Σάββατο βράδυ στο Altera Pars, Ιωάννα Παππά και Τάσος Ιορδανίδης προετοιμάζονται για τον «Άμλετ».
Συναντιόμαστε στο φουαγιέ του θεάτρου και η Ιωάννα πρέπει να φύγει πρώτη για τα καμαρίνια, αφού έχει και να βαφτεί.
Ο Τάσος την πειράζει, καθυστερώντας την έναρξη της συνέντευξης.
Κ: Γειά σου Ιωάννα τι κάνεις;
Ι: Καλά. Εσύ;
Κ: Έτοιμη για την παράσταση;
Ι: Προσπαθώ. Μόλις με αφήσετε… (γελάει)
Κ: Για πες μας τις εντυπώσεις σου από τον νέο χώρο.
Π: Είναι ένας πολύ φιλικός χώρος σε μια περιοχή που πιστεύω ότι είναι θεατρικά από τις πιο κεντρικές περιοχές για να έρθουν οι θεατές και να παρακολουθήσουν παραστάσεις. Εμένα μου αρέσει πάρα πολύ που φύγαμε από την ιταλική σκηνή και είμαστε σ’ ένα τέτοιου είδους θέατρο που έχει έναν χώρο πιο αμφιθεατρικό. Ε, γιατί και η λειτουργία του ηθοποιού είναι λίγο πιο άμεση προς το κοινό κι η σχέση που δημιουργείται είναι τέτοιου είδους. Αυτό σίγουρα το προτιμώ.
Κ: Στο τεχνικό κομμάτι;
Ι: Ε, στο τεχνικό κομμάτι επειδή ακριβώς έγινε αυτή η αλλαγή του σκηνικού χώρου, έπρεπε να προσαρμοστεί και η παράσταση. Αυτό χρησίμευσε και στο ότι συντόμευσε κιόλας κι η διάρκεια οπότε είναι πλέον δύο ώρες αντί για περίπου τρεις που ήταν πέρυσι. Και ξέρεις, πάντοτε, όταν επαναλαμβάνεις μια δουλειά, καταλαβαίνεις, έχοντας μελετήσει ουσιαστικά και παραπάνω το κείμενο και την ίδια την παράσταση, ίσως και τι είναι πιο χρήσιμο πλέον πια να κρατήσεις.
Κ: Πώς το αντιλαμβάνεσαι το να παίζεις για δεύτερη σεζόν ένα έργο;
Ι: Σου δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία να το δεις ξανά κι αυτό που κάνεις κι εσύ ο ίδιος και στο σύνολό του. Οπότε την εκμεταλλευτήκαμε αυτή την ευκαιρία που μας δόθηκε, αυτήν την αλλαγή και νομίζω ότι μας βγήκε σε καλό.
Κ: Σου αρέσει να παίζεις ένα έργο δυο φορές σερί χρονιές;
Ι: Επανάληψη;
Κ: Ναι.
Ι: Ε, καλά. Δεν είναι η πρώτη που συμβαίνει. Κοίτα, γενικότερα δεν μου αρέσουν οι επαναλήψεις εμένα. Μ’αρέσει όταν ολοκληρώνεται ένα έργο να πηγαίνω στο επόμενο, ίσως κι επειδή στη λειτουργία μου μ’ αρέσει να υπάρχει αλλαγή στα πράγματα. Και γιατί μ’ αρέσει να πηγαίνω παρακάτω και σαν άσκηση αλλά και για να γνωρίζω καινούργια έργα, να έρχομαι αντιμέτωπη με καινούργιους χαρακτήρες…
Κ: Οπότε γιατί λοιπόν δεύτερη χρονιά Άμλετ;
Ι: Η δεύτερη χρονιά είναι επειδή το αποφάσισε καταρχάς ο Τάσος, επειδή μας άρεσε ούτως ή άλλως η παράσταση και φυσικά μας αρέσει να παίζουμε Σαίξπηρ. Δεν σου δίνεται και πολύ συχνά αυτή η ευκαιρία. Και όταν οι συνθήκες είναι καλές, νομίζω ότι κανένας δεν μπορεί να το αφήσει να περάσει, οπότε επαναλαμβάνουμε όχι για όλη τη σεζόν, αλλά μέχρι τις γιορτές.
Κ: Καλά, αυτό δεν ξέρεις στην Ελλάδα…. Μακάρι να πάει και παραπάνω.
