Το Θέατρο Κάτω απ την Γέφυρα συμπληρώνει φέτος είκοσι χρόνια λειτουργίας. Είκοσι χρόνια αγωνίας, δημιουργίας, αυτοπροσδιορισμού και επαναπροσδιορισμού σύμφωνα με τον ιδρυτή και ψυχή του θεάτρου Νίκο Δαφνή.Έναν άνθρωπο ο οποίος πάλεψε με το τέρας του δημοσίου, τους προστάτες της νύχτας, την αδιαφορία κάποιων φίλων άλλα που ποτέ δεν πρόδωσε το όραμά του αλλά και τα πιστεύω του.
Ένας πραγματικός μαχητής με βαθύ αίσθημα αφοσίωσης στην τέχνη που υπηρετεί και σε ιδανικά βγαλμένα απο αλλοτινές, πιο γνήσιες και πιο καθαρές, εποχές. Ο Νίκος Δαφνής κάνει μαζί μας έναν απολογισμό της τελευταίας 20ετίας και ξεκινάει να μετράει για τα επόμενα 20 σε μιά συζήτηση ουσιαστική και ειλικρινή.
-Φέτος το Θέατρο Κάτω απ την Γέφυρα συμπληρώνει 20 χρόνια λειτουργίας. Τι σημαίνει αυτό το θέατρο για εσάς;
20 χρόνια αγώνα και αγωνίας. 20 χρόνια όνειρα. 20 χρόνια αυτοπροσδιορισμού, εμπειρίας και μετά … επαναπροσδιορισμού. Στα επόμενα 20, θα ωριμάσω κι όλας.
-Πως ξεκίνησε αυτή η περιπέτεια; Τι αναμνήσεις έχετε από τα πρώτα εκείνα χρόνια;
Αύγουστος του ’96. Όλος ο κόσμος στις παραλίες κι εγώ να ψάχνω να βρω ένα χώρο, για να τον κάνω … θέατρο. Τότε, ο Πειραιάς είχε μόνο το «Αυλαία» και το σεισμόπληκτο Δημοτικό. Περπατώντας και ρωτώντας έφτασα στην Κατερίνα τη Σκλεπάρη, πρόεδρο του Γ΄ Διαμερίσματος του Δήμου και εξαιρετικά δραστήριο άτομο. Μου έδειξε το χώρο, μου μίλησε για την επιθυμία της να τον αξιοποιήσει και για την άρνηση του Δήμου να την βοηθήσει. Της είπα ότι θα μπορούσα να το κάνω εγώ, αρκεί να μην εμπλακεί … το δημόσιο. Δέχτηκε και έκανα πρόταση στο Δήμο να το νοικιάσω σαν ιδιώτης. Ακολούθησε η δημοπρασία, τα συμβόλαια κ.λπ. Όμως υπήρχε και μια «λεπτομέρεια»: Ο χώρος, δεν είχε άδεια οικοδομής (!!!). Το έμαθα τυχαία πολύ αργότερα, όταν πια δεν υπήρχε και τρόπος … «διαφυγής». Για την ιστορία: Το θέατρο νομιμοποιήθηκε πριν λίγους μήνες. Όλα αυτά τα χρόνια λειτουργούσε παράτυπα, επειδή κανείς δεν μπορούσε να φαντασθεί ότι ο ίδιος ο Δήμος, θα νοίκιαζε σ ένα ιδιώτη΄ν ένα … αυθαίρετο.
