Το όνομα της παραπέμπει σε πριγκίπισσες και βασίλισσες. Το επώνυμο της, πάλι, θυμίζει Ενετούς και Σλάβους. Όπως και να έχει ένα είναι σίγουρο: Το Ιζαμπέλλα Κογεβίνα ταιριάζει απόλυτα στο καλλιτεχνικό στερέωμα. Και όσοι την γνωρίζουν, διαπιστώνουν ότι όπως και το ονοματεπώνυμο της, έτσι και εκείνη είναι ιδιαίτερα ξεχωριστή…
Με περισσότερες από δέκα συμμετοχές θα μπορούσε να αποτελεί μια από τις μούσες του Πάνου Κοκκινόπουλου στη “10η Εντολή“, ενώ φέτος τόλμησε τηλεοπτικά και στην κωμωδία, συμμετέχοντας στο “Ήρθε και Έδεσε” πλάι στον Γιάννη Μπέζο.
Και φυσικά πλην της αγάπης για την ηθοποιία, θα ήθελε πολύ ν’ ασχοληθεί και με την σκηνοθεσία. Όπως, μάλιστα, λέει στο Sportart θα ήταν ιδανικό αν μπορούσε κάποια στιγμή να τα συνδυάσει και τα δύο, έστω και αν αυτό πρακτικά είναι εξαιρετικά δύσκολο. Παράλληλα δηλώνει φίλη των ζώων και κάνει ό,τι μπορεί για να τα προστατεύσει, ενώ υποστηρίζει με θέρμη και την ΑΕΚ.
– Kατ’αρχάς το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό όλων είναι από πού προέρχεται το όνομα σου.
Η καταγωγή μου είναι από την Κέρκυρα. Έχω ρίζες, όμως, και από την Κροατία. Όπως μου έχουν πει ένας από τους προγόνους μας ζούσε στο Σπλιτ γύρω στο 1700. Επίσης το επώνυμο φέρνει και λίγο από τους Ενετούς μιας και ήταν ενετοκρατούμενη η Κροατία τότε, ενώ κατάγομαι και από τη Γαλλία, αφού η μία μου γιαγιά είναι από εκεί. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, μεγάλωσα με γαλλικά και μπαλέτο (σ.σ γέλια).
– Άρα βρέθηκες σε καλλιτεχνική οικογένεια.
Κάπως έτσι. Ήμουν ζιζάνιο από μικρή. Το περίεργο είναι ότι με παρακίνησε και η ίδια η μητέρα μου. Δεν το έκανε η ίδια όταν ήταν μικρή και ήθελε να το ακολουθήσω εγώ. Ίσως ήταν απωθημένο της, ίσως πίστευε ότι μου ταιριάζει. Είχα και εγώ αυτό το στιλ της θεατρίνας, έστω και αν μετά το έχασα (σ.σ. γέλια). Είπα, λοιπόν, να ακολουθήσω τη συμβουλή της. Γράφτηκα έτσι στη θεατρική σχολή καθαρά για μένα. Εκεί γοητεύτηκα. Ήταν τέλεια και μ΄άρεσε πολύ.
– Πάμε, λοιπόν, στο ξεκίνημα σου.
Πριν φτάσω μέχρι τη σχολή περιπλανήθηκα κάπως. Μεγάλωσα στα βόρεια προάστια, αν και δεν μπορώ να πω ότι ήμουν τυπική εκπρόσωπος της περιοχής, Είχα, βέβαια, κάποια κοινά στοιχεία, όπως την καλή μόρφωση. Πήγα σε ένα ιδιωτικό σχολείο όπως είναι το κολλέγιο Αθηνών, που έχει καλή παράδοση και μετά πέρασα και από το Deree. Αρχικά πήγα για να σπουδάσω ψυχολογία και μετά ακολούθησαν τα υπόλοιπα. Σαν σπουδές μου άρεσαν, όμως με τρόμαξε ότι κάθε χρόνο βγαίνουν 500 και βάλε ψυχολόγοι, οι οποίοι όλοι σχεδόν μένουν άνεργοι. Είδα ότι υπάρχει πολύ ανεργία και φρίκαρα. Αυτό που μου κέντρισε το ενδιαφέρον μετά ήταν η ιστορία τέχνης. Μου έκανε κέφι. Ήταν μαγικό, ωραίο. Είναι φοβερό να βλέπεις την τεχνική του άλλου και να την αναλύεις. Που θα μπορούσα να δουλέψω, όμως; Δεν μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να είμαι κάθε μέρα σε μια γκαλερί.