Ι: Ναι, έχουμε κάνει έναν προγραμματισμό. Δεν είναι τόσο ρευστά τα πράγματα. Υπάρχει ένας προγραμματισμός.
Ι: Είναι η πρώτη σου συνεργασία με τον σκηνοθέτη;
Π: Τον Λεβάν; Ναι, ήταν η πρώτη φορά.
Κ: Πώς την βίωσες; Και πόσο δύσκολο ή εύκολο είναι να δουλεύεις μ’ έναν σκηνοθέτη που δεν είναι Έλληνας;
Ι: Λοιπόν, είχα ξανασυνεργαστεί με ξένο σκηνοθέτη, τον Όσκαρας Κορσουνόβας. Με τον Λεβάν η συνεννόηση ήταν απευθείας γιατί εκείνος μιλάει αγγλικά ενώ ο Όσκαρας ας πούμε είχε μεταφραστή οπότε εδώ ήταν ακόμα πιο εύκολη η επικοινωνία. Αν και στις δύο περιπτώσεις, επειδή είναι άνθρωποι που γνωρίζουν πολύ καλά το θέατρο και θεωρώ ότι είναι και δύο καλλιτέχνες και σκηνοθέτες που διαθέτουν και ευαισθησία και χιούμορ κι ό,τι χρειάζεται ένας καλός σκηνοθέτης, δεν μπορώ να σου πω ότι δυσκολεύτηκα πουθενά. Κι ας ήταν και οι δύο παραστάσεις αρκετά δύσκολες και σε θεματολογία και σε τεχνικό επίπεδο. Παρόλα αυτά ίσα – ίσα από την αρχή ένιωσα ότι είχα την απόλυτη επικοινωνία με τον Λεβάν και εύχομαι να ξανασυνεργαστούμε.
Κ: Πώς είναι να συνεργάζεσαι με τον Τάσο Ιορδανίδη;
Ι: Με τον Τάσο είμαστε και φίλοι οπότε υπάρχει μια οικειότητα εξαρχής. Δεν είχαμε ξαναδουλέψει μαζί. Είναι η πρώτη φορά και καταφέραμε να έχουμε μια σχέση πάνω στη σκηνή που πιστεύω ότι έχει αποδώσει και τουλάχιστον έτσι έχουμε ακούσει, σ’ ένα δύσκολο έργο και με μια σχέση που είναι δύσκολη δηλαδή η σχέση Οφηλίας και Άμλετ είναι απ’ αυτές τις περίεργες σχέσεις που είναι λίγο δύσκολο να τις αποκωδικοποιήσεις. Είναι από αυτές τις σχέσεις που ποτέ δεν είχαν το αίσιο τέλος, το αντίθετο μάλιστα και που ο Λεβάν την αντιμετώπισε με έναν τρόπο που να μας την ξεκλειδώσει και να μην την αφήσει έτσι περίπλοκη και μπερδεμένη όπως δίνεται και στο έργο. Βασιστήκαμε δηλαδή στο ότι υπήρχε μια παρελθοντική σχέση και των δύο, φιλική.
Κ: Θαυμάσια. Το να δουλεύεις με φίλους σ’αυτή τη δουλειά είναι καλό ή κρύβει και κινδύνους;
Ι: Θεωρώ ότι όταν μπορείς να κρατήσεις τις ισορροπίες γιατί, κοίτα, όσο φίλος και να είσαι, η δουλειά πάντοτε είναι δουλειά κι έχει κάποιους κανόνες και κάποια όρια. Νομίζω ότι όταν τα σέβονται αμφότεροι, δεν υπάρχει πρόβλημα.
Κ: Φέτος πήρες και το 1ο βραβείο στα 6α θεατρικά βραβεία κοινού All4fun για το «Μόνον της ζωής του ταξίδειον». Πώς βίωσες αυτήν τη διάκριση;
Ι: Εντάξει. Χάρηκα πάρα πολύ όποτε παίρνεις ένα βραβείο κι όταν είναι κι από αναγνώστες, έχει και άλλη αξία. Εντάξει πάντοτε, όλα αυτά με βρίσκουν λίγο αμήχανη γιατί μη νομίζεις και η βράβευση μπορεί να νιώθεις ότι κάτι έκανες καλά αλλά από κει και πέρα, νιώθεις κι ακόμη μεγαλύτερη υποχρέωση, ξέρεις στα μάτια του κόσμου την επόμενη φορά, να δώσεις κάτι παραπάνω ή να είσαι το ίδιο καλός με αυτό που ήσουν όταν σε επιβράβευσαν γι’αυτό που έκανες, ξέρεις είναι λίγο η αγωνία….
