Όταν νεαροί ηθοποιοί όπως ο Όμηρος Πουλάκης έχουν μια τέτοια ευρύτητα σκέψης πραγματικά χαίρεσαι. Λες μέσα σου ότι η ελπίδα δεν έχει χαθεί, υπάρχει πάντα το περιθώριο να γίνουμε καλύτεροι, να βελτιωθούμε ως άνθρωποι, να ανατρέψουμε την πραγματικότητα με εφόδιο μας το χιούμορ…
Καλεσμένος του All4fun Live στον www.karmaradio.gr ο Ομηρος ήταν χειμαρρώδης. Με πολλές ατάκες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως κεντρικοί τίλοι, αλλά και απόψεις για τις οποίες θα μπορούσες να κάνεις ολόκληρες εκπομπές.
«Με ελκύει το άγνωστο, διότι φωτίζοντας το διαλύει την απελπισία» μας είπε για την ξενοφοβία, την οποία πραγματεύονται τα Ορφανά, ένα «θρίλερ δωματίου, το οποίο αναφέρεται συνεχώς στο έξω», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε για μια συγκλονιστική παράσταση, η οποία συνεχίζεται για δεύτερη σεζόν μετά την περσινή μεγάλη της επιτυχία.
Ο Ομηρος παράλληλα εμφανίστηκε κινηματογραφικά στη μεταφορά του θεατρικού έργου «Γάλα», ενώ στις 24 Νοεμβρίου θα βγει στις αίθουσες και η άλλη του φετινή ταινία, το Tungsten.
Για τη συνέχεια των Ορφανών: Όταν μια παράσταση δέχεται μια ανταπόκριση και αισθάνεσαι ότι δεν έχει ολοκληρώσει έναν κύκλο ανθρώπων που θέλουν να τη δουν, αισθάνεσαι ότι έχει και άλλο αέρα τότε είναι λογικό να συνεχίσεις. Περνάμε και ωραία με τα παιδιά, τον Μιχάλη Οικονόμου, τη Μαρία Κίτσου και τον σκηνοθέτη μας Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο. Οπότε δεν υπήρχε κάποιος λόγος να μη συνεχίσουμε. Πάμε μέχρι τις 8 Ιανουαρίου και μετά ανεβαίνουμε Θεσσαλονίκη για 3-4 εβδομάδες, ενώ θα βρεθούμε και στον Βόλο. Μπορεί να πάμε και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Με αυτά που συμβαίνουν βέβαια κάθε μέρα είναι διαφορετική.
Για το γεγονός ότι παίζει για δεύτερη σερί σεζόν στην ίδια παράσταση: Είναι η πρώτη χρονιά που κάνω επανάληψη και είμαι ιδιαίτερα προβληματισμένος για αυτό! Είναι περίεργο. Εχεις αλλάξει εσύ ο ίδιος, όμως αυτό που καλείσαι να κάνεις είναι το ίδιο. Οπότε πρέπει να σεβαστείς και την αλλαγή σου, αλλά και την σταθερότητα του αντικειμένου που ερμηνεύεις. Του έργου, τα λόγια. Όλα είναι ίδια και τίποτα δεν είναι ίδιο. Και για να μπορέσει να συνεχίσει να μείνει ίδιο πρέπει να είναι διαφορετικό και για να είναι διαφορετικό πρέπει να είναι ίδιο. Είναι μια αντίφαση και μια διαδικασία που για τον ηθοποιό είναι δύσκολη. Σαφώς, βέβαια, ο κεντρικός άξονας είναι παρόμοιος, όμως αλλάξαμε λίγα πράγματα. Σίγουρα υπάρχει ο κίνδυνος του εφησυχασμού. Δηλαδή η ψευθαίσθηση ότι γνωρίζεις κάτι περισσότερο απ’ όσο νομίζεις ότι το γνωρίζεις. Αυτός είναι ένας ευρύτερος κίνδυνος. Όχι μόνο στην τέχνη, αλλά παντού. Ετσι και αλλιώς αν θέλαμε να διαχωρίζουμε τον κόσμο θα ήταν στο γνωστό και στο άγνωστο. Αυτά που γνωρίζουμε και αυτά που δεν γνωρίζουμε. Αυτός είναι ο κόσμος μας. Το πρόβλημα προκύπτει όταν υπάρχει κάτι που δεν γνωρίζουμε και νομίζουμε ότι το γνωρίζουμε. Θα προσπαθήσω να μάθω ξανά την παράσταση.
Για τη συνεργασία του με τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο: Με τον Βαγγέλη είχαμε δουλέψει ξανά το 2007 στην παράσταση «Καθόλου Καλά». Με τη Μαρία και τον Μιχάλη ήταν η πρώτη μας συνεργασία. Γνωριζόμασταν από παλιά, αλλά είναι η πρώτη φορά που είχα την τύχη να δουλέψω μαζί τους και επιβεβαιώθηκαν οι προβλέψεις μου ότι θα περάσουμε πολύ ωραία. Ο Βαγγέλης είναι ένας άνθρωπος που έχει τη δική του ιστορία στον χώρο. Είναι πολύ μεγάλη χαρά να συνεργάζεσαι μαζί του. Έχει πάντα να σου μάθει πράγματα. Έχει ένα θέατρο που δουλεύει από το 1997, ένα θέατρο ρεπερτορίου, ελεύθερο, το οποίο έχει διαμορφώσει ιστορία, πραγματικότητα. Πολλοί άνθρωποι έχουν ξεκινήσει από εκεί. Είναι μια επιλογή της καλλιτεχνικής διεύθυνσης του θεάτρου να έχει ένα μεγάλο μέρος του ρεπερτορίου στραμμένο στο ευρύτερα πολιτικό. Δηλαδή δεν είναι έργα που κατευθύνονται με διδακτικό ή, άμεσο τρόπο, αλλά συνδέονται. Θέλει το θέατρο να ασχοληθεί με αυτό. Εκτός των άλλων φιλοξενεί και παιδικές παραστάσεις, ενώ και πάει στα νοσοκομεία. Πολύ ενδιαφέρουσες δραστηριότητες.
