14.9 C
Athens
Τρίτη, 21 Ιανουαρίου, 2025

ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΑΝΙΩΤΗΣ: Διανύουμε μία περίοδο, όπου τα σκουπίδια επιβραβεύονται όσο οτιδήποτε άλλο

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο

Για τον Γιώργο Χρανιώτη το ταξίδι είναι ο ίδιος ο ταξιδιώτης. Έτσι πράττει με τους ρόλους του, έτσι πράττει και όταν τελειώνει τις δουλειές του και χρειάζεται να ταξιδεύσει – και χωρίς μεγάλο κόστος μάλιστα -, προκειμένου να ανανεωθεί και να γνωρίσει νέα πράγματα και καταστάσεις.

Καλεσμένος της εκπομπής All4fun Live στον www.karmaradio.gr o Γιώργος μας παραχώρησε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη, όπου αναφέρθηκε φυσικά στη φετινή εξαιρετική παράσταση «Μαντάμ Φλο», όπου βρίσκεται δίπλα στη συγκλονιστική Αντιγόνη Βαλάκου, καθώς και σε διάφορες πτυχές της ζωής του.

Επίσης μας μίλησε και για τη μεγάλη του αγάπη, το σερφ, το οποίο είναι για εκείνον η καλύτερη σχέση με ό,τι ονομάζει ο καθένας Θεό ή φύση…

Για τη συνεργασία του με την κυρία Αντιγόνη Βαλάκου: Και για την ομορφιά και για το ταλέντο της τη θαυμάζω. Είναι ένας από τους τελευταίους μύθους του ελληνικού θεάτρου. Τη ρώτησα κάποια στιγμή σε πόσα έργα έχει παίξει και μου είπε πάνω από 150. Οπότε μιλάμε για πολλά χρόνια στο σανίδι με πολλή εμπειρία. Με μια εξαιρετική γλυκύτητα και προσέγγιση στον άλλο ηθοποιό, αλλά και στον ρόλο της.

Για την ιστορία της Μαντάμ Φλο: Αναφέρεται σε μια αληθινή τραγουδίστρια που έζησε και έδρασε τη δεκαετία του 30 και του 40, τη Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς. Ήταν μια οπερατική τραγουδίστρια που είχε βάθος φωνής και έκτασης, όμως, ήταν απίστευτα φάλτσα. Αδυνατούσε να πατήσει σωστά πάνω στις νότες. Ήταν πλούσια και ό,τι έκανε ήταν για το κέφι της. Είχε κάνει μαθήματα, όπως και πιάνου. Οι γονείς της φυσικά εκείνη την εποχή δεν ήθελαν να γίνει τραγουδίστρια και όταν πέθανε ο πατέρας της κληρονόμησε την περιουσία του. Κάποια στιγμή βρήκε τον πιανίστα ΜακΜούν, τον οποίο υποδύομαι στην παράσταση και του πρότεινε να συνεργαστούν. Και αυτός δέχθηκε χωρίς να ξέρει τι πρόκειται ν’ αντιμετωπίσει. Είχαν 12 χρόνια επαγγελματικής σχέσης. Η συνέχεια για το πώς πέρασαν μαζί στην σκηνή! Είναι γραμμένο από τον Τιμπερλέιν. Είναι ένα από τρία έργα που έχουν γραφτεί για εκείνη.

Για την συνεργασία του με τον Γιώργο Καραμίχο ως σκηνοθέτη: Είναι φιλαράκι και δεν μπορώ να πω πολλά πράγματα. Είναι δύσκολο να δουλεύεις με κάποιον που είναι φίλος σου και όχι γνωστός σου. Έχω ελάχιστους φίλους στον χώρο. Με τον Γιώργο χουμε συνεργαστεί τέσσερις φορές υποκριτικά, αλλά ποτέ δεν τον είχα πάνω από το κεφάλι μου (σ.σ. γέλια). Είναι δύσκολο, γιατί υπάρχει μια εξουσιαστική σχέση, που πρέπει να υπάρχει. Ως ηθοποιοί μέχρι τώρα δεν είχαμε μαλώσει ποτέ. Εδώ υπήρχαν ορισμένες εντάσεις, αλλά μετά από ένα σημείο και μετά τις κατάλαβα. Επέμενε για πράγματα που ήταν αυτονόητα και εγώ δεν τα είχα καταλάβει. Ο Γιώργος ερχόταν έτοιμος, διαβασμένος από το σπίτι. Αν λοιπόν, δεν είσαι δεκτικός είσαι βλάκας. Υπήρξα βλάκας για λίγες μέρες, αλλά μετά τον κατάλαβα και όλα συντονίστηκαν μια χαρά.