– Παράλληλα, ήσασταν από τους ιδρυτές του “Θιάσου 81”. Ενός από τους πρώτους συνεταιριστικούς θιάσους στον χώρο που ασχολήθηκε με το παιδικό θέατρο. Τι θυμάστε από εκείνη την ομάδα;
Ήταν μια κολεκτίβα, που «έζησε» δυο δεκαετίες. Κι αν γινόταν δεκτή η πρότασή μου να ιδρύσουμε μαζί το θέατρο Κάτω απ’ τη Γέφυρα, θα είμαστε ακόμα μαζί. Δυστυχώς, φοβήθηκαν τον Πειραιά κι έτσι αναγκάστηκα το ‘98 να αποχωρήσω. Η ομάδα διαλύθηκε μετά από τέσσερα χρόνια. Νομίζω ότι ήταν πρότυπο συνεταιρισμού. Οι αρμοδιότητες κατανέμονταν με ομόφωνες αποφάσεις και κανένας δεν μπερδευόταν στη δουλειά του άλλου. Στις μηνιαίες συνελεύσεις συναποφασίζαμε για όλα. Κρατάγαμε και «πρακτικά». Δεν επιτρεπόταν να παίζουμε αλλού. Μια φορά μόνο το έκανα εγώ, επειδή ήθελα να παίξω ένα ωραίο ρόλο με το Ληναίο και υποχρεώθηκα, να δίνω στον ταμία μας ένα ποσό ίσο με το «βασικό», για να πληρώνει τον ηθοποιό που με αντικατέστησε. Ευτυχώς, έπαιρνα περισσότερα)
– Γέννημα θρέμμα Πειραιώτης αποφασίζετε να κάνετε το δικό σας θέατρο στον Πειραιά. Δεν σας φόβισε να το δημιουργήσετε εκτός “θεατρικής ζώνης”; Έρχεται ο θεατρόφιλος στο Ν. Φάληρο εύκολα για να παρακολουθήσει μια παράσταση;
Υπάρχει μια φράση του Kennedy που έχει σημαδέψει τη ζωή μου: Μη ρωτάς τι κάνει η πατρίδα σου για σένα, αλλά τι κάνεις εσύ γι’ αυτή. Το θέατρο «Κάτω απ’ τη γέφυρα», είναι αυτό που μπόρεσα εγώ να κάνω, για την πόλη που γεννήθηκα, μεγάλωσα και ζω. Είναι η πόλη ΜΟΥ και την αγαπώ. Δυστυχώς όμως, ο Kennedy δεν έχει υποστηρικτές στο Πειραιά και (ειδικότερα) στο Ν. Φάληρο. Τι δεν καταλάβατε;
– Ποιες ήταν οι σημαντικότερες δυσκολίες που συναντήσατε αυτά τα 20 χρόνια;
Αρχικά οι «προοδευτικοί» Φαληριώτες, που γκρίνιαζαν επειδή ένας ιδιώτης «επιχειρηματίας» (!!!) ΘΑ βγάζει λεφτά (!!!!) από ένα δημοτικό (;;;) χώρο. Μετά οι πρεζέμποροι που είχαν στήσει εκεί τα … «μαγαζιά» τους και τα έκλεισαν. Όταν έγινε η «μουσική σκηνή», οι … «προστάτες». Αργότερα κάποιοι που ήθελαν να το κάνουν σκυλάδικο κι όταν αρνήθηκα να φύγω, μας έβαλαν φωτιά (Ιούνιος του 07). Τελευταία, μια «ομάδα σκοπευτών», που ήθελαν να το κάνουν κλειστό σκοπευτήριο. Τα παραπάνω ήταν δυσκολίες-«σταθμοί», αλλά ξεπεράστηκαν. Η αδιαφορία όμως παλιών φίλων και συνοδοιπόρων, που κάποτε ορκιζόμαστε ότι θα φτιάξουμε τον κόσμο και δεν έχουν έρθει ΠΟΤΕ σε παράσταση, αυτή δεν ξεπερνιέται.
-Ποιες θεωρείτε τις πιο σημαντικές στιγμές που έχετε ζήσει σε αυτό το θέατρο;
Μα το να αντέξεις και να ξεπεράσεις τα παραπάνω, είναι πολύ σημαντικές στιγμές. Οι καλλιτεχνικές όμως «στιγμές» που θα ξεχώριζα ήταν το «Άνθρωποι και ποντίκια» (που ήταν απωθημένο από τη Δραματική σχολή) το «Γράμμα στον Ορέστη» (που έδωσε «ταυτότητα» στο θέατρο) το «Ανοιχτό ζευγάρι» (που μου έδειξε ότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την επιτυχία μιας παραγωγής) και οι «Πέντε σιωπές» (εντελώς αντιεμπορικού έργου, που πάει για τρίτο χρόνο με συνεχή sold out). Από τα έργα της «παιδικής» σκηνής, το «Συρανό» (εξαιρετική παράσταση, αλλά τεράστια εισπρακτική … αποτυχία) και το «Η ιστορία του γάτου που έμαθε σ’ ένα γλάρο να πετάει», του Σεπούλβεδα (που – απλά – το λατρεύω).
