Ξεχωριστές ιστορίες όπως εκείνη του Στέφανου Μουάγκιε παρουσιάζουν πάντα το δικό τους ενδιαφέρον. Το πώς έφτασαν οι γονείς του στην Ελλάδα από την Ουγκάντα, το πώς βίωσε από μικρό παιδί την καθημερινότητα του, αλλά και το πώς είδε να γίνεται πραγματικότητα ένα από τα όνειρα του να ασχοληθεί με την υποκριτική…
Και μετά τη συνάντηση μας στις αρχές Μαϊου στο κέντρο της Αθήνας αποδείχθηκε πως ο Στέφανος προκαλεί το ενδιαφέρον και ως άνθρωπος και όχι απλά ως μια διαφορετική περίπτωση από τις συνηθισμένες. Στα 25 του χρόνια δεν είναι μόνο ηθοποιός, αλλά είναι παράλληλα ραδιοφωνικός παραγωγός και δημοσιογράφος freelancer.
Γνωστός από τη συμμετοχή του στην προπέρσινη σειρά του ALPHA “Γ4”, δηλώνει Ελληνας, δε δίνει το πάτημα να του φέρονται ρατσιστικά και εξηγεί στο All4fun το πώς προέκυψε αυτό που συχνά ακούγεται στην Ελλάδα και σχετίζεται με την αφρικανική χώρα καταγωγής του. Παράλληλα μας αφηγείται και περιστατικά, όπου αστυνομικοί τον αντιμετώπισαν διαφορετικά, όταν κατάλαβαν το ποιος είναι, επειδή έτυχε η κόρη του ενός εκ των δύο να παρακολουθούσε τη σειρά?
Αυτή τη σεζόν συμμετείχε στην ταινία του Σωτήρη Γκορίτσα «Απ? τα Κόκαλα βγαλμένα», που πήγε περίφημα στα Βραβεία Ελληνικού κινηματογράφου, πραγματοποίησε ένα σύντομο πέρασμα από την τηλεόραση στην «Πολυκατοικία», ενώ εξακολουθεί να γυρίζει στην Αθήνα το “Blue”, μια ταινία με Σουηδή σκηνοθέτιδα, όπου έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Επίσης πραγματοποίησε μια φιλική συμμετοχή στην ταινία J.A.C.E του Γιωργου Φρέτζου.
Επιπλέον ανυπομονεί να βιώσει με την ομάδα Μορφέας την εμπειρία του «θεάτρου δρόμου», η οποία ξεκίνησε στις 23 Μαϊου. Πρώην αθλητής του στίβου και έχοντας περάσει από τις ποδοσφαιρικές ακαδημίες του Αθηναϊκού μας αναφέρει, μάλιστα, στιγμές του παρελθόντος του στον συγκεκριμένο χώρο?
– Πού γεννήθηκες;
Στον Χολαργό πριν από 25 έτη (σ.σ. γέλια). Οι γονείς μου είναι από την Ουγκάντα και η μαμά μου ήρθε στην Ελλάδα στα 12 της και συγκεκριμένα στον Πύργο Ηλείας το 1973-74 στα τέλη της χούντας. Την είχε φέρει ο θείος της Αρχιεπίσκοπος Καμπάλας και πάσης Ουγκάντας! Ο μπαμπάς μου πήρε υποτροφία για ιατρική και ήρθε στα 22 του στον Βόλο αρχικά και μετά στην Αθήνα. Σκοπός τους ήταν να σπουδάσουν για να επιστρέψουν πίσω για να βοηθήσουν τους δικούς τους, που τους είχαν αφήσει στον εμφύλιο. Τα χρόνια, όμως, περνούσαν. Γεννήθηκα εγώ και η αδερφή μου και ρίζωσαν εδώ για μας!
– Ωραία ιστορία!
Ναι για σίριαλ (σ.σ. γέλια). Αν και είναι δύσκολη εποχή για τηλεοπτικές παραγωγές.