Για την Μαντάμ Φλο ως προσωπικότητα: Έχει ψηφιστεί ως η χειρότερη τραγουδίστρια όλων των εποχών. Ο κόσμος, όμως, όχι μόνο πήγαινε να την ακούσει, αλλά την αποθέωνε. Δυστυχώς δεν υπάρχει εικόνα για να δούμε τι γινόταν τότε, αλλά κάτι σίγουρα συνέβαινε. Ο δίσκος που είχε βγάλει είχε την ονομασία «το μεγαλείο της φωνής». Καταλαβαίνεις τι ψωνάρα ήταν. Επίσης ήταν πρόεδρος σε πάνω από 50 διαφορετικούς συλλόγους Μουσικούς, φιλανθρωπικούς, διαβάσματος, τέχνης, ζωγραφικής, τα πάντα. Φαντάσου ότι ήταν ένας άνθρωπος που δεν καθόταν στα αυγά του. Είχε λεφτά και χρόνο να διαθέσει. Ήταν ακούραστη. Στα 73 της έκανε ένα ρεσιτάλ στο Κάρνεγκι Χολ, που ήταν τότε το πιο hot μέρος για να παίξει κανείς και έδιωξαν 2000 άτομα που δε χωρούσε. Ο κόσμος, όμως. πήγαινε μ’ έναν σεβασμό. Αγόραζαν εισιτήριο! Φαντάσου ότι εισιτήρια των 2 δολαρίων και 40 σεντ έφτασαν 20 δολάρια στη μαύρη αγορά. Ο κόσμος λοιπόν πλήρωνε χρήματα για να πάει ν’ ακούσει κάτι αξιοπερίεργο, που θα του προκαλούσε ακραία συναισθήματα. Γέλιο, γιατί πήγαινε και για να γελάσει. Κλάμα, αλλά κυρίως γέλιο. Σφίγγονταν για να μη γελάνε, κάποιοι πήγαιναν έξω, γιατί δεν μπορούσαν να κρατηθούν. Και εκείνη δεν το είχε καταλάβει. Κάποια στιγμή, όμως, το αντιληφθεί. Αυτός ήταν ο λόγος που μετά δεν τραγούδησε ξανά στο Κάρνεγκι Χολ. Ήταν τόσο μαζική η αντίδραση του κόσμου και τότε το συνειδητοποίησε.

Για την σχέση που είχε ο ΜακΜούν με τη Μαντάμ Φλο: Όταν άκουσε για πρώτη φορά τη φωνή της τρελάθηκε. Σκέφτηκε, όμως, ότι έπρεπε να πληρώσει το ενοίκιο του, γιατί ήταν άφραγκος και είπε ναι. Έγινε «ψεύτης» με τα πιστεύω του, αλλά θεωρούσε ότι θα έκανε ένα live, θα έβγαζε κάποια χρήματα και μετά θα έφευγε. Στη συνέχεια, όμως, άρχισε να βιοπορίζεται απ’ αυτό. Πριν δεν ήξερε πως είναι να έχεις 2000 ανθρώπους από κάτω. Νομίζω πως ως ΜακΜούν δεν της λέω ψέματα, ούτε προσπαθώ να την κολακέψω. Απλά να την προστατεύσω. Να μην την πληγώσω.

Για το αν θα έκανε το ίδιο και εκείνος ως Γιώργος Χρανιώτης: Έχω κάνει μια φορά στη ζωή μου μια δουλειά που δεν την πίστευα καθόλου και την έκανα για χρήματα. Μετά χρειάστηκε να πάω σε ψυχολόγο. Δεν έπαιρνα φάρμακα, αλλά του μιλούσα. Οπότε είπα καλύτερα χωρίς λεφτά και μακριά από τον ψυχίατρο, παρά με λεφτά και να τα δίνω εκεί.

Για το ποιος ήταν ο ΜακΜούν: Έχουμε ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία. Και από την έρευνα που έκανα στο ίντερνετ δεν βρήκα πολλές λεπτομέρειες. Δεν υπάρχει καν ηχογράφηση. Ήταν επαγγελματίας, αλλά δεν ήταν και ο καλύτερος πιανίστας του κόσμου. Σίγουρα δεν προκαλούσε ακραίες αντιδράσεις. Μην ξεχνάς ότι εκείνη την εποχή  (1930-1940) ο κόσμος ήταν πεινασμένος για θέαμα. Ο σουρεαλισμός μόλις είχε αρχίζει να κοπάζει. Σε μια σουρεαλιστική διάλεξη του Νταλί για φοιτητές στο Παρίσι είχε γίνει χαμός. Παρατεταμένα χειροκροτήματα, ουρλιαχτά, γιουχαϊσματα. Αντιδράσεις δηλαδή που ήταν ακραίες. Ο κόσμος τότε ζούσε. Διψούσε για νέα πράγματα: Θα σε έπαιρνε αγκαλιά, θα σου έρχινε ντομάτες ή θα έκανε και τα δύο. Οπότε προσπαθώ να φανταστώ πως στην Φλόρενς συνέβαινε κάτι ανάλογο.

