«Η αναγνωρισιμότητα είναι και παγίδα γιατί δεν πρέπει να επενδύσεις σε αυτή. Είναι μία ψευδαίσθηση,
μια άπιστη ερωμένη που ανά πάσα ώρα και στιγμή μπορεί να σε αφήσει.»
Με αφορμή την παράσταση «Ο βαφτιστικός της κυρίας», στην οποία πρωταγωνιστεί, ο Όθων Μεταξάς μιλάει στο All4fun.gr
Της Νεφέλης Παπαθανασίου
Ν.: Μίλησε μας για την παράσταση «Ο βαπτιστικός της κυρίας» στην οποία πρωταγωνιστείς και ανεβαίνει για 2η χρονιά στο θέατρο Αθηναΐς. Πώς είναι η συνεργασία σου με τον Χάρη Ρώμα και τον υπόλοιπο θίασο;
Ο.: Είναι μία γαλλική φάρσα στην οποία έχει στηριχθεί και η γνωστή οπερέτα «Βαπτιστικός» του Θεόφραστου Σακελλαρίδη. Πολλοί νομίζουν ότι είναι πρωτότυπο το λιμπρέτο της αλλά δεν είναι. Προστέθηκαν μόνο τα υπέροχα τραγούδια που έγραψε ο συνθέτης. Εμείς το έχουμε ανεβάσει αμιγώς ως φάρσα. Έχει κάνει μια πάρα πολύ ωραία διασκευή ο Χάρης , πραγματικά! Εγώ κάνω τον Αναστάσιο Ζαμπάρα που παρουσιάζεται ως ο βαπτιστικός επειδή έχει ερωτευθεί εξ’ αποστάσεως την νονά του συστρατιώτη του που την έχει δει μόνο από μια φωτογραφία που έστειλε η ίδια στον πραγματικό βαπτιστικό της. Μία νονά και ένας βαφτισιμιός που δεν έχουν ιδωθεί ποτέ, οπότε αυτό διευκολύνει τον Ζαμπάρα να παρουσιαστεί και να πει ότι είναι ο ίδιος ο βαπτιστικός και να διεκδικήσει τον έρωτα της νονάς. Μετά η ιστορία περιπλέκεται, εμφανίζεται και ο κανονικός βαπτιστικός και…τα υπόλοιπα επί σκηνής! Με τους συναδέλφους μου, είναι μία πολύ ευτυχής συγκυρία , είναι άνθρωποι που έχουν ταλέντο και έχουν και ήθος, το οποίο σπανίζει. Είναι από τις φορές που μία συνεργασία έχει περάσει πολύ ωραία , πολύ ομαλά, σαν νεράκι στο ποτάμι. Δεν υπάρχουν εντάσεις και ταλαιπωρίες ψυχικές. Με τον Χάρη θα συνεργαζόμασταν παλιά και σε ένα σήριαλ που δεν έγινε και τελικά τα καταφέραμε εδώ!
Ν.: Κατά την γνώμη σου ποιά είναι τα στοιχεία μιας καλής κωμωδίας;
Ο.: Καταρχήν είναι οι ευρηματικές και αιφνιδιαστικές ανατροπές. Αυτές που ο θεατής δεν μπορεί να προβλέψει βλέποντας το έργο. Εδώ συμβαίνει αυτό – στην συγκεκριμένη δηλαδή φάρσα αλλά και στον τρόπο που το έχει διασκευάσει ο Χάρης. Είναι επίσης και το σωστό timing που θα πρέπει να διέπει το έργο, γιατί αυτό είναι η αρχή και το τέλος. Ακόμα σημαντική είναι η εναλλαγή των σκηνών, οι ατάκες, οι ανατροπές, να μην πλατειάζει κάτι, να έρχονται όλα την ώρα που πρέπει. Γενικά να είναι καλοκουρδισμένη.
Ν.: Στη δουλειά σου τί σου αρέσει περισσότερο; Τί είναι αυτό που σε κάνει να σηκώνεσαι το πρωί και να λες «Τί ωραία, θα πάω στο θέατρο!»;
Ο.: Είναι τα στοιχεία που αποτελούν και τα κριτήριά μου στην επιλογή μιας δουλειάς. Πρωτίστως ο ρόλος. Το αν έχεις να αναμετρηθείς με ένα ρόλο ωραίο και δύσκολο που μπορεί να σε εξελίξει σαν ηθοποιό. Επίσης το πλαίσιο μέσα στο οποίο ανεβαίνει μια παράσταση – η παραγωγή, οι συνεργάτες, οι συντελεστές, το θέατρο στο οποίο παίζεις, ο χώρος.. Και πολύ μετά το οικονομικό, το οποίο στο θέατρο το έχουμε ξεχάσει!
