* Ανήκω στις περιπτώσεις που δεν γνωρίζω ακριβώς πώς προέκυψε η υποκριτική. Η αρχή αυτής της επιθυμίας τοποθετείται χρονικά τόσο παλιά που οι μνήμες μου είναι θολές. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, από τον παιδικό σταθμό, έλεγα “αυτό θέλω να κάνω όταν μεγαλώσω”. Προφανώς τότε δεν είχα επίγνωση των απαιτήσεων του επαγγέλματος, αλλά νομίζω ήμουν πιο ευτυχισμένη από ποτέ όταν ανέβαινα στη σκηνή. Ήμουν πάντα αρκετά κλειστό και ντροπαλό παιδί, χαμηλών τόνων, υπάκουο, με το σύνδρομο του καλού μαθητή. Όταν όμως συμμετείχα σε κάποιο θεατρικό δρώμενο, είχα την ευκαιρία να γίνω κάτι άλλο, ήμουν ελεύθερη. Έτσι ξεκίνησα δειλά, στα δύο μου, ως ένα από τα κρινάκια στην αίθουσα του θρόνου του βασιλιά Μίνωα -αυτό δεν το θυμάμαι, υπάρχουν όμως ντοκουμέντα- ακολούθησαν κι άλλοι μικροί ρόλοι, ώσπου στα τέσσερα ήρθε η μεγάλη πρόταση! Ο πρώτος μου πρωταγωνιστικός, η αρχηγός της συμμορίας των κουνελιών που τρώνε τα μαρούλια του αγρότη…και πήγε λέγοντας.
* Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα ακόμη περισσότερο ότι μιας και βαριέμαι εύκολα, συνετό θα ήταν να διαλέξω κάτι με συνεχή εξέλιξη που να μου εξάπτει συνεχώς το ενδιαφέρον και αυτός ήταν ο τρόπος να μη διαλέξω μόνο ένα επάγγελμα – ούσα ηθοποιός θα μπορούσα να τα κάνω όλα, θα γινόμουν δικαστής, γιατρός, πυροσβέστης, δολοφόνος, εφευρέτης, μάγος, αυτοκράτειρα, άνθρωπος των σπηλαίων, θα ζούσα πολλές περισσότερες ζωές.

* Δυστυχώς επειδή δε μεγάλωσα στην Αθήνα δεν είχα την ευκαιρία να συμμετέχω σε θεατρικά εργαστήρια, οι παραστάσεις που είχα προσβαση ήταν μόνο οι καλοκαιρινές περιοδείες, ούτε έκανα προετοιμασία με κάποιον γνωστό ηθοποιό ή σκηνοθέτη. Όλα αυτά όμως δεν είχαν καμία σημασία. Τελείωσα το σχολείο, ως παιδί της γενιάς των 90s έπρεπε να σπουδάσω κάτι άλλο πρώτα, κι έτσι ήρθα στην Αθήνα για να σπουδάσω αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και κατόπιν υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών.
* Η απτή πραγματικότητα της ενασχόλησης με την υποκριτική σαφώς και διαφέρει από την την εικόνα που είχαμε ως παιδιά. Είναι ένα επάγγελμα που απαιτεί πολύ πειθαρχία, προσωπική δουλειά και το βασικότερο: ικανότητα εργασίας στο πλαίσιο μιας ομάδας.
* Για μένα η υποκριτική είναι πρώτον και κύριον η αφήγηση μιας ιστορίας. Ναι, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε πολλές διαφορετικές μεθόδους ή τεχνικές για να τη μοιραστούμε με το κοινό, δεν έχει σημασία εάν θα είναι ρεαλισμός, φόρμα, χοροθέατρο, βουβός κινηματογράφος, κτλ αλλά εάν το κοινό φύγει σκεπτόμενο “δεν κατάλαβα τί έγινε” υπάρχει πρόβλημα. Νιώθω ότι πολλές φορές εξαιτίας της αγωνίας μας για δημιουργία, για να κάνουμε κάτι διαφορετικό, πρωτότυπο, θυσιάζεται σε αυτόν το βωμό η ιστορία. Βέβαια μία δυσκολία έγκειται στο γεγονός πως, σε αντίθεση με άλλα επαγγέλματα, αυτό που κάνουμε εμείς απευθύνεται σε όλους. Για παράδειγμα, σε ένα συνέδριο ιατρικής, αυτά που θα ειπωθούν απευθύνονται σε ανθρώπους που έχουν σπουδάσει κάτι αντίστοιχο και γνωρίζουν την ορολογία, κτλ.

