Αυτή τη χρονιά το κοινό έχει την ευκαιρία να σας δει στο Vault, όπου μαζί με έναν αξιόλογο θίασο, παρουσιάζετε τη παράσταση «Η Λαίδη Μάκβεθ του Μτσένσκ» σε σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία; Πείτε μας δυο λόγια για την υπόθεση του έργου και το ρόλο που υποδύεστε;
Παρακολουθούσα για χρόνια τις δουλειές του ‘Ενκε και αγαπούσα ιδιαίτερα την σκηνοθετική του ματιά. Για να είμαι ειλικρινής, είχα δεί τον εαυτό μου σε κάποιους ρόλους από προηγούμενες δουλειές του αλλά δεν είχα ποτέ φανταστεί ότι κάποια στιγμή θα γινόταν αυτό πραγματικότητα. Ηταν λοιπόν ιδιαίτερη χαρά και τιμή για μένα, να μου προτείνει τον ρόλο της Βέφα Τιμοφέγιεβνα Ισμαίλοβα.
Η ‘Λαίδη Μάκβεθ του Μτσένσκ’, γράφτηκε από τον Νικολάι Λεσκώφ το 1865. Ο Λεσκώφ θεωρείται ως ένας σπουδαίος ιστορικός με βαθιά ριζωμένη πίστη στους ανθρώπους κυρίως στην εργατική τάξη από την οποία προήλθε. Το συγκεκριμένο του έργο -παρότι σαν ιστορία είναι εντελώς διαφορετική- έχει σαφείς επιρροές από τον Σαίξπηρ σε θεματικές όπως η δολοφονία για εξουσία και έλεγχο, η μητρότητα, η μητροκτονία, η πατρική γραμμή, η σεξουαλική φιλοδοξία και τα όνειρα.
Ετσι η ιστορία της ηρωίδας της Κατερίνας Ισμαήλοβα κινείται γύρω από τα συγκεκριμένα μοτίβα. Ο Λεσκώφ βλέπει την ηρωίδα του ως γυναίκα που αντιτάχτηκε στις βαθιές πατριαρχικές συνθήκες της τσαρικής κοινωνίας.
Ο ρόλος μου αφορά μια γυναίκα εμβληματική στας δυσμάς του βίου της, χήρα που έχει αναλάβει πλήρως τα ηνία της οικογένειας. Η Βέφα, έχει διανύσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στερημένη από αγάπη, φροντίδα, κατανόηση, ανθρωπιά.
Ετσι καταφέρνει να παραμένει -παρότι μόνη- όρθια και δυνατή σε ένα περιβάλλον άγριο, δύσκολο, μόνιμα μεταβαλλόμενο σε κάθε επίπεδο, σε μια εποχή που η Ρωσία είναι ασταθής κοινωνικά και πολιτικά. Σ΄ένα περιβάλλον που ακόμη και η απλή καθημερινότητα δεν παύει να είναι μια ανεξάντλητη πάλη.
Θεωρεί ότι πρεσβεύει το σωστό και δεν διστάζει να εφαρμόζει το δίκαιο κατά το δοκούν. Ο χαρακτήρας της απτόητος, αμετακίνητος, απόλυτος, σκληρός και βίαιος όταν αυτό απαιτείται προς συμμόρφωσιν οιουδήποτε τολμά να την παρακάμψει η να την προσβάλλει. Η γυναικεία της φύση απόκληρη, ξεχασμένη, δεν αφήνει περιθώρια για συγκινησιακές προσεγγίσεις παραμένοντας έτσι εγκλωβισμένη στο πατριαρχικό κοινωνικό μοτίβο.
Η Βέφα Τιμοφέγιεβνα στο έργο του Λεσκώφ, δίνει το ταξικό στίγμα της εποχής, την ελλειψη παιδείας, την βαρβαρότητα των συμπεριφορών, την απαξία της ανθρώπινης ζωής.
Στην εξαίρετη διασκευή της Μαρίας Σκαφτούρα, η επιλογή της γυναίκας πεθεράς, έρχεται να καταδείξει την αλλοτρίωση που υπόκειται η γυναικεία φύση με την πλήρη ανάληψη αντρικών εξουσιών σε μια εποχή κατ’ εξοχήν πατριαρχική και σε μια κοινωνία που η γυναίκα αποτελεί πολίτη δευτέρας κατηγορίας.
Ο Λεσκώφ, ενσωματώνοντας λαογραφικά υπερφυσικά στοιχεία εμφανίζει σε δεύτερο στάδιο την πεθερά ως γάτα. Η γάτα έχει πολλαπλές έννοιες στους ρώσικους μύθους και φέρει μια ποικιλία πολιτιστικών και μυθολογικών απόψεων. Στο συγκεκριμένο έργο ο Λεσκώφ χρησιμοποιεί την γάτα/πεθερά ως προσωποποίηση της συνείδησης της ηρωίδας.