Για το αν είναι ο κορυφαίος ρόλος της καριέρας του: Νομίζω ότι είναι το πιο δύσκολο πράγμα που έχω κάνει. Για 1,5 μήνα πριν την πρεμιέρα κλείστηκα στο σπίτι μου και δούλευα. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ξυπνούσα μέσα στον ύπνο μου και διάβαζα το κείμενο. Αγχώθηκα πολύ. Επίσης έπρεπε να μάθω κάποια σημεία στο πιάνο, διότι υποδύομαι τον πιανίστα, Έκανα μαθήματα. Έπαιζα με την κυρία Βαλάκου, που αυτό από μόνο του είναι πολύ αγχωτικό, διότι όταν έχεις να κάνεις μ’ ένα θηρίο πρέπει να γίνεις και εσύ θεριό, γιατί αλλιώς θα σε φάει άθελα του.

Για την γνώμη που έχει για τη συγκεκριμένη παράσταση: Το πιστεύουμε πολύ το έργο. Είναι μια παράσταση που από τις αντιδράσεις του κόσμου νιώθω πολύ περήφανος και για τους δυο μας. Όπως λέει και η Μαργαρίτα Δαλαμάγκα, που έχει τον χώρο είμαστε από τα πιο απρόσμενα ζευγάρια αυτής της σεζόν. Νομίζω πως ακούγεται και φαίνεται περίεργο. Είμαστε λίγο ετερόκλητο ζευγάρι. Το να βρεις έναν Ρωμαίο και μια Ιουλιέτα μπορεί να γίνει δύσκολο, αλλά δεν είναι τρελό. Είναι δύο ρόλοι που χρειάζονται φρεσκάδα, νεότητα, πάθος. Αρκεί. Τώρα στη δική μας περίπτωση έπρεπε να συνδυαστούν πολλά πράγματα. Είναι μια δουλειά που βλέπω τον κόσμο και ανεξάρτητα από τι έχουν να μου πούνε αν είναι καλό ή κακό μου λένε όλοι ότι έχουμε κάνει αξιοπρεπέστατη δουλειά. Γίνεται σ’ έναν πολύ ωραίο χώρο. Και αρκετά νωρίς. Τετάρτη και Κυριακή παίζουμε στις 7 και τις άλλες μέρες στις 8.

Για το αν υπάρχουν Μαντάμ Φλο στην εποχή μας: Ναι! Είναι μια πολύ ωραία ερώτηση αυτή που κάνεις. Υπάρχουν παρατράγουδα στις μέρες μας και εκπομπές που φιλοξενούν τέτοιους ανθρώπους. Φαντάζομαι ότι γνωρίζεις αρκετούς Έλληνες τραγουδιστές που θα ήθελες να τους πετάξεις γιαούρτια. Τουλάχιστον στην περίπτωση της Φλόρενς υπήρχε μια ωριμότητα. Εδώ βλέπεις αγόρια και κορίτσια που τραγουδάνε σε πάλκα και θέλεις να τους στρίψεις το λαρύγγι και να μην τραγουδήσουν ξανά. Όλοι μας το ξέρουμε ότι διανύουμε μια περίοδο, όπου τα σκουπίδια επιβραβεύονται όσο οτιδήποτε άλλο. Εδώ τουλάχιστον έχουμε να κάνουμε μ’ έναν άνθρωπο που προκαλούσε αντιδράσεις. Ενώ τώρα βλέπουμε αυτό το φαινόμενο των σκυλάδικων το οποίο υπάρχει μόνο στην Ελλάδα. Είναι μια πολύ πικρή ιστορία το πόσο μεγάλη καταστροφή στη μουσική έχουν κάνει τα μπουζούκια. Και δε μιλάμε για το μπουζούκι ως όργανο, που είναι υπέροχο, αλλά για τα σκυλάδικα.  Και όχι τα σκυλάδικα,  που περιγράφει ο Πετρόπουλος στο βιβλίο του “Αγιο Χασισάκι” Αυτή η κατάντια της ελληνικής μουσικής σίγουρα έχει να κάνει με αυτό. Με τους τύπους που πήγαιναν να δείξουν ότι έχουν πολλά χρήματα και μπορούν να σπάσουν ένα μαγαζί ή να πετάξουν όλα τα λουλούδια του κόσμου στις τραγουδίστριες.