Ν.: Και τί είναι αυτό που σου αρέσει λιγότερο; Υπάρχει κάτι στη δουλειά σου που το διεκπεραιώνεις με δυσκολία;
Ο.: Ευτυχώς δεν μου έχει συμβεί πολλές φορές έχω σταθεί τυχερός. Είναι όταν νιώθω ότι σε αυτό που κάνω έχω κάνει μία πολύ μεγάλη έκπτωση και πρέπει να το φέρω εις πέρας σαν σωστός επαγγελματίας, ως οφείλω.
Ν.: Θεωρείς λοιπόν ότι ένας ηθοποιός δεν πρέπει να κάνει συμβιβασμούς στο τί επιλέγει προκειμένου να έχει πάντα δουλειά πάνω στο αντικείμενο του;
Ο.: Κοίταξε, οι απόψεις πάνω σε αυτό διίστανται. Εγώ είμαι γενικά της γνώμης ότι οι επιλογές σου σε χαρακτηρίζουν, όπως και τα «όχι» σου. Από την άλλη υπάρχει μια λαϊκή ρήση που λέει «όποιος γυρίζει, μυρίζει», όσο βρίσκεσαι δηλαδή μέσα σε ένα χώρο μπορεί κάτι να προκύψει που δεν το περιμένεις. Εγώ ήμουν οπαδός της αυστηρής επιλογής, με κριτήρια και πολύ λίγες εκπτώσεις έως τώρα. Δεν μπορώ όμως να πω ότι αυτό είναι το σωστό, δεν ξέρω. Βέβαια για να διαμορφώσεις μία προσωπικότητα καλλιτεχνική χρειάζεται να είναι συγκεκριμένες οι επιλογές αλλιώς χάνεσαι και εσύ ο ίδιος και ως προς την έξωθεν εικόνα που διαμορφώνεις.
Ν.: Πότε και πώς ξεκίνησες την ενασχόληση σου με την υποκριτική; Ποιό ήταν δηλαδή το πρώτο ερέθισμα που ένιωσες και είπες «αυτό τον δρόμο θα ακολουθήσω»;
Ο.: Νομίζω η επαφή στο σχολείο με τα καλλιτεχνικά δρώμενα, οι παραστάσεις οι θεατρικές που ανεβάσαμε. Πρώτη φορά στην Γ’ Γυμνασίου είχαμε ανεβάσει «Αντιγόνη» και είχα κάνει τον Κρέοντα. Μετά συμμετείχα και σε μουσικές εκδηλώσεις του σχολείου. Ήμουν όμως και επηρεασμένος βασικά από τον κινηματογράφο γιατί θεατρική παιδεία δεν είχα από την οικογένειά μου. Ήταν ελάχιστες οι παραστάσεις που είχα δει. Φαντάσου ότι μέχρι την Γ’ Λυκείου δεν ήξερα ότι υπήρχε η Δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου την οποία τελείωσα μετά. Σημασία όμως δεν έχει από που ξεκινάς αλλά πόσο βαθιά βουτάς και πας πιο πέρα.
Ν.: Δράμα ή κωμωδία; Τί είναι αυτό που σου αρέσει περισσότερο και τί είναι αυτό που σου ταιριάζει περισσότερο;
Ο.: Δεν ξέρω, νομίζω και τα δύο μου ταιριάζουν, και τα δύο μου αρέσουν. Βέβαια οι περισσότεροι είναι πολύ πιο δύσκολο να με φανταστούν σε κωμωδία γιατί δεν προδιαθέτει και το physique. Για μένα πάντως το τί μου ταιριάζει δεν έχει να κάνει με το ερώτημα «δράμα ή κωμωδία» αλλά με την δυσκολία του ρόλου. Όταν ένας ρόλος έχει απαιτήσεις, αυτό μου ταιριάζει, αυτό με κάνει να γίνομαι καλύτερος. Αυτό συνέβαινε και στα σήριαλ που έπαιζα – όταν είχα να κάνω μια διεκπεραιωτική σκηνή ήμουν αδιάφορος , όταν είχε ένταση, συναισθηματική φόρτιση ήμουν πολύ καλός.