– Όλα αυτά τα χρόνια δεν εγκαταλείψατε ποτέ το παιδικό θέατρο. Τι σας προσφέρει αυτό αλλά και τι θέλετε να κερδίζουν τα παιδιά μέσα από τις παραστάσεις σας;
Πιστεύω στο «θέατρο για τα παιδιά» (προτιμώ αυτή τη διατύπωση). Κάποιοι με κατηγορούν ότι κάνω «στρατευμένο» θέατρο και μάλλον έχουν δίκιο. Εγώ πιστεύω στο θέατρο των ιδεών, των ιδανικών και της διαπαιδαγώγησης. Ελπίζω ότι μια καλή θεατρική παράσταση, μπορεί να διαμορφώσει τους αυριανούς (καλύτερους) θεατές, τους αυριανούς (καλύτερους) πολίτες, τους αυριανούς (καλύτερους) Ανθρώπους και έχω αρκετά παραδείγματα που το επιβεβαιώνουν. Για μένα, τα σκηνικά, τα κοστούμια, τα εφέ, ακόμα και το γέλιο, η «συμμετοχή», η (πολυφορεμένη τελευταία) «διαδραστικότητα» είναι ΕΡΓΑΛΕΙΑ κι όχι αυτοσκοπός. Είμαι περήφανος που πολλοί εκπαιδευτικοί (και όλο και περισσότεροι γονείς) ασπάζονται τις απόψεις μου και έχουν αναδείξει την «παιδική» μας σκηνή μας, μια από τις πιο αξιόπιστες του χώρας. Από την άλλη (και γιατί να το κρύψω άλλωστε) η «παιδική» μας σκηνή, χρόνια τώρα, είναι και ο βασικός χρηματοδότης όλων των άλλων δραστηριοτήτων μας.
– Θεωρείτε πολυτέλεια ή ανάγκη το θέατρο μεσούσης της κρίσης;
Δεν νομίζω ότι η κρίση επηρεάζει αρνητικά το θέατρο. Ιστορικά, σε περιόδους κρίσεων (και όχι μόνο οικονομικών) η προσέλευση των θεατών ήταν μεγαλύτερη. Απλά οι θεατές γίνονται πιο επιλεκτικοί και οι παραγωγές, λιγότερο σπάταλες. Τα ενοίκια των θεάτρων έπεσαν, οι τεράστιες αμοιβές (των πρωταγωνιστών) μειώθηκαν, όπως άλλωστε και οι τιμές των εισιτηρίων. Για μένα, που χρόνια τώρα μάχομαι τη «γκλαμουριά», που πάντα θαύμαζα το «θέατρο της λιτότητας και του ασκητισμού», που αναδεικνύει (χωρίς φκιασίδια και καμώματα) το ταλέντο, τη γνώση, τη μόρφωση, το ήθος και το όραμα νέων καλλιτεχνών, νέων ομάδων και ακόμα νέων εναλλακτικών χώρων καλλιτεχνικής δημιουργίας, αυτό δεν με χαλάει καθόλου.
Αυτό που με χαλάει, είναι το αντίκτυπο της κρίσης στον χώρο της εργασίας (κατάργηση κλαδικών συμβάσεων, ωρομίσθια απασχόληση κ.λπ.). Αυτό που με ενοχλεί είναι η εκποίηση της δουλειάς μας στη λογική του … τσάμπα. Τσάμπα προσκλήσεις από εδώ, τσάμπα από εκεί, δύο εισιτήρια στην τιμή του ενός, τρία στην τιμή των δύο, οκτώ στην τιμή των τριών, πάρτε κι ένα καφέ ή ένα μακό μπλουζάκι, εμείς θα δώσουμε ένα cd, το διπλανό θέατρο μια μακαρονάδα… Κι αυτό που με προσβάλει είναι το «κουτί» στην είσοδο και … «ό,τι προαιρείσθε».
