Είναι από τους ηθοποιούς που έχουν ταυτιστεί στη συνείδησή μας με την εικόνα του Νεοέλληνα, ενώ έχει δικό του κοινό που τον ακολουθεί σε κάθε του νέα συνεργασία. Φέτος συνεχίζει ως κυρ Νίκος στα Καλύτερά μας χρόνια της ΕΡΤ, συνομιλεί με το ψάρι του, τον Μάκη, στο θέατρο και υποδύεται έναν ανατρεπτικό χαρακτήρα στην ταινία «Λούγκερ».
Από τη Βίκυ Διαμάντη
Σε βλέπουμε εφέτος έχεις επιστρέψει αρκετά δυναμικά και στη θεατρική σκηνή και στο σινεμά…
Δεν επέστρεψα, εδώ ήμουνα…
Εννοώ μετά αυτό το διάλειμμα που είχαμε όλοι στη ζωή μας…
Εντάξει ναι…
Πώς πέρασες αυτό το διάστημα;
Από επαγγελματική άποψη, εργαζόμουν στην τηλεόραση, δεν διέκοψα τα γυρίσματα, ήμουνα στα Καλύτερά μας χρόνια. Είχε διακοπεί το θέατρο. Όταν διακόπηκε λόγω κόβιντ ήμουν ήδη στα μέσα μίας παράστασης, μόνο προλάβαμε και έγινε η πρεμιέρα για ένα θεατρικό δρώμενο με τίτλο «Ηλέκτρα», σε σκηνοθεσία του Μωραΐτη. Μετά ήρθανε οι καραντίνες, δηλαδή ήμουνα σε πολύ καλή φόρμα επαγγελματικά.
Και μετά;
Μετά τις καραντίνες παρέμεινα μόνο στο σίριαλ και αυτό ήταν από επαγγελματικής απόψεως ευτύχημα, και από ψυχολογικής, γιατί έβγαινα από το σπίτι, δεν με έπιαναν οι αυστηροί περιορισμοί της καραντίνας, κάναμε δύο τεστ και συνεχίζουμε ακόμη, οπότε κατά κάποιο τρόπο εξασφάλιζα ότι δεν ασθενώ, είχα επαφή με ανθρώπους, μένω και κοντά στου Φιλοπάππου, τα Σαββατοκύριακα κάναμε και κανά περίπατο, κάτι που είχαμε ξεχάσει και το θυμηθήκαμε λόγω καραντίνας, γενικά θα έλεγα από άποψη ψυχολογική ότι το πέρασα ανώδυνα, συγκριτικά με άλλους ανθρώπους, γιατί δούλευα. Τώρα πάλι ξεκινάμε σιγά σιγά για να βρούμε το ρυθμό μας…
Μιας και ξεκινήσαμε με αναφορά στη σειρά, η δεύτερη σεζόν σας βρήκε με άλλο σκηνοθέτη. Πώς ήταν η μετάβαση;
Η μετάβαση έγινε έτσι και αλλιώς ομαλά. Δηλαδή προς τα τέλη της περασμένης σεζόν παραδόθηκε η σκυτάλη από την Όλγα Μαλέα στον Νίκο Κρητικό, οπότε ολοκληρώσαμε κάποια επεισόδια που είχαν ξεκινήσει με την Όλγα Μαλέα αλλά για επαγγελματικούς λόγους διακόπηκε η συνεργασία της, δεν τα γνωρίζουμε αυτά με λεπτομέρειες. Συνεχίσαμε λοιπόν, μπήκαμε σε ένα κλίμα συνεργασίας με τον σκηνοθέτη. Είμαι πολύ ευχαριστημένος και από τη συνεργασία με την Όλγα Μαλέα, εξίσου ευχαριστημένος είμαι και με τον Νίκο Κρητικό. Όσο για το αποτέλεσμα, νομίζω ο καθένας έχει ένα δικό του στιλ σκηνοθετικό, είναι θέμα γούστου. Εγώ ως ηθοποιός δεν θέλω να κρίνω ποιος σκηνοθετεί καλύτερα. Δεν μπορώ να πω εγώ τέτοιο πράγμα…
Υποδύεσαι τον κυρ Νίκο, έναν «νοικοκυραίο»…
Μπεκιάρης είναι. Δεν είναι ακριβώς «νοικοκυραίος», είναι γεροντοπαλίκαρο.