Για το αν είναι θετικό για εκείνον να έχει δίπλα του εξαιρετικούς ηθοποιούς: Πάντα οι καλοί συνεργάτες σε κάνουν καλύτερο. Ετσι το καταλαβαίνω. Στις συλλογικότητες και στις ομαδικές δουλειές χρειάζεσαι καλούς συναδέλφους. Ολοι είμαστε ένα. Δηλαδή στη συλλογικότητα όλοι δίνουν και όλοι κερδίζουν από την εξέλιξη του άλλου. Χέρι – χέρι πάνε. Βεβαίως είναι σημαντικό, αλλά πιο σημαντικό είναι να είναι καλοί άνθρωποι. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι και καλοί άνθρωποι και καλοί ηθοποιοί. Είναι και ωραία παιδιά, μια χαρά. Για να συνεχίσεις και δεύτερη χρονιά πρέπει να υπάρχει αληθινό κλίμα. Και το αληθινό κλίμα σημαίνει ότι μπορεί να είναι και καλό, μπορεί να είναι και κακό, περιλαμβάνει και την έννοια της σύγκρουσης. Δηλαδή οι σχέσεις των ανθρώπων αν είναι αμετάβλητες δεν είναι αληθινές. Πρέπει να μεταβάλλονται και να συγκρουόμαστε, να τα ξανασυζητάμε και να προσεγγίζουμε σιγά-σιγά βελτιώσεις.
Για το περιεχόμενο της παράστασης: Η δομή του βασίζεται σ’ ένα σύγχρονο μητροπολικό θρίλερ με πολλές ανατροπές. Ένα θρίλερ δωματίου, το οποίο αναφέρεται συνεχώς στο έξω. Εξω από το σπίτι, έξω από το δωμάτιο, μέσα στον κόσμο, στην κοινωνία. Σε μια άχρωμη, βίαιη, σύγχρονη, εγκαταλελλειμένη μητρόπολη. Και ενώ η δομή, η αφήγηση-πλοκή είναι εκείνης του θρίλερ υπάρχει σαφώς ένας πολιτικός υπαινιγιμός. Διερευνά ψυχικά και συναισθηματικά ζητήματα σε σχέσεις εξάρτησης – ζήλειας, την αδυναμία, την ανάγκη της αγάπης, την ανάγκη της αποδοχής. Ζητήματα που εμένα προσωπικά και ως θεατή με διεγείρουν. Κάποια από τα θέματα που πραγματεύεται είναι επίκαιρα. Και το έργο είναι σύγχρονο. Είναι γραμμένο σε μια δυτική μετρόπολη, όπως το Λονδίνο και έχει μια αναφορά σ’ αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό. Και τα κωμικά στοιχεία, όμως, είναι μέσα στο έργο. Ο Ντένις Κέλι έχει καταφέρει να συνδέσει διαφορετικά ήθη και διαφορετικά είδη μέσα σ’ ένα αρκετά σύγχρονο ρεαλισμό. Είναι Λονδρέζος, έχει πάρα πολλά έργα στο ενεργητικό του. Πέρσι είχε έρθει στην παράσταση και ήταν μια πολύ ιδιαίτερη στιγμή η συνάντηση μαζί του. Συνομίλησε, μάλιστα, και με τον κόσμο.
Για το πώς αντιδρά το κοινό: Στο τέλος υπάρχει μια αίσθηση αδιεξόδου. Είναι σκληρό έργο, αλλά υπάρχει η διέξοδος του χιούμορ, της ανατροπής που έχει το χιούμορ και αυτό διευκολύνει την καράσταση. Η ανταπόκριση είναι θετική, αλλά ποια είναι για τον καθένα;
Για το αν είναι των επαναλήψεων: Είμαι άνθρωπος που κολλάει. Μια ταινία που θα τη δω το βράδυ και θα μου αρέσει θα ξυπνήσω το πρωί και θα τη δω ξανά! Συνήθως μου αρέσει να βλέπω πράγματα που γνωρίζω και να τα ξαναβλέπω. Και να διαπιστώνω μέσα από τη διαφορετική αντίδραση που μου δημιουργούν το πόσο έχω αλλάξει μέσα στον χρόνο. Προφανώς είναι ένα είδος διαστροφής και επαγγελματικής, αλλά μου αρέσει να ξανακοιτάω πράγματα που έχω γνωρίσει. Μια ταινία που είχα κολλήσει ήταν ο «Κύριος Βερντού» του Τσάρλι Τσάπλιν. Μου το είπε ένας φίλος μου κινηματογραφικός δημοσιογράφος και κόλλησα. Τη συστήνω λοιπόν. Πολλές ταινίες τις έχω δει πολλές φορές. Τον Πολίτη Κέιν για παράδειγμα τον έχω δει και οκτώ φορές, κάτι τέτοιο.
Για το αν προτιμά να παίζει σε σύγχρονα ή, παλαιότερα έργα: Δεν πιστεύω στους διαχωρισμούς με την στενή έννοια του όρου. Εγώ πιστεύω στην πραγματικότητα της παράστασης. Δηλαδή μπορούμε να δούμε ένα έργο 2500 χρόνων και να είναι σύγχρονο και να μας αφορά. Μπορούμε να δούμε ένα έργο γραμμένο τώρα και να μας φαίνεται ότι δεν έχει τίποτα να μας πει. Προσωπικά με αφορά το σύνολο της θεατρικής τέχνης. Με ενδιαφέρουν πολλά είδη θεάτρου. Οσο μελετάς βλέπεις ότι υπάρχουν θησαυροί. «Υπάρχουν παντού λουλούδια», όπως λέει και ο Ματίς. Αρκεί να ξέρεις να απασχολείσαι να κοιτάξεις. Απλώς είναι διαφορετικό κάθε καλλιτεχνικό αίτημα και κάθε φορά έχει διαφορετικές απαιτήσεις από σένα στην προσέγγιση. Όταν έχεις σωστούς συνεργάτες και με καλές προθέσεις και έναν καλλιτεχνικό ψυχοδιανοητικό συντονισμό όλα μπορεί να είναι εκφραστικά και διασκεδαστικά. Στο εδώ και στο τώρα. Είτε είναι γραμμένα στο 1605, είτε το 500 π.χ., είτε χθες. Οπότε μέσα απ’ αυτήν τη διαδικασία δεν μπορώ να πω ότι προτιμώ αυτό από το άλλο. Κάθε φορά με ενδιαφέρουν νέα πράγματα.
