Η Χριστίνα Λυκοτσέτα και η Βασιλική Σαραντοπούλου συναντιούνται ξανά επί σκηνής στο «Εβίβα», που συνεχίζεται για 2η σεζόν στο Τρένο στο Ρουφ σε ιδέα – σύλληψη της Μελίνας Σκούφου (που υπογράφει και τη σκηνοθεσία) και της Γεωργίας Μπούρδα.
Οι δύο ηθοποιοί μοιράστηκαν με το All4fun τις εμπειρίες του από την παράσταση:
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΛΥΚΟΤΣΕΤΑ
H Μελίνα Σκούφου, η δημιουργός του «Εβίβα» ήταν πολύ γενναιόδωρη, διότι χωρίς να με γνωρίζει μου έδωσε έναν ρόλο αρκετά δύσκολο και απαιτητικό και την ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό. Γενναιόδωρη ήταν και η κυρία Τατιάνα Λύγαρη, η οποία μας επέλεξε μέσα από ένα φεστιβάλ νέων καλλιτεχνών, μας επέλεξε και μας εμπιστεύτηκε.
Όλα ξεκίνησαν από ένα λεύκωμα, το οποίο ανακάλυψε και δεν ήταν άλλο από το λεύκωμα της γιαγιάς της, της Νανούλας. Μιας γυναίκας, η οποία μεγάλωσε σ’ ένα μεσοαστικό περιβάλλον στο κέντρο της Αθήνας και η οποία πρόλαβε να ζήσει τα πρώτα χρόνια της παιδικής και εφηβικής της ηλικίας μέσα στην ανεμελιά με τις αγαπημένες τις φίλες. Πάρτι, εκδρομές και σκασιαρχεία, αυτές οι σκηνές περιγράφονταν με αρκετή γλαφυρότητα στο λεύκωμά της.
Το σκηνικό στην συνέχεια αλλάζει, οι περιγραφές τόσο της Νανούλας, όσο και των φιλενάδων της γίνονται σκοτεινές και η χαρά έρχεται να αντικατασταθεί από τον πόνο, την οδύνη, τις στερήσεις και τις απώλειες. Κατοχή και στην συνέχεια εμφύλιος. Η Νανούλα προκειμένου να επιβιώσει κάνει πολλές υπερβάσεις, μπαίνει στο ΕΑΜ ενώ στην συνέχεια συμμετέχει και στα Δεκεμβριανά. Σε τίποτα πλέον δεν θυμίζει το ανέμελο κορίτσι που γνωρίσαμε μέσα από τις πρώτες σελίδες του λευκώματός της.
Οι δυσκολίες του έργου είναι μεγάλες. Καταρχάς, καλούμαι να υποδυθώ μια κοπέλα (και όχι μόνο μία αλλά τρεις, καθώς, τόσο εγώ όσο και η Βασιλική υποδυόμαστε πολλά πρόσωπα) που έζησε κατά την διάρκεια του β’ παγκοσμίου πολέμου και του εμφύλιου, αυτό από μόνο του είναι δύσκολο. Η δεύτερη δυσκολία ήταν οι γρήγορες εναλλαγές και οι απανωτές μεταβάσεις από το κωμικό στο δραματικό.
Αυτό είναι εξαιρετικά αγχωτικό και εξουθενωτικό, διότι, γίνεται πολλές φορές μέσα στο έργο, αλλά δεν παύει να είναι και το μεγάλο στοίχημα. Η Βασιλική από την άλλη υποδύεται μια κοπέλα του σήμερα που βιώνει την οικονομική κρίση και όχι μόνο. Αυτές οι δύο γυναίκες συναντιούνται στο βαγόνι ενός τρένου και αρχίζουν να διηγούνται την ιστορία τους. Τα υπόλοιπα θα τα δείτε επί σκηνής, καθώς υπάρχουν και μερικές εκπλήξεις τις οποίες δεν θα ήθελα να αποκαλύψω.