– Αλήθεια δεν ενοχλείσαι όταν ακούς αυτό το, «ούτε στην Ουγκάντα δε συμβαίνει αυτό;»
Πολύ ωραία ερώτηση! Όχι γιατί γνωρίζω το πώς βγήκε αυτή η φράση. Είναι λαϊκή ρήση πλέον, διότι ακούγεται εδώ και χρόνια. Όποτε βρω το πάτημα λέω πάντα την ιστορία. Ο τότε δικτάτορας της Ουγκάντας Αμίν Νταντά πριν έρθει στα πράγματα είχε σπουδάσει στην Ευελπίδων και είχε βιώσει ρατσισμό στην Ελλάδα. Όταν λοιπόν γύρισε στη χώρα το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να διώξει την ελληνική κοινότητα χωρίς να τους αφήσει να πάρουν κάτι από την περιουσία τους. Να σκεφτείς την Coca Cola εκεί την είχε ελληνική οικογένεια. Τους απέλασε από τη χώρα. Όλο αυτό δημιούργησε θέμα στον τότε ελληνικό χώρο ως μια κατάσταση ανεξήγητη. Ο Νταντά δεν ήθελε να έρθει σε διάλογο με την ελληνική πλευρά και έτσι έμεινε το «ούτε στην Ουγκάντα δε γίνονται αυτά». Αν και νομίζω ότι η χώρα μου η Ελλάδα πολύ θα ήθελε να έχει την παιδεία της χώρας καταγωγής μου στον τομέα της εκπαίδευσης!!!
– Αισθάνεσαι Έλληνας λοιπόν.
Εννοείται, εδώ είμαι γεννημένος, εδώ μεγαλωμένος. Εδώ αναπτύσσομαι όσο μπορώ. Στα αρχαία χρόνια έλεγαν πως όποιος έχει ελληνική εκπαίδευση είναι Έλληνας. Τώρα έχουμε φτάσει στο σημείο άνθρωποι που έχουν γεννηθεί στη χώρα μας να μη θεωρούνται Έλληνες.
– Πώς πέρασες ως παιδί;
Πολύ όμορφα και έχω καλές αναμνήσεις. Μπορώ να πω με περηφάνια ότι δε μου έλειπε τίποτα. Ίσα-ίσα που είχα και παραπάνω.
– Βίωσες ρατσισμό σε μια τέτοια ηλικία;
Όχι, διότι είναι ίσως και η ιδιοσυγκρασία του χαρακτήρα μου, που δεν έδινα ποτέ το πάτημα σε κανένα το να με βάλλει. Είμαι δυναμικός γενικά. Το προσπαθώ και πολλές φορές το κάνω για πείσμα αυτών που θα με ήθελαν να είμαι κάτω.
– Ρατσισμός, όμως, υπάρχει στην Ελλάδα.
Παντού υπάρχει. Το θέμα είναι το τι κάνουμε για να τον μειώσουμε. Δεν είμαι από τους ρομαντικούς που λένε ότι μπορεί να εκλείψει. Ή το ότι εδώ και καλά που ζω δεν υπάρχει. Απλά το λυπηρό είναι ότι στη χώρα μας υπάρχει με όλες τις εκφάνσεις του. Ρατσισμός για ανθρώπους που έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, άλλες σεξουαλικές προτιμήσεις, παραπάνω κιλά, διαφορετικό πολιτισμό ή, και άλλη θρησκεία. Ακόμα και τα κόμματα που στα μάτια μου φαντάζουν αποκόμματα παράγουν κοινωνικό ρατσισμό με τις «Πολιτικές τους Νεολαίες» και συνομήλικοι μου με τις ευλογίες των προέδρων αυριανών καρεκλάδων εκφράζουν τις πολιτικές τους διαφορές με διαδικασίες γηπέδου…..