Πόσο σας «δυσκόλεψε» ο συγκεκριμένος ρόλος και πόσος χρόνος χρειάστηκε, ώστε να τον εκτελέσετε τόσο ιδιαίτερα και ρεαλιστικά;
Θα ακουστεί ίσως υπερφίαλο από μέρους μου, αλλά είναι η αλήθεια. Ηξερα από την πρώτη στιγμή ότι ‘το έχω’, όπως συνηθίζουμε να λέμε… Ήξερα ότι θα το καταφέρω, δεν αμφέβαλλα ούτε μια στιγμή γι΄αυτό, αλλά δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ τον τεράστιο βαθμό δυσκολίας μέχρι να το πετύχω.
Χρειάστηκαν καθημερινές πρόβες πολλών ωρών για πάνω από δύο μήνες και συνεχής καθημερινός βομβαρδισμός ερεθισμάτων από ταινίες και βιβλία, έτσι ώστε να αφυπνιστούν συναισθήματα που όλοι μας μπορεί να έχουμε βιώσει κατά καιρούς, είτε σαν θύτες, είτε σαν θύματα, είτε ακόμα και μέσω ιστοριών ή διηγήσεων ανθρώπων που πέρασαν από την ζωή μας.
Πόσο σύγχρονα είναι τα μηνύματα που απορρέουν μέσα από τη παράσταση και άπτονται ζητημάτων κοινωνικής ανέλιξης με αμοραλιστικά μέσα και τακτικές?
Κλασικό καλλιτεχνικό έργο, θεωρείται αυτό που επιβλήθηκε, αξιολογήθηκε και άντεξε στη διάρκεια μακρού χρόνου. Ανήκει στην εποχή που το γέννησε αλλά και στις επόμενες εποχές. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκει και το συγκεκριμένο έργο του Λεσκώφ.
Ο Λεσκώφ χαρακτηρίζεται από την οξυδερκή και καυστική γραφή του. Μια γραφή που σκιαγραφεί την θέση της γυναίκας στην προεπαναστατική Ρωσία και περιγράφει τα γεγονότα και τους χαρακτήρες με ρεαλισμό, χωρίς να κρίνει η να τοποθετείται ηθικά, χωρίς ψυχολογικές αναλύσεις, φιλοσοφικές ή θεολογικές έννοιες και με τον τρόπο αυτό αφήνει στον θεατή την τελική κρίση.
Μια γυναίκα ζωντανή, γεμάτη ενέργεια, φυλακισμένη σε έναν νεκρό γάμο, με έναν αδιάφορο σύζυγο, σε μια μονότονη πληκτική ζωή στο κατά τα άλλα πλούσιο και καθαρό σπίτι της πεθεράς της, η οποία την απαξιώνει συνεχώς και δεν διστάζει να της υπενθυμίζει κάθε τόσο ότι υπήρξε αποτυχημένη και ανάξια να φέρει στον κόσμο τον διάδοχο των Ισμαίλωφ!
Για γυναίκα που διψά να ζήσει αλλά είναι καταδικασμένη να στερείται τα πάντα για να συντάσσεται και να συμβαδίζει με το κοινωνικό γίγνεσθαι.
Αυτή η γυναίκα ερωτεύεται! Ερωτεύεται με πάθος, με δύναμη τον λάθος άνθρωπο. Έναν άνθρωπο που ανήκει σε μια διαφορετική τάξη. Ερωτεύεται για πρώτη φορά και ερωτεύεται με πάθος, με δύναμη, με όλο της το είναι!
Αυτός, το μόνο που επιδιώκει από την μεταξύ τους σχέση είναι να ανέβει κοινωνικά. Να αποκτήσει δύναμη, εξουσία, κοινωνική καταξίωση. Την χειραγωγεί, την κατευθύνει, την αφυπνίζει ερωτικά και την καθιστά υποχείριο του. Αυτή τυφλωμένη από τον έρωτα που νοιώθει γι΄αυτόν, βγάζει από την μέση οποιοδήποτε εμπόδιο μπορεί να διαταράξει το μέλλον αυτού του καταδικασμένου έρωτα.
Ο Λεσκώφ, αγαπά την γυναίκα δεν την καυτηριάζει για τις πράξεις της. Τις θεωρεί ως πράξεις απελπισίας ενός ανθρώπου βαθιά κακοποιημένου όλη του την ζωή που μετατρέπεται σε κακοποιητή για να επιβιώσει.
Προειδοποιεί αν θέλετε τον κόσμο με αυτό του το έργο, ότι η γυναίκα είναι και αυτή ένας άνρθωπος με αισθήματα με ανάγκες που πρέπει να καλυφτούν και ότι η ψυχική και σωματική στέρηση οδηγεί πάντα σε ακραίες πράξεις.