Ναι αλλά ο τρόπος σκέψης του αγγίζει αυτόν του «νοικοκυραίου»…
Του κυρ Παντελή, θα έλεγα…
Ναι…
Εγώ ασχολούμαι με τη δουλειά μου και δεν ασχολούμαι με το τι γίνεται γύρω μου. Αν και αυτός ασχολείται λίγο και με τα δρώμενα, δηλαδή τον ενδιαφέρουν οι πολιτικές εξελίξεις της εποχής. Είμαστε μέσα στη Χούντα, τώρα έχουμε περάσει, πρόσφατα, στη Μεταπολίτευση…
Ο κυρ Νίκος κατηγορείται από συγγενικά του πρόσωπα ότι είχε ενεργό ρόλο στη Χούντα, ότι είχε σπιουνέψει τον ξάδερφό του, τον αδερφό του. Βγαίνουν κάποια μυστικά του στην επιφάνεια…
Ναι κατηγορείται και ο ίδιος τα διαψεύδει…
Δεν ξέραμε ότι είχε αδερφό…
Άλλο αυτά, είναι οικογενειακές ιστορίες. Αυτές οι ιστορίες θα ξεδιπλωθούν σιγά σιγά στη νέα σεζόν. Για κάποιον αδερφό που σε προσεχή επεισόδια θα εμφανιστεί μπροστά μας. Ο ξάδερφος επίσης ο οποίος μιλάει για αυτό το πράγμα, κάνει εισαγωγή σε αυτό που θα ακολουθήσει, και ήταν στην εξορία… Βέβαια επειδή ο κυρ Νίκος είναι φιλοχουντικός, τον κατηγορεί ο ξάδερφος για χαφιεδισμό. Αλλά όπως έχουμε δει σε όλο το σίριαλ, ποτέ και κανέναν δεν έχει καταδώσει ο κυρ Νίκος. Είναι σαν σκυλί που απλώς γαβγίζει, είναι σφόδρα αντικουμουνιστής για δικούς του λόγους που εγώ προσωπικά για να έχω ένα άλλοθι, θεωρώ ότι είχε κάποια ιστορία στον Εμφύλιο που κουμουνιστές σκότωσαν κάποιους δικούς του, οπότε εκ των πραγμάτων επέλεξε την απέναντι πλευρά. Αλλά γενικότερα είναι ένας άνθρωπος που δεν έχει κάνει κακό σε κανέναν. Τον έχουν φίλο όλοι στη γειτονιά, ακόμη και τα παιδιά. Είναι πολυεπίπεδος ο ρόλος.
Είχες ενδοιασμούς για το συγκεκριμένο ρόλο;
Είχα ενδοιασμούς γενικά για το σίριαλ, είναι ένα σίριαλ που διαδραματίζεται στη διάρκεια της Χούντας, με ένα φιλοχουντικό περιπτερά, με θέματα καθημερινότητας, μην ξεπλύνει κατά κάποιο τρόπο τη Χούντα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο, έχουμε τελειώσει τώρα τα επεισόδια που αναφέρονται στη Χούντα. Προφανώς και δεν κολυμπάμε σε βαθιά νερά, δεν κάνουμε ούτε πολιτικό σίριαλ, ούτε ρεαλισμό, είναι μία οικογενειακή σειρά, με χαριτωμενιές μέσα που στο βάθος υπάρχει και μία εικόνα της εποχής. Νομίζω ότι με εκφράζει στα πλαίσια αυτού του σίριαλ το πώς φανερώνεται αυτή η εποχή. Δεν θα μπορούσαμε εμείς να δείξουμε κάτι πιο σκληρό ή κάτι πιο σοβαρό από αυτό που βλέπουμε.
