Είναι ορισμένοι καλλιτέχνες, οι οποίοι προβάλλουν τόσο το “εμείς” σε σχέση με το “εγώ” που χαίρομαι ιδιαίτερα για την πορεία τους. Η Αθηνά Χατζηαθανασίου είναι ένα αντίστοιχο παράδειγμα.
Άλλωστε και η δημιουργική πραγματικότητα της συνοδεύεται από τη δική της ικανοποίηση με το να δουλεύει με συνεργάτες, που δεν κάνουν τόσο θόρυβο. Κι έτσι άλλωστε φτιάχνονται πιο εύκολα όμορφα πράγματα, αγγίζοντας βαθιά τους θεατές…
Η θεατρική της σεζόν ξεκίνησε με τη σκηνοθεσία της “Εποχής του κυνηγιού” και τώρα να βρίσκεται σε διαδικασία προβών στο Θέατρο Γκλόρια για τους “Αλιγάτορες” σε σκηνοθεσία Γιάννη Λασπιά μαζί μ’ ένα εκλεκτό καστ.
* Απ’ το σχολείο ακόμα ήμουν σε θεατρικές ομάδες και σε ερασιτεχνικές ομάδες όταν πέρασα στη Νομική. Επαγγελματικά ήρθε μετά από μεγάλη προσωπική μάχη με τα κοινωνικώς επιβεβλημένα και την υποτιθέμενη ασφάλεια την οποία θα προσέφερε ένα νομικό επάγγελμα. Πριν τις πανελλαδικές ακόμη ήθελα να δώσω σε δραματική σχολή, αλλά στην προ κρίσης εποχή έγινε το γνωστό για έναν καλό μαθητή «πάρε ένα καλό χαρτί να έχεις και μετά κάνε ό,τι θέλεις». Φαινόταν μια λογική σκέψη. Τότε.
* Όταν τελείωσα τη Νομική, δεν υπήρχε πια επιστροφή. Είχα το «καλό χαρτί» και τη διαπραγματευτική ικανότητα να κάνω αυτό που θέλω. Τελικά το «καλό χαρτί» έγινε «απλώς χαρτί» και άρχισα να ανακαλύπτω τι πραγματικά θέλω. Όσο για τη σκηνοθεσία προέκυψε όταν έφυγα αεροσυνοδός στο Ντουμπάι. Δεν μπορούσα εκ των πραγμάτων να εμπλακώ σε παραγωγή ως ηθοποιος. Είχε 30 μέρες άδεια τον χρόνο και τις υπόλοιπες ήμουν στο Ντουμπάι ή κάπου αλλού στον κόσμο. Οπότε δούλευα μετά τις πτήσεις οπουδήποτε στον κόσμο, και πήρα αυτές τις 30 μέρες άδεια για να έρθω στην Ελλάδα και να κάνω πρόβες για το «Μια Παναγιώτα κι ένα κάποτε», που ήταν και η πρώτη μου σκηνοθεσία. Μετά έκανα και το μεταπτυχιακό στη σκηνοθεσία και τα υπόλοιπα τα ξέρετε.
* Υποκριτική σημαίνει «παιχνίδι». Αφήνομαι στα χέρια κάποιου και παίζω με τα παιχνίδια μου: τη φωνή μου, το σώμα μου.
* Σκηνοθεσία σημαίνει να φτιάχνω έναν κόσμο από την αρχή. Και τα δύο είναι ένα πολύτιμο δώρο που μου κάνουν οι συνεργάτες: η σκηνοθεσία γιατί κάποιοι άλλοι άνθρωποι με εμπιστεύονται και ζωντανεύουν μια φαντασίωση, η υποκριτική γιατί κάποιος άλλος μοιράζεται το όραμά του μαζί μου και με εμπιστεύεται να το υλοποιήσω.
* Ένας καλλιτέχνης στην Ελλάδα του 2024 υποτιμάται. Δεν αναγνωρίζεται ο κόπος που εμπεριέχει αυτή η δουλειά. Κι αυτή η υποτίμηση περιλαμβάνει, και βασικά ξεκινά από, την ίδια την πολιτεία: αυτή καθορίζει αυτό το πλαίσιο, με τη θέση που (δεν) έχει παραχωρήσει στην τέχνη στα σχολεία, με τη (μη) αναγνώριση των καλλιτεχνικών πτυχίων, με τη (μη) οικονομική στήριξη των καλλιτεχνών.