– Πως βλέπετε το μέλλον του θεάτρου κάτω απ την γέφυρα; Έχετε σκεφτεί να παραδώσετε κάποια στιγμή τα ηνία, ίσως στην κόρη σας την Ελένη που φέτος παίζετε και μαζί;
Τώρα το μέλλον φαίνεται πιο αισιόδοξο. Το θέατρο έχει βρει τον βηματισμό του και όλα δείχνουν ότι περπατάει καλά. Αλλά κανείς δεν ξέρει τι του ξημερώνει. Όσο για την Ελένη – ηνίοχο, είναι μια δύσκολη και σύνθετη ερώτηση. Εγώ, βλέπεις, πάντοτε πίστευα στη συλλογικότητα. Αλλά όποτε προσπάθησα να λειτουργήσουμε σαν κολεκτίβα (με συμμετοχική δράση και αμοιβή) μετάνιωσα, γιατί αυτό είχε σαν αποτέλεσμα άλλοτε να δυσαρεστούνται κάποιοι κι άλλοτε να εξοντώνομαι από την προσπάθεια να πείσω την «ομάδα» για τα αυτονόητα. Τώρα είμαι σίγουρος. Το θέατρο, είναι ενός ανδρός (ή γυναικός) αρχή.Έτσι, αν πριν από λίγα χρόνια θα μπορούσα αμέσως να απαντήσω: «ΟΧΙ. Θα είναι μόνο η διευθύνουσα σύμβουλος του εταιρικού και … μέχρι εκεί», τώρα το θεωρώ μονόδρομο κι αυτό δεν το συσχετίζω με τη σχέση αίματος που έχουμε. Η Ελένη, έχει το ένστικτο, το πείσμα και την αυτοπεποίθηση του «τιμονιέρη». Είναι έξυπνη, ευγενής, μορφωμένη, εργατική και έντιμη. Και ασφαλώς ταλαντούχα. Την αυταπάρνηση όμως και την ανθεκτικότητα στις δυσκολίες (που θα την περιμένουν άφθονες όταν φύγω) πρέπει να τα βρει ΜΟΝΗ της. Ο πατέρας μου, μου άφησε για κληρονομιά μια φράση που αγαπούσε: Αν νομίζεις ότι είσαι γερό σκαρί, ψάξε τις γερές φουρτούνες, για να το σιγουρέψεις. Αυτή τη φράση θα της αφήσω κι εγώ όταν φύγω, μαζί με το «ΑΝ» του Κίπλινγκ. Αλλά μέχρι τότε… έχουμε καιρό.
– Με ποια κριτήρια επιλέγετε τις παραστάσεις που θα ανέβουν στο θέατρο;
Ανεβάζουμε έργα που θα μας δώσουν έμπνευση για μια καλή παράσταση. Μπορεί να είναι στρατευμένα, μπορεί και όχι. Ίσως κωμωδίες, ίσως δράματα. Το κοινό που εμπιστεύεται το θέατρό μας, είναι ένα κοινό σκεπτόμενο και απαιτητικό, που δεν βολεύεται με λιγότερο ουρανό, που αντιστέκεται και δρα. Προσπαθήσαμε να έχουμε τέτοιο κοινό και τώρα πρέπει να είμαστε αντάξιοί του. Πρέπει όμως να ξεκαθαρίσω κάτι. Παίρνω πολύ σοβαρά υπ’ όψη μου και τη βιωσιμότητα του θεάτρου. Γιατί εδώ οι ηθοποιοί … πληρώνονται και ασφαλίζονται. Αυτό το αυτονόητο, δεν είναι και τόσο αυτονόητο στο θέατρο. Ιδιαίτερα σήμερα. Έτσι, δεν μπορώ να κάνω έργα που να είναι πολυπρόσωπα, ή που να μην έχουν ρόλους που να μπορεί να παιχτούν από τους ηθοποιούς του βασικού κορμού του θεάτρου. Είναι δυνατόν κάποιος ηθοποιός να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια παραγωγή και ασήμαντο στην άλλη. Ή να παίζει σε μια παράσταση και την ίδια περίοδο κάνει πρόβες για μια άλλη. Αυτό αυξάνει τα εισοδήματα των εργαζομένων, και παράλληλα, μικραίνει το κόστος λειτουργίας του θεάτρου.