– Τι έκανες τότε;
Μετά το αλλάζω και λέω να ασχοληθώ με τη φιλοσοφία. Και αυτό, όμως, αν ήταν άκυρο. Τι θα γινόμουν; Μια σύγχρονη φιλόσοφος; Στη συνέχεια πήγα στο Λονδίνο για σπουδές γύρω από την τηλεόραση. Τα μαθήματα, όμως, ήταν πολύ θεωρητικά και στην ουσία δεν σου πρόσφεραν κάτι ιδιαίτερο. Εγώ ήθελα να βγω έξω, να ζήσω αυτό που μάθαινα και δεν προσφερόταν στην σχολή.
– Πόσο έμεινες στο Λονδίνο;
Έξι μήνες. Ήταν ωραία γενικά, αλλά ένιωθες μόνος. Ξέρεις εκεί όσοι δεν είναι από την πόλη πάνε συνήθως για λίγο. Επομένως δεν προλαβαίνεις να δεθείς με ανθρώπους. Το λατρεύω το Λονδίνο ως επισκέπτης, όμως ήταν διαφορετικό από να μένεις μόνη σου. Πέρασα έξι μοναχικούς μήνες και γι΄ αυτό το Λονδίνο μου φαινόταν και λίγο απρόσιτο.
– Έτσι αποφάσισες να γυρίσεις.
Ναι, έρχομαι πίσω και άρχισα να ασχολούμαι με τα κομπιούτερ. Γενικά μου άρεσαν τα μαθηματικά. Με έφτιαχναν. Ξέρεις, όταν καταφέρεις και λύνεις το πρόβλημα, νιώθεις μια αίσθηση πληρότητας. Όταν πρωτοπήγα, βέβαια, στην σχολή ένιωσα σαν να έβλεπα κινέζικα. Πείσμωσα, όμως.
– Πρέπει γενικά να είσαι πεισματάρα.
Το έχω, ναι. Είναι και καλό και κακό. Άλλες φορές μου βγαίνει θετικά, όμως και κάποιες άλλες όχι και αυτό με κάνει κάποιες φορές υπερβολική. Τέλος πάντων. Είπα θα πετύχω. Γενικά στο σχολείο δεν είχα πρόβλημα, αλλά ήμουν ψιλοαδιάφορη στα μαθήματα που δεν μου άρεσαν. Στα αγγλικά ας πούμε ή, όταν κάναμε κάποια αθλήματα, ήμουν άριστη. Άρχισα, λοιπόν στο Deree, να γίνομαι καλή, αλλά κάποια στιγμή είπα να δοκιμάσω στο θέατρο. Κάθε σχεδόν Σεπτέμβριο έπαιρνα τηλέφωνο, αλλά μου έλεγαν ότι είχαν λήξει οι προθεσμίες για να κάνεις αίτηση για συμμετοχή στις εξετάσεις των σχολών. Αυτή τη φορά ήμουν πιο τυχερή. Πήγα στο Θέατρο Τέχνης και αφού πέρασα τις απαραίτητες εξετάσεις στην αρχή – οι οποίες είναι και ιδιαίτερα αυστηρές λόγω του μικρού αριθμού των μαθητών – ξεκίνησα. Οι σπουδές είχαν διάρκεια τρία χρόνια. Ο πρώτος χρόνος ήταν δύσκολος. Είχα συνηθίσει να είμαι πιο χαλαρή και υπήρχε κούραση. Είχαμε μαθήματα από τις 12 έως τις 8 το βράδυ. Υπήρχε περίπτωση να είχαμε μαθήματα και το Σαββατοκύριακο ή αν όχι μαθήματα συναντήσεις με συμφοιτητές για δουλειά. Ο δεύτερος και ο τρίτος χρόνος, όμως, ήταν πολύ καλύτερος. Έκανα πράξη αυτό που πραγματικά ήθελα. Γενικά και οι καθηγητές μας ήταν φοβεροί. Έπαιξα σε μια παράσταση και ήταν πολύ ωραία.
