Την Κυριακή, 14 Απριλίου, εγκαινιάζεται από τον δήμαρχο Καλαμάτας, Παναγιώτη Νίκα, η έκθεση «Σπύρος Παπαλουκάς • Βασίλης Θεοχαράκης. ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ. Συλλογή Ιδρύματος Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη» στο Μέγαρο Χορού Καλαμάτας, με πολύτιμα έργα των δύο σπουδαίων ζωγράφων.
Σπύρος Παπαλουκας,Μονή Σταυρονικήτα,1924,Λάδι σε μουσαμά,58×50εκ.
Αντιπροσωπευτικοί πίνακες του Σπύρου Παπαλουκά όπως η «Άποψη των Καρυών» και τα κορυφαία του έργα «Αρσανάς Μεγίστης Λαύρας», «Αρσανάς Μονής Παντοκράτορος», «Καυσοκαλίβια, το Κυριακό», «Μονή Διονύσου», «Μονή Παντοκράτορος», «Μονή Σταυρονικίτα», οι μοναδικές εικόνες από την Τράπεζα Μεγίστης Λαύρας, «ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς», «ο Αγιος Εφραίμ ο Σύρος» και «ο Άγιος Ιωαννίκιος» μαζί με τα έργα του μαθητή του Βασίλη Θεοχαράκη, όπως η «Μονή Ιβύρων», «ο Αρσανάς της Μονής Βατοπεδίου», τα μυστηριώδη δάση του, έργα που πρόσφατα παρουσιάστηκαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες μαζί με τη «Μονή της Αγίας Άννα», τη «Μονή Βατοπεδίου» και άλλα παρουσιάζονται στο Μέγαρο Χορού Καλαμάτας.
Βασίλης Θεοχαράκης,Μονή Βατοπαιδίου ΙΙ,1996,100×80εκ.
Ο επιμελητής της έκθεσης και διευθυντής εικαστικού προγράμματος του Ιδρύματος Β. & Μ. Θεοχαράκη, Τάκης Μαυρωτάς, τονίζει για το έργο των δύο δημιουργών: «Η ζωγραφική για τον Παπαλουκά απαιτούσε μια βιωμένη σχέση. Δεν τον ενδιέφερε η στιγμιαία αποτύπωση ενός χώρου-τοπίου, αλλά η βαθύτερη σημειολογική του διάσταση. Τα μοναστήρια και τα τοπία του Αγίου Όρους εμφορούνται από την ανάγκη μιας βαθιάς επικοινωνίας με το θείο. Αυτή την «αγιοσύνη» και γαλήνη συναντάμε και στα τοπία του. Κάθε πίνακας αντανακλά την ευαισθησία του, που μας απευθύνεται σαν ένας διάλογος με μουσική αντίστιξη. Ταυτόχρονα, το αίσθημα της συνοχής και της αρμονίας του ρυθμού είναι κυρίαρχο, ορίζοντας πάντα ένα χώρο ανοιχτό. Ο χώρος στο έργο του είναι συνυφασμένος με το χρόνο, δίνοντας αξία στη κάθε χρονική στιγμή, έτσι ώστε να μη χάνεται αυτή η δημιουργική στιγμή στην απεραντοσύνη του χρόνου. Το Άγιον Όρος τον απασχόλησε και τα επόμενα χρόνια, περίπου από το 1929 έως και το 1935.» Ο μεγάλος απών της ελληνικής ζωγραφικής, Γιάννης Τσαρούχης, έχει επισημάνει για το έργο του: «Από όλους τους Έλληνες ζωγράφους της γενιάς του, της γενιάς που αντέδρασε στον εμπρεσιονισμό, ο Σπύρος Παπαλουκάς μένει ο πιο ζωγραφικός. Η ζωγραφικότης, το φυσικό πάθος του ζωγράφου για το χρώμα και το φως, τον έσωσε από τους σκοπέλους του γραφισμού, που πάντα θα συναντήσει ένας ζωγράφος όταν θέλει ν’ αναθέσει στο σχέδιο παραπάνω βάρη απ’ αυτά που μπορεί να σηκώσει το σχέδιο μόνο του. Πίσω από τις χαράξεις του και τις αναλύσεις του, που ήταν περισσότερο ερμητικές και μυστικές παρά ορθολογιστικές, υπήρχε μια ανθρώπινη καρδιά γεμάτη ενθουσιασμό και μια όραση μεστή. Αν σ’ αυτές τις βασικές αρετές του Παπαλουκά προσθέσουμε τη θερμή ευλαβικότητα του χεριού του, θα καταλάβουμε γιατί το έργο του όλο και θα κερδίζει όσο περνά ο καιρός.
Σπύρος Παπαλουκάς,Σκήτη Αγίου Ανδρέα,1932-35,Λάδι σε μουσαμά,93×83.5εκ
Οι ευφάνταστοι πίνακες του Θεοχάρακη από τη Μονή Βατοπεδίου, τη Μονή Ιβήρων, τη Μονή Παντοκράτορος, τη Μονή Μεγίστης Λαύρας, τη Μονή Δοχειαρίου ή τη Σκήτη της Αγίας Άννας μεταξύ των άλλων αποκαλύπτουν την αμεσότητά του, στο να προσεγγίζει με το ζωγραφικό του ιδίωμα αυτή, την ίδια την πνευματικότητα των χώρων – τοπίων του… Ο Βασίλης Θεοχαράκης ασκεί το βλέμμα του στην κατάκτηση μιας λιτής ζωγραφικής έκφρασης και καταφέρνει να αποτυπώσει με ευλάβεια τις ανεπανάληπτες στιγμές του φωτός, δημιουργώντας εικόνες μοναδικής μέθεξης και απόλαυσης, με τον δικό του εκφραστικό τρόπο, για την προσέγγιση και την απόδοση της φύσης. Τα μοναστήρια του Αγίου Όρους, μαζί με τα πρόσφατα αδιάβατα «Δάση», αποκαλύπτουν τα προσφιλή θέματα του οραματικού του κόσμου. Εκείνο που τον ενδιαφέρει περισσότερο είναι η ποιητική απόδοση του χώρου-τοπίου παρά η αυστηρή του αποτύπωση, δίνοντας έμφαση στην ποιητική και πολλές φορές μυστηριακή τους υπόσταση. Γνωρίζει σε βάθος ότι δεν κάνει το θέμα τη ζωγραφική, αλλά η ζωγραφική το θέμα. Έτσι, περίπου πενήντα χρόνια επιστρέφει συνεχώς στην Αθωνική Πολιτεία, θαρρείς σαν να έχει κατακτήσει έναν ατέρμονο διάλογο.»
Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 2 Μαΐου 2019.
[κεντρική φωτογραφία: Βασίλης Θεοχαράκης,Αρσανάδες της Ι.Μονής Βατοπεδίου,2008,Λάδι σε μουσαμά,110×200εκ]