Απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου ο Δημήτρης Σαμόλης έκανε φέτος το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με την παράσταση «Γυναίκα-Διάβολος» στο Θέατρο «104». Στην παράσταση που πρωταγωνιστεί και σκηνοθετεί υποδύεται έναν ήρωα που ψάχνει να βρει το άστρο του, δηλαδή να κατακτήσει αυτό που διακαώς επιθυμεί. Στην ζωή του ο Δημήτρης Σαμόλης κυνηγά τα δικά του άστρα, αυτά της αναγνώρισης της δουλειάς του και των συνεργασιών με φωτεινούς ανθρώπους. Άνθρωπος του καιρού του, παθιασμένος με την υποκριτική, προικισμένος τόσο σαν ηθοποιός όσο και σαν νέος δημιουργός, πιστεύει πως τα εμπόδια είναι χρήσιμα για να σου γεννούν την επιθυμία να τα υπερπηδήσεις…
–Ας τα πάρουμε από την αρχή. Πώς ακριβώς ξεκίνησε η ενασχόληση σου με το θέατρο;
Ήμουν καλοκαίρι έκτης δημοτικού προς Α’ Γυμνάσιου και εκεί που δεν διαβάζω καθόλου εφημερίδες πέφτω τυχαία σε μια αγγελία για μια οντισιόν που κάνει η Αλίκη Βουγιουκλάκη για την Μελωδία της Ευτυχίας. Και πείθω με πάρα πολύ μεγάλο κόπο την μητέρα μου, κρυφά από τον πατέρα μου να πάω στην οντισιόν και με παίρνουν. Και στην Α’ Γυμνάσιου λοιπόν δούλεψα στην Μελωδία της Ευτυχίας.
-Οπότε αυτό ήταν το βάπτισμα του πυρός στην υποκριτική. Μετά συνέχισες;
Ναι. Επειδή στην παράσταση έκανε μουσική διδασκαλία ο Δημήτρης Τυπάλδος μπήκα στην παιδική χορωδία του και έπαιξα και σε 1-2 σίριαλ ως μικρός. Ήξερα ανέκαθεν ότι θα γίνω ηθοποιός αλλά παράλληλα είχα τρέλα και με την Νομική όποτε φτάνοντας στην Α’ Λυκείου τα παρατάω όλα για 2 χρόνια και διαβάζω για τις Πανελλήνιες. Και περνάω στην Νομική. Ύστερα πέρασαν κάποια χρόνια και έδωσα στο Εθνικό. Μπαίνοντας στο Εθνικό είχα σχεδόν τελειώσει την Νομική, δηλαδή χρωστούσα μόνο τρία μαθήματα. Και ενώ σπούδαζα στο Εθνικό πήρα και το πτυχίο της Νομικής.
-Άρα η υποκριτική ήταν για σένα ένα μικρόβιο από πολύ μικρή ηλικία …
-Δεν θα το χαρακτήριζα καν μικρόβιο. Απλά είμαι εγώ, είναι η φύση μου. Ήξερα ότι θα γίνω ηθοποιός από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου. Με την Νομική ήξερα από πριν μπω στην σχολή ότι δεν θα ασχοληθώ. Ήθελα απλά να κάνω τις νομικές σπουδές.
-Πώς ήταν τα χρόνια των σπουδών σου;
Η Νομική ήταν ναι μεν συνειδητή επιλογή μου αλλά με τους συμφοιτητές μου εκεί ένιωθα ότι δεν είχα πολλά κοινά. Εκείνη την περίοδο διάβαζα πολύ και ήμουν αρκετά κλεισμένος στον εαυτό μου. Και ξαφνικά μπαίνω στην δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου και πραγματικά γυρίζει σελίδα η ζωή μου. Γνωρίζω ανθρώπους που μπορώ να συζητάω άπειρες ώρες για πράγματα που με ενδιαφέρουν πραγματικά. Έκανα τις πιο ουσιαστικές σχέσεις της ζωής μου. Γνώρισα ανθρώπους με τους οποίους ακόμη είμαι φίλος και είναι σχέσεις ζωής, γνώρισα πολύ σπουδαίους καθηγητές. Πέρασα τέλεια. Τα θυμάμαι ακόμα τα χρόνια αυτά και είμαι πολύ συγκινημένος.