Κ: Σε αγχώνει δηλαδή αυτό;
Ι: Ε, σε ένα βαθμό λειτουργεί και έτσι. Όχι ότι αυτό σε καταβάλλει και σε ορίζει μετά αλλά σου αφήνει μια μικρή έτσι αίσθηση ότι «Ωχ, τώρα» λες κι ακόμη όταν επαναλαμβάνεις ας πούμε αν τύχει να επαναλαμβάνεις την παράσταση για την οποία βραβεύτηκες και ξέρεις ότι ο κόσμος το ξέρει ότι έχεις πάρει βραβείο γι’ αυτό που παρουσιάζεις, εκεί να δεις πως…
Κ: Ναι αλλά εκεί έχει τελειώσει το ταξίδι. Δεν έχει τελειώσει;
Ι: Ναι, αλλά μου έχει τύχει να έχω βραβευτεί και ….
Κ: Τηλεόραση είχες να κάνεις καιρό, αλλά επέστρεψες στη νέα σειρά του Πάνου Κοκκινόπουλου, στο «Ου φονεύσεις». Σ’ενδιαφέρει η τηλεόραση γενικότερα;
Ι: Ναι, αν είναι καλό το σενάριο, καλοί οι συντελεστές, αυτό που λέμε, όπως παλιά, ναι. Αν τα πράγματα, ξέρεις, πάρουν μια ανοδική πορεία…
Κ: Θα πάρουν. Λογικά…
Ι: Ναι. Φυσικά, λογικά θα πάρουν. Δεν ξέρουμε πότε. Νομίζω ότι όλοι οι ηθοποιοί ενδιαφέρονται να συμμετέχουν σε κάτι σε μια τηλεοπτική παραγωγή που, ξέρεις, οι προσδοκίες είναι ανάλογες….
Κ: Αν σου ζητούσε να ξεχώριζες έναν ρόλο τηλεοπτικά που έχεις κάνει, θα υπήρχε κάποιος συγκεκριμένος;
Ι: Ξέρεις τι; Περισσότερα θεατρικά θα μπορούσα να σου πω για κάτι τέτοιο γιατί τηλεοπτικά, όσο επιτυχημένη και να είναι μια σειρά, δεν νιώθεις ποτέ όπως νιώθεις σε μια θεατρική παράσταση. Αλλά αν ξεχώριζα κάποια, θα ξεχώριζα την πρώτη μου.
Κ: Επειδή μένει το τηλεοπτικό συνήθως για αυτό και η σχετική απορία
Ι: Ακριβώς επειδή ήταν η πρώτη μου χωρίς να αποδυναμώνω την δυνατότητα των υπολοίπων. Ωραία; Αλλά επειδή ήταν η πρώτη κι ήταν ακριβώς μόλις βγήκα απ’τη σχολή. Με επέλεξε ο Κουτσομύτης απ’το πουθενά, χωρίς να με γνωρίζει, ήταν ένα βιβλίο του Ξανθούλη, «Και ύστερα ήρθαν οι μέλισσες». Γνωρίστηκα και με τους πρώτους ηθοποιούς και ήταν ένας ρόλος που ήταν πρωταγωνιστικός…. Όλο αυτό το πράγμα…. Και μια δουλειά σε συνθήκες, σχεδόν κινηματογραφικές. Ε, σίγουρα είναι μια δουλειά που δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου όπως καμία αλλά ήταν η πρώτη οπότε έχει σηματοδοτήσει….
Κ: Τάσο το είχες δει;
Τ: Ήμουν πολύ μικρός.
Ι: Ήσασταν όλοι πολύ μικροί…
Ο Τάσος γελάει και η Ιωάννα μας χαιρετά ευγενικά. Η συζήτηση συνεχίζεται μαζί του.
Κ: Τάσο τηλεόραση τι θα κάνεις;
Τ: Εγώ δεν θα κάνω φέτος.
Κ: Είχες κάποια πρόταση;
Τ: Ναι, αλλά και λόγω φόρτου εργασίας στο θέατρο και λόγω κάποιων διαφωνιών που μπορεί να υπάρξουν σε μια συζήτηση, δεν προχώρησε.
Κ: Τηλεοπτικά;
Τ: Τηλεοπτικά μιλάμε, ναι.