Για το αν έχει διασκεδάσει σε μπουζούκια: Έχω. Αν και ακριβώς δεν έχω διασκεδάσει. Απλά ήμουν πολύ μεθυσμένος και το κατάφερα. Αλλά σε σκυλάδικα στην επαρχία, που έχουν μια αυθεντικότητα. Το να πάω εδώ πέρα και ν’ ακούσω τα μεγάλα ονόματα της ελληνικής πίστας, ευχαριστώ, αλλά δε θα πάρω.

Για τα καλλιτεχνικά δρώμενα στην Ελλάδα: Το μόνο πράγμα για το οποίο μπορούμε να είμαστε πλέον περήφανοι είναι το θέατρο και το σινεμά, που υπάρχει μια αναγέννηση. Θέατρο βέβαια πάντα υπήρχε. Όσα χρόνια θυμάμαι είχαμε καλές παραστάσεις. Έχουμε τόσα θέατρα και τόσες ομάδες που κάθε σεζόν μπορούν να βγαίνουν κάποιες πολύ καλές δουλειές. Αυτό είναι πολύ ενθαρρυντικό. Ήμουν τρεις μήνες στο Λος Άντζελες και εκεί πέρα δεν υπάρχουν καν ερασιτεχνικές παραστάσεις. Είναι όλες επιπέδου σχολικών παραστάσεων, όλες χάλια. Άλλο το θέμα του σινεμά. Τώρα έχουμε αρχίσει να έχουμε και σινεμά, παρά τις μεγάλες δυσκολίες. Υπάρχουν πράγματα. Είδαμε την Στρέλλα, είδαμε τον Λάνθιμο με τον Κυνόδοντα και τις Αλπεις. Ο Οικονομίδης έχει το δικό του προσωπικό σύμπαν, ο Τσίτος με την Ακαδημία Πλάτωνος. Υπάρχουν άνθρωποι στον χώρο και είναι ενθαρρυντικό.

Για το πώς είναι στην σκηνή ως τραγουδιστής: Κατάφερα πια να μην ντρέπομαι (σ.σ γέλια). Όταν μου έφυγε το κόμπλεξ ότι πρέπει να αποδείξω στους συναδέλφους ή σε φίλους που έρχονται από κάτω ότι είμαι καλός τραγουδιστής άρχισε να λειτουργεί πολύ περισσότερο. Δε θεωρώ ότι είμαι ούτε καν τραγουδιστής, αλλά είμαι perfomer. Οπότε λέω τα τραγούδια με τον τρόπο που θέλω όπως εγώ νομίζω.

Για τις διαφορές ανάμεσα σε τραγούδι και θέατρο: Υπάρχει μια σημαντική. Στο θέατρο καλείσαι να μην είσαι ο εαυτός σου. Απλά δανείζεσαι στοιχεία από σένα για να τα μετουσιώσεις στον ρόλο. Το να παίξεις έναν ψυχοπαθή δε σημαίνει ότι είσαι ψυχοπαθής. Καλούμαι, λοιπόν, μέσω της παρατήρησης να βρω έναν τρόπο να γίνω ένας άλλος άνθρωπος. Στο τραγούδι είσαι ο εαυτός σου, όταν ανεβαίνεις πάνω. Εκτός αν φτιάξεις μια persona. To ζήτημα, βέβαια, είναι και persona να φτιάξεις να είναι στη δική σου φωνή και να μην καλλιεργήσεις μια άλλη, που δε θα είναι η πραγματική σου. Μέσω της άσκησης και της εμπειρίας είναι σημαντικό να είσαι αυθεντικός. Και αν είσαι αυθεντικός θα περάσεις την αλήθεια σου.

Για το τι σημαίνει να είσαι αυθεντικός στη μουσική: Αν κάποιος ακούει μόνο hitakia δεν έχει μουσική παιδεία και δεν μπορεί να καταλάβει τι είναι αυθεντικός. Ένας που έχει ακούσει Beatles, που έχει ακούσει Stones, Χατζηδάκη, Θεοδωράκη, κλασική μουσική, τζαζ, γενικότερα καλή μουσική τότε διαθέτει κριτήριο, καταλαβαίνει.