-Δάσκαλοι που σε εμπνέουν ακόμα;
Πολλοί αλλά από τους αγαπημένους μου ήταν η Φιλαρέτη Κομνηνού, η Ελένη Σκότη και ο Δημήτρης Λιγνάδης.
-Την «Γυναίκα-Διάβολο» όπου πρωταγωνιστείς την σκηνοθετείς κιόλας. Η επιθυμία να σκηνοθετήσεις πώς ακριβώς σου γεννήθηκε;
-Η αλήθεια είναι ότι πάντα μου φάνταζε ότι το να έχεις την γενική εποπτεία ενός εγχειρήματος είναι κάτι παρά πολύ όμορφο. Όμως δεν είχα μπει στην διαδικασία να σκηνοθετήσω γιατί προφανώς φοβόμουν. Τώρα λοιπόν που πιάσαμε αυτό το κείμενο έπεσαν διάφορα ονόματα στο τραπέζι για το ποιος θα το σκηνοθετήσει και επειδή δεν μας ερχόταν κάτι στο μυαλό πήρα την πρωτοβουλία να το σκηνοθετήσω εγώ. Στην αρχή φοβήθηκα πολύ και ήμουν σχεδόν στα πρόθυρα να το παρατήσω όμως μετά το πήρα αρκετά ζεστά και μου άρεσε παρά πολύ αυτή η διαδικασία και θα το ξανακάνω με μεγάλη χαρά.
-Τα σχέδια σου λοιπόν από δω και πέρα περιλαμβάνουν εκτός από την υποκριτική και την σκηνοθεσία;
-Πλέον ναι, σίγουρα.
–Το ότι είσαι δημιουργός εν μέσω συνθηκών κρίσης πώς λειτουργεί μέσα σου;
Είμαι φύσει και θέσει υπεραισιόδοξος. Και είναι μια πραγματική θέση, δεν είναι από απελπισία, ότι δηλαδή το μόνο πια που μου μένει είναι να αισιοδοξώ. Θεωρώ ότι μπορούμε να γίνουμε οι ήρωες της δικής μας ζωής. Όλες τις απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτω τις ψάχνω μέσα μου. Και αφού τις ψάχνω μέσα μου μπορώ και να ορίσω τον κόσμο μου. Πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε καλλιτέχνες γιατί πραγματικά δημιουργούμε τη ζωή μας και χτίζουμε τον κόσμο μας. Με τα λόγια μας, με τις πράξεις μας, με την σκέψη μας δημιουργούμε την πραγματικότητα μας.
-Οπότε όλη αυτήν την στάση ζωής που έχεις πώς την διοχετεύεις στην δουλειά σου;
Την διοχετεύω στην δουλειά μου με το να μην βάζω όρια. Το καλύτερο που μπορεί να μου συμβεί είναι να μου πει κάποιος «αυτό είναι αδύνατον». Αν μου το πεις αυτό θα κάνω τα πάντα για να το πετύχω. Η λέξη αδύνατον είναι το μεγαλύτερο εφαλτήριο για να είμαστε σπουδαίοι γιατί θεωρώ ότι βάζουμε αυτήν την ταμπέλα μόνο και μόνο για να την υπερπηδήσουμε.