– Πώς πήρες την απόφαση να γίνεις ηθοποιός;
Το μικρόβιο της υποκριτικής υπήρχε ανέκαθεν. Παρόλα αυτά να πω ότι ασχολούμαι με αυτήν την τέχνη είναι πολύ μεγάλο πράγμα. Να πεις δηλαδή ότι ποιείς ήθος. Πιστεύω ότι είναι κάτι που θα το πουν οι άλλοι για σένα, αλλά θα φανεί και στο τι θα δείξει και η πορεία σου στο τέλος της . Στη γειτονιά υπήρχε ένα εργαστήρι και δε θα ξεχάσω ότι μετά το σχολείο πήγαινα κρυφά, έβλεπα τα μαθήματα και γύριζα αργά στο σπίτι. Οι γονείς μου δεν μπορώ να πω ότι το είχαν πάρει στραβά, γιατί δεν πίστευαν ποτέ ότι θα το ακολουθήσω. Ακόμη και όταν πήρα την πρώτη τηλεοπτική δουλειά μου νόμιζαν ότι τους έκανα πλάκα. Γνώριζαν ότι ασχολούμαι με τη δημοσιογραφία, ραδιόφωνο και πίστευαν πως αυτή είναι η ρότα της ζωής μου. Το ότι ασχολούμαι με την υποκριτική δεν σημαίνει ότι δεν αγαπώ τη δημοσιογραφία. Εργαζόμουν σε ραδιοφωνικό σταθμό, όπου έκανα για δύο χρόνια εκπομπή, καυτηριάζοντας τα θέματα της καθημερινότητας. Είχε βάση την ελληνόφωνη, ξένη ραπ και τα άλλα είδη μαύρης μουσικής. Ήταν όμορφα και καλά, όμως έκλεισε ο κύκλος του τότε και θα ανοίξει σε αυτό το θέμα ένας νέος. Επίσης έγραφα ως freelancer. Π.χ. Athens Voice.
– Θα ήθελες να επιστρέψεις στο ραδιόφωνο;
Είμαι σε συζητήσεις, αλλά μάλλον απ? ότι βλέπω τα πράγματα δεν είναι τόσο ρόδινα για το ηχόχρωμα το οποίο παίζω και έτσι μπορεί να χρειαστεί να σχεδιάσω άλλο format, προκειμένου να μην αφεθώ στο εύπεπτο. Δεν μπορώ να κάνω νταλαβέρι με ρίμες και γαρδένιες. Δεν τα κατακρίνω, όμως άλλο το ένα και άλλο το άλλο. Και εννοείται ότι γελάω δυνατά με όλους αυτούς που λένε .. «Έλα μωρέ στην Ελλάδα είμαστε τα μπουζούκια (με αυτό που εννοούν στις μέρες μας μπουζούκια) πάνε με όλα». Δεν είναι ελληνική επινόηση αυτό το όργανο. Απλά έχει υποστεί την ελληνική τεχνοτροπία.
– Ως ηθοποιό σε μάθαμε από το Γ4. Πώς προέκυψε η παρουσία σου στη σειρά;
Εντελώς τυχαία. Με ενημέρωσε μια φίλη για κάστινγκ και απλά πήγα. Ο συγκεκριμένος ρόλος μου έδωσε το πάτημα να πω και κάποια πράγματα και θα ήθελα να ευχαριστήσω τους συντελεστές της σειράς που μου έδωσαν αυτή την δυνατότητα. Τον σκηνοθέτη Σέργιο Κωνσταντινίδη, τον σεναριογράφο Κόλλια και τον Λάκη Λαζόπουλο, που είχε την καλλιτεχνική επιμέλεια. Η τηλεόραση έχει μια μεγάλη δυναμική. Πριν βρισκόμουν σε θεατρικές ομάδες και κάναμε ορισμένα δρώμενα, αλλά την ώθηση την έδωσε το Γ4, όπου ο ρόλος μου ήταν συμπρωταγωνιστικός.