* Μία παράσταση απευθύνεται και στον αγρότη και τον επιστήμονα, στον κριτικό θεάτρου αλλά και σε αυτόν που βλέπει θέατρο πρώτη φορά. Και πρέπει να είναι εξίσου ενδιαφέρουσα για όλους. Υποκριτική είναι δημιουργία, πάγωμα του χρόνου, ταξίδια σε άλλους κόσμους. Στον αντίποδα βέβαια, είναι πολύ βασικό να πούμε ότι η δουλειά μας δεν είναι να μάθουμε μερικά λογάκια απ’ έξω, όπως στο σχολείο, και να βγούμε να τα πούμε. Γι’ αυτό και υποκριτική σημαίνει μία αέναη αναζήτηση, παρακολούθηση των πάντων, της ζωής, της φύσης, της τέχνης, των ανθρώπων γύρω μας.
* Για να μπορέσουμε να χτίσουμε και να δώσουμε πνοή σε έναν χαρακτήρα, να είμαστε συγκεκριμένοι, καλό είναι να έχουμε πολλά ερεθίσματα, είτε αντλώντας από προσωπικές εμπειρίες, είτε απ’ τη λογοτεχνία, τη ζωγραφική, τον κινηματογράφο κτλ. Και μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες: η ισορροπία, να έχεις πάντα παιδικό ενθουσιασμό, να προτείνεις, να “χάνεσαι” αλλά ταυτόχρονα να είσαι επαγγελματίας, σωστός με τους συνεργάτες σου, να τηρείς τις συμφωνίες σου on και off stage/set. Γιατί υποκριτική είναι ταυτόχρονα και τέχνη και δουλειά.
* Αισιόδοξοι πρέπει να μείνουμε. Γενικά. Αλλιώς θα σταματήσουμε να προσπαθούμε, να πηγαίνουμε μπροστά. Και ειδικά με το επάγγελμά μας, η απαισιοδοξία είναι σίγουρος τρόπος για να αλλάξουμε κλάδο εργασίας. Αυτό που μου έχει μείνει χαραγμένο στο μυαλό είναι κάτι που μου είχε πει ο πρώτος μου δάσκαλος, ο Παντελής Καψάλης, πριν μπω ακόμα στη σχολή. «Είμαστε τυχεροί, επειδή μπορούμε όταν αναφερόμαστε στη δουλειά μας να χρησιμοποιούμε το ρήμα ‘παίζω’. Λέμε ‘παίζω θέατρο’.» Όταν απογοητεύομαι, σκέφτομαι αυτό και νιώθω τυχερή. Δυστυχώς είμαστε υπερβολικά πολλοί καλλιτέχνες στην Ελλάδα. Το 2016 σ’ ένα πανευρωπαϊκό φεστιβάλ στο Ινστιτούτο Grotowski είχαν σοκαριστεί όλοι οι ξένοι όταν έμαθαν πόσες δραματικές σχολές έχει η Ελλάδα. Ήταν σίγουρα περισσότερες από όλες τις άλλες χώρες που συμμετείχαν. Επιπλέον η Αθήνα έχει περισσότερες θεατρικές σκηνές από το Λονδίνο. Όλα αυτά σε μία χώρα με 10-11 εκατομμύρια κατοίκους. Γι’ αυτό υπάρχει η αίσθηση ότι η ενασχόληση με την υποκριτική είναι χόμπι και όχι επάγγελμα.

* Σε μία ουτοπική συνθήκη, θα έπρεπε να υπήρχε το 20% των σχολών, δωρεάν εκπαίδευση και άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος. Έτσι ώστε να υπήρχαν θέσεις εργασίας για τους απόφοιτους. Όλοι οι υπόλοιποι θα μπορούσαν να ασχολούνται με το θέατρο/τον κινηματογράφο όντως ως χόμπι, σε θεατρικές ομάδες και εργαστήρια. Γι’ αυτό, βέβαια, η βασικότερη προϋπόθεση είναι η απόλυτη αξιοκρατία, τόσο στις εισαγωγικές εξετάσεις όσο και στις ακροάσεις αργότερα. Γι’ αυτό λέω ότι όλο αυτό είναι ουτοπικό.