-Άρα η κρίση σε κινητοποιεί θετικά επειδή βάζει όρια;
Ναι πολύ θετικά. Ακόμα και σε αυτήν την παράσταση μέσα από το γεγονός ότι ήμασταν μια ομάδα low budget μπήκα σε άκρως δημιουργικές διαδικασίες. Γιατί για να κάνεις κάτι μη δαπανηρό σκαρφίζεσαι ιδέες που αλλιώς δεν θα τις σκεφτόσουν. Βρήκαμε λύσεις με τα παιδιά ακριβώς επειδή δεν υπήρχαν χρήματα. Όταν π.χ δεν μπορούσαμε να αγοράσουμε ένα αντικείμενο καθόμασταν και σκεφτόμασταν τι θα μπορούσε να το αντικαταστήσει. Και πάνω σ’ αυτό χτίστηκαν υπέροχα πράγματα.
-Το έργο που παίζεις και σκηνοθετείς είναι ένα πολύ παλιό έργο του 1914. Για ποιο λόγο το επιλέξατε;
Θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ ωραίο έργο, έχει παρά πολύ ωραία πλοκή και έχει κάτι το «παλιακό» με την καλή έννοια. Η μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα είναι εξαιρετική. Όταν το πρωτοδιάβασα μου άρεσε αλλά η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι αυτό το πράγμα για να ζωντανέψει είναι παρά πολύ δύσκολο. Και αυτό ήταν πάρα πολύ μεγάλη πρόκληση για μένα.
-Μίλησε μου για την υπόθεση του έργου.
Οι ήρωες του έργου είναι ένα κυνηγός και ένα ανδρόγυνο. Ο άντρας είναι λαθρέμπορος, δηλαδή παίρνει μεταξωτά και τα πουλάει με σκοπό κάποια στιγμή να μαζέψει χρήματα για να πάρει το σπίτι στην πλατεία με τα ζωγραφιστά παράθυρα, όπως το λέμε στην παράσταση. Θέλει να αγοράσει με την γυναίκα του αυτό το σπίτι. Όμως στην περιοχή τους έρχεται ένας κυνηγός λαθρεμπόρων ο οποίος σε αντίθεση με τους προηγούμενους που λαδώνονταν και έκαναν τα στραβά μάτια, είναι αδέκαστος. Και ο ήρωας έχει πρόβλημα τώρα. Μαθαίνει όμως από δικούς του ανθρώπους στο διοικητήριο της αστυνομίας ότι ο διοικητής -ο οποίος ξέρει ότι είναι λαθρέμπορος όμως δεν μπορεί να το αποδείξει- έχει βάλει τον κυνηγό να προσεγγίσει την γυναίκα του ώστε να της αποσπάσει πληροφορίες και να τον αποκαλύψουν. Όμως ο άνδρας το μαθαίνει αυτό και βάζει με την σειρά του την γυναίκα του να προσεγγίσει ερωτικά τον κυνηγό για να τον πάρει με το μέρος της. Και εκεί δημιουργούνται συγκρούσεις και οι εξελίξεις είναι απρόσμενες.
-Πώς ακριβώς το προσέγγισες σκηνοθετικά;
Καταρχάς είναι ένα κανονικό έργο που έχει αρχή, μέση και τέλος. Εγώ έφτιαξα μια συνθήκη που είναι ότι τρία παιδιά ένα μελαγχολικό απόγευμα αποφασίζουν να παίξουν τον κυνηγό, τον άνδρα και την γυναίκα. Η συνθήκη αυτή μου άρεσε πάρα πολύ γιατί όταν παίζαμε σαν παιδιά είχαμε ένα τρομερό πάθος.
-Στο σύγχρονο θεατή τί έχει να πει αυτό το έργο;
Είναι ένα έργο πολύ ανθρώπινο και πολύ διαχρονικό γιατί ακριβώς πραγματεύεται τις ανθρώπινες σχέσεις.