– Ο πρώτος ρόλος πότε ήρθε;
Δεν ήρθε αμέσως. Το 2004 δούλεψα δύο μήνες στους ολυμπιακούς και τους παραολυμπιακούς. Ήταν πολύ ωραία. Γνώρισα αθλητές και άτομα απ’ όλοn τον κόσμο. Μιλάω, μάλιστα, ακόμα και τώρα μέσω e-mail με κάποια απ’ αυτά τα παιδιά, ενώ είχα φιλοξενήσει και μια κοπέλα από την Ρουμανία. Έζησα και μια συγκλονιστική εμπειρία στην παραολυμπιάδα. Ήμουν με την αποστολή του Νίγηρα, που είχε τρία άτομα. Ο ένας ήταν παράγοντας, ο άλλος είχε κινητικά προβλήματα και ο τρίτος ήταν τυφλός. Όταν βρεθήκαμε στην παρέλαση, μου είπε ότι θα τρέξει για μένα και το έκανε. Ήταν πολύ συγκινητικό. Μετά την παραολυμπιάδα ήμουν δίχως δουλειά. Ήξερα πως ήταν δύσκολο. Είχα μια πρόταση ν? ασχοληθώ με τα κομπιούτερ, όπου θα είχα στάνταρ μισθό. Είναι ένα επάγγελμα αιχμής, όμως δεν με ικανοποιούσε. Κάποια στιγμή δούλεψα στον σχεδιασμό ορισμένων site μέχρι που ήρθε η πρώτη μου δουλειά στην τηλεόραση στο “Μυστικά και Λάθη” του Γιώργου Κορδέλα και μετά στο “Έτσι Ξαφνικά” της Μιρέλλας Παπαοικονόμου. Ήταν το βάπτισμα του πυρός για μένα. Στη συνέχεια ακολούθησε η συνεργασία μου με τον Πάνο Κοκκινόπουλο.
– Πώς προέκυψε η πρώτη παρουσία σου στη “10η εντολή”;
Μια μέρα με πήρε τηλέφωνο η Μαρία Χούχου, που ήταν έναν χρόνο μικρότερη μου στην σχολή. Επειδή το θέατρο τέχνης λόγω της παράδοσης που έχει δημιουργήσει ο Κάρολος Κουν απαγόρευε να ασχοληθείς παράλληλα με την τηλεόραση, μου λέει ότι έψαχναν μια κοπέλα που να μικροδείχνει και με πρότεινε. Ο Αρης Μπαφαλούκας, που είναι ένας από τους σκηνοθέτες της σειρά μου λέει, “μπορείς να παίξεις την κόρη της Καραμπέτη”; Του απάντησα θετικά και όταν με είδαν με πήραν. Από τότε έχω παίξει σε 10 επεισόδια!.
– Σε κάποια απ? αυτά πρωταγωνίστρια.
Στα τρία, ναι. Στα άλλα είχα συμμετοχή. Γενικά είναι μια τρομερή εμπειρία να έχεις παίξεις σ? αυτή τη σειρά. Είναι μια μεγάλη πρόκληση για τον ηθοποιό να παίζει ήρωες που βιώνουν ακραίες καταστάσεις.
– Φαίνεται, εξάλλου, και από το γεγονός ότι ορισμένοι ίσως ηθοποιοί που δεν τους πάνε οι δραματικές σειρές αποδίδουν πολύ καλά τον ρόλο τους.