Κ: Δεν σε ενδιέφερε αυτό δηλαδή ή απλά δεν προχώρησε;Τ: Δεν ήταν ότι δεν με ενδιέφερε. Ήταν ότι δεν με ενδιέφεραν τελικά οι συνθήκες με τις οποίες πήγε να πραγματοποιηθεί αυτό που πήγε να πραγματοποιηθεί. Και γι’αυτό το λόγο δεν μπορούσε να προχωρήσει κιόλας.
Κ: Πόσο απότομη ήταν αυτή η αλλαγή στα σχέδιά σου το να έρθεις από το Άνεσις στο Altera Pars λίγο πριν ξεκινήσει η φετινή σεζόν.
Τ: Πολύ.
Κ: Ήταν απρόσμενη;
Τ: Πολύ. Αλλά δεν θέλω να μένω στα κακώς κείμενα. Χαίρομαι πάρα πολύ που έγινε αυτή η μετάβαση και ίσως ήρθε κάτι και το’φερε από μόνο του το πράγμα. Ίσως έπρεπε να υπάρξει μια αλλαγή για να δραστηριοποιηθούμε και εμείς λίγο περισσότερο και να έρθουμε σε λίγο μεγαλύτερη εγρήγορση.
Κ: Συμφωνείς δηλαδή μ’αυτούς που λένε ότι όλα έρχονται για κάποιο λόγο;
Τ: Ε, ναι. Το πιστεύω κι αν δεν έρχονται για κάποιο λόγο, πρέπει εσύ να δημιουργήσεις τους λόγους. Δηλαδή πρέπει εσύ να δημιουργήσεις τους λόγους για να σε κινητοποιούν κιόλας γιατί αν μένουμε σε κάτι, δηλαδή θα μπορούσα πάρα πολύ εύκολα με μια κατάσταση η οποία συνέβη με την αλλαγή του χώρου να έχω πέσει ενδεχομένως σε κατάθλιψη, να έχω πέσει ενδεχομένως στην παγίδα της ηττοπάθειας. Πήρα την απόφαση να παλέψω. Και ήταν πολύ δύσκολο το χρονικό σημείο που έγινε όλη αυτή η αλλαγή αλλά τελικά έχουμε έρθει εδώ….
Κ: Είχατε αρχίσει πρόβες στο άλλο;
Τ: Όχι, δεν είχαμε αρχίσει πρόβες αλλά ήταν 20 Ιουλίου κι όπως ξέρεις κι εσύ πολύ καλά, είναι δύσκολο να βρεις θέατρο μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Είναι όλα τα θέατρα πιασμένα, όλα τα θέατρα έχουν κάνει έναν προγραμματισμό. Ακόμα κι εδώ που βρισκόμαστε τώρα, τα παιδιά είχαν κάνει έναν προγραμματισμό. Τους έπεισα όμως, ότι παιδιά κοιτάξτε να δείτε έχω μείνει χωρίς στέγη, θα μείνουν κάποιοι άνθρωποι χωρίς δουλειά. Έχω κι εγώ έναν συγκεκριμένο προγραμματισμό, μπορούμε να συμπορευθούμε; Και τελικά τα καταφέραμε και συμπορευθήκαμε.
Κ: Το κοινό πώς ανταποκρίνεται μέχρι τώρα;
Τ: Στον Άμλετ, πολύ καλύτερα από πέρσι. Δεν μιλάω μόνο από την πλευρά των εισιτηρίων. Μιλάω κι από την πλευρά της αποδοχής που έχει. Ίσως του ταίριαζε περισσότερο εδώ το ανέβασμα. Όπως είπε κι η Ιωάννα πριν, μεταφερθήκαμε από την ιταλική σκηνή σε μια σκηνή αμφιθεατρική, υπάρχει μια σχέση πιο άμεση με τον θεατή και το ανέβασμα του Λεβάν να ήθελε μεγαλύτερη αμεσότητα τελικά. Να χρειαζόταν μεγαλύτερη αμεσότητα.
Κ: Όχι ότι και πέρσι δεν είχε ανταπόκριση.
Τ: Σαφώς Άλλωστε γι’αυτό τελικά αποφασίσαμε να την πάμε και δεύτερη χρονιά. Για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων μεν αλλά είπαμε ότι συνεχίζουμε. Και νομίζω ότι βρήκε το σπίτι της όμως ο Άμλετ. Ότι ο Άμλετ βρήκε το σπίτι του στο Altera. Του ταίριαξε πάρα πολύ. Χαιρόμαστε πολύ γι’αυτό.