Οι κοινωνίες εξελίσσονται πολιτικά, πολιτισμικά όπως και το ανθρώπινο είδος άλλωστε, παρόλα αυτά τα αρχέγονα ένστικτα που όλοι μας κουβαλάμε, δεν διστάζουν να βγούν στην επιφάνεια όταν οι συγκυρίες το απαιτήσουν.
Εάν παρακολουθήσουμε τις καθημερινές ειδήσεις, θα διαπιστώσουμε δυστυχώς, ότι δεν απέχουμε καθόλου τελικά από την εποχή που γράφτηκε αυτό το έργο.
Οταν οι άνθρωποι στερούνται των βασικών τους ελευθεριών, οδηγούνται μαθηματικά σε ακραίες πράξεις.
Η τέχνη ως γνωστόν, μιμείται την ζωή, ‘κρούει τον κώδωνα του κινδύνου’ και αφυπνίζει συνειδήσεις!
Υπάρχει κάποια παράσταση που έχετε δει είτε στο εξωτερικό είτε στην Ελλάδα και θα θέλατε να συμμετείχατε σε αυτή;
Δεν υπάρχει παράσταση καλή ή ακόμη και κακή που να έχω παρακολουθήσει μόνο ως θεατής. Πάντα επιλέγω έναν ρόλο και ταυτίζομαι μαζί του. Είναι μάλλον κάποια δικιά μου διαστροφή αυτή!!
Και επειδή τα όνειρα είναι δωρεάν και πρέπει να είναι πάντα μεγάλα και ποτέ μίζερα, θα ήθελα πολύ να έχω συμμετάσχει σε κάποια παράσταση του Βασίλη Μπισμπίκη όπως αυτή του ‘Πατέρα’!!
Τέλος, για να γελάσετε και λίγο.. πολλές φορές έχω ονειρευτεί ότι παίζω στο ‘Cats’ και ξυπνάω νιαουρίζοντας!!!
Ελλάδα και θέατρο. Η κρίση δίνει προοπτικές και “τροφή” για δημιουργία; Πώς κρίνετε την θεατρική παραγωγή της χώρας τα τελευταία χρόνια;
Ελλάδα σημαίνει θέατρο! Εδώ ξεκίνησαν όλα και πιστεύω ακράδαντα ότι έχουμε καταπλητικό υλικό σε ηθοποιούς, σκηνοθέτες και σε υπέροχα λογοτεχνικά έργα βεβαίως!!
Είμαστε σαν λαός, μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης και δημιουργίας. Η Ελλάδα και η τέχνη είναι άρρητα συνδεδεμένα.
Πιστεύω ότι ένα από τα καλά της κρίσης είναι ότι πυροδότησε την καλλιτεχνική ανησυχία και έμπνευση που είχε σαφώς κατασταλεί στις δεκαετίας της ψευδούς ευημερίας.
Αν κάνουμε μια ιστορική αναδρομή, θα διαπιστώσουμε ότι πολλά πρωτοποριακά κινήματα ξεκίνησαν σε εποχές κρίσης και οδήγησαν σε πολιτισμική αναγέννηση τις εκάστοτε χώρες και αυτό δεν αφορά μόνο το θέατρο, σλλά και την μουσική, την ζωγραφική, την γλυπτική, τις τέχνες γενικώτερα!
Η αλήθεια είναι, ότι έχουμε τα περισσότερα θέατρα στον κόσμο και τις περισσότερες παραστάσεις ανά έτος ακόμα και απο χώρες με τεράστιο πληθυσμό.
Ομως, πως μπορείς να σταματήσεις την έκφραση? Πώς μπορείς να βάλεις φρένο στην ανάγκη δημιουργίας? Ποιός είναι αυτός που θα βάλει όριο και γιατι να το κάνει άλλωστε?
Δεν υπάρχει Έλληνας ατάλαντος. Όλοι έχουμε μια καλλιτεχνική κλίση. Είναι η ράτσα μας. Ο ήλιος και ο αέρας που αναπνέουμε που μας κάνουν όλους καλλιτέχνες!
Οταν γεννιέσαι σε μιά χώρα που από μόνη της αποτελεί έργο τέχνης δεν μπορείς να αποφύγεις το να είσαι μέρος της!
Ας μην γελιώμαστε. Ακόμη και μιά ‘κακή’ παράσταση, είναι ιδανική τροφή για σκέψη, συζήτηση και ανασυγκρότηση. Υπάρχει χώρος για όλους. Για άλλους περισσότερος, για άλλους λιγότερος. Όμως ο καθένας, στο τέλος θα πάρει το αναλογούν. Διότι ως γνωστόν, όλοι εκ του αποτελέσματος κρινόμεθα.
Επόμενα επαγγελματικά σχέδια…
Επιμέλεια άρθρου: Δημήτρης Κοτσίφης