– Από τότε συμμετείχες σε κάποια άλλη σειρά;
Ναι φέτος στην «Πολυκατοικία». Ήταν για δύο επεισόδια, όμως επειδή συρρικνώθηκε η σειρά εμφανίστηκα σε ένα. Πήρα και από εκεί κάποιες χρήσιμες εμπειρίες. Ήταν η πρώτη φορά που δούλεψα με συνεργείο παράλληλης δράσης, γύρισμα σε δυο πλατό. Η πρώτη φορά που είδα κάτι τέτοιο. Πήρα από αυτό, είδα το πως οι βασικοί χαρακτήρες τις σειράς έμπαιναν στη διαδικασία μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Το να φύγουν δηλαδή από το ένα ψυχολογικό κλίμα για να μπουν στο άλλο, όταν εναλλάσσονταν από πλατό σε πλατό. Εγώ υποδύθηκα έναν κάμεραμαν του BBG και όχι του BBC (σ.σ. γέλια), ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα με σκοπό να καταγράψει το κλίμα της χώρας μετά το ΔΝΤ.
– Πώς είδες τηλεοπτικά τα πράγματα φέτος;
Πολύ στριφνά. Από την στιγμή που έβαλαν το τριπάκι με τα νούμερα, τα μη νούμερα και όλα αυτά κάποτε θα συνέβαινε η συρρίκνωση των σειρών. Όλα αυτά, τα τέταρτα, τα μη τέταρτα, τις μετρήσεις για το νεανικό κοινό, το οποίο ξεκινάει από τα 15 έως τα 45 είναι λίγο αστείο. Και ρωτάω εγώ τι κοινό έχει ένας 15χρονος μ? έναν 45χρονο; Είναι γνωστό το πως γίνονται οι μετρήσεις. Τα μηχανάκια τα έχουν 600 άτομα και άντε τα 150 να λειτουργούν σωστά. Και αυτή η πολύ μικρή ομάδα κρίνει το σύνολο των μετρήσεων. Και λένε π.χ σε κάτι γιαγιάδες. Να βλέπετε αυτό πάντα και μετά θα κερδίσετε ένα αιρ-κοντίσιον, ένα ταξίδι, μια χύτρα. Όλοι ξέρουν το πώς λειτουργούν αυτά τα πράγματα, και αυτοί που λένε ότι δεν γνωρίζουν είναι δήθεν (μιλάω πάντα για αυτούς που έχουν να κάνουν με την τηλεόραση) και όχι τους τηλεθεατές. Φέτος βέβαια, κανείς δεν ασχολείται με τα νούμερα. Ούτε τα μεσημεριανά, επειδή δεν έχει πια ψωμί.
– Παρακολουθείς μεσημεριανά;
Αν θες να έχεις γνώμη για το οτιδήποτε, δηλαδή να το κρίνεις πρέπει να το έχεις δει έστω και μια φορά. Ετσι και εγώ έχω δει από μια φορά για λίγο. Εδώ παίρνω την ευκαιρία να πω και κάποια πράγματα τι σημαίνει τηλεκριτικός. Σημείο οξύμωρο. Κρίνει εξ? αποστάσεως γιατί αυτό σημαίνει (σ.σ. γέλια). Εγώ βλέπω άτομα να σχηματίζουν αρνητικές γνώμες όχι με βάση το έργο όλων αυτών που κρίνουν, αλλά λόγω προσωπικών τους απωθημένων . Είναι τυχαίο πιστεύεις; Κάποιες ?κυρίες? δημοσιογράφοι δεν μπόρεσαν να κάνουν καριέρα στο γυαλί και έτσι κάθονται και κατακεραυνώνουν. Κρίνουν τι φοράει ο άλλος και πόσα κιλά παραπάνω έχει η άλλη και όχι την ουσία. Είναι η δημοσιογραφία της παπάρας όχι της βλακείας, αλλά της παπάρας. Ξέρεις αυτό που βάζεις το ψωμί στο λάδι της βούτας όπως θα λέγαμε. ΕΛΕΟΣ.
– Αυτήν τη σεζόν έπαιξες και στην ταινία «Απ? τα κόκαλα βγαλμένα» του Σωτήρη Γκορίτσα.