* Στην παρούσα κατάσταση, και με τον όγκο βιογραφικών και παραστάσεων που υπάρχουν εκεί έξω, το να βρεις δουλειά είναι λίγο σαν τυχερό παιχνίδι. Να έχεις followers, να σερβίρεις τον ξάδερφο του τάδε, να βγεις ραντεβού με τον δείνα. Αυτό το βρίσκω θλιβερό, ωστόσο με παρηγορεί το γεγονός ότι παρατηρώ πως κάτι αντίστοιχο κυριαρχεί σε όλα τα επαγγέλματα. Κάνεις άσκηση σε γνωστό δικηγορικό γραφείο γιατί αυτός είναι φίλος του μπαμπά σου, γνωρίζεις κάποιον έξω σε κοινή παρέα και σου προσφέρει δουλειά, κτλ. Ο νεποτισμός, η αναξιοκρατία, η έλλειψη διαφάνειας κυριαρχούν δυστυχώς στους περισσότερους επαγγελματικούς κλάδους. Οπότε το πιο απογοητευτικό για εμένα όσον αφορά το επάγγελμά μου είναι κάποιοι συνάδελφοι.
* Είτε αυτοί που βαριούνται να δουλέψουν και έχουν το mentality δημοσίου υπαλλήλου, κάτι που που ειλικρινά δεν κατανοώ, μιας και κανείς μας δεν έγινε τυχαία ηθοποιός, ούτε μας πίεσαν οι γονείς μας να το ακολουθήσουμε, ούτε περάσαμε με πανελλήνιες σε δεύτερη επιλογή. Είτε αυτοί που δεν κατανοούν ότι η υποκριτική είναι ομαδικό άθλημα. Εργαζόμαστε όλοι μαζί για ένα καλό αποτέλεσμα και βοηθάμε τους άλλους και θα μας βοηθήσουν κι αυτοί. Δεν χρειάζεται κανένας ανταγωνισμός και προσπάθεια να αποδείξει κάποιος ότι είναι καλύτερος και να καπελώσει τους συναδέλφους, δεν παίζουμε άλλο έργο στην πρόβα και άλλο στην παράσταση, δεν τραυματίζουμε την ψυχή του συναδέλφου στις πρόβες γιατί είναι πιο όμορφος από εμάς, ή πιο πετυχημένος ή μας έριξε χυλόπιτα κλπ.

* Ας λύσουμε τα ψυχολογικά μας, τα κόμπλεξ και τις ανασφάλειές μας με τον ψυχολόγο μας. Και στην τελική αν δεν συμπαθιώμαστε, κάνουμε τη δουλειά μας όσο καλύτερα γίνεται, φροντίζουμε ο ένας τον άλλον στη δουλειά, και απλώς δεν θα γίνουμε φίλοι και δεν θα πίνουμε ποτά μετά. Και εάν ποτέ αντιληφθούμε τέτοιες συμπεριφορές κι ας μην απευθύνονται σε εμάς, ας μπούμε μπροστά να προστατεύσουμε τους συναδέλφους. Ας φτιάξουμε έναν όμορφο χώρο με όμορφους ανθρώπους.
* Η κάθε μορφή τέχνης μας δίνει βήμα για να εκφραστούμε, αποτελεί δημόσιο λόγο. Οπότε κι εμείς οφείλουμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί στον χειρισμό μας, φέρουμε τεράστια ευθύνη. Δυστυχώς η πολιτεία δεν προάγει τον πολιτισμό. Ελάχιστα χρήματα προσφέρονται για να ενισχύσουν την παραγωγή ταινιών και παραστάσεων ή για την εκπαίδευση. Αλλά και πάλι δεν νομίζω πως πρόκειται για κάποιο μένος των ιθυνόντων για τον κλάδο μας.