Κ: Είναι πιο ατμοσφαιρικός χώρος.
Τ: Ναι, είναι πιο ατμοσφαιρικός χώρος σίγουρα.
Κ: Γιατί ένας ακόμα Άμλετ στην Αθήνα;
Τ: Γιατί είναι τόσο μεγάλο το έργο και τόσο σπουδαίο το κείμενο που χρήζει πάρα πολλών αναγνώσεων. Σίγουρα υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά από τον Άμλετ που έγινε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, από τον Άμλετ που έγινε στη Στέγη. Κάθε σκηνοθέτης αποτυπώνει τη δική του σκέψη, τη δική του ιδεοληψία, αν θες, τη δική του ανάγκη πάνω σε τόσο μεγάλα κείμενα. Και, δεν σου κρύβω ότι διαμορφώθηκαν έτσι οι συνθήκες ώστε να επανδρωθεί ο θίασος με ανθρώπους οι οποίοι έχουν καταγράψει αρκετά χιλιόμετρα στο χώρο, με ανθρώπους που έχουν εμπειρία από τέτοια κείμενα, με ανθρώπους με μεγάλη πορεία και διαδρομή κι έτσι επάρθη η απόφαση.
Κ: Τι πρεσβεύει για εσένα ο Άμλετ; Τυπική ερώτηση αλλά….
Τ: Όχι… Πρεσβεύει πάρα πολλά πράγματα και τίποτα. Σίγουρα πρεσβεύει το νέο, το καινούργιο που έρχεται σε σύγκρουση με το παλιό και νομίζω ότι αυτό δεν πρόκειται και να αλλάξει ποτέ. Πέρα από κάποιους ανθρώπους που είναι ανοιχτόκαρδοι και ας πούμε απλόχεροι, συνήθως οι παλιοί τουλάχιστον στα μέρη μας έχουν λίγο την ανάγκη να πνίξουν τους νέους. Ενδεχομένως από ανασφάλεια, ενδεχομένως από το ότι πιστεύουν ότι ξέρουν τα πάντα καλύτερα;
Κ: Αυτό το αντιμετώπιζες κι εσύ;
Τ: Όλοι λίγο έως πολύ το έχουμε αντιμετωπίσει αλλά υπάρχουν και φωτεινά παραδείγματα.
Κ: Ως ηθοποιός ή ως παραγωγός;
Τ: Απ’όλα τα μετερίζια. Μέχρι κι ως σερβιτόρος όταν ήμουνα. Έτσι; Μέχρι κι ως μεσίτης όταν ήμουνα.
Κ: Έχεις δουλέψει ως μεσίτης;
Τ: Με αυτό το κεφάλαιο έκανα τις πρώτες μου παραγωγές. Από το κεφάλαιο που μάζεψα από τη δουλειά τη μεσιτική. Αλλά υπάρχουν και φωτεινά παραδείγματα παλαιών των οποίων το φως με οδηγεί.
Κ: Όπως;
Τ: Ο Γιώργος ο Μιχαλακόπουλος, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Εκείνος με έβγαλε ουσιαστικά στο θέατρο. Γιατί κακά τα ψέματα, έκανα τις δουλειές μου και πριν, είχα μια πάρα πολύ ωραία συνεργασία και με το Γιώργο τον Κιμούλη αλλά ο Μιχαλακόπουλος ήταν αυτός που ουσιαστικά μου μεταλαμπάδευσε όλα αυτά που λέει στο «Γράμμα προς έναν ηθοποιό» που υπάρχει κοινοποιημένο αν θες για να μιλήσουμε και με ορολογία social media. Όλα αυτά μου τα έβαλε στο μυαλό κι ήταν ένας άνθρωπος τόσο που μου έδωσε δύναμη για να παλέψω και να μπορέσω να κάνω κι εγώ όσο αντέξω σ’ αυτό το χώρο που λέγεται θέατρο και υποκριτική τέχνη.
Κ: Οι παλιοί γιατί φοβούνται τους νέους;ΤαΤ: Εγώ νομίζω ότι είναι ανασφάλεια. Κι όταν η κλεψύδρα αρχίζει και λίγο…. Ξέρεις…. Αρχίζεις και άλλοι βγάζουν χρώματα ζωής και άλλοι βγάζουνε αγκάθια.
