Από μόνο του το ατλαζένιο σαν λέξη έχει μια δυναμική, ασκεί μια γοητεία. Πόσο μάλλον, μάλιστα, όταν σχετίζεται μ’ ένα επικό έργο. Στο φεστιβάλ Αθηνών φυλούσαν το καλύτερο για το τέλος σχετικά με τις παραστάσεις που ολοκληρώνουν το πρόγραμμα επί αττικού εδάφους.
Το «Ατλαζένιο γοβάκι» γράφτηκε μέσα σε διάστημα πέντε (!) χρόνων από τον Πολ Κλωντέλ, χαρακτηρίζεται από τη Le Monde ως ένα από τα 100 καλύτερα βιβλία του 20ου αιώνα και παρουσιάζεται την Τετάρτη 30 Ιουλίου και την Πέμπτη 31 Ιουλίου στην Πειραιώς 260 (κτίριο Δ) σε σκηνοθεσία Έφης Θεοδώρου.
Στην Ελλάδα έχει ν΄ αποδοθεί ακριβώς 50 χρόνια και εκτός από τη σημασία του έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το πώς θα συμπυκνωθεί σε 4 ώρες, δεδομένου πως ο Ολιβιέ Πι για να το εμφανίσει στο κοινό είχε χρειαστεί 11 (!!!) ώρες.
«Όσο μεγάλη είναι η δυσκολία ενός τέτοιου έργου τόσο μεγάλη είναι και η γοητεία του», μας αναφέρει ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης και προσθέτει: “Ο σύγχρονος θεατής που ζει στο τώρα, αναπόφευκτα την ώρα που θα το βλέπει θα βρίσκει τα δικά του αντικρίσματα”
Μετά το 4ωρο εγχείρημα στο Αρμαντέιλ, που χάρισε στην παράσταση του και τρία φετινά βραβεία κοινού Αll4fun (δικής του σκηνοθεσίας, καλύτερης short term παράστασης της θεατρικής σεζόν 2013-14 και καλύτερης γυναικείας ερμηνείας, Μαρία Κίτσου) ο Κωνσταντίνος συμμετέχει ξανά σε 4ωρη παράσταση. Δείχνει, όμως, να το διασκεδάζει: «Κάθε καινούρια παράσταση είναι σαν κάτι που σου δίνει όρεξη, δύναμη. Είτε είναι τετράωρη, είτε 30 λεπτών είναι μια εντελώς διαφορετική και καινούρια εμπειρία. Αυτή είναι και η μικρή μας τύχη σε σχέση με άλλες δουλειές που έχουν ρουτίνα»
Ευχάριστη συγκυρία το γεγονός ότι στο «Ατλαζένιο Γοβάκι» συναντά επί σκηνής την Πηνελόπη Τσιλίκα (πρόσωπο του 2013 για το σάιτ μας, τιμήθηκε επίσης στα φετινά μας βραβεία), που έγινε ευρύτερη γνωστή από τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ως Όρσα στη «Μικρά Αγγλία» του Παντελή Βούλγαρη.
Η Πηνελόπη είναι μια ηθοποιός, που πραγματικά μοιάζει ιδανική για παράσταση εποχής και έχει μπει για τα καλά στο πνεύμα του συγγραφέα: «Η φαντασία μπορεί να παράξει πραγματικότητα μόνο όταν η τάξη εκθρονίζεται και δίνει χώρο σε κάτι άλλο, στην αταξία ως δυνατότητα».
Σχετικά με το τι θα συμβούλευε η Πηνελόπη ως τρόπο αντίδρασης στη δύσκολη εποχή που ζούμε: «Ο καθένας μπορεί να αντιδρά στο μέτρο του δυνατού και αν δεν εξαντλείται από την προσπάθειά του για επιβίωση. Ίσως και από μόνος του να μπορεί, πάντως, να κάνει μια μικρή πράξη αντίστασης: Όπως το ν’ ανοίξει ένα βιβλίο…»
– “Η τάξη είναι η ευχαρίστηση της λογικής, αλλά η αταξία είναι η απόλαυση της φαντασίας. Η σκηνή αυτού του δράματος είναι ο κόσμος”, λέει ο Πολ Κλωντέλ. Πώς το ερμηνεύεις αρχικά ως Πηνελόπη, αλλά και πώς βλέποντας το από την πλευρά της ηρωίδας σου;
Σ’ αυτό το έργο γίνεται ό,τι δεν περιμένεις. Ο Ευριπίδης λέει “αυτά που περιμέναμε δεν ήρθαν και για τ’ απρόσμενα βρήκε δρόμο ο Θεός” και οι Πορτογάλοι “ο Θεός γράφει ευθεία με τεθλασμένες γραμμές”. Έτσι και η Δόνια. Μουσική αυτό που φαντάζεται και πιστεύει, το κάνει να γεννηθεί. Όμως η φαντασία μπορεί να παράξει πραγματικότητα μόνο όταν η τάξη εκθρονίζεται, και δίνει χώρο σε κάτι άλλο στην αταξία ως δυνατότητα.