Για το αν απολαμβάνει περισσότερο δουλειές με λίγους ή, πολλούς ηθοποιούς: Δεν πιστεύω στο καλύτερο και το χειρότερο. Πιστεύω στο διαφορετικό. Γενικά το λέω αυτό. Τι θα πει καλύτερο και τι θα πει χειρότερο; Από ποιο σημείο στεκόμαστε στον χώρο και πώς αξιολογούμε τα πράγματα. Κατά περιόδους είναι πολύ ευχάριστο να είσαι σε δουλειές με 10-15 ανθρώπους και υπάρχει οργασμός συλλογικότητας και όλοι συνεισφέρουν τον οβολό τους και δημιουργούν πραγματικότητες και άλλες φορές είναι πολύ ωραίο να είσαι με τρεις ανθρώπους. Όπως και στη ζωή. Είναι στιγμές που θες να είσαι μόνος σου, στιγμές που θέλεις να είσαι σε μια μεγάλη παρέα και στιγμές που θες να είσαι με 3-4 άτομα. Δεν πιστεύω, λοιπόν, ότι τα πράγματα αξιολογούνται ως καλύτερο και ως χειρότερο. Εχει σημασία από πού στεκόμαστε, τι χρειαζόμαστε, τι επιθυμούμε.
Για τον ρατσισμό, τον οποίο πραγματεύονται τα Ορφανά: Ναι, υπάρχει ο φόβος του ξένου. Είναι ένα δύσκολο πράγμα. Πάνω στο σύνορο του γνωστού και του άγνωστου είμαστε όλοι. Το ποιος κοιτάει το άγνωστο με φόβο και προβάλλει σ’ αυτό τους τρόμους του και του επιτίθεται. Και όπου άγνωστο βάλε ξένο, βάλε διαφορετικό. Είναι ένα ψυχικό φαινόμενο, μια συναισθηματική κατάσταση, την οποία κατανοείς, αλλά νομίζω σιγά – σιγά ότι μπορούμε να βηματίσουμε και πιο πέρα. Δε νομίζω ότι η διαφορετικότητα πρέπει να είναι και διαίρεση. Γιατί όλοι είμαστε διαφορετικοί, αλλά γενικά έχουμε κάτι κοινό. Με ελκύει το άγνωστο, διότι φωτίζοντας το διαλύει την απελπισία. Όταν αφήνεις το άγνωστο ως άγνωστο και του κοιτάς την πλάτη πάντα υπάρχει ένα σκοτάδι πίσω σου, μπροστά σου, γύρω σου. Μια κλειστή πόρτα, την οποία φοβάσαι. Το να ανοίξεις την κλειστή αυτή πόρτα, να μπεις στο σκοτάδι και να προσπαθείς να το φωτίσεις μ’ ένα σπίρτο με οτιδήποτε είναι η διαδικασία που για μένα μου μειώνει την απελπισία και τον φόβο. Το γνωστό είναι εκεί για να σε βοηθήσει να πας στο άγνωστο. Και τα δύο είναι απαραίτητα. Χέρι – χέρι, πάνε μαζί.
Για τη συμμετοχή του στο Γάλα: Είναι μια κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου «Το Γάλα» του Βασίλη Κατσικονούρη. Η σκηνοθεσία είναι του Γιώργου Σιούγα. Ο ρόλος μου είναι του Αντώνη. Πρόκειται για μια οικογένεια μεταναστών από την Τυφλίδα. Η μητέρα, η κόρη και τα δύο αδέρφια. Ο Λευτέρης, τον οποίο υποδύεται ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος πάσχει από σχιζοφρένεια και εγώ κάνω τον αδερφό του. Ο Αντώνης είναι υγιής «εντός και εκτός εισαγωγικών», δεν έχει κάποια ασθένεια και προσπαθεί να ενσωματωθεί στην πραγματικότητα, να έχει έναν αγώνα, να δουλέψει, να συντηρήσει την οικογένεια του και προσπαθεί να επιβιώσει στο εδώ και στο τώρα. Ο Λευτέρης αναπολεί το παρελθόν και λόγω της ασθένειας του βλέπει την επιστροφή σε μια Εδέμ, την οποία αντιπροσωπεύει η ίδια η μητέρα του, καθώς και η χαμένη του πατρίδα. Τη χαμένη του παιδικότητα, τη χαμένη ζωή γενικά. Είναι μια ταινία που έχει ισχυρό συγκινισιακό φορτίο. Όταν είχα δει την παράσταση είχα βιώσει μέσω των δακρύων μου μια λύτρωση. Δηλαδή το τέλος ενώ μ’ έκανε να συγκινηθώ και να κλάψω αυτό μ’ έναν τρόπο με λύτρωνε. Είναι μεν στενάχωρο, αλλά με τον τρόπο που σε καθαρίζει ένα κλάμα αυθόρμητο. Που σε παραδίδει μετά στη ζωή ξανά σαν καινούριο.