-Τα προσεχή καλλιτεχνικά σου σχέδια μετά την «Γυναίκα-Διάβολο» ποια είναι;
Η «Γυναίκα-Διάβολος» θα παίζεται μέχρι τις 16 Νοεμβρίου. Μετά ξεκινάμε τις 4 Δεύτερες του Δεκεμβρίου, από τις 3 μέχρι και τις 24, δηλαδή Παραμονή Χριστουγέννων με ένα γκρουπάκι που λεγόμαστε Smelly Cats να τραγουδάμε στο Cabaret Voltaire στο Μεταξουργείο. Το ρεπερτόριο μας είναι πάρα πολύ ευρύ, δηλαδή λέμε τα πάντα από ξένα μέχρι ρεμπέτικα. Και φιλοξενούμε και έναν ηθοποιό κάθε φορά. Σήμερα επίσης ξεκίνησα πρόβες με την Εφηβική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου για την Ελένη του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά. Και από Φλεβάρη θα είμαι επίσης στον Διγενή Ακρίτα του Δημήτρη Λιγνάδη πάλι στο Εθνικό.
-Την πορεία του ελληνικού θεάτρου εν μέσω της παρούσας συγκυρίας με τα γνωστά οικονομικά προβλήματα πώς την βλέπεις;
Από τις παραστάσεις που παρακολούθησα τον τελευταίο καιρό μου άρεσαν πάρα πολύ αρκετές, πράγμα που σημαίνει ότι το θέατρο καλά κρατεί. Η δημιουργική διαδικασία δεν έχει επηρεαστεί καθόλου από την κρίση. Νομίζω άλλωστε ότι η δημιουργικότητα δεν έχει να κάνει με τα χρήματα.
-Τα προσωπικά σου όνειρα σε σχέση με το θέατρο ποια είναι;
Τα όνειρα δεν έχουν ταβάνι. Φαντάζομαι τον εαυτό μου δημιουργικό και πολύ χαρούμενο. Το μεγαλύτερο όνειρο είναι να έχω φωτεινές συνεργασίες, να συνεργάζομαι με φωτεινούς ανθρώπους. Νομίζω ότι η χαρά είναι στην διαδικασία. Να χαίρεσαι την πρόβα, την κάθε στιγμή, όχι μόνο το 1 λεπτό χειροκροτήματος.
-Μακροπρόθεσμοι στόχοι; Τόσο σκηνοθετικά όσο και υποκριτικά;
Αυτό που πάντα ήθελα από μικρός που παλιότερα είχα πολλές ενοχές να το εκφράσω ήταν το να γίνω διάσημος στα πέρατα του κόσμου, παρότι δεν ξέρω πως μπορεί να ακούγεται αυτό σε τέτοιες εποχές.
-Σε ενδιαφέρουν δηλαδή η αναγνωρισιμότητα, η δόξα.
Με ενδιαφέρει όχι η διασημότητα, η δόξα. Η διαφοροποίηση είναι ότι διάσημος είσαι όταν είσαι γνωστός ενώ νομίζω ότι η δόξα έχει να κάνει με την επί της ουσίας αναγνώριση αυτού που κάνεις. Δόξα σημαίνει ότι εγώ δημιουργώ κάτι στο μυαλό μου και μπορώ εσένα που δεν σε ξέρω να επηρεάσω θετικά την ζωή σου. Αυτό με συγκινεί πάρα πολύ. Δηλαδή να κάνεις μια παράσταση, να γράψεις ένα έργο ή ένα τραγούδι και να κάνεις τον άλλον να ονειρευτεί, να γεμίσει συναισθήματα ή ακόμα και να πάρει κάποιες αποφάσεις για την ζωή του. Το ότι μπορείς να έχεις έναν τέτοιο θετικό αντίκτυπο σε έναν άνθρωπο θεωρώ ότι είναι δόξα. Δόξα είναι όταν επηρεάζεις πάρα πολύ κόσμο. Οπότε με αυτήν την έννοια, αν δηλαδή μπορούσα να επηρεάσω όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους θετικά, ναι με ενδιαφέρει.