Και πώς θα δούμε τον κυρ Νίκο να εξελίσσεται; Μπαίνουμε άλλωστε σε μία άλλη περίοδο που επίσης ήταν για την Ελλάδα μεταβατική.
Προς το παρόν κρατάει τον αντικουμουνισμό του. Δεν πείθεται ούτε για τη Μεταπολίτευση, ούτε ο Καραμανλής του φαίνεται συμπαθής, νομιμοποίησε το ΚΚΕ υπάρχει πρόβλημα, για τον Ανδρέα φυσικά έχει πρόβλημα ότι είναι κρυφοκουμουνιστές. Βέβαια υπάρχει και κάτι άλλο, έχουμε δει ότι φλερτάρει τη γιαγιά των Αντωνόπουλων…
Ήθελα να έρθουμε και σε αυτό. Ζει έναν πλατωνικό έρωτα μέχρι στιγμής…
Με τον τρόπο του προσπαθεί να πλησιάσει τη γιαγιά Ερμιόνη και «εσύ μία χήρα είσαι και εγώ ένας μοναχικός άνθρωπος, μεγάλης ηλικίας, γιατί να μην ενώσουμε τις ζωές μας;». Αυτό το είδαμε σε όλη τη διάρκεια του 1ου κύκλου και τώρα στον 2ο κύκλο θα το δούμε ακόμα πιο έντονα. Ήδη αρχίζουν και βρίσκουν έδαφος τα φλερτ, αρχίζει και σπάει η γιαγιά στην πολιορκία μιας πενταετίας τηλεοπτικής ή ενός χρόνου που είμαστε στο σίριαλ. Αρχίζει και αποδίδει και θα έχει αίσιο τέλος, αυτό μόνο μπορούμε να πούμε προς το παρόν.
Τίθεται και ένας προβληματισμός για τον έρωτα στην τρίτη ηλικία… Θεωρείται λίγο ταμπού ακόμη αυτό το θέμα…
Ναι, ναι. Είναι ένα από τα στοιχεία που αρέσουν και σε μένα και στην Υβόννη Μαλτέζου. Θέλουμε κατά κάποιον τρόπο να εμπνεύσουμε τους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας ότι μπορεί ακόμα και σε μία ηλικία +/-70 να υπάρχουν η αγάπη, η κατανόηση και η συντροφικότητα. Να μην περάσουν μόνοι το τελευταίο κομμάτι της ζωής, αλλά θα μπορούσαν να είναι ευτυχισμένοι.
Συνομιλώντας με τον… Μάκη
Αφού λοιπόν μιλάμε για την τρίτη ηλικία, θα ήθελα να πάμε στον ήρωα που ερμηνεύεις στο θέατρο, ο οποίος μιλάει για τη μοναξιά στην τρίτη ηλικία…
Είναι ένας μονόλογος του Βασίλη Κατσικονούρη, με τίτλο «Ο Μάκης», και θα ανέβει στα τέλη Ιανουαρίου στο Vault. Μάκης είναι ένα χρυσόψαρο αυτού του ηλικιωμένου κυρίου. Είναι μόνος του στο σπίτι, η υπόλοιπη οικογένεια έχει πάει διακοπές και έχει καθήκον να ταΐζει το ψάρι. Με το ψάρι έχει οικοδομήσει μία σχέση και μονολογεί, κατά κάποιο τρόπο, αλλά στην ουσία απευθύνεται στο ψάρι.
Ποια θέματα συζητάει με το ψάρι;
Την σχέση εμπιστοσύνης του πατέρα ως προς τον γιο του, είναι ο πατέρας του συζύγου και τον έχουν στο σπίτι. Ανοίγει λοιπόν ένα θέμα εμπιστοσύνης ως προς τις προθέσεις των υπολοίπων. Αναφέρεται στην επικοινωνία, καθώς θεωρεί ότι πολλές φορές τον νιώθουν σαν βάρος, ιδιαίτερα η νύφη που δεν είναι ο πατέρας της. Από την πλευρά του, οι συμπεριφορές του είναι προκλητικές, αλλά το κάνει για να τραβήξει την προσοχή κυρίως. Πάνω απ’ όλα όμως έχει αποφασίσει να μην παραδώσει τα όπλα και με το μυαλό του έχει ανοίξει έναν πόλεμο του στυλ «Α γ…σου εσύ και ο γρύλλος σου». Δηλαδή φαντάζεται πράγματα που δεν ξέρουμε αν είναι έτσι όπως αυτός τα παρουσιάζει. Στην πορεία θα καταλάβουμε αν όλα αυτά είναι οι φόβοι του ή αν πραγματικά τα βιώνει και ζει σε ένα περιβάλλον που τον έχει λίγο παραπεταμένο.