Για το πόσο ευχαριστιέται να τραγουδάει; Κάποια στιγμή νόμισα ότι είχα τελειώσει με το θέατρο και έπρεπε να επικεντρωθώ στο τραγούδι, αλλά ήταν μια φάση της ζωής μου, γιατί τελικά το θέατρο το αγαπώ πάρα πολύ. Τώρα επειδή κάνω και τα δύο βλέπω ότι με ισορροπούν. Οπότε αν ήμουν μόνο στο ένα από τα δύο θα μου έλειπε κάτι άλλο. Είμαι χαρούμενος, που έχω στη ζωή μου τη μουσική, το θέατρο, το σινεμά και το σερφ! Αυτά τα τέσσερα.

Για την ηρεμία που του προσφέρει το σερφ: Η σχέση μου με το σερφ ξεκίνησε από ένα ταξίδι μου στην Βραζιλία. Βλέποντας εκεί τους πιο όμοφους ανθρώπους, εσωτερικά και εξωτερικά να βγαίνουν από το νερό με το σανίδι τους ένιωσα αυτήν την ομορφιά και την ηρεμία. Έτσι μου δημιουργήθηκε η επιθυμία ν΄ αρχίσω . Είναι τόσο εθιστικό και όμορφο, που  δε γίνεται να μη σε παρασύρει. Για μένα είναι η καλύτερη σχέση που μπορεί να αποκτήσει ένας άνθρωπος με ό,τι ονομάζει ο καθένας Θεό ή φύση. Η πιο επιτυχημένη συνουσία που είχα με το θείο είναι αυτή. Αδειάζει το κεφάλι μου, καθαρίζει το σώμα μου. Και γυρνάω μετά πίσω σαν να είμαι ξαναγεννημένος. Είναι ένα φυσικό ναρκωτικό, το οποίο απαιτεί από σένα μόνο να είσαι σε καλή φυσική κατάσταση, ώστε ν΄ αντιμετωπίσεις το κύμα.

Για το πού κάνει σερφ στην Ελλάδα: Σε διάφορα μέρα. Στην Πάργα, στην Κάρπαθο, στην Τήνο, στην Κρήτη, στην Κέρκυρα, στη Λευκάδα, στη Βουλιαγμένη με νοτιάδες και φυσικά στην Ικαρία. Υπάρχουν πάνω από 400 σέρφερ στην Ελλάδα.

Για την αγάπη του για τα ταξίδια: Κάνω μια δουλειά που πραγματικά με συγκινεί και είμαι ευχαριστημένος που την κάνω. Ξέρω, όμως, πως μαζεύοντας κάποια πολύ λίγα χρήματα μπορώ να ταξιδεύω. Είναι κάτι που μου αρέσει πολύ. Επειδή ταξιδεύω πολύ κάποιοι φτάνουν στο σημείο να μου λένε ότι κάνω εμπόριο όπλων ή έχω πλούσιους γονείς! Εγώ είμαι αυτοδημιούργητος και δεν είμαι πλούσιος. Ούτε και οι γονείς μου. Απλώς όταν δουλεύω βγάζω χρήματα και ταξιδεύω. Και νομίζω πως όλοι οι άνθρωποι μπορούν να το κάνουν αυτό. Με 1000 ευρώ μπορείς να ζήσεις σε διάφορα μέρη του κόσμου 2 και 3 μήνες, βάζοντας μέσα και τα εισιτήρια! Αν πας π.χ. στο Μαρόκο ή, στη Σρι Λάνκα μπορείς να ξοδεύεις πολύ λίγα. Εγώ είχα πάει στη Σρι Λάνκα σε δικό μου δίκλινο δωμάτιο και πλήρωνα τη μέρα 4.5 ευρώ, έχοντας και δικό μου μπάνιο. Το βρήκα εκεί με το πού πήγα. Δε με ενδιέφερε να έχω αιρ-κοντίσιον και να δίνω περισσότερα.

Για τα ταξίδια που κάνει μόνος του: Έχω πάει και 2.5 μήνες στην Βραζιλία. Είχα τελειώσει τις υποχρεώσεις μου και τις δουλειές μου, έκλεισα το κινητό, άφησα ένα μήνυμα στον τηλεφωνητή και είπα θα με βρείτε στο τάδε e-mail. Και με βρήκανε…

Για το πώς είναι οι Βραζιλιάνοι: Είναι ένας λαός, που έχει υποφέρει πολύ στο παρελθόν από τους Πορτογάλους. Οπότε όταν βλέπουν έναν δυτικό οι Βραζιλιάνοι τους γυρνάει λίγο το μυαλό. Γενικά αν δουν ότι είσαι επιδειξιομανής με τα ρούχα που φοράς ή, τα ρολόγια κλπ. θα προσπαθήσουν και να σε κλέψουν. Αν δουν ότι δεν έχεις έρθεις ως τουρίστας, αλλά ως ένας ταξιδευτής στη χώρα τους θα σε σεβαστούν. Σημαντική διαφορά. Ο ένας είναι με τη φωτογραφική μηχανή για να βγάλει φωτογραφίες για να τις δείξει στη γυναίκα του, ο άλλος απλώς θέλει να το ζήσει. Έμεινα καιρό εκεί. Με το κύμα, τους ανθρώπους, τις γυναίκες. Είναι ένας τόπος που είχα την τύχη να πάω μόνος μου και πέρασα ωραία. Δεν το μετάνιωσα.