* Σιγά σιγά η πολιτεία οδεύει προς την εξαφάνιση της δωρεάν παιδείας, της υγειονομικής μας περίθαλψης, ακόμη και των μέχρι τώρα κεκτημένων εργασιακών μας δικαιωμάτων. Όλα καταρρέουν, όχι μόνο η τέχνη. Και ναι, καταλαβαίνω κάποιον που λέει “ας φτιάξουμε πρώτα τα νοσοκομεία και ας αφήσουμε τα θέατρα”, ωστόσο η τέχνη, η ψυχαγωγία και η διασκέδαση ήταν πάντα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του ανθρώπου, είναι φάρμακο και απαραίτητο για την ψυχική του υγεία. Είμαστε η χώρα που γέννησε το θέατρο αλλά ακόμη και χιλιάδες χρόνια πριν από αυτό, οι άνθρωποι μαζεύονταν γύρω απ’ τη φωτιά να πουν ιστορίες.

* Αυτήν την περίοδο συμμετέχω στην παράσταση Αντιγόνη The Handbrake Project που παρουσιάζεται στο Bluebox Creative Studio. Είναι από τις δουλειές που πραγματικά είμαι περήφανη που συμμετέχω. Με σκηνικό ένα αυτοκίνητο, τέσσερις ηθοποιοί ενσαρκώνουμε όλους τους ρόλους της τραγωδίας του Σοφοκλή με στόχο να γίνει κατανοητή η ιστορία σε όλους, με σεβασμό στο διαχρονικό αυτό κείμενο αλλά και χιούμορ, φωτίζοντας και τη σύνδεσή του με το σήμερα.
* Η παράσταση ξεκινάει με ένα βίντεο που εξιστορεί όσα έχουν προηγηθεί της έναρξης του έργου, τον μύθο της οικογένειας των Λαβδακιδών για να μπορέσει ο θεατής να βουτήξει σε αυτό. Ευτυχώς και οι τέσσερις είμαστε εκεί ο ένας για τον άλλο, με σεβασμό και νοιάξιμο για τον συνάδελφο. Με την Αργυρώ Ταμβάκου και τον Γιάννη Οικονομίδη είμαστε μαζί από πέρυσι, ενώ ο Γιώργος Βραχνός εντάχθηκε φέτος στην ομάδα μας, μετά από αντικατάσταση, και πραγματικά δέσαμε υπέροχα.
* Είμαστε επίσης πολύ χαρούμενοι για τα σχόλια που λαμβάνουμε απ’ το κοινό, κυρίως για το γεγονός ότι είναι από τις λίγες φορές που είδαν αρχαία τραγωδία και κατάλαβαν τί συμβαίνει αλλά και ότι δεν κουράστηκαν στιγμή. Η παράσταση έχει μερικά πολύ ωραία ευρήματα όπως η αποτύπωση του Χορού των γερόντων και του Τειρεσία. Επιπλέον δώσαμε μεγάλη σημασία στις σχέσεις των ηρώων, την αδελφική αγάπη των κοριτσιών, τη σχέση πατέρα – γιου, τον νεανικό έρωτα.

* Και προσωπικά χαίρομαι που παρουσιάζουμε μία αληθινή Αντιγόνη, ένα παιδί – γιατί για παιδί πρόκειται – που αποφασίζει να πάει κόντρα στην πολιτεία και τους νόμους γιατί κρίνει σημαντικότερα το δίκαιο των θεών, τους δεσμούς της οικογένειας και τη δική της προσωπική ηθική. Η Αντιγόνη δεν είναι ούτε επαναστάτης χωρίς αιτία, ούτε Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα και η Αργυρώ πραγματικά έχει βρει την ισορροπία ανάμεσα στο εύθραυστο και το δυναμικό χωρίς αναίτιες φωνές, κραυγές και πομπώδη λόγο.