Ναι και είμαι πολύ χαρούμενος. Εχει πάει πάρα πολύ καλά και σπάσαμε το φράγμα που κυνηγάει τις ελληνικές ταινίες, που κατεβαίνουν μετά την μια εβδομάδα. Έτσι φαίνεται ακόμα το υλικό μας. Ήταν μια δουλειά, η οποία είχε 8 υποψηφιότητες στα βραβεία Ελληνικού κινηματογράφου. Θεωρώ πολύ σημαντική στιγμή για μένα τη συμμετοχή μου σ? αυτήν την ταινία. Εργάστηκα μ? έναν σκηνοθέτη, που λατρεύω και είχα τη δυνατότητα να πάρω πράγματα από μεγάλους ηθοποιούς, όπως ο Αργύρης Ξάφης, ο Δημήτρης Ήμελλος, ο Μπερικόπουλος, ο Στέλιος Μάινας.
– Ποιον ρόλο υποδύθηκες;
Έκανα έναν ειδικευμένο γιατρό, τον δόκτορ Οχενέμπα, που ήταν φίλος του κύριου χαρακτήρα. Η συμμετοχή μου σε αυτήν την ταινία αποτελεί ένα σοβαρό κομμάτι της κληρονομιάς μου στη μέχρι τώρα καριέρα μου.
– Υπάρχει επόμενο κινηματογραφικό βήμα;
Εδώ και καιρό γυρίζουμε μια ταινία, το Blue. Την ξεκινήσαμε τον Μάρτιο και ακόμα τη συνεχίζουμε. Είναι μια σουηδική ταινία και η σκηνοθέτης Ζοζεφίν Κάμιτς με γνώρισε σ? ένα πάρτι της Αφροδίτης Αλ Σάλεχ. Μου είπε ότι έψαχνε έναν χαρακτήρα για τον πρωταγωνιστικό ρόλο και στο «φαίνεται» ταίριαζα με αυτό που είχε στο μυαλό της. Δεν περίμενα να γίνει κάτι, όμως μετά από έναν μήνα με πήρε τηλέφωνο και μου είπε πως της κάνω για τον ρόλο. Η Κάμιτς γενικότερα είχε σχέσεις με την Ελλάδα. Έχει κάνει διακοπές εδώ, έχει κάνει το μεταπτυχιακό της, γενικά έχει σχέσεις με τη χώρα μας. Ο τίτλος Βlue ουσιαστικά είναι ένα λογοπαίγνιο με τα χρώματα, που χαρακτηρίζουν τη χώρα μας, αλλά και τα συναισθήματα blues. Υποδύομαι τον Σπύρο. Είναι γεννημένος εδώ, ζει εδώ, αλλά αναρωτιέται αν ανήκει εδώ.
– Είναι κάτι που έχει περάσει και από το δικό σου μυαλό;
Όχι, ποτέ δεν χρειάστηκε να το αποδείξω, ούτε και σ? αυτούς που μπορεί να αναρωτιούνται αν ανήκω εδώ. Ο Σπύρος είναι ένα έξυπνο παιδί, που προσπαθεί να βρει τον εαυτό του. Βιώνει την καθημερινότητα του σε εντός εισαγωγικών απαγορευμένες περιοχές για μας, αλλά μέρη απλα για εκείνον, που έχει μεγαλώσει εκεί, όπως τα Πατήσια, την Αριστοτέλους κλπ.
– Αυτές τις μέρες ξεκίνησες και θέατρο.
Ναι, είναι θέατρο δρόμου. Έχει να κάνει με μεταφορές και εικόνες που όλο αυτό προσπαθεί να αναπτυχθεί μέσα στον παλμό της πόλης. Άρα η πίστα σου είναι ο δρόμος. Είμαι στην ομάδα «Μορφέας» και ετοιμαζόμαστε για περιοδεία στην Ελλάδα με τη σύμπραξη της γνωστής ομάδας ΠΡΑΞΙΣ, που στηρίζει το όλο δρώμενο.
– Ακούγεται ενδιαφέρον. Τι ακριβώς κάνετε εκεί;
Αυτό το συγκεκριμένο project έχει να κάνει με την παντομίμα και θέμα το «Μετανάστευση χθες, σήμερα, αύριο». Θα είναι φεστιβάλ και ο κόσμος δε θα πληρώνει.