-Ο κινηματογράφος σε ενδιαφέρει;
Πάρα πολύ. Ο κινηματογράφος είναι ο λόγος που έγινα ηθοποιός. Πηγαίνω σινεμά από πολύ μικρός. Παλιά μπορεί να πήγαινα και 5 φορές την εβδομάδα. Έχω εμμονή με τον κινηματογράφο. Θέλω να παίξω στον κινηματογράφο, θέλω και να σκηνοθετήσω στον κινηματογράφο. Είναι διαφορετικός από το θέατρο. Το καθένα από τα δυο είναι γοητευτικό για διαφορετικούς λόγους. Το θέατρο έχει αυτήν την αμεσότητα και είναι ρευστό, κάθε μέρα είναι διαφορετική η παράσταση. Ο κινηματογράφος με γοητεύει γιατί φτιάχνεις κάτι που θα μείνει στον αιώνα τον άπαντα. Και μπορείς να το ρυθμίσεις μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Για μένα η ουσία είναι στις λεπτομέρειες.
– Έχεις κάνει καθόλου κινηματογράφο;
Ήμουν στο Art therapy του Νίκου Περράκη και έχω κάνει και μια πολύ μικρή συμμετοχή στο J.A.C.E του Μενέλαου Καραμαγγιώλη που μόλις βγήκε στις αίθουσες.
-Θα σκεφτόσουν να διεκδικήσεις μια καριέρα στο εξωτερικό;
Είναι στα πολύ άμεσα σχέδια μου. Είχα αποφασίσει να φύγω πριν από 2 χρόνια όμως δεν έγινε λόγω κάποιων διαδικαστικών κωλυμάτων. Από πολύ μικρός σκέφτομαι την Αμερική. Το σκέφτομαι πάρα πολύ και θεωρώ ότι όταν είναι να έρθει θα έρθει.
-Πάντως δεν είσαι απ’ αυτούς που θέλουν να φύγουν επειδή εδώ έχει κρίση και προβλήματα…
Καμία σχέση. Προ κρίσης ήθελα να φύγω. Δεν έχει καμία σχέση με την κρίση.
-Την καθημερινή ζωή στην Αθήνα πώς την βιώνεις; Ποια πράγματα αγαπάς και ποια μισείς στην καθημερινότητα του Αθηναίου;
Μένω στα Άνω Πετράλωνα που είναι μια υπέροχη γειτονιά. Νομίζω ότι μένω σε χωριουδάκι. Απολαμβάνω πάρα πολύ που σηκώνομαι το πρωί της Παρασκευής πολύ πρωί και πηγαίνω στην λαϊκή. Μου αρέσει να συναναστρέφομαι με τους ανθρώπους που δουλεύουν εκεί που φωνάζουν παρά πολύ δυνατά. Αυτοί οι άνθρωποι είναι τόσο αυθεντικοί που είναι ένα αληθινό μάθημα υποκριτικής. Και μου αρέσει πάρα πολύ να περπατάω στην πόλη. Όλες μου σχεδόν τις διαδρομές τις κάνω με τα πόδια. Τώρα σε αυτά που μπορεί να με ενοχλούν δεν εστιάζω. Ή μάλλον δεν θέλω να εστιάζω. Και υπάρχει μια ολόκληρη φιλοσοφία πίσω από αυτό.
-Τί εννοείς;
Η μητέρα Τερέζα κάποια στιγμή είχε πει «με καλούν συνεχώς σε αντιπολεμικά συλλαλητήρια και δεν πηγαίνω σε κανένα. Όταν με καλέσετε σε ένα συλλαλητήριο που είναι υπέρ της ειρήνης θα έρθω». Είναι πολύ βασική φιλοσοφία αυτή. Και είναι και ο λόγος που δεν κατεβαίνω σε πορείες.