– Φέτος ανεβάζετε τις “Βρώμικες Ιστορίες” του Barrie Keefe. Μια σάτιρα με έντονο το στοιχείο της βωμολοχίας. Δεν σας φόβισε;
Η βωμολοχία στο συγκεκριμένο έργο, είναι «εργαλείο» που – δυστυχώς- δεν κατάφερα να αξιοποιήσω σαν σκηνοθέτης. Έτσι, ούτε να εξηγήσω μπόρεσα, ούτε να πείσω τους θεατές ότι η βρώμικη φρασεολογία των προσώπων-συμβόλων που σατιρίζει ο Barrie Keefe είναι πιο καθαρή απ’ την βρωμερή ψυχή τους. Και επειδή στο θέατρο δεν υπάρχουν υπότιτλοι που να εξηγούν τις προθέσεις του σκηνοθέτη και της παράστασης, αναλαβαίνω όλη την ευθύνη και μπορώ ειλικρινά να ομολογήσω: Όχι, δεν με φόβισε η βωμολοχία. Κι αυτό ήταν ένα από τα λάθη μου (και όχι το σοβαρότερο).
-Το έργο, παρότι γραμμένο σε άλλη δεκαετία, βρίσκει μεγάλη εφαρμογή στο σήμερα με έναν έντονα πολιτικό λόγο και μια ευθεία επίθεση στον καθωσπρεπισμό. Είσαστε πολιτικοποιημένος; Τι θέλετε να πείτε στον θεατή με αυτό το έργο;
Ναι, αυτό είναι το έργο. Μια ευθεία επίθεση στον καθωσπρεπισμό. Αυτό το «βγάλσιμο της γλώσσας» στην εξουσία, σε όσα μας θυμώνουν πολύ. Εγώ, βγήκα απ’ το σπίτι μου στα 11, στις μεγάλες διαδηλώσεις του 1963 για το 114. Πάντα, στο χώρο της κοινοβουλευτικής Αριστεράς (εξαίρεση όταν δεν πιανόταν το 3%). Έφτασε όμως το 37% του ‘15 και ένα ΟΧΙ που έγινε ΝΑΙ και … μπερδεύτηκα. Αυτή η πολιτική θολούρα που νοιώθω (και εύχομαι να μην κρατήσει πολύ) είναι και ο βασικός λόγος που το πολιτικό «μήνυμα» στις «Βρώμικες ιστορίες» φέτος, δεν ήταν τόσο καθαρό όσο στην πρώτη παράσταση του 2005. Τώρα η σαιζόν τελειώνει. Και αν ξεκαθαρίσω μέσα μου τα πράγματα, τότε και η παράσταση θα επανέλθει πιο «καθαρή» του χρόνου.
-Μετά από όλα αυτά τα χρόνια σκληρής δουλειάς και τη δημιουργία του δικού σας θεάτρου, έχετε κάποιον άλλον προσωπικό στόχο;
Ακούστε. Εγώ, μέχρι τώρα … τα έκανα σχεδόν όλα εδώ μέσα. Επέλεγα το ρεπερτόριο, σκηνοθετούσα, έπαιζα, έγραφα, διασκεύαζα, έκανα τα σκηνικά είχα την επιμέλεια των κοστουμιών, της μουσικής και είχα την οικονομική ευθύνη του θεάτρου. Τα πρώτα χρόνια έκανα και τον ταμία, το γραμματέα, τον οργανωτή και όποτε χρειαζόταν (και συχνά χρειαζόταν) έπαιρνα και τη σκούπα. Έκανα ακόμη, τον οδηγό του φορτηγού, έβαφα, σοβάτιζα, και (σπάνια ευτυχώς) ξεβούλωνα τις αποχετεύσεις και τακτοποιούσα τις αποθήκες. Τώρα θέλω σιγά-σιγά να αποσύρομαι και να έρχομαι στο θέατρο μόνο σαν θεατής. Στόχος μου είναι να βλέπω καλές παραστάσεις και να κρατήσω τα καθήκοντά μου, όπως αναφέρονται παραπάνω.
& Αναλυτικές λεπτομέρειες για τους συντελεστές και τις ημέρες της παράστασης ακολουθούν στον σχετικό σύνδεσμο:
– Των Βικτώρια Πέππα και Μπίκου Περικλή, 30/3/2017