– Δεν είναι περίεργο σαν concept;
Όχι, καθόλου. Γενικά στην Ευρώπη γίνεται. Εδώ είμαστε λίγο πίσω. Ίσως επειδή είναι μια θεατρική έκφραση που φοβίζει λίγο τους ηθοποιούς. Στο θέατρο ο καλλιτέχνης είναι εκτεθειμένος κάθε φορά που καλείται να παίξει. Ακόμα και το ίδιο έργο ακριβώς και ας βρίσκεται σε οριοθετημένη σκηνή σε συγκεκριμένο αριθμημένο χώρο είναι έκθεση. Πόσο μάλλον όταν δεν το έχει αυτό, επειδή αναπτύσσει τον ρόλο του έξω. Πράγμα που σημαίνει πως σ΄ ένα τετραγωνικό μέτρο μπορούν να τον δουν μέσα σε πολύ γρήγορο διάστημα πάνω από δέκα άτομα. Η ομάδα έχει κατά βάση άτομα που κατάγονται από την Αφρική, αλλά υπάρχουν και παιδιά που δεν έχουν ξένη καταγωγή. Αν και αυτό είναι σχετικό, γιατί στη χώρα μας έχουν περάσει για πολλά χρόνια και άλλοι πολιτισμοί. Άρα είναι λογικό να έχει υπάρξει και κάποια μίξη.
– Ανυπομονείς για αυτό το τόλμημα;
Ζω για αυτό και μου κάλυψε μια πίκρα. Ήταν να γίνει ένα δρώμενο στις 20 Μαϊου από το Εθνικό θέατρο, αλλά δυστυχώς ακυρώθηκε. Τώρα κάθε μέρα θα βρισκόμαστε και σε άλλη περιοχή. Ξεκινήσαμε 23 Μαϊου και θα τελειώσουμε στις 17 Ιουνίου.
– Με τον αθλητισμό ασχολείσαι;
Τώρα όχι, γιατί δεν έχω καθόλου χρόνο. Παλιά δεν υπήρχε μέρα που να μην ασχολιόμουν με τον αθλητισμό, Θυμάμαι κάθε μέρα ότι έκανα πολύ προπόνηση. Αρχικά έπαιζα ποδόσφαιρο, σταμάτησα και μετά έκανα στίβο. 100 μέτρα μέχρι που οδηγήθηκα στο τριπλούν. Αν ήθελα να προχωρήσω, όμως, θα έπρεπε να περνάω πολλές ώρες και ως γνωστόν ο στίβος δεν έχει λεφτά. Δεν ήμουν από τα παιδιά που θα ήθελα να με χαρτζιλικώνουν οι γονείς μου για να το πω πιο λαϊκά.
– Ποδοσφαιρικά μέχρι πού έφτασες;
Στον Αθηναϊκό, όπου ήμουν μέχρι τα εφηβικά. Είδα απίστευτα πράγματα και λέω αν γίνονται αυτά στα 18-19, τότε τι γίνεται στη σούπερ-λίγκα; Ερώτημα; Γίνεται ποτέ ντόπινγκ-κοντρόλ στις επαγγελματικές ομάδες οεο;
– Το ντόπινγκ έπαιξε ρόλο στο να σταματήσεις;
Είναι ένας από τους λόγους, αν και στις μικρότερες ηλικίες δεν είχα δει κάποιο κρούσμα συνομήλικου μου. Για το ποδόσφαιρο μιλάω, γιατί στον στίβο δυστυχώς υπάρχει ακόμα και στα σχολικά πρωταθλήματα. Υπάρχουν διάφορα στον χώρο του αθλητισμού. Τι χρήματα δίνεις στους ατζέντηδες για να σε προωθήσουν, τι άκρες έχεις στις μικρότερες ηλικίες ώστε να μπορείς να παίζεις. Ή, τι καλό θα τάξεις σε παράγοντες όταν σε ζητήσει για καλή σου τύχη μια καλά ομάδα για να σου δώσει η δική σου το δελτίο κλπ.