Είναι και θέμα προετοιμασίας, χρόνου. Θα έλεγα ότι θυμίζει ταινία και χρειάζεται χρόνος για να γυριστεί. Δεν γίνεται τυχαία δουλειά. Όλοι δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό και σε κάνουν και αφήνεσαι. Δεν είναι μια κλασική τηλεοπτική σειρά. Επίσης η ροή της είναι συγκεκριμένη. Για παράδειγμα μέσα σε μια χρονιά μπορείς να παίζεις σε μια σειρά, όπου το ένα επεισόδιο που προηγείται μπορεί να γυριστεί πιο μετά απ’ ότι ένα άλλο, το οποίο ακολουθεί. Εδώ τα πράγματα είναι διαφορετικά, ενώ επιπλέον η σειρά γυρίζεται με μονοκάμερο. Έχει επίσης αρχή, μέση και τέλος. Πρέπει να υποστηρίξεις τον ρόλο, διότι διαφορετικά το χάνεις. Έχεις κάνει, εξάλλου, και δύο πρόβες πριν αρχίσεις, διότι πριν το πρώτο γύρισμα όλοι μαζί κάνουμε μια ανάγνωση. Οσο για τους διαλόγους είναι καλογραμμένοι. Είναι σύντομοι και αληθινοί δίχως να έχουν υπερβολές, δίχως να είναι περιγραφικοί και δίχως να γίνονται βαρετοί.
– Πόσο κρατάει περίπου ένα επεισόδιο;
Τουλάχιστον οκτώ ημέρες και κάθε μέρα περνάς στο γύρισμα σχεδόν 10 ώρες. Επίσης μπορεί να είναι και περίεργες οι ώρες γυρίσματος. Π.χ. στο επεισόδιο “Σκοτεινή θάλασσα” γυρίζαμε στην Βραυρώνα και ξεκινούσαμε 7 το απόγευμα και τελειώναμε το πρωί. Υπήρχαν και άλλα προβλήματα για παράδειγμα. Είχε πάει Σεπτέμβριος και έκανε κρύο. Να φανταστείς συμμετείχα, έχοντας ωτίτιδα (σ.σ. γέλια)
– Ποιος είναι ο αγαπημένος σου ρόλος μέχρι τώρα;
Το αγαπημένο μου επεισόδιο ήταν και ένα από τα πιο δύσκολα. Συγκεκριμένα το “Οι καταραμένοι”. Εκεί υποδυόμουν μια ναρκομανή. Ήταν δύσκολος ρόλος, αλλά μου άρεσε όπως και όλο συνολικά το επεισόδιο.
– Γενικά, πάντως, δείχνεις πως δεν έχεις πρόβλημα στο να “σκοτώνεις”…
Πράγματι (σ.σ γέλια). Έχω φάει πολύ κόσμο. Έξι άτομα συνολικά.
– Εκείνη την ώρα που έχεις το βλέμμα του δολοφόνου, τι ακριβώς νιώθεις;
Με το που αρχίζεις το γύρισμα, μπαίνεις στο ρόλο. Είναι μια πανδαισία όλο αυτό που ζεις. Βλέπεις και όλους τους άλλους τι περιμένουν από σένα και αυτό λειτουργεί θετικά. Πρέπει να είσαι αφιερωμένος στην τέχνη και εκείνη την ώρα δεν σκέφτεσαι τίποτε άλλο από το να παίξεις καλά. Από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο τροχό, όλοι δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό και αυτό προκύπτει και στο αποτέλεσμα.
– Δεν παρουσιάζει, όμως, πολλές δυσκολίες όλη αυτή η κατάσταση;
Να σου πω, η δυσκολία για μένα περισσότερο είναι στο κλάμα, το οποίο πρέπει να σου γεννηθεί τη δεδομένη χρονική στιγμή. Το ένιωσα και στο θέατρο, όπου φέτος έπαιξα στη “Δέκατη Έβδομη Νύχτα” με τον Γιώργο Κοτανίδη. Για έναν ολόκληρο χρόνο έπρεπε σε μια συγκεκριμένη στιγμή να κλαίω. Υπάρχουν, βέβαια, και κάποια κόλπα τα οποία χρησιμοποιούνται για να καλύπτουν τέτοιου είδους προβλήματα όπως καμφορά που δακρύζει τα μάτια αλλά εγώ δεν μπορώ έτσι.