Για το αν είναι υπέρ της μεταφοράς στον κινηματογράφο ενός θεατρικού έργου: Δεν είμαι ούτε υπέρ, ούτε κατά. Αν υπάρχει κάποιος που έχει οραματιστεί να το κάνει. Επιπλέον δεν μπορούν να συγκριθούν δύο ανόμοια πράγματα. Είδαμε το καλοκαίρι ότι ο Κέβιν Σπέισι έκανε τον Ριχάρδο τον Γ’ Η πιο παλιά ο Αλ Πατσίνο είχε κάνει το αναζητώντας τον Ριχάρδο. Η΄ ο Ιαν Μακέλεν. Θα μπορούσε να πει κάποιος μου άρεσε περισσότερο ο ένας από τον άλλο; Είναι τελείως διαφορετικό. Το κείμενο είναι μια πλατφόρμα, ένα υλικό, το οποίο μπορείς να επεξεργαστείς. Ή μπορεί κάποιος να γράψει ένα ποιητικό έργο πάνω στον Ριχάρδο τον Γ. Ή ένα δοκίμιο. Σπόροι είναι τα έργα τέχνης. Και η τέχνη είναι για όλους μαζί και για τον καθένα ξεχωριστά. Όταν είμαστε σε πεδία που έχουν να κάνουν με την τέχνη μιλάμε καθαρά για υποκειμενικούς λόγους. Και η πιο συγκεκριμένη λέξη σ’ αυτήν την περίπτωση είναι το γούστο. Στην τέχνη ο καθένας βλέπει εκείνο που θέλει να δει ή, έχει ανάγκη να δει αν η τέχνη και το έργο τέχνης είναι πλήρες. Επιπλέον η τέχνη δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Η τέχνη αλλάζει με τον κόσμο. Είναι ένα κομμάτι του, ένας καφρέφτης του. Που υψώνεται πάνω στην σκηνή για να κοιταχτούμε και καταλάβουμε κάτι. Ούτε μεγεθυντικός φακός είναι. Είναι με τον έναν τρόπο παραμορφωτικός, αλλά και αντικειμενικός.
Για το αν τα Ορφανά θα μπορούσαν να γυριστούν στον κινηματογράφο: Θα μπορούσαν! Το είχα σκεφτεί. Γιατί το θεατρικό κείμενο έχει μια κινηματογραφικότητα στο ύφος και στον τρόπο ομιλίας, αλλά σε μια κουβέντα που κάναμε με τον Ντένις Κέλι ο ίδιος είπε ότι θεωρεί πως είναι δύσκολο να γίνει κάτι τέτοιο. Ακριβώς γιατί εμπεριέχει κινηματογραφικότητα το έργο του, το οποίο ενδιαφέρον ως άποψη. Αντιφατικό, αλλά η τέχνη το ενώνει το αντιφατικό. Αισθάνομαι ότι μπορεί να γίνει, αλλά και να μη γίνει. Ισως αν κάποιος το οραματιστεί να γίνει…
Για τη συμμετοχή του στο Τungsten: Είναι μια ταινία που βγαίνει τέλη Νοεμβρίου σε σκηνοθεσία Γιώργου Γεωργόπουλου. Σημαίνει βολφράνιο. Είναι σουηδική λέξη, μια χημική ουσία που χρησιμοποιείται στις ηλεκτρονικές εγκαταστάσεις. Είναι ασπρόμαυρη και ενδιαφέρουσα ταινία. Και παίζω και εκεί με τον Προμηθέα. Εχουμε παίξει μαζί και στο θέατρο. Και είναι και πολύ φίλος μου. Τον έχω στην καρδιά μου. Στο Τungsten είμαστε δύο φίλοι, που περιφέρονται μέσα στην πόλη. Σε μια μέρα που η Αθήνα έχει μπλακ-άουτ. Eίναι στο σκοτάδι όλη η πόλη. Το μπλακ-άουτ είναι το γενικό σεναριακό πλασίο, όπου ο πολιτισμός μας εγκαταλείπει. Πέφτει παντού το ρεύμα και παρακολουθούμε τρεις ιστορίες. Την ιστορία των δύο φίλων, ενός ζευγαριού (Τάσος Νούσιας – Κόρα Καρβούνη) που έχει τα ζητήματα του στη σύγχρονη Αθήνα και την ιστορία του Βαγγέλη Μουρίκη, ενός πολύ σπουδαίου κινηματογραφικού ηθοποιού, ο οποίος είναι από τους ελάχιστους αυθεντικούς που έχω δει. Βλέπω έναν άνθρωπο που μέσα από τη δουλειά του καταθέτει με αυθεντικό τρόπο κομμάτια του εαυτού του. Χωρίς να προσδοκά κάτι περισσότερο από την ίδια την έκφραση αυτού του πράγματος. Οι τρεις αυτές ιστορίες συνδέονται και δε συνδέονται μεταξύ τους. Το ότι είναι ασπρόμαυρη είναι μια αισθητική επιλογή. Εγώ τις απολαμβάνω τις ασπρόμαυρες. Δε σε περιορίζει, όμως, Δύο ώρες ασπρόμαυρη. Και τι έγινε;
Για το αν βλέπει παλιές ταινίες και τι κερδίζει απ’ αυτές: Μέσα σ’ αυτές τις ταινίες μπορείς να βρεις το σύγχρονο, που κρύβεται από πίσω. Μπορούν να εμπεριέχουν σε εισαγωγικά κάτι πολύ μοντέρνο. Κατά την γνώμη μου κερδίζεις διευρύνοντας τον πλούτο σου. Όπως ένας αθλητής προπονείται και όσο πιο πολύ το κάνει τόσο πιο καλά θα αποδώσει στο γήπεδο – και δεν καεί στο ζέσταμα – όσο πιο πολύ επενδύεις μέσα από τη διεύρυνση των οριζόντων σου μέσα από τη δουλειά σου. Φυσικά είναι θέμα η αποδοχή του εαυτού σου, όμως το να δημιουργήσεις συνδέσεις με μεγάλους ηθοποιούς, να εκτιμάς αυτό που κάνουν, να το παρατηρείς, να το αντιλαμβάνεσαι, να προσπαθείς να το κατανοήσεις. Σιγά – σιγά αυτή διαδικασία να αποδίδει καρπούς. Δεν το κάνει και ένας αρχιτέκτονας που βλέπει αντίστοιχα βιβλία; Μα κοιτάμε τη ζωή μας από το πεδίο που επιλέξαμε ν’ ασχοληθούμε.