* Από την άλλη, η Ισμήνη συνηθίζεται να παρουσιάζεται ως ένα αδύναμο, άβουλο πλάσμα, φερέφωνο όσων εξουσιάζουν. Η Ισμήνη όμως, πιστεύω, είναι εξίσου δυνατή με την Αντιγόνη. Η βασική τους διαφορά υπάρχει μέσα στο κείμενο «Εσύ διάλεξες να ζήσεις, εγώ να πεθάνω». Η Ισμήνη πονάει το ίδιο για τον αδερφό της, αλλά μπορεί να αφήσει το συναίσθημα στην άκρη και να ακούσει και την άλλη πλευρά: πως ο Ετεοκλής, δυστυχώς, επιτέθηκε με στρατό στην ίδια του την πόλη, είναι προδότης της πατρίδας του και τιμωρήθηκε γι’ αυτό. Ίσως υπερβολικά σκληρά, αλλά όχι αναίτια. Και η Ισμήνη γνωρίζει εξαρχής ότι η μάχη αυτή είναι χαμένη, γι’ αυτό δεν συμμετέχει. Το να θάψουν μόνες τους τον αδερφό τους δεν είναι λύση. Λύση θα ήταν μόνο έαν υπήρχε τρόπος να ξεσηκωθεί όλος ο λαός της Θήβας. Και προειδοποιεί και την Αντιγόνη λέγοντάς της «Έχεις καρδιά θερμή για πράγματα ψυχρά».
* Χαίρομαι που μπορώ να δώσω φωνή σε έναν τόσο πολύπλευρο χαρακτήρα, και να τον δικαιώσω, ειδικά όταν ακούω από πολλούς ότι είναι αδιάφορος ρόλος. Εγώ την βρίσκω συναρπαστική. Τώρα, όσον αφορά στον τρόπο που δούλεψα χρησιμοποίησα άλλα εργαλεία για κάθε ρόλο, ό,τι ταίριαζε στην εκάστοτε περίπτωση. Στην ουσία αυτή είναι η δουλειά μας, συγκεντρώνουμε από την εκπαίδευση στη σχολή και από τα σεμινάρια που κάνουμε μετά, από βιβλία που διαβάζουμε, τεχνικές και τις φιλτράρουμε αναλόγως.

* Στην Ισμήνη δούλεψα τη σχέση μου με την αδερφή μου, τη σχέση μου με το θάνατο και προσπάθησα να βρω το δικό μου κεντρικό θέμα γι’ αυτόν το ρόλο, που για μένα ήταν η μοναξιά. Είναι μια νέα κοπέλα που παρά τις αντιξοότητες έχει θέληση για ζωή αλλά στη δεύτερη σκηνή της πια, εμφανίζεται απογοητευμένη, ο Κρέοντας αναφέρει ότι κάνει σαν “τρελή κι αλλοπαρμένη” μέσα στο παλάτι και όταν έρχεται σχολιάζει ο Χορός πως βγαίνει δακρυσμένη.
* Συνειδητοποιεί πως θα σκοτώσουν και την αδερφή της, την μόνη που της είχε μείνει από την οικογένειά της. Δεν έχει έναν έρωτα να της δώσει θέληση για ζωή, δεν έχει τον δικό της Αίμονα, και μετά από πόλεμο οι περισσότεροι νέοι θα είχαν σκοτωθεί. Επιπλέον με την ιστορία της οικογένειάς της, δύσκολα κάποιος άλλος διάδοχος θα την επέλεγε για σύντροφό του. Γι’ αυτό αποφασίζει να ομολογήσει και να σκοτωθεί με την αδερφή της, για να είναι μαζί σε αυτό.
* Για τους άλλους χαρακτήρες δούλεψα αντίστροφα: από έξω προς τα μέσα. Για τον γέρο του Χορού έκανα πολύ έρευνα σε ντοκιμαντέρ και συνεντεύξεις για να δω ποια στοιχεία κίνησης και λόγου θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει μία αρκετά πιο νέα κοπέλα για να παρουσιάσει ένα γέρο άντρα. Ανακάλυψα τη συνέντευξη του παππού Κώστα από την Ευρυτανία, τον έβλεπα κάθε μέρα, μέχρι να μου εντυπωθεί και να μπορέσω να τον φέρω στη δική μας συνθήκη. Τέλος ο Τειρεσίας και η Ευρυδίκη δουλεύτηκαν αρκετά πιο τεχνικά. Και οι δύο με συγκεκριμένη κινησιολογία και ο μάντης με μεγάλη έμφαση στην τοποθέτηση της φωνής και τις ανάσες. Με όποιον ρόλο και να ασχοληθώ βρίσκω κοινά στοιχεία που έχουν με μένα για να τα χρησιμοποιήσω και αντλώ υλικό από τις προσωπικές μου εμπειρίες. Χαίρομαι πολύ που όλα αυτά λειτούργησαν και βρήκαμε όλοι τρόπο να περνάμε με ταχύτητα από τον ένα χαρακτήρα στον άλλο.