Ν.: Αγαπημένος θεατρικός σου συγγραφέας;
Ο.: Πολλοί. Όλοι οι κλασσικοί. Σαίξπηρ, Τσέχωφ, μετά και πιο σύγχρονοι, Μίλλερ, Μάμμετ.. Σε κωμωδία Μολιέρος.. Πιστεύω όμως ότι η mentalité μου είναι προς Τσέχωφ που δεν έχω κάνει αλλά μ’ αρέσει πολύ.
Ν.: Η ενασχόληση σου με το τραγούδι κινείται σε ξεχωριστούς δρόμους από την υποκριτική ή το αντιμετωπίζεις γενικά σαν καλλιτεχνική δημιουργία; Τί σου δίνει το ένα και τί το άλλο;
Ο.: Προς στιγμήν μου συμπληρώνει μια αγάπη που έχω σε αυτό το πράγμα. Όμως όταν τραγουδάω δεν υπεισέρχεται η ιδιότητα του ηθοποιού στη σκηνή, το αντιμετωπίζω όπως το αντιμετωπίζει ένας κλασσικός τραγουδιστής καριέρας. Με έξι άτομα στην ορχήστρα μου, βγαίνω και τραγουδάω. Ούτε παίζω πρόζα , ούτε κάνω stand up, είναι κάτι αμιγώς τραγουδιστικό. Ίσως καλύπτει μία σχιζοειδή διάσταση του μυαλού γιατί δεν τα μπερδεύω. Εκτός κι αν παίζω σε μιούζικαλ. Ήταν μια αγάπη που απλά προέκυψε και από ένα σημείο και μετά αποφάσισα να το κάνω σοβαρά. Για να γίνεσαι καλύτερος πρέπει να είναι πολύ καθαρό αυτό που κάνεις αλλιώς όταν μπαίνουν πολλά υλικά μες την συνταγή, δεν είναι τίποτα καλό και χαλάει και το τελικό αποτέλεσμα. Έτσι κρίνω τον εαυτό μου ως τραγουδιστή, όχι σαν ηθοποιό που το κάνει παράλληλα.
Ν.: Έχεις σκεφτεί ποτέ να τραγουδήσεις πρωτότυπα τραγούδια;
Ο.: Ναι, γιατί όχι; Απλώς επειδή προέρχομαι από τον χώρο της υποκριτικής, αν θα γίνει θα πρέπει να είναι ή μέσω ενός ανθρώπου που έχει μια «υπογραφή» , ενός καλού συνθέτη, ή να υπάρξει ένα πραγματικά καλό τραγούδι ενός αγνώστου. Αλλιώς δεν έχει νόημα. Εδώ τραγουδιστές καριέρας βγάζουν τραγούδια που δεν ακούγονται, τί νόημα θα έχει να πάω εγώ από έναν άλλο χώρο αν δεν αξίζει τον κόπο..
Ν.: Την δημοσιότητα και το κομμάτι της δουλειάς σου που έχει να κάνει με τον Τύπο και τον κόσμο, τα απολαμβάνεις ή τα θεωρείς αναγκαίο κακο;
Ο.: Όταν απευθύνεσαι σε κόσμο , σε όσους περισσότερους απευθύνεσαι, τόσο καλύτερο είναι για την δουλειά σου. Μπορεί βέβαια να είσαι συνειδητοποιημένος και να μην θες να απευθύνεσαι σε όλους ή σε πάρα πολλούς και αυτό είναι θεμιτό. Το ότι μπορεί να ξεπεράσει τα όρια το κοινό και να γίνει ενοχλητικό συμβαίνει αλλά τί να κάνεις , δεν μπορείς να τα έχεις όλα. Και σε μία προσωπική σχέση ξοδεύεσαι, υπάρχουν βαρίδια αλλά παίρνεις και αγάπη. Δεν θεωρώ λοιπόν την αναγνωρισιμότητα καθόλου αναγκαίο κακό, την θεωρώ πολύ ωραίο πράγμα. Βέβαια είναι και παγίδα γιατί δεν πρέπει να επενδύσεις σε αυτή, είναι μία ψευδαίσθηση, μια άπιστη ερωμένη που ανά πάσα ώρα και στιγμή μπορεί να σε αφήσει.