Για τις επιλογές του: Όλη η ζωή μας είναι μια σειρά από επιλογές. Όταν κάνουμε μια επιλογή και είμαστε εξαρτημένοι από το αποτέλεσμα της και αυτό δεν έρθει τότε δε σημαίνει ότι η επιλογή ήταν λανθασμένη. Γενικά προσπαθώ να κάνω επιλογές ανεξάρτητα από ένα ηθικό φουτουρισμό, δηλαδή για να κερδίσω στο μέλλον. Εχω παίξει και σε παραστάσεις, που δεν πληρώθηκα. Οσον αφορά στην ψυχή, όμως. Με την έννοια της πληρότητας. Εχω παίξει σε παραστάσεις που δεν ολοκληρώθηκαν και για διάφορους λόγους, διάφορες συνθήκες, που δεν είναι πάντα στο χέρι σου να τις ελέγξεις δεν ολοκληρώθηκαν. Ούτε εσύ μέσα σ’ αυτές, αλλά και εκείνες με τον εαυτό τους και όλο αυτό το πράγμα. Προσπαθώ να κάνω επιλογές για να αντιληφθώ ποιος είμαι μέσα απ’ αυτές. Αλλά όλα αυτά δε γίνονται για το κέρδος. Είδες το κέρδος που μας έφερε. Και εδώ, όμως, έρχεται η προσωπική αξιολόγηση του καθενός για το τι βάζει κάτω από τη λέξη κέρδος. Τι βάζει κάτω από τη λέξη αγάπη, από τη λέξη ευτυχία, συντροφικότητα κλπ. Επομένως τις επιλογές μου δεν μπορώ να τις κρίνω με βάση το αν μου φέρανε εκείνο που ήθελα να με φέρουν. Εχω μια εντύπωση ότι χρειάζεται σοφία να αντιληφθείς το Β που κέρδισες ενώ κυνηγούσες το Α. Δηλαδή εκείνο που σου έφερε η ζωή την στιγμή που εσύ κυνηγούσεις κάτι άλλο. Αυτό θα ήθελα κάποια στιγμή να καταφέρω να το βιώσω σαν συνείδηση. Ανταποκρίνομαι κάθε φορά στις προτάσεις, στις επιθυμίες μου, στην πραγματικότητα που βλέπω γύρω μου.
Για τα στοιχεία που πρέπει να έχει ένας νέος ηθοποιός για να επιβιώσει στον χώρο: Δε νομίζω ότι υπάρχει λυσάρι για τα πράγματα που ονειρευόμαστε να κάνουμε. Ειδικά για αυτά. Στη ζωή δεν μπορείς να γυρίσεις στην πίσω σελίδα και να δεις τη λύση. Αυτό είναι και το τρομακτικό, αυτό είναι και το ενδιαφέρον. Η τέχνη του ηθοποιού ήταν δύσκολη διαχρονικά. Ηταν πάντα οι απόκληροι της κοινωνίας. Θα γίνουν και πάλι! Δηλαδή είναι πάντα. Είναι οι καρνάβαλοι της κοινωνίας. Τους αποθεώνουμε και μετά τους καίμε για να λυτρωθούμε και με αυτούς. Ετσι τους βλέπει ο κόσμος. Για το πώς θα αντέξουμε σ’ αυτήν τη δουλειά είναι μέσα στον καθένα. Πίστη, θέληση και η σιγουριά ότι αν διεκδικήσεις απ’ αυτό χρήματα θα κερδίσεις μόνο χρήματα. Δηλαδή απ’ αυτή τη δουλειά θα πάρεις ό,τι δώσεις , ό,τι ζητήσεις. Μια σιγουριά ότι αυτό θέλω να κάνω, αυτό θα κάνω. Αυτό ήταν το μόνο εφόδιο που είχα όταν ξεκίνησα. Ολοι μου έλεγαν είναι δύσκολο, πού να γίνεις ηθοποιός όταν το έλεγα στην εφηβεία μου και άρχισε να διαμορφώνεται αυτό. Όταν κάποιος έχει ανάγκη να γίνει ηθοποιός εγώ δεν έχω τίποτα να του πω. Όπως και το αντίθετο φυσικά. Δηλαδή αυτή τη δουλειά την κάνεις αν δεν μπορείς αλλιώς.
Για το πότε κατάλαβε ότι θέλει να γίνει ηθοποιός: Τέλος δημοτικού, αρχές γυμνασίου άρχισε να μορφοποιείται. Οι δικοί μου δεν αντέδρασαν αρνητικά, γιατί είπαν, «α μικρό παιδί είναι, βλακείες λέει». Σταδιακά, όμως, άρχισαν να βλέπουν ότι αυτό είναι μια μορφή εμμονής στην πορεία έκαναν πίσω. Αλλά είναι κάτι που όταν το κάνω νιώθω όμορφα. Με βασανίζει, κουράζομαι, χτυπιέμαι με τον εαυτό μου για να το καταφέρω κάθε φορά, κάτι προφανώς μου προσφέρει. Ολα τα πράγματα που κάνουμε καλύπτουν μια ανάγκη μας.
Για το αν υπάρχει υπερπληθώρα στον χώρο: Στην υποκριτική υπάρχουν τα προβλήματα που είχαν και άλλοι χώροι. Της φούσκας! Δηλαδή έβγαιναν καραβιές ηθοποιών, καραβιές τραγουδιστών. Υπήρχε και υπάρχει μια δυσαρμονία στο τι χρειαζόμαστε και στο τι έχουμε. Σε σχέση με την πραγματικότητα. Αυτό κάπως θα έρθει σε αρμονία φαντάζομαι. Απλά βλέπουμε ότι προσπαθεί να γίνει με μηχανισμούς και τρόπους, που δεν είναι ούτε δίκαιοι, ούτε λειτουργικοί. Γενικά το δίκαιο δεν μπορώ να το αντιληφθώ όταν υπάρχουν άνθρωποι που υποφέρουν. Εχω πάρα πολύ μεγάλη συνείδηση ότι η τηλεόραση Plasma μας πατάει στο κεφάλι κάποιου που δεν έχει να φάει. Αυτή η καθημερινή συνείδηση του πράγματος μου κάνει δύσκολο να απολαύσω την καθημερινότητα μου.