* Αυτό έχει πάψει να με στεναχωρεί, με θυμώνει. Αυτό που με στεναχωρεί είναι οι κακές συμπεριφορές, η απουσία ενσυναίσθησης, η μη τήρηση των δεσμεύσεων -οικονομικών αλλά και ηθικών- στη δουλειά μας. Κάθε φορά αυτό μου βάζει ένα φρένο. Αυτό που με επαναφέρει στη δημιουργική πραγματικότητα είναι εκείνοι οι άλλοι που χαίρεσαι να δουλεύεις μαζί τους -και είναι κ αυτοί πολλοί, απλώς δεν κάνουν τόσο θόρυβο. Κι εκείνες οι φορές που όλοι εμείς μαζί φτιάχνουμε κάτι όμορφο που μπορεί να κάνει κάποιον/κάποιους να νιώσουν κάτι.
* Αν μιλάμε για μερίδιο ευθύνης της πολιτείας, είναι μεγάλο. Η αντίδραση στην υποτίμηση που ανέφερα προηγουμένως δεν είναι η υπερτίμηση της δουλειάς μας. Δεν αλλάζει η κατάσταση με τον υπερτονισμό της σημασίας αυτού που κάνουμε, μέσω μίας ελιτίστικης αντίληψης ότι αυτό που κάνουμε είναι κάτι ανώτερο. Η τέχνη πρέπει να ξεκινά από την κοινωνία. Πρέπει να μας αφορά. Και για να μην παρεξηγηθώ, όχι να αρέσει σε όλους. Πρέπει να αφορά και να συνδιαλέγεται με τον κόσμο. Να θέτει ερωτήματα, να δημιουργεί συναισθήματα. Αν εκφράζει απλώς ένα υπέρ εγώ δε μας φέρνει πιο κοντά στη βελτίωση των επαγγελματικών συνθηκών. Επίσης, ενώ οι καλλιτέχνες συσπειρώνονται εύκολα ενάντια σ’ ένα κοινωνικό πρόβλημα, εξίσου εύκολα παραιτούνται. Κατεβήκαμε στον δρόμο για τα πτυχία των δραματικών σχολών, έγινε το ατύχημα στα Τέμπη, σε μία νύχτα ξεχάστηκε. Κατεβήκαμε στον δρόμο για τα Τέμπη έγινε κάτι άλλο, ξεχάστηκε κι αυτό. Όταν η διεκδίκηση έχει συνεχόμενη «διάσπαση προσοχής» πώς μπορεί να φέρει αποτέλεσμα;
* Όταν ο Γιάννης Λασπιάς μου έδωσε να διαβάσω το έργο «οι Αλιγάτορες» σκέφτηκα ακριβώς όλα αυτά που ανέφερα παραπάνω: πόσο μας αφορά στο σήμερα. Θέλαμε να συνεργαστούμε ούτως η άλλως και σε επίπεδο συμπαραγωγής και «οι Αλιγάτορες» έγιναν η αφορμή. Το αστείο είναι ότι στην αρχή με φαντάστηκα σε όλους τους άλλους γυναικείους ρόλους εκτός από αυτόν της δικηγόρου, που τελικά παίζω. Δεν ξέρω τι είχε ο Γιάννης ακριβώς στο μυαλό του, και ο ίδιος έλεγε ότι είναι κόντρα ρόλος, ή απλώς μου το έλεγε για να με προκαλέσει, γιατί εν τέλει έγινε ένας αγαπημένος ρόλος, πολύ διαφορετικός απ’ ό, τι έχω παίξει μέχρι τώρα και περιμένω πώς και πώς.
