Πριν πάρει την οριστική του απόφαση αμφιταλαντεύτηκε ανάμεσα στις δύο μεγάλες του αγάπες. Τελικά τον κέρδισε το θέατρο και ο Πέτρος Λαγούτης είναι ένας από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του. Το ποδόσφαιρο, πάντως, δεν το εγκατέλειψε ποτέ και όσοι είδαν την Κληρονόμο το διαπίστωσαν! Ως Καλπάκης (αρχηγός της ομάδας Πανθήρων στη συγκεκριμένη ταινία, που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2009) ο Πέτρος φανέρωσε τις ποδοσφαιρικές του ικανότητες, αφού εξακολουθεί ακόμα να …μιλάει στην μπάλα.
Συμπαίκτης με τον Τάσο Πάντο στα πρώτα του βήματα στο Ψυχικό, θα μπορούσε κάλλιστα να έχει κάνει καριέρα στη σουπερλίγκα. Παράλληλα, όμως, με την ενασχόληση του στο ποδόσφαιρο μπήκε στην δραματική σχολή και στο τέλος επέλεξε το σανίδι. Και όπως αποδείχθηκε στην πράξη μάλλον δικαίως…
Στο ενεργητικό του μετράει ήδη πολλές επιτυχημένες παρουσίες σε θέατρο, τηλεόραση και κινηματογράφο, ενώ καταφέρνει να έχει μεγάλη γκάμα στους ρόλους του, γεγονός που του ανανεώνει το ενδιαφέρον. Τον συναντήσαμε ένα μεσημέρι του Δεκεμβρίου και είχε μια πολύ ενδιαφέρουσα ποδοσφαιρική συζήτηση. Δηλωμένος φίλαθλος του Ολυμπιακού με διαρκείας στο παρελθόν δε θα μπορούσε ως γνήσιο 10άρι να μην έχει αγαπημένους παίκτες του ποδοσφαιριστές – ηγέτες στο κέντρο, όπως ο Βασίλης Καραπιάλης και ο Ριβάλντο.
– Το 2010 πλέον μας εγκαταλείπει. Ποιες είναι οι εντυπώσεις που σου άφησε ποδοσφαιρικά;
Να ξεκινήσουμε φυσικά από το μουντιάλ. Είμαι Λατίνος γενικά και είμαι Αργεντινή λόγω Ντιέγκο. Μεγάλωσα μαζί του και ήταν περίεργο να τον βλέπω στους πάγκους. Θεωρώ ότι ο Μαραντόνα μπορεί να υπάρξει ως κάτι άλλο στην εθνική, αλλά όχι ως προπονητής. Μπορεί να τους ανεβάζει, να τους ντοπάρει ψυχολογικά. Μόνο αυτό, όμως. Με την Ισπανία και την κατάκτηση του παγκοσμίου κυπέλλου είμαι ευτυχής. Τουλάχιστον όσα χρόνια βλέπω ποδόσφαιρο αυτή η Ισπανία της τελευταίας τριετίας είναι η καλύτερη που θυμάμαι. Το άξιζε το τρόπαιο. Δες τι παίκτες έχει. Τσάβι, Ινιέστα, Βίγια, ακόμη και ο Τόρες, που ήταν τραυματίας. Δε νομίζω ότι υπήρχε καλύτερη ομάδα. Γενικότερα το μουντιάλ μου άφησε μια γλυκιά γεύση.
– Και το τσάμπιονς λιγκ;
Στενοχωρήθηκα από τα ημιτελικά με τον αποκλεισμό της Μπαρτσελόνα. Ηδη το έχω ξεχάσει ότι το πήρε η Ιντερ. Για κάποιους ένα τρόπαιο έχει αξία για τις ομάδες που το κατακτούν. Στις καρδιές του κόσμου, όμως, αυτό που μένει είναι οι ωραίες στιγμές του ποδοσφαίρου. Και αυτό τα τελευταία χρόνια μας το έχει δείξει περισσότερο από κάθε άλλη ομάδα η Μπαρτσελόνα, η οποία αποτελεί και τη βάση της εθνικής Ισπανίας. Το έχει κάνει και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, αλλά και η Αρσεναλ, στην οποία κάθε χρόνο ξεφυτρώνουν παίκτες που δεν τους ξέρουμε και είναι έτοιμοι. Μπορεί πλέον να μην κατακτά τρόπαια, αλλά ελέω Αρσέν Βενγκέρ κινείται μ’ έναν άλλο τρόπο σκέψης. Αυτές οι ομάδες μου αρέσουν, που παίζουν επιθετικό ποδόσφαιρο και το ευχαριστιούνται.