Πρόκειται ,για ένα κείμενο το οποίο γράφτηκε από όλο τον θίασο και επιμελήθηκε η Μελίνα Σκούφου. Δεν είναι διδακτικό, ούτε προσπαθούμε να κάνουμε κάποιον παραλληλισμό του χθες με το σήμερα. Παρόλο, που έχουμε βάλει αυτές τις δύο κοπέλες να συνταξιδεύουν στο ίδιο βαγόνι τα συμπεράσματα τα αφήνουμε στο κοινό. Τελικά, μία κοπέλα που βιώνει την οικονομική κρίση σήμερα έχει κοινά με μια γυναίκα που έζησε κατά τη διάρκεια του β’ παγκοσμίου και του εμφυλίου; Και αν ναι, ποια είναι αυτά; Εμείς δεν ξέρουμε, απλώς αφηγούμαστε μια ιστορία ή μάλλον δύο.
Εγώ προσωπικά είμαι ευτυχής που μου δίνεται η ευκαιρία να μιλήσω έστω και έμμεσα για γεγονότα που σημάδεψαν αυτόν τον τόπο, όπως τα Δεκεμβριανά, για γεγονότα που με τόση επιμέλεια η σχολική ιστορία για παράδειγμα αγνοεί και προσπερνά. Σ’ αυτό το σημείο, μάλλον μιλάει η δεύτερη ιδιότητά μου, αυτή της δασκάλας. Μιλάμε για θέματα που μας απασχολούν, γι’ αυτό και στο κείμενο θίγουμε κάποια πράγματα ,για παράδειγμα το θέμα των προσφύγων, των συνανθρώπων μας που φτάνουν στην Ελλάδα προκειμένου να σωθούν και που δεν θα μπορούσε να μας αφήσει ανεπηρέαστες, καθώς πρόκειται για κάτι πρωτόγνωρο, μιλώντας πάντα για την δική μας εποχή. Γίνονται διάφορες νύξεις στο έργο, οι οποίες δεν είναι άσχετες με αυτό.
Οι ιστορίες που διηγούμαστε είναι συγκεκριμένες και ευανάγνωστες από το κοινό, οι ηρωίδες αναγνωρίσιμες. Τελικά, είναι μια παράσταση, η οποία κατά την γνώμη μου απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες, καθώς και σε όλο τον κόσμο, σε όλες τις «κατηγορίες» σε θεατρόφιλους και μη. Ένα διαχωρισμό που ποτέ δεν αποδέχτηκα καθώς το θέατρο κατά την γνώμη μου θα πρέπει να αφορά και να συγκινεί τον οποιονδήποτε, να μπορεί να μιλά στις καρδιές όλων. Γι’ αυτό και η μεγάλη μας ανταμοιβή είναι όταν βλέπουμε τον κόσμο, κατά την διάρκεια της παράστασης να σκουπίζει τα δάκρυά του. Και πιστέψτε με, αντιλαμβανόμαστε τα πάντα, μιας και η απόσταση που μας χωρίζει από το κοινό είναι εξαιρετικά μικρή. Συγκίνηση, λοιπόν, μ’ αυτό θα ήθελα να κλείσω, δεν ξέρω αν το πετυχαίνουμε πάντα, αλλά σίγουρα εγώ προσωπικά δίνω τεράστια σημασία και σαν θεατής ψάχνω να βρω παραστάσεις που να με συν +κινούν.
Αυτή την περίοδο εκτός από το ‘’Εβίβα’’ σε σκηνοθεσία Μελίνας Σκούφου, σκηνικά και κοστούμια Γεωργίας Μπούρδα, μουσική Ανδρέας Σκούφος, φωτισμοί Χριστίνας Καμμά, έχω την τύχη να συμμετέχω και σε μια παιδική παράσταση, στη «Ροδή και το χρυσό βεργί» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Δεγαίτη, πρόκειται για ένα ηπειρώτικο παραμύθι που ταξιδεύει σε νοσοκομεία και σε ιδρύματα.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΑΡΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
Δε θέλαμε ακριβώς να συγκρίνουμε τις δύο εποχές. Ιστορικές στιγμές όπως ο Β παγκόσμιος πόλεμος είναι πέρα από οποιαδήποτε σύγκριση. Κάθε φορά που ακούω τη Χριστίνα στην παράσταση, στο κομμάτι της ιστορίας της που μιλάει για την κατοχή και το πώς άλλαξε τους ανθρώπους, ανατριχιάζω. Θυμάμαι τη γιαγιά μου που όταν «σνόμπαρα» σαν παιδί τα όσπρια, μου έλεγε ότι στην κατοχή, τότε ήταν 14 ετών, έκλαιγε με λυγμούς στη θέα ενός πιάτου με φασόλια.