* Συμμετέχω ακόμη και στην παράσταση “Θέλημα Θεού” που παρουσιάζεται στο θέατρο Μικρός Κεραμεικός. Είναι ένα έργο που γράφτηκε τώρα και ανεβαίνει για πρώτη φορά. Υποδύομαι την Ελένη, μία γυναίκα στην ηλικία μου, μητέρα, που βρίσκεται σε μία δεξίωση με τον καλύτερό της φίλο, τον Πέτρο. Αυτός είναι ένα υπέροχο πλάσμα με έντονη αγοραφοβία, που έχει κακοποιηθεί σεξουαλικά σε παιδική ηλικία και ως άμυνα το απέβαλλε από τη μνήμη του. Η σχέση της μαζί του είναι στα όρια του φιλικού και του μητρικού, είναι τρομερά τρυφερή, προστατευτική και αυστηρή εκεί που πρέπει.
* Ένα από τα κοινά μας είναι η πολύ έντονη ανάγκη για δικαιοσύνη που έχει, κάτι που είναι και από τα βασικά θέματα του έργου. Όταν η δικαιοσύνη δεν αποδίδεται από την πολιτεία έχεις το δικαίωμα εσύ να ενεργήσεις αυτοβούλως;
* Με τους συναδέλφους Κωνσταντίνο Πινότση και Άννα Τζανακάκη, δουλέψαμε πολύ όμορφα, με μεράκι, εμπλουτίζοντας ο καθένας με προσωπική δουλειά τον χαρακτήρα του και εστιάζοντας σκηνικά στις σχέσεις μεταξύ των ηρώων. Είναι ένα έργο – δυστυχώς – επίκαιρο που φωτίζει διάφορα μελανά σημεία της κοινωνίας μας.

* Με τον κινηματογράφο δεν έχω ασχοληθεί πολύ. Έχω δουλέψει σε κάποιες μικρού μήκους ταινίες, ήμουν από τους τυχερούς που είχαμε και τα τρία χρόνια μάθημα υποκριτικής στην κάμερα και ευτυχώς ο Άγγελος Φραντζής και ο Γρηγόρης Ρέντης μου έμαθαν πολλά. Πριν μερικά χρόνια έκανα κι ένα ακόμη μεγάλο σεμινάριο υποκριτικής στην κάμερα και θα συνεχίσω να το κάνω γιατί η πληροφορία είναι τόση που πάντα έχεις κάτι να μάθεις. Ο κινηματογράφος είναι ένα αμιγώς εικονογραφικό μέσο, που δεν έχει το “εδώ και τώρα” του θεάτρου, αρκετά πιο πολύπλοκο, αλλά με τη δική του μαγεία.
* Το σινεμά είναι μια μεγάλη απόλαυση, ειδικά το να δω ταινίες σε αίθουσες όχι μόνο σπίτι μου, με ταξιδεύει. Και όπως μας επεσήμανε πρόσφατα η υπέροχη Ελισάβετ Χρονοπούλου, σε ένα κινηματογραφικό σεμινάριο, “Ο κινηματογράφος είναι αιώνιος. Ο,τι κάνουμε εκεί μένει για πάντα”. Αυτό έχει το δικό του ρίσκο, είναι και καλό και κακό. Κάτι για το οποίο δεν είμαστε περήφανοι για το αποτέλεσμα έχει καταγραφεί και θα υπάρχει εκεί αλλά και οι ωραίες στιγμές, θα διατηρηθούν κι αυτές.
* Το 2025 έχουμε την ευκαιρία να μελετάμε σκηνοθεσίες και ερμηνείες του ‘60, του ‘70 κτλ. Είναι μεγάλο δώρο. Και ελπίζω να έχω την ευκαιρία στο μέλλον να μπω περισσότερο μέσα σε αυτό γιατί με εξιτάρει πολύ.