* Ειναι αστείο, αλλά νόμιζα στην αρχή ότι δεν έχω κανένα κοινό με τον ρόλο αυτό. Εκτός φυσικά από το ότι έχουμε τελειώσει και οι δυο νομική και ίσως κάπως έτσι ονειρεύονταν οι άλλοι να είμαι. Το τρομακτικό είναι ότι όσο δούλευα τον ρόλο συνειδητοποίησα ότι αν είχα κάνει διαφορετική επιλογή πριν 10 χρόνια και γινόμουν πραγματικά δικηγόρος, μπορεί πράγματι να είχα εξελιχθεί σε μια τέτοια γυναίκα. Έχουμε κοινή αφετηρία με τη Ρέιτσελ, αλλά διαφορετικό φινάλε: Διεκδικούμε τα πράγματα που θέλουμε με επιμονή, αλλά εκείνη καταφέρνει να μένει έξω από τις καταστάσεις, να μην εμπλέκεται και πολύ, ενώ εγώ βουτάω κι όποιον πάρει ο χάρος…
* Τι να πει κανεις γι’ αυτή την ομάδα που έχουμε φτιάξει. Για το ωραίο κλίμα που έχουμε στις πρόβες, που δεν είναι αυτονόητο, για την ομαδικότητα που έχουν όλοι, νέοι και παλαιότεροι. Ο Γιάννης έχει μια φρεσκάδα και στον τρόπο που δουλεύει και στη σκηνοθετική του αντίληψη. Δε νομίζω ότι υπάρχει συνεργάτης που δε χαίρεται να δουλεύει μαζί του.
* Ο Γεράσιμος (σ.σ. Γεννατάς) και η Φαίη (σ.σ. Ξυλά) από την άλλη, φέρουν μια τρομερή ποιότητα ανθρώπου πάνω και έξω απ’ τη σκηνή: ο Γεράσιμος με τον εφηβικό ενθουσιασμό του και η Φαίη με την εξωπραγματική ευγένειά της. Τη Σάντυ (σ.σ. Χατζηιωάννου) επίσης τη γνώρισα σ’ αυτή τη δουλειά και κάπως επικοινωνούμε σαν να γνωριζόμαστε χρόνια.
* Με την Παναγιώτα (σ.σ. Χαϊδεμένου) γνωριζόμαστε χρόνια και είμαι τυχερή που είμαστε μαζί σε μια ακόμη δουλειά. Αλλά όλοι οι συντελεστές, με τους οποίους συναντήθηκα για πρώτη φορά σ’ αυτή τη δουλειά, η Ειρήνη Τηνιακού, η Αρετή Μουστάκα, η Βασιλική Σύρμα και η Ειρήνη Γεωργακίλα, ο Βαγγέλης Μούντριχας, η Άλκηστις Πολυχρόνη, όλοι έχουν δώσει όλο τους το είναι γι’ αυτή τη δουλειά.
* Σχεταικά με την παράσταση, “Η εποχή του κυνηγιού” που κάναμε στο Bios το φθινόπωρο, η δημιουργός της, Σοφία Γουργουλιάννη, μου έδωσε να διαβάσω μερικά από τα έργα της και με το που διάβασα το συγκεκριμένο είπα «Αυτό θα το κάνω». Το έργο αυτό ήταν μια σουρεαλιστική εκδοχή του τι βιώνει μια γυναίκα σε όλα τα επίπεδα.
* Οι τρεις βασικοί χαρακτήρες, μια στρίπερ, σύμβολο σεξουαλικότητας, αλλά και θύμα της κοινωνικής σκληρότητας απέναντι στο γυναικείο σώμα, μια μάνα εγκλωβισμένη στον ρόλο της ως καλή μητέρα και μια αλλεργική, που συμβιώνει με τις δεκάδες κοινωνικές αγκυλώσεις σωματοποιημένες σε πραγματικές αλλεργίες, ακούμπησαν ολοκληρωτικά μέσα μου, ειδικά μάλιστα τη στιγμή που είχα γίνει μόλις μαμά και δέχτηκα ξαφνικά αυτή τη σωρεία προσδοκιών και στερεοτύπων γύρω από τον ρόλο της μητέρας.