– Μετά τους δραματικούς ρόλους στη “10η εντολή” φέτος συμμετείχες για πρώτη φορά και σε μια κωμική σειρά, όπως ήταν το “Ήρθε και Έδεσε” στο MEGA.
Ήταν ξεκίνημα της σεζόν, όταν δέχθηκα την πρόταση. Ο Γιάννης Μπέζος με είχε δει στο παρελθόν και του άρεσα πολύ. Του είχαν στείλει και βιογραφικό μου και έτσι επιλέχθηκα για τον ρόλο.
– Πως ήταν η εμπειρία από κάτι καινούριο για σένα;
Ένιωσα πως ακόμα έχω πολλά να μάθω. Έχω πολύ δρόμο ακόμα. Ήμουν κάπως σφιγμένη και άρχισα να λύνομαι στο τέλος. Θεωρώ ότι έχω πολύ δουλειά ακόμα.
– Πώς είναι να συνεργάζεσαι μ’ έναν από τους κορυφαίους Ελληνες ηθοποιούς όπως ο Γιάννης Μπέζος;
Α, είναι φοβερός. Πολύ προστατευτικός. Είναι κύριος, έχει τρόπους και ακόμα και αν νιώσει την ανάγκη να σου πει κάτι, θα το κάνει τόσο όμορφα, που δε θα σε πειράξει. Ολοι σχεδόν οι ηθοποιοί είναι ανασφαλείς και δεν τους αρέσει να προσβάλλονται. Γενικά υπάρχουν πολλοί τρόποι για να πείσεις τον άλλο να πράξει το σωστό δίχως να τον πληγώσεις και αυτό είναι που κάνει και εκείνος.
– Γενικότερα, ωστόσο, τι πιστεύεις ότι σου ταιριάζει περισσότερο;
Νομίζω ότι το δράμα ίσως μου πάει πιο πολύ, αν και είμαι χαμογελαστός άνθρωπος. Στη ζωή, όμως, υπάρχουν περιπτώσεις όπου τα μελοδραματοποιώ κάπως. Μ’ αρέσουν γενικά τα άκρα και ζω έτσι και τα συναισθήματα μου. Η χαρά είναι πιο σπάνια. Γενικά μ’ αρέσει ο κίνδυνος, τα ύψη. Είχα κάνει και μια επικίνδυνη σκηνή στο “Οι καταραμένοι”. Ήμουν πάνω σ’ ένα διώροφο κτίριο, όπου έπρεπε ν’ ανέβω στο κεφαλόσκαλο. Υπήρχε τρόπος να γυριστεί η σκηνή δίχως να ανέβω, όμως εγώ το έκανα και παρά τον τρόμο που προκάλεσε αυτό το ρίσκο μου, η σκηνή έγινε κανονικά! Γενικά μ’ αρέσει και η ταχύτητα. Σε μερικά πράγματα είμαι και λίγο αγοροκόριτσο.
– Άρα σ’ αρέσει και το ποδόσφαιρο;
Ναι, βέβαια. Πήγαινα σε αγώνες. Μου αρέσει πολύ. Το μπάσκετ το βαριέμαι, αλλά δε θα ξεχάσω ποτέ τη χαρά που είχα πάρει το 1987. Είχα πάθει πλάκα μαζί με τους δικούς μου. Ξέρεις πιο μικρή έπαιζα κιόλας μπάλα. Συνήθως έπαιζα επίθεση και σκόραρα ή, ήμουν δεκάρι. Πάνε χρόνια από τότε. Τώρα νιώθω ότι αν παίξω θα λιποθυμήσω. Παίζω, όμως, κανονικά Pro!
