγονότα που δεν μπορεί να μας αφήνουν αδιάφορους. Μου βγάζει μια εικόνα ειλικρίνειας και διαφάνειας, κάτι που χαρακτηρίζει πια ελάχιστα μέσα…
& Αναλυτικές λεπτομέρειες για τις “Τρωάδες” ΕΔΩ:
&& Στη συνέντευξη χρησιμοποιήθηκαν μεταξύ άλλων φωτογραφίες του Γιώργου Χρηστινίδη και του Τάσου Θώμογλου.
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 3/9/2020