Κ: Άμα παλιώσεις κι εσύ, τι θα κάνεις;
Τ: Μπα… Εγώ αυτό που μπορώ να το πω σίγουρα για τον εαυτό μου, αν παλιώσω, αν τα καταφέρω να παλιώσω, σ’αυτό τον χώρο τουλάχιστον, το ξέρω σίγουρα για τον εαυτό μου και σ’αυτό βοηθάει πολύ και η πατρότητα αλλά είναι κι αυτό θέμα χαρακτήρα και ενστίκτων, εγώ …. Καταρχάς εγώ είμαι ένας ηθοποιός που χαίρεται όταν οι συνάδελφοί του είναι καλύτεροι απ’αυτόν.
Κ: Αυτό τώρα…. Αμφισβητήσιμο…. Όχι για σένα…. Όταν το ακούει κάποιος για κάποιον άλλο, μπορεί να πει πως είναι ψέμα.
Τ: Θέλω να είμαι τόσο καλός όσο οι συνάδελφοί μου αλλά θέλω να θες να είσαι καλύτερος γιατί το καλύτερος δεν υπάρχει. Το θέατρο είναι ομαδικό σπορ, δεν υπάρχει. Πρέπει να πάρεις απ΄τον άλλον για να δώσεις κι εσύ. Οπότε….
Κ: Απλά είναι μια συζήτηση που μπορεί κάποιος να την πει πολύ εύκολα και να μην την εννοεί.. Δηλαδή πολύ εύκολο να το λέει κάποιος.
Τ: Όχι, όχι εγώ θα σου πω τι εννοώ Κυριάκο. Εννοώ ότι αν ακούσω ότι η Ιωάννα είναι καλύτερη από τον Τάσο στην παράσταση, θα χαρώ. Δεν θα με φθείρει καθόλου. Δηλαδή . Και το λέω πολύ ειλικρινά. Εγώ έχω καταθέσει αυτό που μπορώ, όσο μπορώ. Έχω δουλέψει πάνω σ’αυτό. Έχω κάνει τη δική μου προσπάθεια κι από κει και πέρα θα κριθεί η προσπάθεια.
Κ: Η ανταγωνιστικότητα που αναφέρεσαι έχει να κάνει με το ίδιο φύλο; Ίσως; Περισσότερο;
Τ: Εγώ πιστεύω ότι είναι θέμα χαρακτήρα. Αν είσαι ανταγωνιστικός, μπορεί να είσαι άντρας και να έχεις ανταγωνισμό με γυναίκα ή το αντίστροφο. Είναι θέμα χαρακτήρα.
Κ: Δεν πιστεύεις ότι είναι θέμα φύλου;
Τ: Όχι, όχι, όχι. Σίγουρα…. Συγγνώμη στις γυναίκες τις οποίες τις αγαπάω πάρα πολύ, πάρα πάρα πολύ και τις θεωρώ και ανώτερο είδος από εμάς. Θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε πολύ μεγάλη συζήτηση γύρω από το συγκεκριμένο κομμάτι, είναι οι ρουφιάνες….
Κ: Το λες για να φέρεις γυναίκες στο θέατρο….
Τ: Όχι, όχι, όχι! Μωρέ… Μπορεί. Μακάρι. Ελάτε. Ελάτε και πάρτε και τους άντρες σας μαζί. Όχι αλλά οι γυναίκες είναι λίγο πιο…. Οι άντρες τα βρίσκουμε λίγο πιο εύκολα μεταξύ μας.
Κ: Δηλαδή αν σου δινόταν η ευκαιρία να ξαναγεννηθείς, θα ήθελες να ήσουν γυναίκα;
Τ: Έ, έτσι όπως το θέτεις, όχι. Άντρας θα ήθελα να ξαναγεννηθώ για να χαίρομαι τις γυναίκες.
Κ: Χαχα οκ, λοιπόν. Συνεχίζεται και το «Έγκλημα και τιμωρία».
Τ: Ναι, το παρουσιάζουμε στα σχολεία. Σε Γυμνάσια και Λύκεια. Είναι πολύ ευχάριστο αυτό.
Κ: Πάτε εκεί;
Τ: Όχι, έρχονται σε μας στο Altera Τα πρωινά. Και είναι πολύ ωραία εμπειρία γιατί βλέπουμε πόσο πιάνει αυτό το κείμενο και αυτή η παράσταση, η συγκεκριμένη τον κόσμο ακόμα και παιδιά 15 με 17 χρονών.