– Ποια ομάδα υποστηρίζεις;
Είμαι ΑΕΚ, ενώ πιο παλιά ήμουν Παναθηναϊκός. Όταν ήμουν στο Λονδίνο είχα πάει να δω στο Γουέμπλεϊ και το Άρσεναλ – Παναθηναϊκός. Ξέρω πως λένε ότι δεν πρέπει ν?’αλλάζεις ομάδα, όμως το έκανα, δίνοντας βάση στους φιλάθλους. Αυτοί του Παναθηναϊκού με ξενερώνουν. Ίσως και επειδή είναι παιδιά των βορείων προαστίων. Της ΑΕΚ μ’ αρέσουν πιο πολύ. Γενικά αυτή η ομάδα μου φαίνεται πιο φιλότιμη. Μ’ αρέσει και η νοοτροπία του Ντέμη. Εντάξει έχει κάνει και λάθη, αλλά θεωρώ πως υπάρχει μέλλον σ’ αυτήν την ομάδα. Έχει βλέψεις ως πρόεδρος για μεγαλύτερα πράγματα. Επίσης μ’ εκνευρίζει ο Κόκκαλης. Βγάζει μια υπεροψία, η οποία μ’ ενοχλεί. Για τον λόγο αυτό δε θα μπορούσα να είμαι Ολυμπιακός. Είναι ομάδα που στηρίζεται στα λεφτά της. Μπορεί να μην είναι κακό αυτό, αλλά προτιμώ το φιλότιμο.
– Λες ότι ταυτίζεσαι με τους φίλους της ΑΕΚ. Δεν υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που είναι συνυφασμένοι κάπως με μια μιζέρια και με το αίσθημα ότι πάντα τους αδικούν;
Εγώ νιώθω περισσότερο ότι είναι και λίγο άτυχη σαν ομάδα. Από την άλλη ίσως και να μην πιστεύουν έτσι τυχαία ότι είναι αδικημένοι. Θα πρέπει ν’αλλάξει αυτή η νοοτροπία και για το καλό της ομάδας μας. Ίσως προκαλούν την κακή τύχη και οι ίδιοι με την στάση τους. Να σου δώσω ένα παράδειγμα: Έχω ένα φίλο που είναι άτυχος, γκαντέμης και το λέει συνέχεια. Αγόρασε αυτοκίνητο και την πρώτη μέρα που το πάρκαρε μια κοπέλα αντί να κάνει μπροστά έβαλε όπισθεν και του το χτύπησε. Μετά πήρε νέο κινητό και άρχισε να λέει ότι θα το χάσει. Τη δεύτερη εβδομάδα του το έκλεψαν. Τώρα έχει αλλάξει κάπως νοοτροπία και αυτό του έχει βγει σε καλό.
– Αγαπημένος σου ποδοσφαιριστής;
Χωρίς αμφιβολία ο Ζινεντίν Ζιντάν. Νομίζω ότι χόρευε μέσα στο γήπεδο. Η μπάλα πήγαινε σαν μαγνήτης στα πόδια του. Ο Ζιζού ήταν τρέλα. Θα μπορούσε να ήταν χορευτής. Πραγματικά ήταν τρομερός. Δεν άξιζε τέτοιο τέλος. Ήταν μια τρελή κουτουλιά αυτό που έγινε σε λάθος timing. Μήπως, όμως, ήταν τόσο μεγάλος που θα έπρεπε να φύγει έτσι; Δεν ξέρω…
– Πάμε τώρα και στο θέατρο. Το προτιμάς ή, σ’ αρέσει πιο πολύ η τηλεόραση;
Αντίθετα με τους περισσότερους δε θα έλεγα θέατρο και ο λόγος είναι επειδή υπάρχουν περιπτώσεις που γίνεται λίγο πιο βάρβαρο. Υπάρχουν συγκεκριμένες ώρες, συγκεκριμένες ημέρες και είναι δύσκολο να παίζεις συνεχώς χωρίς να επηρεάζεσαι από την κατάσταση στην οποία είσαι εκείνη τη μέρα. Είναι λίγο δεσμευτικό και μπαίνει και το σημείο της επανάληψης το οποίο σε κουράζει. Από την άλλη, βέβαια, είναι μαγικό το συναίσθημα να παίζεις και να σε βλέπει τόσος κόσμος. Εν κατακλείδι αυτό που πιστεύω είναι ότι θέλω και τα δύο για να νιώθω ολόκληρη.