* Ούτε στην τηλεόραση έχω δουλέψει ιδιαίτερα πέρα από τη σεζόν 2021-2022. Είναι ένα μέσο πολύ πιο άμεσο, απευθύνεται ρεαλιστικά σε μεγαλύτερο ποσοστό κοινού, έχει όμως -για οικονομικούς λόγους για την παραγωγή- υπερβολικά γρήγορες ταχύτητες στην Ελλάδα. Όταν στο εξωτερικό οι μεγάλες παραγωγές αφιερώνουν 28 μέρες γύρισμα ανά επεισόδιο ή 40 μέρες ανά επεισόδιο και εδώ η σειρά που ήμουν εγώ είχε 3,5 μέρες και έχω ακούσει μέχρι και 1,5 μέρα για καθημερινή σειρά, η διαφορά νομίζω είναι αντιληπτή.
* Δυστυχώς γίνονται πολλά τόσο βιαστικά που αυτό επηρεάζει κατά πολύ το αποτέλεσμα. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τις δικές μας δουλειές με αυτές του εξωτερικού. Ωστόσο θεωρώ πως αυτοί οι ρυθμοί είναι τεράστιο σχολείο, και με χαρά θα έκανα μια βουτιά σε αυτόν τον κόσμο. Βέβαια οι ελληνικές σειρές που ζηλεύω -δηλαδή που βλέποντάς τες σκέφτομαι, πόσο θα ήθελα να ήμουν μέρος τους- ανήκουν κατά κύριο λόγο σε περασμένες δεκαετίες αλλά πιστεύω πως υπάρχουν και σήμερα αξιόλογες δουλειές. Μακάρι να γίνει και αυτό το κομμάτι της υποκριτικής καθημερινότητά μου.
* Με τη συγγραφή δεν έχω ασχοληθεί προς το παρόν, δεν είναι κάτι που με έχει απασχολήσει, αλλά μετά απ’ αυτήν τη συνέντευξη ίσως το πράξω. Τίποτα δεν αποκλείω. Η σκηνοθεσία είναι κάτι που θεωρώ πολύ πιθανότερο να με απασχολήσει στο μέλλον. Είναι κάτι με το οποίο με παρότρυναν αρκετά και οι καθηγητές μου από τη σχολή να ασχοληθώ, ίσως γιατί είμαι αρκετά οργανωτική και μπορώ να οραματίζομαι ένα συλλογικό αποτέλεσμα πριν αυτό δημιουργηθεί και να βρίσκω τρόπο να το μεταδώσω αυτό στους άλλους.
* Έχω δουλέψει αρκετά και ως βοηθός σκηνοθέτη και είχα την ευκαιρία να δω και εκ διαμέτρου αντίθετους τρόπους δουλειάς: από την πολύ μεγάλη εκχώρηση ελευθερίας στους ηθοποιούς με αυτοσχεδιασμούς και προτάσεις του Νικίτα Μιλιβόγιεβιτς στις απίστευτα συγκεκριμένες οδηγίες κίνησης και ρυθμού του Γιάννη Χουβαρδά, έχω μάθει πάρα πολλά. Ίσως να έρθει η μέρα που να έχω κάτι να πω και να έχω την ανάγκη να είναι δικό μου, απόλυτα, να έχω εγώ τον συντονισμό και την ευθύνη του τελικού αποτελέσματος. Και ως εκ τούτου να δοκιμάσω και τη σκηνοθεσία.

* Όπως τα περισσότερα κορίτσια της γενιάς μου, μικρή έκανα μπαλέτο, ενδεχομένως το δυσκολότερο είδος χορού. Έχει τεράστιες απαιτήσεις, απαιτεί πειθαρχία και προσωπικά είναι αυτό που μου δίδαξε ρυθμό και με έμαθε πως να μετράω τη μουσική. Έχω ασχοληθεί και με άλλα είδη χορού, σύγχρονο, latin, rock’n’roll.