– Αρα δεν ενστερνίζεσαι την προπονητική φιλοσοφία του Ζοσέ Μουρίνιο.
Όχι. Η επιτυχία του στην Πόρτο ήταν αδιαμφισβήτητη, όμως μετά τον είδαμε την Τσέλσι. Μπορούσε να έχει όσους παίκτες ήθελε σ’ αυτήν την τριετία λόγω της δεξαμενής χρημάτων που του παρείχε ο Αμπράμοβιτς. Δεν κατάφερε, όμως, να μας κάνει λίγο ευτυχισμένους. Να δούμε λίγο ποδόσφαιρο. Για μένα είναι αδιανόητο. Δεν έμεινε τίποτα στον κόσμο. Οποιος και αν ήταν στη θέση του και ο Αμπράμοβιτς του έπαιρνε ό,τι ήθελε τα ίδια τρόπαια θα κατακτούσε. Παραδέχομαι το κομμάτι του δουλευταρά και ότι όλοι του οι παίκτες λένε πως έχει μια ιδιαίτερη αγάπη στους ποδοσφαιριστές του. Το αξιοπερίεργο είναι πως ενώ φέρει ένα αλαζονικό προφίλ με μεγάλη αυτοπεποίθηση το ποδόσφαιρο του δείχνει έναν άνθρωπο, ο οποίος φοβάται. Στη Ρεάλ, βέβαια, έχει αλλάξει κάπως, όμως έχει και τους αντίστοιχους παίκτες. Εδώ στην Ιντερ έφτασε στο σημείο να κάνει χαμάλη τον Ετό.
– Για τον Ολυμπιακό;
Ηταν μια πικρή χρονιά, όμως νομίζω ότι έπρεπε να φτάσουν εκεί τα πράγματα για να γίνει στάχτη η αυτοκρατορία για να ξαναγεννηθεί. Το πρώτο μισό της σεζόν ήταν πικρό, αλλά το δεύτερο ήταν σαφώς καλύτερο. Ευτυχώς που βρίσκεται ξανά στον πάγκο ο Ερνέστο Βαλβέρδε.
– Είσαι υποστηρικτής του;
Από πρόπερσι μου άρεσε το ποδόσφαιρο που παίζαμε. Νομίζω ότι ο Ολυμπιακός της προηγούμενης διετίας ήταν ο καλύτερος των 6-7 τελευταίων χρόνων.
– Καλύτερος και από εκείνη την σπουδαία ομάδα του 2005 με Γιάγια Τουρέ, Ριβάλντο, Τζόρτζεβιτς, Καστίγιο, Στολτίδη στα καλά του κλπ.
Ναι, έτσι νομίζω. Μου αρέσει το πρέσινγκ πάνω στον αντίπαλο και το γεγονός ότι δεν εξαρτάται από 2-3 μεγάλες μονάδες. Στην ομάδα πλέον συμμετέχουν όλοι οι ποδοσφαιριστές και θυμίζει μια καλοδουλεμένη μηχανή. Είμαι πολύ καλός φίλος με τον Τάσο Πάντο με τον οποίο παίζαμε μαζί στο Ψυχικό και μου έλεγε ότι είναι ο καλύτερος προπονητής με τον οποίο έχει δουλέψει και ότι είναι και ένας πολύ καλός άνθρωπος. Η δουλειά του είναι σοβαρή και μεθοδική. Ο Τάσος μου έλεγε πως όταν ήρθε στην αρχή δεν τον καταλάβαιναν στις προπονήσεις.