Από το «Σπιρτόκουτο» στο «Λούγκερ»
Βγαίνει αυτές τις μέρες και η νέα ταινία που συμμετέχεις.
Ναι το «Λούγκερ». Πιστεύω ότι είναι μία καλή ταινία. Σκηνοθετεί ο Κώστας Χαραλάμπους. Είναι ένα οικογενειακό δράμα, μία δραματική ταινία, όπου βλέπουμε την άνοδο και την πτώση μιας οικογένειας, των Αγγελιδάκηδων, που ξεκίνησε από τα φτωχά χωριά της Κρήτης και στην πορεία έγινε πανίσχυρη. Είτε λόγω διασυνδέσεων με τους πολιτικούς της περιοχής είτε λόγω εξυπνάδας; Τελικά, όμως, ας πούμε αυτό το κλισέ, θα δούμε ότι το χρήμα δεν φέρνει πάντα την ευτυχία.
Δεν τη φέρνει;
Όσο ισχυροποιούνται στον κοινωνικό περίγυρο, όσο αποκτούν δύναμη, οι οικογενειακές σχέσεις διαρρηγνύονται σιγά-σιγά.
Είναι μία παθογένεια που εμφανίστηκε και στην Ελλάδα από κάποια στιγμή και εκφράζεται μέσα από την αγάπη για το χρήμα που θα μας λύσει όλα τα προβλήματα, ότι μπορούμε να αποκτήσουμε εξουσία…
Εδώ μιλάμε για μεγάλους παίκτες, δηλαδή μέλη γνωστών εφοπλιστικών οικογενειών, διαπλεκόμενοι, αλλά παρόλα αυτά και αυτό δίνει η ταινία, προσπαθούν να έχουν μεταξύ τους επικοινωνία που έχει ανθρώπινο στοιχείο. Δεν στέκονται ανέγγιχτοι σε ένα σημείο, υπάρχουν και ο πόνος και τα συναισθήματα και μία απλή καθημερινότητα.
Ποιος είναι ο ρόλος σου στην ταινία;
Σε κάθε δραματική ταινία του παλιού ελληνικού κινηματογράφου υπήρχε ένας ρόλος που έδινε μία εύθυμη νότα και εδώ αυτός είναι ο δικός μου ρόλος. Ο κεντρικός ήρωας Κώστας Αγγελιδάκης, κατά κόσμον Γιώργης Τσουρής, βρίσκεται στο νοσοκομείο. Έτσι ξεκινάει η ταινία, με την εισαγωγή του στο νοσοκομείο. Στο θάλαμο που τον φιλοξενούν υπάρχει ένας άλλος ασθενής που είναι λίγο πειραχτήρι, αυτός είναι ο ρόλος μου. Νομίζω ότι θα φέρουν γέλιο αυτά που συμβαίνουν στο θάλαμο του νοσοκομείου, γιατί εκεί είμαι εγώ μόνο, μόνο στο νοσοκομείο, όχι βέβαια σε μία μόνο σκηνή αλλά σε περισσότερες που μοιράζονται μέσα στην ταινία. Το ρόλο τον βρήκα άκρως ενδιαφέροντα γιατί δεν έχω παίξει κάτι ανάλογο και νομίζω ότι θα αρέσει στον κόσμο, γιατί είναι μία διαφορετική ερμηνεία που θα τους αγγίξει.