– Υπάρχουν, όμως, και ηθοποιοί που σνομπάρουν την τηλεόραση.
Δεν ξέρω αυτό αν είναι λίγο αλαζονικό, αλλά μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν και πολλοί ηθοποιοί που είναι ταγμένοι καθαρά στο θέατρο. Αυτό τους γοητεύει και όχι η τηλεόραση. Εμένα μ’ αρέσει το τρίπτυχο θέατρο-τηλεόραση και κινηματογράφος ή, τουλάχιστον να κάνεις καλά τα δύο από τα τρία. Τα πράγματα εδώ είναι διαφορετικά απ’ ότι π.χ. στην Αμερική, όπου οι ηθοποιοί ειδικεύονται περισσότερο. Πάρε παράδειγμα τους ηθοποιούς στους Friends. Παρά το γεγονός ότι η σειρά είχε τρομερή επιτυχία, κανείς τους δεν έκανε μεγάλη καριέρα στο σινεμά. Μόνο η Τζένιφερ Άνιστον έχει παίξει σε κάποιες ταινίες, αλλά και εκείνη στη συνείδηση όλων θεωρείται κλασικά μια από τις ηθοποιούς των Friends.
– Έχεις κάνει κινηματογράφο;
Έχω συμμετάσχει σε διάφορες ταινίες μικρού μήκους ημιεπαγγελματικές.
– Φαντάζομαι πως θα ήθελες πολύ να παίξεις σε κάποια ταινία.
Εννοείται. Ποιος δε θα το ήθελε;
– Αγαπημένες σου ταινίες;
Από ελληνικό κινηματογράφο μου αρέσουν πολλές. Το “Peppermint”, το “Τέλος εποχής”, “Η πολίτικη κουζίνα” έστω και όταν την είδα δε μ’ άρεσε τότε όσο τη δεύτερη φορά. Η τελευταία που μου άρεσε πολύ ήταν η “Χορωδία του Χαρίτωνα”}. Ήταν μια ταινία που σ’ έκανε να γελάς, αλλά έβγαζε παράλληλα και τρομερό συναίσθημα. Ήταν σπουδαίοι και οι Χωραφάς, Ναυπλιώτου που μου αρέσουν πολύ. Μου θύμιζε ταινία γαλλικής παραγωγής. Από εκεί ξεκίνησε η αγάπη μου για τον κινηματογράφο}.
– Επομένως θα σου άρεσε πολύ και η “Ζωή σαν τριαντάφυλλο”.
Πραγματικά. Ξεπέρασε κάθε προσδοκία μου. Θα έλεγα ότι η Μαριόν Κοτιγιάρ ξεπέρασε το 100% Ηταν μια ερμηνεία που θα μου μείνει αξέχαστη. Δεν πίστευα ότι μπορεί να φτάσει ένας ηθοποιός τόσο ψηλά. Ακόμη και όταν βλέπεις φοβερές ερμηνείες, υπάρχει κάποιο σημείο, όπου μπορείς και να ξεχαστείς. Με την Κοτιγιάρ δεν μπόρεσε να συμβεί αυτό. Ήταν πραγματικά φανταστική.
– Άλλες μορφές του κινηματογράφου τις οποίες ξεχωρίζεις;
Ο Ντάρεν Αρονόφσκι! Είναι Θεός. Όταν πρωτοείδα το “Ρέκβιεμ για ένα όνειρο” ένιωσα μια μαχαιριά στο στομάχι μου. Όπως και το “Π”. Αυτή η ταινία μου έμεινε. Η τελευταία του ήταν μέτρια δυστυχώς. Μου αρέσουν πολύ και οι Αντονιόνι, Μπονουέλ, Κισλόφσκι. Οι τρεις ταινίες “Μπλε, λευκή και κόκκινη” ήταν φανταστικές. Τις λάτρεψα πολύ. Η πλάκα είναι ότι σου λέω όλους τους νεκρούς. Α.,μ’ αρέσουν πολύ και ορισμένες δουλειές του Γαβρά, αλλά και του Τζάρμους.