Για το αν του έλειπε η Ελλάδα σ’ αυτούς τους 2,5 μήνες παρουσίας του στην Βραζιλία: Καθόλου. Γύρισα γιατί έπρεπε να κάνω μια ταινία. Και μετά θέατρο. Υπάρχουν φορές που λέω θα ήθελα να ήμουν εκεί ξανά. Το Πάσχα αισθάνομαι πως θα θέλω να φύγω πάλι. Και επιμένω σ΄ αυτό, διότι αξίζει να το ξέρει ο κόσμος. Το ταξίδι είναι ο ίδιος ο ταξιδιώτης, όπως λέει και ένας Πορτογάλος συγγραφέας, ο Πεσόα. Αυτό που βλέπεις δεν είναι αυτό που βλέπεις, αλλά αυτό που είσαι. Οπότε για να ανακαλύψεις αυτό που είσαι είναι απαραίτητο να ταξιδεύεις. Ο κόσμος μας, το σπίτι μας δεν είναι στην Πατησίων, στην Κηφισιά ή στον Περισσό. Το σπίτι μας είναι παντού. Και με πολύ λίγα χρήματα, περισσότερη έρευνα και ανοιχτό μυαλό μπορείς να ταξιδεύεις. Το μόνο πράγμα που ξέρουν όσοι το κάνουν είναι ότι όταν επενδύεις σ’ ένα αόριστο πράγμα που δεν έχει να κάνει με τράπεζες και με χρήματα θα σε κάνει σίγουρα καλύτερο και αυτό θα μεταφερθεί και στους γύρω σου. Ανανεώνεσαι και γνωρίζεις νέα πράγματα. Βιωματικά. Τα ζεις. Δεν μπορείς να μαθαίνεις μόνο από τη λογοτεχνία και τα βιβλία. Ή μόνο βλέποντας εκπομπές που ασχολούνται με ταξίδια. Επιμένω. Δεν χρειάζονται πολλά λεφτά. Δεν χρειάζεται να πας στην πρώτη θέση. Κάνεις οικονομία και πας. Στην Ινδία, στη Γκοκάρνα έμενα με 1 ευρώ την ημέρα. 1 ευρώ ήταν η διαμονή μου καθημερινά! Και τρώγαμε ψάρια με 3-4 ευρώ.

Για το πόσο του έλειπε και το θέατρο αυτό το διάστημα: Στα 18 χρόνια που κάνω αυτή τη δουλειά έχω παίξει σε 19 έργα.  Όταν κάνω μια δουλειά είμαι πολύ αφοσιωμένος. Είμαι εκεί. Δουλεύω πολύ, παθιάζομαι με τις πρόβες αν φυσικά αξίζει ο κόπος και υπάρχει λόγος, γιατί κάποιες φορές αυτό το πάθος μου  το έχουν κόψει. Δεν είμαι εξαρτημένος από το θέατρο. Μπορώ να ζήσω και έναν και δύο μήνες και έναν χρόνο χωρίς θέατρο. Υπάρχουν αξιόλογοι ηθοποιοί που δεν μπορούν να αναπνεύσουν μακριά από το σανίδι. Τους καταλαβαίνω, αλλά εγώ δεν είμαι έτσι.

Για το πού θα είναι το επόμενο ταξίδι του: Μάλλον Λατινική Αμερική και το καλοκαίρι θα πάω ξανά στην Ικαρία. Είμαι από την Πελοπόννησο, αλλά είναι σαν να είμαι από την Ικαρία. Την αισθάνομαι επίσης τόπο μου.

Για άλλους προορισμούς στην Ελλάδα που του αρέσουν: Οπουδήποτε μακριά από την Αθήνα. Την Αθήνα την αγαπώ ως πολιτιστικό κέντρο, αλλά είναι μια πόλη που έχει ασχημύνει πάρα πολύ. Ειδικά όπως είναι τώρα τα πράγματα και οι άνθρωποι παίρνουν το χρώμα της πόλης, το γκρίζο. Και είναι κρίμα, διότι και εμείς οι λίγο μεγαλύτεροι έχουμε ζήσει ωραία πράγματα στην Αθήνα.