Η δική μας γενιά μεγάλωσε με αυτή τη μνήμη. «Μην αφήνεις την τελευταία σου μπουκιά, είναι η δύναμή σου.» Οι γονείς μας και αυτοί αρκετά στερημένοι στα παιδικά τους χρόνια, μας τα έδωσαν όλα. «είχαμε ό,τι θέλαμε» λέγεται στην παράσταση και είναι αλήθεια. Λιγότερο ή περισσότερο μεγαλώσαμε σε μια απίστευτη ευμάρεια και ευκολία. Πράγματα που για τις προηγούμενες γενιές φάνταζαν απίστευτα, εμείς στη γενιά μας τα απολαμβάναμε σαν κάτι απόλυτα φυσικό. Πιστεύαμε λοιπόν ότι αυτή η ευμάρεια θα κρατήσει. Επενδύσαμε στις σπουδές μας και ήμασταν σίγουροι ότι θα βρούμε και μια καλή δουλειά, και ότι όλα γενικά θα πάνε καλά. Και τότε μας βρήκε η κρίση και το «όνειρο πάγωσε», για να δανειστώ τη φράση ενός αγαπημένου φίλου.
Σε όλα αυτά ταξιδεύει η παράσταση, μέσα από στιγμές μιας συνηθισμένης γυναικοπαρέας. Οι ηρωίδες της σημερινής εποχής, η Ελευθερία, η Ζωή και η Ειρήνη είναι τρία συνηθισμένα κορίτσια, έχουν σπουδάσει, συχνάζουν στα μπαράκια και βιώνουν όλη αυτή την αγωνία της νεότερης γενιάς, που κατά τη γνώμη μας δεν είναι μόνο οικονομική ή πολιτική. Είναι και βαθιά υπαρξιακή. Οι περισσότεροι είμαστε μόνοι μας, περνάμε ώρες μπροστά από μία ή περισσότερες οθόνες. Βομβαρδιζόμαστε από χιλιάδες πληροφορίες και δυσκολευόμαστε να βρούμε νόημα στα πράγματα. «αισθάνομαι άχρηστη» λέγεται στην παράσταση και νομίζω ότι όλοι λίγο πολύ το έχουμε νιώσει.
Και το αντίδοτο για όλα αυτά; Αυτό το βρίσκει κανείς μόνος του, μάλλον, δεν υπάρχουν έτοιμες λύσεις Η Ελευθερία πάντως της παράστασης διάλεξε να πει εβίβα ! στη ζωή, «με αυτά που έχουμε και με αυτά που δεν έχουμε»
Η παράσταση προέκυψε από αυτοσχεδιασμούς και σε ένα κλίμα γυναικοπαρέας, αφού αν εξαιρέσουμε τον Αντρέα, που μας έκανε τη μουσική είμαστε όλες κορίτσια. Παίξαμε πάρα πολύ με όλα και διαβάσαμε και λίγη ιστορία. Είναι συγκινητικό, γιατί μετά από τόσες παραστάσεις βρίσκουμε πάντα και καινούρια πράγματα και μαζί με τους θεατές λέμε εβίβα!
& Αναλυτικές λεπτομέρειες για τις ημέρες και τους συντελεστές της παράστασης ακολουθούν στον σχετικό σύνδεσμο: http://all4fun.gr/fun/theater/11303-q-q-.html
Επιμέλεια: Κυριάκος Κουρουτσαβούρης, 31/10/2015