– Σου είχαν προτείνει να πάρεις απαγορευμένες ουσίες;
Σ? αυτόν τον κυκεώνα δε σου προτείνουν πάντα, αλλά είναι και θέμα του πόσο εσύ θέλεις να μπλέξεις. Βλέπεις, στον πρωταθλητισμό ευρωπαϊκού επιπέδου το πώς παίζει μια ομάδα από την αρχή έως το τέλος της σεζόν με τόσα συνεχόμενα παιχνίδια. Πώς αντέχουν οι παίκτες; Μόνο από αμινοξέα; Η? το άλλο στα 100 μέτρα να βλέπεις έναν άνθρωπο να τρέχει 9.70; Σίγουρα έχουν κάποια εχέγγυα όλοι αυτοί, αλλά όχι για να κάνουν αυτά τα ρεκόρ, που είναι εξωπραγματικά πράγματα. Όσο και να πονάει χωρίς αναβολικά δεν γίνονται..Με πληγώνει που κάποιοι κρατούν τον κόσμο στην λήθη π.χ. Αμερικανοί ντοπάρονται και όχι οι δικοί μας. Η αλήθεια είναι ότι όποιος φτάνει σε τέτοιο σημείο σε παγκόσμιο επίπεδο από όπου και αν είναι παίζει με τους ίδιους όρους.
– Για πες ορισμένα περίεργα περιστατικά που βίωσες στο ποδόσφαιρο.
Μια φορά παίζαμε με τα εφηβικά του ΠΑΟ και ο διαιτητής ήταν μιλημένος. Παιδιά τώρα . Η? το άλλο το κόλπο με τις ηλικίες όπου έπαιζαν μεγαλύτερες ηλικίες με πλαστά δελτία. Δε θα ξεχάσω ποτέ, όταν ήμουν στον Αθηναϊκό μια ομάδα τη Μαρκό και το πώς χάθηκαν όλα αυτά τα ταλέντα που είχε. Έκανε χαβαλέ με οποιονδήποτε αντίπαλο και αναρωτιέμαι γιατί να χάνονται ταλέντα.
– Τι ομάδα είσαι;
Κάποτε έλεγα ότι είμαι Παναθηναϊκός, όμως όταν βλέπεις παιχνίδια στο εξωτερικό τι να δεις εδώ; Και δεν το λέω αφ? υψηλού. Είχα πάει με μια φίλη μου στο ΑΕΚ ? Παναθηναϊκός 2-3 στον ημιτελικό του κυπέλλου, που κρίθηκε στο τέλος με το γκολ από τη σέντρα που δέχθηκε ο Καρνέζης. Η φίλη μου ήταν ΑΕΚ και μου έλεγε και η ίδια ότι η ομάδα της δεν μπορούσε ν? αλλάξει ούτε τρεις πάσες.
– Από το εξωτερικό ποιες υποστηρίζεις;
Μου αρέσουν αρκετές. Οπως η Μπαρτσελόνα. Αυτό που βλέπεις κάποιες στιγμές απ? αυτήν την ομάδα είναι κάτι το απίστευτο. Οι παίκτες της μοιάζουν με μηχανές, με εκτελεστές. Είμαι, όμως, επίσης Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Κρίσταλ Πάλας! (σ.σ. γέλια) Είναι η γυναίκα ενός μακρινού μου θείου. Είναι από την Αγγλία και πάντα μου έλεγε όταν ήμουν μικρός να λέω πως υποστηρίζω τη συγκεκριμένη ομάδα.
– Και αγαπημένοι σου παίκτες;
Πολλοί, ο Λιονέλ Μέσι, ο Κακά, που είναι ντελικάτος, αριστοκρατικός, ο Σαμουέλ Ετό, ο Τιερί Ανρί και φυσικά η αφρικανική βεντέτα της Τσέλσι. Ντιντιέ Ντρογκμπά και τρελαίνομαι?
Του Κυρ. Κουρουτσαβούρη, 30/05/2011