Για το αν θα πρότεινε σε κάποιον να ασχοληθεί με την υποκριτική: Η απάντηση είναι μέσα σου. Αυτό που νιώθεις. Διαφωνώ με το να παίξω τον ρόλο του κριτή. Εχουμε γεμίσει κριτές και κρινόμενους. π.χ. «Α, δεν έχεις φωνή για αυτό ή η φωνή σου μοιάζει με αυτήν ή, εσύ σαν ηθοποιός μου θυμίζεις αυτόν. Ή εσύ είσαι εκείνο». Δεν ξέρω. Είναι στον καθένα αυτό. Εγώ μπορεί να έχω μια συγκεκριμένη γνώμη για το αν μπορεί ένα παιδί να γίνει ηθοποιός ή, όχι, αλλά η απάντηση είναι μέσα του. Εκείνο ξέρει καλύτερα απ όλους το πόσο το θέλει.
Για το γεγονός ότι δε δίνει πολλές συνεντεύξεις: Ανάλογα με το πώς αξιολογείς και το πώς το κοιτάς. Όταν νιώθω ότι κάπου είναι ζεστά και όμορφα και θα είναι καλά νιώθω και εγώ άνετα και πηγαίνω. Το ραδιόφωνο είναι από τα πιο ζεστά και ανθρώπινα μέσα που υπάρχουν. Δε θα ένιωθα το ίδιο άνετα σ’ ένα τηλεοπτικό πλατώ. Δεν είναι οι κάμερες το πρόβλημα. Το ζήτημα είναι πώς διαχειρίζονται οι άνθρωποι τον χρόνο και τον χώρο που τους δίνεται και σε τι επιθυμούν να σε καθοδηγήσουν μέσα από μια συνέντευξη, μέσα από οτιδήποτε. Οπότε πρέπει να έχεις εμπιστοσύνη στον συνομιλητή σου. Είναι ζήτημα εργαλείων. Όπως λέμε το facebook είναι καλό ή, κακό. Η ή, τηλεόραση. Δε νιώθω πάντα άνετα στο να διαχειρίζομαι τέτοια εργαλεία. Μερικές φορές νιώθω ότι με διαμορφώνουν περισσότερο ή, με τρόπο που δε θα ήθελα να μου συμβούν. Οπότε μέχρι να φτάσω σ’ ένα σημείο για να μπορώ να βουτήξω στη… θάλασσα αυτού του εργαλείου κρατάω μια στάση αναμονής. Γενικά ακούω περισσότερο ραδιόφωνο. Νιώθω μια μεγαλύτερη οικειότητα. Αυτή η απόσταση. Το ότι δεν έχεις την εικόνα βεβαίως να σου δίνει πολλά. Ταυτοχρόνως, όμως, δε σε περιορίζει, δε σε υποχρεώνει να αντιλαμβάνεσαι την πραγματικότητα μ’ έναν τρόπο. Εμένα αυτό μου αρέσει.
Για το αν βλέπει τηλεόραση: Όταν το κάνω προτιμώ να βλέπω τις διαφημίσεις (σ.σ. γέλια). Είμαστε μια γενιά που έχει γαλουχηθεί από τις διαφημίσεις. Δηλαδή εγώ θυμάμαι τον εαυτό μου παιδί να κολλάει περισσότερο με τις διαφημίσεις παρά με τα προγράμματα. Οι παλιές μας δημιουργούν μια συγκίνηση, μας μεταφέρουν πίσω στον χρόνο. Διαπιστώνεις την απόσταση του χρόνου. Όταν τελείωσα την σχολή είχα κάνει διαφήμιση Conn-x. Τότε έκανα πρόβες στο θέατρο, αλλά ήταν ουσιαστικά η πρώτη μου δουλειά. Δεν ξέρω αν γενικά υπάρχει αποστροφή για την τηλεόραση. Είναι αντιφατικό. Έχω μια υποψία πως ό,τι κάνουμε στη δουλειά μας με έναν τρόπο προσπαθούμε να το αφαιρέσουμε από τη ζωή μας για να ζήσουμε και κάτι άλλο. Μια εκδοχή, ένας πιθανός λόγος να είναι αυτός. Όπως και ο οδοντίατος φαντάζομαι μετά τη δουλειά του δε μιλάει για τα δόντια όταν είναι εκτός.
Για το facebook και την τεχνολογία: Εγώ δεν έχω προφίλ, αν και έχω μάθει ότι μου έχουν φτιάξει σελίδα. Είμαι ένας εμμονικός άνθρωπος. Με βάση αυτό το δεδομένο, λοιπόν, ξέρω πολύ καλά ότι αν ασχοληθώ για ένα διάστημα θα κυλήσω στην εμμονή μου. Και επειδή αυτά τα εργαλεία διαμορφώνουν πάρα πολύ τους κώδικες επικοινωνίας προσπαθώ να ασχοληθώ με αυτό όταν θα νιώσω ότι θα μπορώ να μη χάσω την πραγματικότητα. Δηλαδή όταν θα νιώσω ότι επικοινωνώ μ’ ένα σκούντηγμα όπως λένε. Δηλαδή έχουμε φτάσει σ’ ένα σημείο, όπου μιλάμε 10-15 λεπτά στο τηλέφωνο με τον φίλο μας και να λέμε ότι μιλήσαμε μαζί του. Αυτό δείχνει μια αλλοίωση της κλίμακας με την οποια αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα. Αυτό με τρομάζει κάπως. Μπορεί να είμαι λίγο αναχρονιστικός, όμως με τρομάζει γιατί μειώνει τη ψαλίδα. Δηλαδή είναι δύσκολο να είμαστε τρία άτομα στον καναπέ και να είμαστε πια το ίδιο εξομολογητικοί και αληθινοί όσο παλιότερα. Αυτό εγώ προσωπικά το χρειάζομαι από τους ανθρώπους. Δεν αρνούμαι βέβαια το ότι έχεις το Skype σου και μπορείς να επικοινωνείς μ’ έναν φίλο στην Αγγλία. Τον εαυτό μου φοβάμαι, όμως. Μερικές φορές κάποια εργαλεία μοιάζουν με αυτοκίνητο, το οποίο οδηγεί ένα πεντάχρονο παιδάκι. Το αυτοκίνητο είναι υπέροχο, αλλά αν το πάρει ένας πεντάχρονος θα φύγει από τον δρόμο. Αφού δεν υπάρχει άδεια χρήσης στο διαδίκτυο – και σωστά συμβαίνει αυτό – μιλώντας για μένα προσωπικά δε νιώθω τώρα πως είμαι κάτι παραπάνω από ένα παιδί πέντε χρόνων στον τρόπο χρήσης του. Οπότε σιγά-σιγά και λίγο-λίγο. Το ψάχνω, το διερευνώ και θα δούμε.