– Θεωρείς ότι ο Παναθηναϊκός κατέκτησε δίκαια τον τίτλο; Πώς τον βλέπεις αυτήν την στιγμή που ταλανίζεται με τα διοικητικά;
Στην κατάσταση που ήταν όλοι ο Παναθηναϊκός το κατέκτησε δίκαια. Ετσι όπως το πάει, όμως, θα παίρνει ένα πρωτάθλημα στα πέντε. Πληρώνει, βέβαια, τα λάθη του. Έδωσε τόσα λεφτά για μεταγραφές, αλλά δεν απέκτησε σέντερ-μπακ. Ισως, όπου λαλούν πολλοί κοκόροι δεν υπάρχει προκοπή. Βλέπεις ότι ο Κόκκαλης είχε μια συγκεντρωτική εξουσία, όπως τώρα ο Μαρινάκης και αυτό μάλλον είναι πιο επιτυχημένο μοντέλο. Πέρα από τον Ολυμπιακό, πάντως, το επίπεδο είναι χαμηλό. Μακάρι να ανέβαιναν οι υπόλοιπες ομάδες και το λέω ειλικρινά. Ν’ ανέβει ο ανταγωνισμός, να γίνονται καλύτερα παιχνίδια, όμως είναι κάτι πολύ δύσκολο. Στην Ελλάδα πιο πολύ χαιρόμαστε όταν ο αντίπαλος παίζει χειρότερα, παρά όταν παίζει καλά η δική μας ομάδα. Και αυτό είναι σίγουρα άρρωστο.
– Θα κερδίσει ο Ολυμπιακός το πρωτάθλημα;
Εκτός απροόπτου ναι.
– Πώς είδες την διάδοχη κατάσταση στην Εθνική;
Χρειαζόταν μια αλλαγή. Ευχαριστούμε πραγματικά τον κύριο Ρεχάγκελ για την προσφορά του. Εκανε πράγματα που δεν ήταν τυχαία. Οσο και αν λένε ότι το EURO το πήραμε έτσι, με άμπαλους, ξεάμπαλους, μέσα σε οκτώ χρόνια πήγαμε σε τρεις διοργανώσεις, ενώ όλα τα προηγούμενα χρόνια είχαμε πάει μόλις σε δύο.
– Μιας και είσαι φαν του επιθετικού ποδοσφαίρου, όμως, χαιρόσουν με τον τρόπο παιχνιδιού της Εθνικής του Ρεχάγκελ;
Δε μου άρεσε, αλλά μισό λεπτό από πότε μας άρεσε το ποδόσφαιρο της Εθνικής; Μας άρεσε το 1994; Πολλές φορές διαφωνούσα μαζί του, για τις εμμονές του, για το γεγονός ότι δεν καλούσε ορισμένους παίκτες, όμως συνολικά τα επιτεύγματα του δεν μπορούν να παραβλέψουν την προσφορά του. Μια αλλαγή, ωστόσο, ήταν επιβεβλημένη.
– Ο Φερνάντο Σάντος πώς σου φαίνεται;
Αυτός ο άνθρωπος νομίζω πως αγαπάει πολύ το ποδόσφαιρο. Ετσι μου δείχνει. Ισως η Εθνική να είναι για εκείνον μια μεγάλη ευκαιρία. Εχει δουλέψει, βέβαια, σε Μπενφίκα, Πόρτο, αλλά αναλαμβάνει μια Εθνική, η οποία έχει πλέον καταξιωθεί στην Ευρώπη πολύ περισσότερο από τα προηγούμενα χρόνια. Θεωρώ ότι αποτελεί πρόκληση για τον ίδιο. Γενικά δε μου αρέσει να μεμψιμοιρώ, ούτε να κρίνω αρνητικά. Του εύχομαι καλή τύχη. Πολλές φορές ξεχνάμε, πάντως κάτι που είναι σημαντικό. Το ότι στην Εθνική δεν υπάρχει πολύς χρόνος για να δεθεί μια ομάδα, για να αποκτήσει ομοιογένεια, αφού οι προπονήσεις είναι λίγες και σε μικρό χρονικό διάστημα. Επομένως το κλειδί, ίσως τελικά να το καλό κλίμα να είναι το Α και το Ω. Αυτό νομίζω πως κατάφερε ο Ότο. Το σημαντικό είναι να καταφέρνεις να το μεταφέρεις στους παίκτες σου και να έρχονται να παίξουν στην Εθνική με όρεξη. Αυτό πρέπει να κατορθώσει ο Σάντος και ελπίζω να το πετύχει.