– Πλην της ηθοποιίας, πάντως, λατρεύεις και την σκηνοθεσία.
Πράγματι. Θα ήταν το ιδεατό αν μπορούσα να συνδυάσω και τα δύο, αλλά είναι πολύ δύσκολο. Την σκηνοθεσία τη φοβήθηκα και τη φοβάμαι. Πρέπει να μπορείς να την στηρίξεις και οικονομικά. Και στην ηθοποιία υπάρχει ο φόβος, αλλά είναι διαφορετικός. Για παράδειγμα θα έπρεπε ν’ αρχίσω και πάλι από την αρχή. Ν’ αφήσω πίσω μου ίσως ό,τι έχω κάνει μέχρι τώρα και να κάνω ένα νέο ξεκίνημα. Είναι δύσκολο και εξάλλου πρώτα αρχίζεις από βοηθός σκηνοθέτη. Προς το παρόν, μάλλον, δεν πρόκειται να την ακολουθήσω. Στο μέλλον, βέβαια, ποτέ δεν ξέρεις.
– Με τι άλλο ασχολείται η Ιζαμπέλλα πλην της δουλειάς της;
Επειδή με πνίγει το άδικο θέλω να το πολεμώ. Λατρεύω πολύ τα ζώα και όσο μπορώ, τα βοηθάω. Έχω γάτες, έχω πάρει σπίτι αδέσποτα σκυλιά, ενώ αγαπώ πολύ και τα άλογα. Έχω κάνει ιππασία και είναι φοβερό. Η αδρεναλίνη σου ανεβαίνει πολύ. Επίσης έχω μια ιδιαίτερη αγάπη για τα γουρουνάκια. Όταν διάβασα ότι έχουν τη νοημοσύνη ενός παιδιού τριών ετών, σταμάτησα να τρώω χοιρινό. Εδώ και έναν χρόνο περίπου δεν τρώω γουρουνάκι!. Μ’ αρέσουν πολύ επίσης τα ταξίδια.
– Το τελευταίο που πήγες;
Ήταν το Πάσχα στο Μπουένος Αϊρες, όπου έχω κάποιους συγγενείς. Ήταν τέλεια. Πανέμορφη πόλη και ωραίος, απλός κόσμος. Όλα πολύ φτηνά και πολύ καλά από το φαγητό μέχρι το ταξί. Το μόνο άσχημο είναι το ταξίδι. Έμεινα εννιά ημέρες, αλλά σχεδόν τη μιάσιμη την πέρασα στα αεροπλάνα και στα αεροδρόμια, αφού οι πτήσεις διαρκούν 14 ώρες + 4 ώρες περίπου συν την ώρα αναμονής.
– Αν δεν ζούσες στην Αθήνα πού θα ήθελες να βρίσκεσαι;
Μ? αρέσει πολύ η Ισπανία και κυρίως Βαρκελώνη και η Ανδαλουσία, Σεβίλλη, Κόρδοβα, Γρανάδα. Επίσης το Βερολίνο, αλλά και το Παρίσι.
– Από διακοπές τι λέει το πρόγραμμα;
Θα πάω σίγουρα Κέρκυρα και από εκεί και πέρα θα δούμε. Εξαρτάται και από το πρόγραμμα που θα έχω με το θέατρο, καθώς τη νέα σεζόν θα βρίσκομαι μαζί με τον Σπύρο Παπαδόπουλο. Παλιά πήγαινα πολύ στην Ελαφόνησο. Γινόμουν ένα με τη φύση. Ήθελα να χαθώ σε μια παραλία, να θαυμάζω τη θάλασσα, να ξαπλώνω με τις ώρες στην άμμο. Τώρα την έχουν εμπορευματοποιήσει. Εντούτοις παραμένει φυσικά πολύ όμορφα. Πήγα εκεί για μία εβδομάδα, αν και για να είμαι ειλικρινής θα ήθελα εκεί τα πράγματα να έμεναν όπως παλιότερα…
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 22/05/2007
www.sportart.gr