Για το αν έχει σκεφτεί να φύγει από τη χώρα μας: Το έχω σκεφτεί, αλλά ελπίζω τα πράγματα ν’ αλλάξουν. Και βλέπω ότι αλλάζουν. Ότι ολοένα άνθρωποι καταλαβαίνουν ότι πρέπει να μικρύνουν το εγώ τους και να μεγαλώσουν το εμείς τους, προκειμένου να επιβιώσουν, γιατί αλλιώς δε γίνεται. Χαίρομαι που με κερνάτε καφέ, όπως θα χαρείτε και εσείς αν σας προσφέρω έναν άλλο καφέ. Είχαμε αρχίσει να ξεχνάμε. Νομίζαμε ότι αυτός ο καφές είναι δικός μας και η κούπα αυτή μόνο δικιά μου.

Για το πώς προέκυψε η ενασχόληση του με τη διαφήμιση στα σπικάζ: Από αφραγκιά, όταν είχα τελειώσει έναν χρόνο την δραματική σχολή και έψαχνα εναλλακτικούς τρόπους για να βρω χρήματα και να πληρώνω το νοίκι μου, Είχα ήδη αρχίσει να παιζω στο θέατρο στην «Κυριακή των Παπουτσιών» με τον Λάκη Λαζόπουλο το 1997. Ήταν φίλος μου ο Πυρπασόπουλος, μου είπε κάποια πράγματα και έκανα ένα δοκιμαστικό. Για κάποιο λόγο πλασαρίστηκα ως νεανική φωνή. Ήξερα ότι είχα ένα πολύ καλό εισόδημα από εκεί, που μου επέτρεπε να έλεγα όχι σε πράγματα που δεν ήθελα. Επιπλέον δεν έκανα και όλες τις διαφημίσεις.

Για το πώς αντιμετωπίζει τη δημοσιότητα: Την έχω διαχειρισθεί λάθος και έχω ενοχληθεί. Τώρα νομίζω ότι  τα καταφέρνω καλύτερα. Όπως έχει πει και ο Γούντι Άλεν, ο μόνος λόγος που αξίζει κανείς να είναι διάσημος είναι για να βρίσκεις καλό  τραπέζι σ’ ένα εστιατόριο. Όταν, όμως, ο άλλος αρχίζει να σου βαράει την πλάτη και να αποκτά μια οικειότητα που είναι ενοχλητική δεν είναι ωραίο.

Για την άποψη που έχει για την ελληνική τηλεόραση: Θα απέρριπτα την κακή τηλεόραση. Αυτήν την στιγμή βλέπουμε στην Αμερική σειρές συγκλονιστικές, που τις κατεβάζουν μανιωδώς οι πιτσιρικάδες. Έχουν γίνει επίσης πολύ ωραίες δουλειές στην Ελλάδα. Το Νησί, το Παραπέντε, δουλειές του Κουτσομύτη, το Σ’ αγαπώ – μ’ αγαπάς, οι Απαράδεκτοι και άλλα. Έχει υπάρξει καλή τηλεόραση στην Ελλάδα. Όπως και τροματικό επίσης σκουπίδι. Η τηλεόραση πρέπει σιγά – σιγά να εξυγιανθεί.

Για τη συμμετοχή του στο Dancing with the stars και αν μετάνιωσε για την επιλογή του να πάει εκεί: Καθόλου. Το διασκέδασα. Στην αρχή είχα αρνηθεί, αλλά μετά είπα ότι πρέπει να είμαι αρκετά κομπλεξικός για να πω όχι. Θα μάθαινα χορό και πράγματα που δεν ήξερα. Όσο κάθισα έμαθα, γιατί έφυγα και νωρίς.

Για το αν σόου σαν το συγκεκριμένο πρέπει να συνεχίζονται σε περιόδους κρίσης: Είναι ανώδυνη τηλεόραση. Το αν πρέπει να υπάρχει είναι ένα μεγάλο θέμα. Το να έχεις μόνο Dancing With the Stars και τούρκικα σίριαλ είναι  λίγο μονοπιάστατο.  Το τοπίο πρέπει να καθαρίσει. Από το να μην έχουμε καλή τηλεόραση ίσως καλύτερα να μην έχουμε καθόλου.