Κ: Από περιοχές;
Τ: Από παντού. Κατά κύριο λόγο Αθήνα. Μιλάμε στην ευρύτερη περιοχή.
Κ: Πώς ανταποκρίνεται το συγκεκριμένο κοινό στο κείμενο του Ντοστογιέφσκι;
Τ: Εξαιρετικά. Κι αυτό μας έκανε εντύπωση γιατί το ξεκινήσαμε από πέρσι και συνεχίζεται και φέτος και είναι πολύ πολύ θερμή η ανταπόκριση από τα παιδιά και χαιρόμαστε πολύ γι’αυτό.
Κ: Επιστρέφοντας στον Άμλετ. Υπάρχουν σύγχρονοι Άμλετ στο σήμερα;
Τ: Ε, μπορεί να υπάρχουν. Εσύ δεν είσαι ένας Άμλετ;
Κ: Εγώ, όχι.
Τ: Τι δεν είσαι ένας;Κ: Αυτός ήταν απ’την Δανία…
Τ: Δεν είσαι απ’την Δανία; Είσαι απ’τον Πειραιά σαν κι εμένα αλλά κι εσύ κρύβεις αμλετικά στοιχεία, κι εγώ κρύβω αμλετικά κι ο Λεμπεσόπουλος κρύβει αμλετικά, κι ο Κατσαφάδος κρύβει αμλετικά, όλοι έχουμε γιατί είναι ένας τόσο σπουδαίος και μεγάλος ρόλος ο οποίος περικλείει τα πάντα. Και βέβαια υπάρχουν.
Κ: Ο Σαίξπηρ ήταν ένας ή όχι;
Τ: Ο Σαίξπηρ ….
Κ: Θέλω να απαντήσεις με σιγουριά.
Τ: Δεν μπορώ να το απαντήσω εγώ με σιγουριά. Ήταν ένας γιατί όπως έχουμε στο μυαλό μας τους αγίους έτσι κι εμείς στο θεατρικό χώρο τον Σαίξπηρ. Είναι από αυτούς τους αγίους. Και θα θέλαμε να διατηρεί τη μοναδικότητά του.
Κ: Όπως κι ο Όμηρος επίσης ήταν ένας;
Τ: Επίσης δεν θέλουμε να πιστεύουμε σε ένα πρόσωπο έτσι το οποίο το έχουμε κάπως στο μυαλό μας από κάποια σκίτσα και από κάποια αυτά, θα θέλαμε να είναι ένας.
Κ: Πριν τελειώσουμε, υπάρχει κάποιο έργο που θέλεις πολύ να κάνεις και δεν το’χεις κάνει. Κάποιο έργο που έχεις στο μυαλό σου που θες πολύ να κάνεις κι ακόμη δεν το’χεις κάνει;
Τ: Όχι. Ήθελα να κάνω πάρα πολύ τον Άμλετ, και το δηλώνω αυτό, ευθαρσώς που λένε. Ήθελα να κάνω πολύ τον Ρασκόλνικοφ, τον οποίο τον έκανα και χαίρομαι που αξιώθηκα και τους έκανα. Και πλέον είμαι πολύ πολύ πραγματικά γεμάτος. Το μόνο που αποζητώ πλέον είναι καλές – αυτό το αποζητούσα πάντα – συνεργασίες με ανθρώπους που σέβομαι, αγαπώ, εκτιμώ, θαυμάζω.
Κ: Θα δούλευες και κάπου που δεν θα ήσουν πρωταγωνιστής;
Τ: Βεβαίως. Και βέβαια.
Κ: Εννοώ εδώ.
Τ: Εννοείται. Το επόμενο που θέλω να κάνω είναι να έχω έναν πολύ μικρό ρόλο μετά κι από το επόμενο να έρχομαι και να μην έχω κι όλο αυτό το βάρος – γιατί είναι βάρος το πρωταγωνιστιλίκι. Το πρωταγωνιστιλίκι σημαίνει ότι πρέπει να σηκώνεις στις πλάτες σου ένα ολόκληρο έργο μια ολόκληρη χρονιά.
Κ: Μήπως όμως και το να μην είσαι, είναι κι αυτό βάρος;
Τ: Όχι, όχι. Ίσα ίσα ξεκούραστα είναι και θα χαρώ και τα παιδάκια μου λίγο περισσότερο. Πάντα με την ίδια προσήλωση.