Τον Αύγουστο με τον Κώστα Ξυκομηνό ανεβάσατε βιντεάκια από το «Σπιρτόκουτο», πώς προέκυψε αυτή η «ανάμνηση»;
Ανεβάσαμε 4-5 αναρτήσεις και σε ένα βιντεάκι διαβάζαμε ένα απόσπασμα από το σενάριο, ανεβάσαμε και κάποιες φωτογραφίες που τραβήξαμε στον ίδιο χώρο που πριν από 20 χρόνια είχαμε γυρίσει την ταινία. Δηλαδή θέλαμε κατά κάποιον τρόπο με το συνάδελφο να γιορτάσουμε την εικοσαετία που έκλεισε από τα γυρίσματα του «Σπιρτόκουτου». Γυρίστηκε τον Αύγουστο του 2001 και το 2021 γιορτάσαμε την εικοσαετία, γιατί τολμώ να πω ότι εγώ και ο Κώστας έχουμε ένα μεγάλο μέρος του κομματιού που λέγεται «Σπιρτόκουτο». Δεν ανήκει μόνο στον σκηνοθέτη, αλλά ανήκει ένα μεγάλο κομμάτι και σε εμάς. Αναφέρομαι και στη δημιουργία του σεναρίου καθώς δημιουργήθηκε μέσα από τις μεγάλες και πολλές πρόβες και τους αυτοσχεδιασμούς που κάνανε οι ηθοποιοί, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο, μιλάω για τους διαλόγους. Όπως το ίδιο ισχύει και για το «Ψυχή στο Στόμα».
Υποδυόσουν έναν άνθρωπο που μέσα στην τραγικότητά του, ήταν κωμικός.
Είναι η γελοιότητα αυτών των ανθρώπων, ρε παιδί μου… Μαλώνουν ας πούμε για το ποια είναι η καλύτερη ομάδα και μπορεί να σπάσουν τα κεφάλια τους. Το θέμα για το οποίο τσακώνονται είναι γελοίο. Δηλαδή τόσο πάθος αν θα γίνει η καφετέρια με τραπεζομάντηλα ή χωρίς; (γελάει!)
Συμμετείχες και σε ένα δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ, όπου υποδύθηκες τον Μιαούλη. Πώς ήταν η εμπειρία;
Ήταν ένα επεισόδιο για τη σειρά «1821 Ήρωες» που προβλήθηκε στον ΣΚΑΪ. Πέρασα μία στοιχειώδη οντισιόν και τελικά επιλέχθηκα για να υποδυθώ τον Μιαούλη, ίσως και λόγω μίας ομοιότητας στην εικόνα. Στη διάρκειά του αναπαραστήσαμε με εικόνα κάποια πράγματα της εποχής, όπου αφηγείται ο Μιαούλης τη ζωή του.
Ποια ήταν η πρόκληση;
Ήταν μία ωραία εμπειρία και ενδιαφέρουσα υποκριτικά, μιας και αντιλαμβανόμουν ότι θα δώσω μία εικόνα στον κόσμο ενός υπαρκτού προσώπου και ίσως ταυτίσουν τον Μιαούλη και με την εικόνα μου. Χρειάστηκε να φανταστώ εγώ πώς πιθανόν να μίλαγε αυτός ο άνθρωπος στην καθημερινότητά του, γιατί ένας ήρωας δεν συνειδητοποιεί ότι είναι ήρωας, στην καθημερινότητά του, δεν μιλάει ηρωικά αλλά φυσιολογικά, όπως όλοι μας. Του έδωσα μία τέτοια προοπτική υποκριτικά.
Τι σε εντυπωσίασε στη ζωή του που δεν το γνώριζες από πριν;
Είχε κάψει τον στόλο του λόγω μίας πολιτικής αντιπαράθεσης. Αυτό μου έδωσε ένα στοιχείο του πείσμονος χαρακτήρα του και ίσως του αυτοκαταστροφικού ανθρώπου. Αυτό όμως που με εξιτάρισε ως ηθοποιό είναι ότι έπαιξα ένα πρόσωπο που υπήρξε και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που είπα το «ναι».