Ν.: Μία αρνητική κριτική πώς την διαχειρίζεσαι;
Ο.: Εξαρτάται από ποιον προέρχεται. Η πρώτη μου τοποθέτηση πάντως, από όπου κι αν πηγάζει, είναι να δω αν έχει δίκιο. Ας είναι κι απ’ τον πιο κακεντρεχή. Από εκεί και πέρα αν ξέρω ότι προέρχεται από κάποιον που ξέρει τί λέει και για ποιο λόγο το λέει, θα το λάβω πολύ σοβαρά υπ’ όψιν μου. Αν το λέει κάποιος επειδή έχει προκαταλήψεις και συμπλέγματα, θα με απασχολήσει γιατί δεν είναι ωραίο να ακούς αρνητικά πράγματα γενικά αλλά μετά θα το ξεχάσω.
Ν.: Κάποιο απραγματοποίητο όνειρο σε σχέση με τη δουλειά σου;
Ο.: Δεν είναι πολλά γιατί ποτέ δεν έκανα τρελλά όνειρα. Ως φοιτητής ας πούμε δεν έκανα μονολόγους στο σπίτι και να φαντασιώνομαι ότι είμαι στην Επίδαυρο. Όχι ότι δεν το θέλω, σαφώς επιθυμώ να κάνω πολύ καλά πράγματα αλλά δεν είχα εμμονή, δεν έχω γενικά στην ζωή μου ψυχαναγκασμούς. Το όνειρο είναι και κάτι που μπορεί να σε καταβάλλει ή να σε εγκλωβίσει και να έχεις μετά μία μανία. Εννοείται βέβαια πως θα ήθελα έναν πολύ καλό ρόλο στο Εθνικό ή στην Επίδαυρο, ή να δουλέψω με έναν πολύ καλό σκηνοθέτη.
Ν.: Τί έχεις θυσιάσει από την ζωή σου για να μπορείς να βρίσκεσαι στο επάγγελμα αυτό;
Ο.: Νομίζω την σχέση μου με το άλλο φύλο. Αν και μου συνέβαινε περισσότερο όταν ήμουν πιο νέος, το επαγγελματικό κυνήγι όταν το έχεις έντονο, όσο συντροφικός και δοτικός κι αν είσαι, σου αφαιρεί ενέργεια και εσύ με την σειρά σου την αφαιρείς από αυτόν που είναι δίπλα σου.
Ν.: Έχεις δουλέψει στο παρελθόν στην τηλεόραση. Θα ήθελες να το ξανακάνεις υπό συγκεκριμένες συνθήκες;
Ο.: Φυσικά! Γιατί να μην σ’ αρέσει η τηλεόραση; Εγώ έχω σταθεί και τυχερός, το 80% που έκανα στο μέσο αυτό ήταν πολύ καλές δουλειές!
Ν.: Νομίζεις λοιπόν ότι και η τηλεόραση έχει να προσφέρει καλλιτεχνικά;
Ο.: Είναι λίγο δύσκολες οι συνθήκες στην Ελλάδα, λόγω οικονομικής στενότητας και του πόσο γρήγορα γίνονται τα πάντα. Πρέπει να είσαι σε μεγάλη εγρήγορση για να μπορείς να εξελιχθείς ως ηθοποιός στην τηλεόραση. Εκεί πας και καταθέτεις πράγματα που δουλεύεις στο θέατρο. Βλέπεις ηθοποιούς που δουλεύουν χρόνια στην τηλεόραση και ελάχιστα στο θέατρο να μην έχουν εξελιχθεί και αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατόν. Δεν είναι μόνο ότι δεν έχει την τάση ο συγκεκριμένος να εξελιχθεί, δεν είναι και εύφορο το έδαφος.
«Ο Βαφτιστικός της κυρίας»
Θέατρο Αθηναΐς
Καστοριάς 34-36 Και Ιερά Οδός, Βοτανικός
210 3480099
Πεμ. 7μ.μ., Παρ. 9μ.μ., Σαβ. 6.30μ.μ. / 9.00μ.μ., Κυρ. 7.00μ.μ., Τετ. 6.30μ.μ.