Κ: Το βάρος που το ρίχνεις; Αποτυπώνεται στο του 24ωρου πώς; Το βράδυ δηλαδή κοιμάσαι καλά;Τ: Έχω να κοιμηθώ καλά εδώ και 13 χρόνια από τότε που άρχισα να δουλεύω στο χώρο τον θεατρικό.
Κ: Δηλαδή πριν κοιμηθείς, σκέφτεσαι την επόμενη μέρα ας πούμε;
Τ: Ε, βέβαια.
Κ: Το πρωί που ξυπνάς;
Τ: Και την προηγούμενη μέρα, και την επόμενη μέρα και το πρωί που ξυπνάς τα σκέφτεσαι αυτά και ευτυχώς εγώ έχω δύο ξυπνητήρια, τρία ξυπνητήρια τα οποία είναι πολύ δυνατά και τα οποία δεν είναι άλλα από τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου.
Κ: Ναι, πέρα απ’αυτό.
Τ: Ε, αυτό είναι το σπουδαιότερο. Δηλαδή εκεί έρχεται η ισορροπία σε μένα. Ενδεχομένως εάν δεν είχα τη Θάλεια και τα παιδιά μπορεί να ήμουν ένας – το έχω ξαναπεί αλλά μπορεί και να ισχύει – μπορεί να ήμουν ένας μέθυσος Τζακ Σπάρροου, ένας θεατρικός Τζακ Σπάρροου. Όχι επί σκηνής.
Κ: Υπάρχουν πολλοί στο χώρο (χαχα)
Τ: Υπάρχουν.
Κ: Δεν χρειάζεται να ήσουν κι εσύ.
Τ: Μπορεί όμως να ήμουν. Το πιθανότερο θα ήταν.
Κ: Και κάτι τελευταίο, γιατί πρέπει να πας και να παίξεις. Όταν έχεις έναν τόσο σημαντικό ρόλο, πόσο σε επηρεάζει στην καθημερινότητά σου, οι συνειρμοί ας πούμε… Όχι να σκέφτεσαι σαν Άμλετ, αλλά τι θα έκανε ο Άμλετ εδώ; Θα έκανε αυτό; Θα έκανε εκείνο;
Τ: Εντάξει, όσο και να υποστηρίξεις ότι μπορείς να έχεις την αυτοτέλειά σου και να την διατηρήσεις και την ψυχική σου ηρεμία, όταν λες κάποια συγκεκριμένα λόγια – μόνο να τα λες – κάθε μέρα, αυτό σε επηρεάζει. Και φυσικά όταν είναι μια δουλειά απαιτήσεων, αρχίζεις και κουράζεσαι και σωματικά.
Κ: Δηλαδή μπορεί μες τη μέρα να απαντήσεις ως Άμλετ;
Τ: Όχι, ως Άμλετ δεν πρόκειται να απαντήσω αλλά η διαδικασία της σκέψης μου να περάσει μέσα από μια διαδικασία αμλετικής σκέψης.
Κ: Α, τι θα έλεγε ο Άμλετ. Τι θα έκανε.
Τ: Βεβαίως, βεβαίως. Με κάθε ρόλο που καταπιάνεσαι, σου αφήνει το στίγμα του.
Κ: Και οι ρόλοι οι προηγούμενοι, φεύγουν ή εμφανίζονται;
Τ: Εμφανίζονται. Τους κουβαλάς. Είναι πλέον τατουάζ πάνω στην ψυχή σου. Ψυχικά τατουάζ.
Κ: Κι αν κάποιον ρόλο δεν θες να τον έχεις ποτέ στο μυαλό σου;
Τ: Αν έχεις προσπαθήσει να τον κατανοήσεις και δεν τα’χεις καταφέρει, τον βάζεις σε ένα βάθρο και τον κοιτάζεις με περιέργεια και συνεπιχειρείς να …
Κ: Εφιάλτης σου’ρχεται ο ρόλος;
Τ. Όχι, όχι ευτυχώς…
& Αναλυτικές πληροφορίες για τον “Άμλετ” ΕΔΩ:
&& Ο Τάσος Ιορδανίδης και η Ιωάννα Παππά θα συνεργαστούν ξανά στο «Φράνκι και Τζόνι» του Τέρενς ΜακΝάλι από 21 Δεκεμβρίου. Η παράσταση θα παίζεται Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στο Altera Pars σε μετάφραση και σκηνοθεσία του Γιώργου Σκεύα.
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 8/12/2018
Επιμέλεια: Δώρα Μπαρουτάκη