— Λοιπόν, θα σας πω έναν μύθο, είπε ο παππούς κι άρχισε
την ιστορία του Δαίδαλου και του Ίκαρου.
…Ο Ίκαρος, με τα φτερά που του έφτιαξε ο πατέρας του, ο
Δαίδαλος, άρχισε να πετά σαν πουλί. Μα πέταξε πολύ ψηλά,
σχεδόν κοντά στον ήλιο, κι έλιωσε το κερί που μ’ αυτό ήταν
κολλημένα τα φτερά του. Έτσι έπεσε στη θάλασσα και
πνίγηκε. Γι’ αυτό το πέλαγος, όπου έπεσε, λέγεται Ικάριον…
Μέσα στο Ικάριο πέλαγος είναι το νησί μας. Τι μικρό που
φαίνεται πάνω στην υδρόγειο! Σα μια μικρή τελεία. Πέρα τ’
άλλα νησιά, κι ύστερα ολόκληρη η Ελλάδα κι οι άλλες χώρες,
απέραντες … Τί όμορφα που θα ’ναι να πετάς! Να ’ναι, ας
πούμε, μια βαρετή Κυριακή κι εσύ να λες: δε βάζω τα φτερά
μου, να πεταχτώ, μια στιγμή, στην Ιαπωνία ή στην Κίνα ή
στην Αφρική, να δω αν τα Γιαπωνεζάκια, τα Κινεζάκια και τα
Αραπάκια περνούνε κι αυτά βαρετές Κυριακές; Αν παίζουν κι
αυτά κουτσό, σκοινάκι, πεντόβολα;
Άλκη Ζέη – “Το καπλάνι της βιτρίνας”