Για το αν θα γινόταν δημοσιογράφος: Θα μ’ ενδιέφερε η δημοσιογραφία, αλλά έχει μια δυσκολία. Είναι κοντά σ’ αυτό που λέμε εξουσία. Και τα επαγγέλματα που με την ευρύτερη έννοια έχουν να κάνουν με την εξουσία! Ο δημοσιογράφος έχει επιρροή. Αρα έχει και εξουσία. Οπότε είναι επαγγέλματα που χρειάζονται ένα εσωτερικό ηθικό ανάστημα πολύ υψηλό για να μην υποκύψεις στις σειρήνες. Και οι σειρήνες δεν είναι πάντα προσωποποιημένες. Είναι αυτή η ίδια η έννοια της εξουσίας. Να νιώσεις ότι μπορείς να καθοδηγήσεις, να περιορίσεις ή, να προτρέψεις ανθρώπους, μια μάζα 500-1000 ανθρώπων. Είναι πράγματα που μπορεί να είναι διεγερτικά και ενδιαφέροντα. Βέβαια είναι και επικίνδυνα. Μου αρέσει, πάντως, ως δουλειά.
Για το πού οδηγούμαστε: Δε γίνεται η δημιουργός δύναμη του προβλήματος να είναι και η δύναμη επίλυσης του. Εκεί παράγεται η αντίφαση. Δεν μπορεί σ’ ένα σπίτι με 10 άτομα εκείνος που είναι υπεύθυνος για την καταστροφή του να θεωρηθεί ότι είναι υπεύθυνος και για την επίλυση του. Οπότε στην πραγματικότητα, στο τώρα…Το πιο σημαντικό είναι να διαπραγματευτούμε ξανά την έννοια το τι είναι δίκαιο. Το ότι είναι δίκαιο συνολικότερα. Θα κάνει οποιαδήποτε λύση εμφανιστεί να πατάει στα σταθερά βήματα του δικαίου. Τώρα όποια λύση πάει να εμφανιστεί π.χ. από πολιτικούς σχεδιασμούς βρίσκει αντίσταση στο εσωτερικό αίσθημα αδικίας στο εσωτερικό του καθενός από μας. Γιατί κανείς από μας δε νιώθει ότι ζει σ’ ένα δίκαιο περιβάλλον. Υπήρχε και στο παρελθόν, αλλά στα 20 τελευταία χρόνια που ζω το νιώθω. Και ας το αλλάξουμε λοιπόν. Εμείς φτιάχνουμε τον κόσμο. Ο καθένας βέβαια συμβιβάζεται με τις δυνάμεις του και τον εαυτό του. Νομίζω πως όταν άρχισα να συνειδητοποιώ ότι ο κόσμος που ζω είναι εκεινος τον οποίο εγώ βλέπω. Επομένως αν κοιτάξω κάπου αλλού θα δώσω ζωή στα άλλα πράγματα που δεν είχα κοιτάξει ίσως είναι για μένα ένας τρόπος τη δική μου οπτική να βελτιώνω. Να βελτιώνω τα πράγματα γύρω μου όσο μπορώ.
Για την σχέση του με το ποδόσφαιρο: Είναι ένας σημαντικός τομέας της ανθρώπινης δραστηριότητας. Εμείς δίνουμε το νόημα στα πράγματα. Ενας ποδοσφαιρικός αγώνας είναι 11 που χτυπούν μια μπάλα. Να σου την αλήθεια άρχισα να απολαμβάνω τον αθλητισμό όταν έφυγε το μυαλό μου από το Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός. Δηλαδή από τότε που άρχισα να νιώθω μια ακραία μορφή ταύτισης με την ομάδα μου (!) άρχισα να απολαμβάνω τον αθλητισμό πιο ελεύθερα. Ως τέχνη, ως χορό, ως διάφορα πράγματα. Το ποδόσφαιρο είναι το σύγχρονο υπερθέαμα. Και το σύγχρονο υπερθέαμα είναι η ψυχαγωγία. Και μόνο αν δεις στο φαινόμενο ποδοσφαίρου πόσα επενδύονται. Ο κόσμος το θέαμα εισπράττει. Π.χ. το τσάμπιονς λιγκ υπακούει στους κανόνες θεάματος. Ή το ΝΒΑ, που είναι υπερθέαμα. Το τσάμπιονς λιγκ είναι ένα στάδιο συνένωσης των λαών της Ευρώπης μέσα από το θέαμα. Επιπλέον με τη συνένωση αυτού του θεάματος η ευρωπαϊκή ομοσπονδία έφερε μονάδες-εταιρίες από το τοπικό στο πιο γενικό, στο συνολικότερο. Ετσι το βλέπω το τσάμπιονς λιγκ, αλλά το απολαμβάνω και ως ποδόσφαιρο…
Για τη μουσική που ακούει: Ακούω πράγματα που με συγκινούν. Μου δημιουργούν κίνηση εσωτερική. Αυτό έχει να κάνει ανάλογα με την στιγμή, την περίσταση. Εντάξει στην εφηβεία γαλουχήθηκα με αυτά που λέμε ροκ. Προσπαθούσα ν’ αφήσω και μαλλί. Ημουν και στο μέταλ και τέτοια πράγματα. Το εύρος της μουσικής μπορεί να πιάσει από ρεμπέτικα, σύγχρονο ροκ, αλλά και κλασική μουσική, που για μένα επίσης είναι ροκ. Μιλάει μέσα μια ψυχή. Δεν υπάρχουν διαχωρισμοί για μένα. Σημασία έχει να είναι αυθεντικό, να αισθάνομαι ότι αυτό το πράγμα εκπληρώνει την ανάγκη έκφρασης και επικοινωνίας. Εχει σημασία γενικά το πώς κοιτάμε. Κανείς δε θα πει, «μου αρέσει το δήθεν». Και ο πιο δήθεν, όμως μπορεί να έχει μια στιγμή, όπου μπορείς να τον κοιτάξεις και θα είναι αυθεντικός. Είναι ίσως μια άμυνα του. Το δήθεν είναι ένα προϊόν αυτό που λέμε φούσκα. Με τον έναν άλλο τρόπο όλοι μας μπορεί κάποια στιγμή να προσπαθούμε να δείξουμε κάτι το οποίο δεν είμαστε. Το θέμα είναι να το αναγνωρίζουμε και να πηγαίνουμε εκεί που είναι πιο κοντά στη συνείδηση του εαυτού μας. Δε θέλω να κρίνω άσχημα, προσπαθώ να αξιολογώ. Και στη μουσική π.χ. εδώ θεωρώ ότι υπάρχουν πράγματα που δε μου αρέσουν, αλλά ακούω αυτά που εγώ αξιολογώ.