-Δεν κατεβαίνεις σε πορείες;
Πολύ σπάνια. Γενικά όχι. Σέβομαι όσους το κάνουν. Χαίρομαι ο καθένας να εκφράζει την ατομικότητα του. Δεν πηγαίνω σε όσα συλλαλητήρια είναι κατά της χούντας, κατά του πολέμου κ.λ.π. Θέλω να πηγαίνω σε συλλαλητήρια για κάτι που είμαι υπέρ. Όταν βγω ας πούμε και διαδηλώσω κατά του πολέμου τον δυναμώνω. Το νόημα είναι να κάνουμε ένα ειρηνικό συλλαλητήριο. Όχι ένα αντιπολεμικό συλλαλητήριο.
-Όταν δεν κάνεις θέατρο τί αγαπάς να κάνεις;
Αγαπάω να διαβάζω βιβλία, να μαγειρεύω για τους φίλους μου. Μαγειρεύω πάρα πολύ καλά. Επίσης μου αρέσει να γυμνάζομαι, να πηγαίνω για τρέξιμο. Και γενικά μου αρέσει να πηγαίνω βόλτες. Τα τελευταία χρόνια επίσης γράφω και μουσική. Παίζω και κιθάρα.
-Πολυπράγμων δηλαδή.
-Ναι μου αρέσει να ασχολούμαι με πολλά διαφορετικά πράγματα. Η εναλλαγή είναι ωραίο πράγμα, γιατί όσο κι αν αγαπάς κάτι μπορεί κάποια στιγμή να σε κουράσει και να θες να πεις στοπ.
-Μερικά βιβλία ή ταινίες που να είναι αγαπημένα για σένα;
Αγαπημένο βιβλίο είναι η «Δύναμη του Τώρα» του Εκχαρτ Τόλλε. Μου είχε αλλάξει την ζωή όταν το είχα διαβάσει. Ουσιαστικά αναλύει το πώς είμαστε συνεχώς ή στο παρελθόν ή στο μέλλον. Όλοι τρέχουμε να προλάβουμε να κάνουμε το ένα πράγμα μετά το άλλο. Το βιβλίο λέει πως ο χρόνος είναι ένα δημιούργημα του μυαλού μας και ότι όλα είναι τώρα. Ο χρόνος είναι πολύ σχετικός και είναι μόνο για να βάζουμε τα γεγονότα σε μια τάξη. Από αυτό το βιβλίο και μετά συνειδητοποίησα ότι υπάρχει ένα αιώνιο τώρα, ένα συνεχές τώρα, δηλαδή δεν πρέπει να χάνουμε τις στιγμές περιμένοντας τι θα γίνει μετά. Από ταινίες οι «Ώρες» μου έρχονται πάντα πρώτες στο μυαλό.
-Υπάρχει κάτι που να σου προξενεί φόβο;
Η επιτυχία. Και στο προσωπικό και στο επαγγελματικό επίπεδο. Δηλαδή φοβάμαι και την επιτυχία και την αποτυχία. Ωστόσο ο φόβος της επιτυχίας είναι ένα σύνδρομο που είναι πολύ υποσυνείδητο. Κι αυτό γιατί πολλές φορές η αποτυχία μπορεί να είναι η γνωστή σου περιοχή, την έχεις ζήσει πολλές φορές. Ενώ το άγνωστο που είναι η επιτυχία μπορεί να σε φοβίζει. Να λες θα ανταπεξέλθω π.χ αν γίνω γνωστός και μου παίρνουν συνεντεύξεις θα λέω σωστά πράγματα, θα εκτεθώ, θα με επιδοκιμάσουν, θα είμαι αρεστός;
-Μια ευχή για το μέλλον σου;
Πάντα κυνηγάω το οξύμωρο, να είμαι παθιασμένος και ταυτόχρονα γαλήνιος. Να έχω πάθος για όσα κάνω, να μην υπάρχει πλήξη αλλά όλο αυτό να γίνεται σε μια γαλήνια χαρά και να μπορείς να το απολαύσεις.
Της Θεοδώρας Σάββα, 13/11/2012