31.1 C
Athens
Τετάρτη, 18 Ιουνίου, 2025

Από κοντά με τον Darren Aronofsky για το “Μother!” ! Μια ερώτηση, μια απάντηση, πολλές “MHT(έ)ΡΕΣ”

Τίτλοι τέλους. Παύση. Χειροκρότημα. Παύση. Χειροκρότημα ξανά. Enter οn stage: Darren Aronofsky. Oι παύσεις μαρτυρούν αυτό που πάντα βιώνει κανείς στις ταινίες του Aronofsky (σ.σ. όπως τα Requiem for a Dream, The fountain, Black Swan). Ανεξάρτητα αν λάτρεψες την ταινία του. Ανεξάρτητα αν την μίσησες.

Τo «θέαμα» είναι μια σχεδόν σωματική εμπειρία. Η ψυχική υπερένταση είναι σύμφυτη με ένα μούδιασμα και «Μητ(έ)ρες» είναι οι γροθιές του εγκεφαλικού οίστρου του σκηνοθέτη-σεναριογράφου Aronofsky.

Στο πατροπαράδοτο Q & A (questions and answers) που ακολουθεί της προβολής της κάθε ταινίας, οι θεατές του Φεστιβάλ του Τορόντο (TIFF) έχουν την σπάνια ευκαιρία να κάνουν ερωτήσεις στους συντελεστές της ταινίας.

Το να κάνεις μια από τις συνολικά 3-4 ερωτήσεις είναι πραγματικά αξία ανεκτίμητη και μεγάλη τύχη – και ακόμα μεγαλύτερη το να ρωτάς πρώτος καθώς η απάντηση είναι πιο εκτενής. Είχα την τύχη να ρωτήσω πρώτος. H επιλογή της ερώτησης μου ήταν  αυθόρμητη και σχεδόν εύκολη – αναφορική τόσο με το «Mother!» όσο και ευρύτερα με τον καλλιτέχνη Aronofsky. Η απάντηση αφορά τον κάθε καλλιτέχνη αλλά και τον κάθε θεατή. Nα σημειωθεί ότι στο επόμενο άρθρο για το TIFF και την ταινία «Submergence» έχουμε ακόμα μια αποκλειστική ερώτηση και απάντηση, από τον κορυφαίο Γερμανό σκηνοθέτη Wim Wenders.

Iωάννης Μακρόπουλος: «Φοβάσαι καμία φορά όταν γράφεις ή σκηνοθετείς κάτι ότι “αυτή η σκηνή είναι υπερβολική”;»

Darren Aronofsky: «Ξέρεις είναι ενδιαφέρον, είναι πολύ ενδιαφέρον γιατί τώρα κάνω και όλες αυτές τις συνεντεύξεις τύπου… αλήθεια αν ανοίξεις μια εφημερίδα αλλά εστιάσεις και σκεφθείς τι γίνεται στον κόσμο, αυτά για τα οποία γράφουν κάποιοι θαρραλέοι δημοσιογράφοι, σε οποιοδήποτε κομμάτι της στήλης με τα άρθρα – είναι αλήθεια σμπαράλια (ο κόσμος). Και υπάρχουν πολλά τρελά πράγματα που συμβαίνουν και δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάτι στην ταινία που είναι έστω κατά διάνοια εξίσου τρελό με αυτά που θα βρεις στην εφημερίδα που παίρνεις κάθε μέρα. Η διαφορά είναι ότι εγώ κολλάω σε αυτό αστέρες του κινηματογράφου και έτσι είναι εφικτή μια ταύτιση που την νιώθεις στο πετσί σου και αυτό είναι κάτι πολύ έντονο όταν σου έρχεται ακριβώς στα μούτρα… (…) Εξερευνάς το σκοτάδι για να αποκαλύψεις το φως και αν κόψεις από το σκοτάδι, υπονομεύεις το μήνυμα του εκάστοτε υλικού. Αυτό προσπάθησα να κάνω και εδώ, να δείξω πώς συμπεριφερόμαστε στις “μητέρες μας” και να το βάλω μπροστά μας για να καθρεφτιστούμε σε αυτό…» (ολόκληρη η συνέντευξη στο βίντεο που ακολουθεί).

Όντας ο ίδιος σκηνοθέτης και ηθοποιός, δεν θέλω να κάνω κριτική στην ταινία του Aronofsky και τις ερμηνείες των Jennifer Lawrence, Javier Bardem, Michelle Pfeiffer και Ed Harris στους παρωχημένους άξονες «καλού-κακού» και «1 έως 5 αστεράκια». Ως σκηνοθέτης όμως, δεν μπορώ παρά να εκθιάσω τα αρκετά εκτενή μονοπλάνα στα οποία δεν μας έχει συνηθήσει ο Aronofsky. Το ρίσκο του να ξεφύγει από το πιο προσφιλές του, γρήγορο μοντάζ, έρχεται και δένει με το είδος της ταινίας αλλά όχι μόνο.

Όπως μας είπε ο ίδιος ο Aronofsky, απόφαση του ήταν να σκηνοθετήσει την όλη ταινία του μέσα από τρεις μόνο γωνίες – όλες τις πρωταγωνίστριας Lawrence – «Ή βλέπεις αυτό που εκείνη βλέπει, η βλέπεις κάτι πάνω από τον ώμο της, ή βλέπεις την ίδια».

Πρέπει να γίνει μια αναφορά επίσης το θεολογικό- μυστικιστικό υπόβαθρο της ταινίας. Όπως είπε ο Aronofsky πήρε το βιβλίο της «Γένεσης» από την Παλαιά Γραφή και λίγο-πολύ απάνω εκεί στήριξε το μισό σενάριο του. Χωρίς να κάνω τοποθέτηση προϊόντος, όποιος έχει διαβάσει το μοναδικό βιβλίο «Θεολογία και μυστικισμός στον σύγχρονο αμερικανικό κινηματογράφο» της Ε. Σταματοπούλου για τους Woody Allen, Joel & Ethan Coen και τον Aronofsky φυσικά, μπορεί να καταλάβει ακριβώς πώς εκμεταλλεύτηκε για ακόμα μια φορά τα βιβλικά αρχέτυπα ο Aronofsky.

Όποιος δεν το έχει διαβάσει αξίζει να το κάνει. Η πανίσχυρη σπονδυλική στήλη που προσφέρουν αυτά τα αρχέτυπα, διευκολύνει τον Aronofsky εν προκειμένω στο να πειραματιστεί απρόσκοπτα, αφού έχει εξασφαλίσει την δομή της ιστορίας του – ένα παράδειγμα που θα ήταν οφέλιμο σε πολλούς αν όχι σε κάθε, Έλληνα σεναριογράφο ή σκηνοθέτη.

Δεν ξέρω αν κάποιος που λατρεύει ή μισεί τα «Requiem for a Dream» και «Black Swan» θα απογοητευτεί ή θα εκπλαγεί ευχάριστα από το «Mother!». Η ταινία πιάνει μια ευρεία γκάμα θεμάτων. Συνδυάζει κινηματογραφικά είδη και αισθητικές, που σίγουρα κάνουν τα μέγιστα για να υπηρετήσουν τον απότερο στόχο του Aronofsky. Όπως απάντησε σε μια από τις τελευταίες ερωτήσεις του έγιναν, θέλει «την κάθε ταινία του, αν δεν την αγαπάει κάποιος, τουλάχιστον να την μισεί».

Tου Ιωάννη Μακρόπουλου, 15/9/2017

Επιμέλεια άρθρου: Χάρης Κεχαγιάς

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Σχετικά Άρθρα

Τελευταία Άρθρα