Για την καθημερινότητα του: Μένω στα Εξάρχεια και εκεί τη βιώνω. Εκεί κοντά. Αν και τελευταία επιλέγω το σπίτι. Φίλοι και άνθρωποι που μαζεύονται και συναντιούνται για να γνωριστούν. Και όχι σαν προϋπόθεση ότι πρέπει να συγκεντρωθούν όλοι μαζί για να κάνουν κάτι. Είναι δύο διαφορετικά. Να πάω σ΄ένα μαγαζί με μια παρέα που γνωριζόμαστε είναι σούπερ. Απλά τώρα τελευταία θέλω να κατανοήσω περισσότερο τους ανθρώπους που είναι δίπλα μου. Να τους ξανακοιτάξω…
Για το αν οι ρόλοι του δεν είναι συνηθισμένοι: Ετυχε στην 10η Εντολή και τώρα στα Ορφανά με τον Λίαμ που υπάρχει μια παραβατικότητα. Στη 10η εντολή και στα τρία επεισόδια ήμουν δολοφόνος. Ε, εντάξει ήταν και τα θέματα. Ετυχε και πήγε έτσι. Εχω κάνει, όμως, και φιλήσουχους αστυνομικούς. Απλά αυτοί οι ιδιαίτεροι ρόλοι τραβάνε περισσότερο μάτι και αφήνουν πιο πρωτογενείς εντυπώσεις. Οπότε αν κάνεις 2-3 τέτοιους ρόλους δημιουργείται μια σύνδεση με το πρόσωπο σου. Τον χαρακτήρα που υποδύεσαι τον βρίσκεις και τον χάνεις κάθε μέρα και οφείλεις να κατανοήσεις τον ψυχισμό του. Προκύπτει φυσικά και από τη συνεργασία με τους άλλους ηθοποιούς. Είμαστε αντάνακλαση ο ένας του άλλου. Ο ρόλος του ενός σχετίζεται με το πώς τον κοιτάει ο άλλος ρόλος. Είμαστε αντικαθρέπτισμα.
Για την σχέση του με την κωμωδία: Εχω κάνει και κωμωδία. Αυτό είναι ένα πολύ ωραίο είδος. Εχω μια υποψία πως είναι πιο δύσκολο από το δράμα. Αν και εγώ δεν πιστεύω στα απόλυτα στεγανά. Και το δράμα έχει μέσα του κωμωδία. Πιστεύω ότι οι κωμικοί μηχανισμοί αποκαλύπτουν πιο εύκολα την τραγωδία π.χ. Επίσης η κωμωδία για να προκαλεί γέλιο πρέπει να έχει μέσα της μια δραματική αλήθεια. Είναι πιο δύσκολη, πάντως, διότι στο εδώ και στο τώρα σε μια παράσταση δηλαδή με την παρουσία και του κοινού πληρώνεται επί τοις μετρητοίς. Δηλαδή ένα επιτυχημένο αστείο βγάζει γέλιο, ένα αποτυχημένο βγάζει αυτό το περίεργο και παγωμένο περιβάλλον, το οποίο δε θέλεις να βλέπεις ως ηθοποιός. Η κωμωδία είναι ένα ιδιαίτερο και σύνθετο είδος. Και πιο δυσεύρετη από ένα καλό δράμα. Όπως είναι για παράδειγμα οι δουλειές της Δήμητρας Παπαδοπούλου. Γενικά έχουμε πολύ καλούς κωμικούς και έχουμε πολύ καλό αίσθημα για κωμωδίας ως δημιουργία. Και τώρα με τις δυσκολίες που εμφανίζονται θ΄ανθίσει αυτό το πράγμα. Το χιούμορ είναι η ανατροπή της πραγματικότητας!
Για τις παρενθέσεις: Είμαι οπαδός τους! Πιστεύω ότι κρύβουν όλη την αλήθεια. Είχα δει πρόσφατα στο ράφι ένα βιβλίο του Κασπάροφ, “Η ζωή είναι μια παρτίδα σκάκι. Για τον Κασπάροφ η ζωή είναι όντως μια παρτίδα σκάκι. Διότι κοιτάει μέσα από το αντικείμενο και εντοπίζει το μοτίβο στη ζωή που επιβεβαιώνει τη σύνδεση μ’ αυτό που κάνει και μ’ αυτό που βλέπει. Ο σκακιστικός ανταγωνισμός με τον Καρπόφ την στιγμή του ψυχρού πολέμου. Παίζω σκάκι, αλλά δεν έχω υπομονή. Προσπαθώ ν’ αποκτήσω μέσω του παιχνιδιού…
Για το πώς ένιωσε όταν είδε τον εαυτό του για πρώτη φορά στον κινηματογράφο: Όταν έγινε αυτό στο Hardcore άσπρισα από ντροπή. Ήθελα να κάνω δύο πράγματα. Ή να φύγω ή, να σηκωθώ πάνω και να πω. «Συγνώμη για αυτό που βλέπετε». Μπορώ να σας το ξαναπαίξω λίγο; Αποφεύγω να με βλέπω, αλλά προσπαθώ για να διδάσκομαι. Γενικά, πάντως, όταν βλέπεις τον εαυτό σου βλέπεις λάθη…
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 14/11/2011