* Γενικά όσο μεγαλώνω ανακαλύπτω πόσο σημαντικό για να ανταπεξέλθουμε στην καθημερινότητα είναι μία καλή φυσική κατάσταση. Και μακάρι να το είχα ως αναπόσπαστο κομμάτι τις ζωής μου. Δυστυχώς από τα 12 μέχρι τα 19 περίπου δεν γυμναζόμουν καθόλου. Δοκίμασα όμως διάφορα, κολύμβηση, kick boxing, μέχρι να βρω αυτό που μου ταιριάζει, τις pilates. Τώρα πια κάνω πολλά χρόνια, mat, reformer και cadillac.
* Στην αρχιτεκτονική είχα την ευκαιρία να δοκιμάσω άλλα είδη καλλιτεχνικής έκφρασης. Έτσι κι αλλιώς έδωσα ελεύθερο και γραμμικό σχέδιο στις Πανελλήνιες για να περάσω, αλλά στη σχολή ασχολούμασταν και με ζωγραφική με χρώμα και γλυπτική. Πραγματικά αγχολυτικά που ειδικά την περίοδο της καραντίνας μου φάνηκαν ιδιαιτέρως χρήσιμα.

* Επιπλέον έχω προσπαθήσει όλα αυτά τα χρόνια να περάσω από όσα περισσότερα πόστα μπορώ σε θέατρο και κινηματογράφο. Είναι κάτι που με βοήθησε να διευρύνω τους ορίζοντές μου, να εκτιμήσω τις υπόλοιπες ειδικότητες που χρειάζονται για τη δημιουργία μίας παράστασης ή μίας ταινίας και να οξύνω την αντίληψη μου ως ηθοποιός.
* Για παράδειγμα, η δουλειά του φωτιστή δεν είναι να φροντίσει ότι ο ηθοποιός δε θα τα λέει στο σκοτάδι. Είναι εξίσου καλλιτέχνης. Τα φώτα μπορούν να απογειώσουν ή να καταστρέψουν μία παράσταση. Οπότε έχω ασχοληθεί με σκηνογραφία, ενδυματολογία, μακιγιάζ, σχεδιασμό φώτων, χειρισμό κονσόλας, δραματουργική επιμέλεια προγράμματος, ίσως και με άλλα που δεν θυμάμαι τώρα.
* Η Αθήνα είναι μπαλαντέρ. Τέλος. Όπως και πολλές άλλες αντίστοιχα μεγάλες πόλεις του εξωτερικού. Είναι εδώ για όλους και καλύπτει όλα τα γούστα. Είναι μεγάλη πόλη αλλά έχει κοντά Υμηττό, Πεντέλη, Πάρνηθα για μια σύντομη απόδραση. Έχει σινεμά, θέατρα, συναυλίες, μουσεία, εκθέσεις, μπουζούκια, αθλητικές εκδηλώσεις. Προσφέρει τη δυνατότητα να επιλέξεις αυτό που σου αρέσει. Από την άλλη, σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις είναι κάπως “άσχημη”.

* Δεν έχει έναν ενιαίο αρχιτεκτονικό χαρακτήρα. Άναρχη δόμηση, άσχημα κτίρια, και κατεστραμμένα διαμάντια περασμένων εποχών, όπως εγκαταλελειμμένα νεοκλασικά. Είναι περισσότερο Βαγδάτη και λιγότερο Ρώμη, Βαρσοβία, Όσλο. Επίσης οι αποστάσεις είναι ένα δράμα στο οποίο δε βρίσκεις λύση είτε κινείσαι με αυτοκίνητο είτε με τα μέσα. Είναι ομολογουμένως πολύς χαμένος χρόνος απ’ τη ζωή σου.
* Το μοναδικό στο All4fun είναι ότι δεν είναι ακριβώς ένα site. Είναι μία κοινότητα. Κάπως σου δίνει την αίσθηση της συμπερίληψης και της προστασίας. Είναι εδώ για όλους, κάνει αυτό που θέλει με σεβασμό, στους δικούς του χρόνους, δεν νιώθει την ανάγκη να χαϊδέψει αυτιά και είναι όλα αυτά τα χρόνια μία πολλή όμορφη σταθερά στον χώρο. Μπράβο All4fun, συνέχισε έτσι!
& Αναλυτικές πληροφορίες για την παράσταση «Αντιγόνη The Handbrake Project» ΕΔΩ

Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 28/10/2025