Για ότι πάει συχνά μόνος του σινεμά: Μου αρέσει. Το έκανα από μικρό παιδί και μου αρέσει που το διατηρώ. Δε θέλω να καταναλωθώ σε συζητήσεις τύπου ποια ταινία θα πάμε. Αν δω δυσκολίες συντονισμού σε μεγάλη παρέα τότε το αφήνω και πάω μόνος μου. Το ίδιο κάνω και στα ταξίδια. Αν δω ότι ο ένας δεν έχει λεφτά, ο άλλος δεν μπορεί ν’ αφήσει την κοπέλα του, οκ λέω «φεύγω και όποιος θέλει έρχεται»

Για το πώς βίωσε τη μικρή του ηλικία: Ήμουν πολύ ήσυχο παιδάκι. Το ότι πήρα την απόφαση να γίνω ηθοποιός ήταν κάτι το επαναστατικό. Δεν ήταν τόσο επιλογή μου. Δεν ήμουν από τα παιδιά που ήθελα να ήμουν κλειστά. Απλώς δεν αισθανόμουν καθόλου δημοφιλής. Τώρα που το σκέφτομαι ίσως να ήταν ένας από τους λόγους που έγινα ηθοποιός. Υποσυνείδητα. Μετά στο λύκειο άλλαξαν τα πράγματα. Έκανα λίγη γυμναστική, μάκρυνα τα μαλλιά μου, αισθάνθηκα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση στα κορίτσια. Στο γυμνάσιο, όμως, είχα έναν μόνο φίλο, τον Ντέμη.

Για τη δήλωση που είχε κάνει παλιότερα, λέγοντας ότι θεωρεί τον εαυτό του bysexual αν και δεν έχει σεξουαλικές εμπειρίες με άντρες: Θεωρώ ότι οι άνθρωποι έχουν αντρική και γυναικεία φύση. Και εγώ σαν ηθοποιός να έρθω σε επαφή μόνο με την αντρική μου και θεωρώ ότι αυτό είναι βαρετό και ανούσιο. Δεν εξελίσσει καθόλου τη δουλειά που έχω σαν ηθοποιός. Η σύγχρονη ψυχιατρική  το λέει πως έχουμε μέσα μας και τις δύο φύσεις. Π.χ. είμαστε άντρες οργανικά, αλλά αν δεν μπορέσουμε να αισθανθούμε πιο κοντά στη φύση μιας γυναίκας δε θα μπορέσουμε και ποτέ να την καταλάβουμε. Όχι τώρα ότι την καταλαβαίνουμε (σ.σ. γέλια), αλλά τουλάχιστον κάνουμε μια απόπειρα. Δε θεωρώ καν ότι είναι μια ακραία δήλωση. Θεωρώ ότι ενεργοποιώ τη γυναικεία φύση μέσα μου, γιατί με βοηθάει.

Για τον αν είναι προληπτικός: Όχι δεν είμαι. Νομίζω πως είμαι τυχερός άνθρωπος. Πιστεύω στην τύχη και ίσως και στο πεπρωμένο, αλλά δεν πιστεύω στις προλήψεις. Έχω μια βεβαιότητα ότι πολλά πράγματα είναι γραμμένα.

Για το αν κάποια πράγματα είναι μοιραίο να γίνουν: Νομίζω ότι ο τρόπος που ζει ο καθένας τη ζωή του τον κάνει με σχετική βεβαιότητα να φτάνει σ’ ένα αποτέλεσμα. Εξαρτάται από το πώς ζεις! Αυτό του Κοέλιο πως όταν θέλεις κάτι το σύμπαν συνωμοτεί για να γίνει είναι σίγουρα κλισέ και πολλές φορές έχουμε δει το αντίθετο. Είναι και λίγο εξίσωση το όλο πράγμα, διότι όταν θέλεις κάτι πάρα πολύ να γίνει βάζεις ενέργεια.  Κάποια στιγμή θα γίνει αυτό που επιθυμείς στο μυαλό σου. Μπορεί να μη γίνει την πρώτη φορά, ή τη δεύτερη, αλλά μπορεί να γίνει την τρίτη. Στα πιο μεταφυσικά, βέβαια, αν π.χ. θέλεις μια γυναίκα μπορεί να μη γίνει. Ή αν θες να πας στο φεγγάρι χρειάζεται μια άλλη τεχνογνωσία. Μου έχει τύχει μια γυναίκα που είχαμε χωρίσει και την ήθελα πίσω. Δε γύρισε. Το ήθελα πολύ, ήταν το μόνο πράγμα που σκεφτόμουν για πέντε μήνες, αλλά δεν έγινε. Ευτυχώς…

Του Κυρ. Κουρουτσαβούρη, 15/2/2012

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Σχετικά Άρθρα

Τελευταία Άρθρα