-Κωνσταντίνε το «Ατλαζένιο γοβάκι» έχει να παρουσιαστεί στην Ελλάδα από το 1964. Γιατί πιστεύεις πώς άργησε τόσο πολύ και ποια είναι τα διαχρονικά στοιχεία που ξεχωρίζεις σ’ αυτό το έργο; Πόσο κοντά είναι στην Ελλάδα του 2014, αλλά και συνολικά στον σύγχρονο κόσμο;
Κάπου διάβασα ότι είναι από τα 20 πιο δύσκολα έργα του παγκόσμιου ρεπερτορίου. Δεν ξέρω ποιος μπορεί να φτιάξει τέτοιες λίστες και με τι κριτήρια. Προσωπικά το θεωρώ πανδύσκολο. Αλλά όσο μεγάλη είναι η δυσκολία του άλλο τόσο μεγάλη είναι και η γοητεία του. Γενικά μιλάει για διαχρονικά θέματα. Ο Έρωτας δεν είναι ένα τέτοιο; Ο Θεός; Πάντως αν θέλει να βρει κάποιος ταυτοσημίες ας πούμε, με την πολιτική κατάσταση της Ελλάδας του 2014, μπορεί να το κάνει. Έχει μεγάλο υλικό το έργο. Ο σύγχρονος θεατής που ζει στο τώρα, αναπόφευκτα την ώρα που βλέπει κάτι, σκέφτεται τα δικά του, το μυαλό του βρίσκει τα δικά του αντικρίσματα.
– Πηνελόπη η Le Monde το έχει κατατάξει στα 100 πιο σπουδαία βιβλία του 20ου αιώνα. Εσύ ποια σπουδαιότητα διακρίνεις περισσότερο σ’ αυτό το έργο;
Μια απίστευτη δύναμη, της ιστορίας, της γλώσσας και των ρόλων, όλοι είναι άνθρωποι, πρώτοι, άνθρωποι δυνατοί, που ζουν τα μεγάλα και σκέφτονται φιλοσοφικά, όχι σε σαλόνια, αλλά την ίδια ακριβώς στιγμή που δονούνται από ζωή. Και ο Κλωντέλ δίνει χώρο να αναπνεύσουμε, κι εμείς κι εκείνοι: Απαιτεί από τους ηθοποιούς να παίξουν “γρήγορα και κακά”, δηλαδή βασικά με πλήρη επίγνωση ότι πραγματευόμαστε κάτι άλλο, και προς αυτό κινούμαστε με όσες δυνάμεις έχουμε τώρα. Και σχεδιάζει τη δραματουργία του έτσι ώστε ακριβώς δίπλα στο δράμα, να έρχεται η κωμωδία, η φάρσα, όπως ακριβώς και στη ζωή.
– Κωνσταντίνε κατά τη διάρκεια της παράστασης σε κάποιου; ήρωες αλλάζουν πτυχές του χαρακτήρα τους μέσα στο πέρασμα του χρόνου και μέσα από τις διάφορες δοκιμασίες που βιώνουν. Πόσο θεωρείς ότι αλλάζει ένας άνθρωπος σε θεμελιώδεις τομείς μέσα στην πορεία της ζωής του;
Εξαρτάται από το πόσο ευμετάβλητος είναι. Οι άνθρωποι έτσι κι αλλιώς είμαστε πολύ διαφορετικοί μεταξύ μας. Αν και τώρα που το σκέφτομαι, η αλλαγή χαρακτήρα χάνει την ελαστικότητά της με την ηλικία. Και αυτό είναι – ίσως – ένα μείον μας. Πρέπει να ακούμε και να βλέπουμε σαν παιδιά, και να χρησιμοποιούμε την γνώση των εμπειριών της ηλικίας.