* Εκεί δημιουργήθηκε μια ομάδα από παλιούς φίλους και συνεργάτες αλλά είχα την τύχη να γνωρίσω και νέους αξιόλογους συνεργάτες με τους οποίους ετοιμάζουμε και νέα πρότζεκτ που έρχονται. “Η εποχή του κυνηγιού” ήταν μια δουλειά στην οποία περάσαμε πάρα πολύ καλά και ποιος ξέρει, ίσως ξαναρχίσουμε σύντομα το κυνήγι…
* Σχετικά με τις δουλειές μου στο θέατρο «Ήταν όλα τους παιδιά μου»: Με τα καλά τους και τα στραβά τους όλες οι δουλειές σε «τρώνε» στο εδώ και τώρα και τις αγάπησα όλες. Άρα μ’ αυτή τη λογική τώρα βλέπω μόνο «αλιγάτορες». Και έργα υπάρχουν που αγαπώ και συγγραφείς, αλλά για να είμαι ειλικρινής, οι δουλειές που ονειρεύομαι είναι πάνω από τα κείμενα, είναι με ωραίους συνεργάτες που μοιραζόμαστε μια κοινή αισθητική και ένα κοινό όραμα.
* Δεν έχω κάνει πολλά στο σινεμά εκτός από κάποιες ταινίες μικρού μήκους. Θα ήθελα πολύ να συμμετάσχω σε μια ωραία μεγάλου μήκους. Για να δούμε…
* Στην επόμενη σεζόν, η αλήθεια είναι ετοιμάζω ένα μόνο θεατρικό πρότζεκτ και θέλω να υπάρχει χώρος για τηλεόραση. Υπάρχουν πολύ αξιόλογες δουλειές στην τηλεόραση και δε συμμερίζομαι καθόλου την άποψη για το trash ποιόν της τηλεόρασης. Σε όλα τα πράγματα υπάρχουν δουλειές πιο προσεγμένες και δουλειές πιο ευκαιριακές. Επειδή απέχουν ένα κουμπί το ένα με το άλλο δε σημαίνει ότι όλα είναι το ίδιο.
* Με το γράψιμο έχω ερωτική σχέση θα έλεγα. Το να γράφω φέρει σκέψεις στη ζωή και κάποιες φορές τις ζωντανεύει επάνω στη σκηνή. Αυτή η διαδικασία από το μυαλό στο χαρτί κι απ’ το χαρτί στη ζωή είναι μαγική. Αντίστοιχα στο τραγούδι νιώθω ότι μπορώ να κάνω ό,τι θέλω. Δεν είναι η δουλειά μου, είναι απλώς κάτι που κάνω με μεράκι και περνάω καλά και μάλλον γι’ αυτό περνάνε καλά όσοι έρχονται στα live μας.
* Πριν να έρθει ο μικρός στη ζωή μας και γίνω μητέρα, γυμναζόμουν 4-5 φορές την εβδομάδα. Έτρεχα επίσης αρκετά χιλιόμετρα, είχα τρέξει και ημιμαραθώνιο. Τώρα τα περιθώρια χρόνου έχουν στενέψει πολύ και με «τρέχουν» τα πρότζεκτ. Κάτι έπρεπε να μείνει πίσω και ήταν αυτό. Αλλά όποτε βρίσκω χρόνο έστω και μια ώρα κάτι κουτσοκαταφέρνω.
* Πολλά μου αρέσουν στην Αθήνα. Κυρίως οι αντιθέσεις της. Είσαι στα Εξάρχεια. Κανεις δύο βήματα και είσαι στον Λυκαβηττό. Άλλα δύο και είσαι στην Κυψέλη. Κάθε μέρος έχει τη δική του προσωπικότητα κι έτσι η Αθήνα είναι γεμάτη «πρόσωπα». Αυτό που δε μου αρέσει είναι όταν τα «πρόσωπα» γίνονται «απρόσωπα». Όταν ο καθένας στο πλαίσιο της ανωνυμίας μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, να συμπεριφερθεί άσχημα, να μη σεβαστεί τον διπλανό του. Έχει ελευθερία η ανωνυμία της μεγάλης πόλης κι αυτό είναι μεγάλο δώρο. Αλλά στα λάθος χέρια αυτή η ελευθερία γίνεται ασυδοσία.
* Στο All4fun μ’ αρέσει που έχει ως επίκεντρο τους καλλιτέχνες. Δεν είναι απλώς ένα ψυχαγωγικό πόρταλ. Δίνει φωνή στους καλλιτέχνες, ασχολείται με τα προβλήματά τους, τους στηρίζει με κάθε τρόπο. Και προβάλλει όλες τις πλευρές του χώρου χωρίς καλλωπισμούς.
& Αναλυτικές πληροφορίες για τους “Αλιγάτορες” ΕΔΩ:
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 25/4/2024