– Μίλησε μας και για τον Τάσο Πάντο.
Ημασταν συμπαίκτες για 4-5 χρόνια στο Ψυχικό. Εκτός του ότι είναι ένα εξαιρετικό παιδί τόσα χρόνια και στους δύο χώρους που έχω κινηθεί δεν έχω ξαναδεί πιο δουλευταρά άνθρωπο, τέτοιο εργάτη. Από τότε που έπαιζε στο Ψυχικό, το μυαλό του όλο ήταν εκεί. Το είχε βάλει σκοπό ζωής.
– Έζησες από κοντά την κατάσταση στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Είναι ένας τόσο βρώμικος χώρος όσο φημολογείται;
Οπου υπάρχει θέαμα και χρήμα υπάρχει και βρωμιά. Στο ελληνικό ποδόσφαιρο, όμως, υπάρχουν παράγοντες με χαμηλό επίπεδο. Υπάρχει φτήνια, ένας πολύ λαϊκίστικος τρόπος αντίληψης και φυσικά λαμογιά.
– Ηταν και από τους λόγους που επέλεξες για να μη γίνεις επαγγελματίας ποδοσφαιριστής.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να πειθαρχήσω στον τρόπο ζωής που χρειάζεται για να κάνεις καριέρα. Επιπλέον αγαπούσα πολύ και το θέατρο και τελικά αυτό με κέρδισε.
– Μήπως, όμως, έπαιξε ρόλο και τα όσα έβλεπες στα ελληνικά γήπεδα;
Δεν μπορώ να πω ότι είδα τόσα. Πέρα από τα όσα άσχημα γίνονται στο παρασκήνιο υπάρχει μεγάλη αναξιοκρατία με αποτέλεσμα να χάνονται πολλά ταλέντα. Ήμουν στις μικτές των εθνικών ομάδων και έβλεπα πόσα παιδιά μπορούσαν να κάνουν καριέρα, αλλά δεν το έκαναν. Ο μόνος από τη γενιά μου που έπαιξε ήταν ο Καραγκούνης. Δικαίως. Δουλευταράς και με ταλέντο. Θυμάμαι ότι στα 16 του έκανε φοβερά πράγματα.
– Βλέπεις κάτι ν’ αλλάζει ή, πάντα το ελληνικό ποδόσφαιρο θα βρίσκεται τόσο χαμηλά από πλευράς επιπέδου;
Δύσκολα. Πρέπει οι παράγοντες ν’ ανοίξουν τους ορίζοντες τους. Να πηγαίνουν τα μικρά παιδιά στο θέατρο για παράδειγμα. Τώρα που έχω μεγαλώσει παίζω καλύτερο ποδόσφαιρο, διότι έχω αποκτήσει φαντασία και άλλο τρόπο σκέψης. Σε επίπεδο φυσικής κατάστασης, βέβαια, είμαι πολύ πιο πίσω. Αυτό το έκαναν στον Εθνικό Αστέρα και ήταν ένας από τους λόγους που πήγα εκεί τον μεγάλο μου γιο. Ετσι τα παιδιά αποκτούν μεγαλύτερη φαντασία, το μυαλό τους γίνεται πιο πλούσιο. Δες και στη δουλειά σου. Αν παρακολουθείς θέατρο και σινεμά αλλιώς βλέπεις τα πράγματα στη δημοσιογραφία. Αρκετοί Ελληνες ποδοσφαιριστές στερούνται παιδείας και ενδεχομένως να μην φταίνε οι ίδιοι γι’ αυτό, διότι δεν έμαθαν ποτέ κάτι παραπάνω. Άσε που στο εξωτερικό οι παίκτες στα 22 τους όχι μόνο είναι έτοιμοι, αλλά γίνονται και σταρ στις ομάδες του. Ενώ εδώ σε τέτοια ηλικία θεωρούνται ακόμα ταλέντα…
Του Κυρ. Κουρουτσαβούρη, 04/01/2011