-Πηνελόπη με δεδομένο ότι υπάρχει φανερή έλλειψη παιδείας στην Ελλάδα θεωρείς πως αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά σ’ αυτό το τόσο σημαντικό ζήτημα θα βλέπαμε και έναν διαφορετικό κόσμο στην καθημερινότητα μας; Και ως καλλιτέχνης πόσο τελικά εκτιμάς πως υπάρχει διάθεση για αλλαγή από μια μερίδα ανθρώπων, που εξακολουθούν να μην παραιτούνται της προσπάθειας ν’ αλλάξουν – όσο μπορούν πάντα – την υπάρχουσα κατάσταση;
Δεν ξέρω τι να σου απαντήσω Κυριάκο, η κατάσταση της παιδείας στην Ελλάδα είναι αποτέλεσμα πολιτικής βούλησης. Από εκεί και πέρα, ο καθένας στο μέτρο του δυνατού, δηλαδή αν π.χ δεν εξαντλείται από την προσπάθειά του για επιβίωση ίσως μπορεί να κάνει μια μικρή πράξη αντίστασης: Ν’ ανοίξει ένα βιβλίο.
– Κωνσταντίνε ο Πολ Κλωντέλ ήταν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Πόσο διεισδύσατε στον κόσμο του συγγραφέα μέσα απ’ αυτήν τη δουλειά και ποιο πιστεύεις πως είναι το βαθύτερο νόημα αυτού του έργου;
Πραγματικά δεν θέλω να πατρονάρω το έργο σύμφωνα με την δική μου (ή τη δική μας) άποψη για κάποιο βαθύτερο νόημα. Υπάρχει η απόλυτη ελευθερία σε αυτή την παράσταση, νομίζω, για να αισθανθεί ο θεατής κάτι, βλέποντας ωραίες εικόνες, ακούγοντας μαγικά λόγια…
– Πάντως από το ένα 4ωρο (Αρμαντέιλ) μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα πήγες αυτόματα σ’ ένα ακόμα τετράωρο. Πόσο απαιτητικό και δύσκολο ήταν αυτό το νέο εγχείρημα για σένα και πόσο διαφορετική είναι η εμπειρία που βιώνεις τώρα σε σχέση με εκείνη του Αρμαντέιλ, όπου ήσουν φυσικά και ο σκηνοθέτης.
Αν εξαιρέσω την κούραση από το γεμάτο χειμώνα, το να πάω σε ακόμα ένα 4ωρο δεν ήταν αυτό που έκανε δύσκολη τη μετάβαση. Γιατί κάθε καινούρια παράσταση είναι σαν κάτι που σου δίνει όρεξη, δύναμη. Κάθε παράσταση είτε τετράωρη είτε 30 λεπτών είναι μια εντελώς διαφορετική και καινούρια εμπειρία. Αυτή είναι και η μικρή μας τύχη σε σχέση με άλλες δουλειές που έχουν ρουτίνα.
– Πηνελόπη το «Ατλαζένιο γοβάκι» έχει παρουσιαστει στην Αβινιόν, έχοντας διάρκεια 9 ωρών, είχε διάρκεια 11 ωρών στην παράσταση του Ολιβιέ Πυ και 7 ωρών στην ταινία του Μανουέλ Ντε Ολιβέιρα. Πόσο διαφορετικό θα είναι τώρα που θα έχει διάρκεια 4 ωρών και πόσο δύσκολο ήταν για σας να κόψετε σκηνές; Τι κρατήσατε περισσότερο στο έργο και ποια ήταν τα κριτήρια επιλογής των σκηνών που έμειναν σε σχέση με εκείνες που κόπηκαν;
Δουλέψαμε με άξονα την ιστορία του Ροντρίγκο και της Προέσας, και κυρίως διηγούμαστε την άνοδο και την πτώση αυτού του ανθρώπου, ο οποίος ζήτησε από μια γυναίκα τον Θεό…
& Οι φωτογραφίες είναι του Τάκη Λυκοτραφίτη.
&& Αναλυτικές λεπτομέρειες για το «Ατλαζένιο γοβάκι» ακολουθούν στον σχετικό σύνδεσμο: http://www.all4fun.gr/columns/epilogi-evdomadas/8660–q-q-.html
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 28/7/2014