Οι ήρωες του έργου «Πού να σου εξηγώ…στοιχειωμένη αθωότητα» ξεπηδούν από το χαρτί επί σκηνής Life n’ Art Theater, κάθε Κυριακή στις 21.15. Εδώ, η σκηνοθέτης κι οι ταλαντούχοι ηθοποιοί που ενσαρκώνουν αυτούς τους ήρωες, επιλέγουν την αγαπημένη τους φράση από το κείμενο κι εξηγούν τους λόγους.
Ένα δυνατό ψυχολογικό θρίλερ. Ιστορίες ανθρώπων που λυγίζουν κάτω από ακραίες καταστάσεις. Πώς μετατρέπονται από θύματα σε θύτες, χάνοντας ό,τι πολυτιμότερο έχουν…την αθωότητά τους. Το έργο αυτό τολμά να κοιτάξει τη ζωή κατάματα, να δώσει σάρκα κι οστά σε «αφανείς ήρωες», και δε διστάζει να θίξει κρίσιμα θέματα, όπως είναι η σεξουαλική κακοποίηση κι η ενδοοικογενειακή βία. Επιπλέον, με έναν τρόπο επικίνδυνα γοητευτικό πραγματεύεται πανανθρώπινα θέματα, τον έρωτα, την απογοήτευση, φτάνοντας μέχρι και την άρνηση του ίδιου του θανάτου. Μέσα σε ένα πλαίσιο ρετρό, ο φόβος, το κυρίαρχο ανθρώπινο ένστικτο, μετουσιώνεται σε ένα μεγάλο «θέλω».
Το «Πού να σου εξηγώ…στοιχειωμένη αθωότητα» επιστρέφει για 2η χρονιά με νέες ιστορίες, όλες ενωμένες σε μία. Κι αυτή η ιστορία μοιάζει σίγουρα με κάποια ιστορία που έχεις ζήσει. Αν όχι εσύ, κάποιος άλλος που σου μοιάζει. Μοιάζουμε μεταξύ μας οι άνθρωποι, ωστόσο, ποτέ δεν είμαστε ίδιοι. Υπάρχουν αυτά που μας ενώνουν, κι άλλα τόσα που μας χωρίζουν. Κάπου, στα μισά του δρόμου, βρίσκει ο ένας τον άλλο. Ούτε η Ζωή η ίδια γνωρίζει πόσο θα κρατήσει αυτό το σμίξιμο, για πόσο θα κρατήσει το Μαζί. Αναπάντεχη η ένωση, αναπάντεχος κι ο χωρισμός. Απρόσμενες οι εξελίξεις, ομιχλώδη τα μονοπάτια κι επίπονες οι επιλογές. Κάποιοι δεν τα καταφέρνουν. Αυτοί είναι οι ήρωες του «Πού να σου εξηγώ…στοιχειωμένη αθωότητα».
Ευτυχία Αργυροπούλου: «Τα μεγαλύτερα κακά που έχουν γίνει στην ανθρωπότητα, έγιναν γιατί δεν κατάλαβες ποτέ την ευαισθησία του διπλανού σου!». Οι άνθρωποι ξεχνάμε ότι ο «άλλος», ο διπλανός είναι ίδιος με μας, γελάει, κλαίει, πονάει, λυπάται, συγχωρεί, απογοητεύεται, ελπίζει, ακριβώς όπως εμείς και, μάλιστα, με τα ίδια ερεθίσματα. Στην προσπάθειά μου να καταλάβω γιατί κάποιοι άνθρωποι φέρονται με αγένεια ή είναι συναισθηματικά τσιγκούνηδες, την ίδια ώρα που άλλοι χαρίζουν ένα χαμόγελο με το παραμικρό κι είναι δοτικοί σε βαθμό που ζημιώνει τους ίδιους, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ένας αυστηρός αμυντικός μηχανισμός ενός πληγωμένου παιδιού είναι αυτό που κινητοποιεί τις δύο τόσο αντιφατικές συμπεριφορές.
Η αφετηρία ίδια κι εξίσου προβληματική, μόνο που οδηγεί σε διαφορετικές αντιδράσεις. Είναι αυτό που λέμε ότι κάποιος κλείνεται στον εαυτό του από φόβο μήπως πληγωθεί, όταν ένας άλλος κάτω από το σύνδρομο του καλού παιδιού προσφέρει τον εαυτό του στον άλλο για να ακούσει έναν καλό λόγο και να κερδίσει την πολυπόθητη αγάπη. Όπως και να έχει, και οι δύο κάποτε προδόθηκαν και τώρα προσπαθούν να προστατέψουν το πληγωμένο παιδί που κουβαλάνε μέσα στην ψυχούλα τους, με όποιο τρόπο θεωρούν καλύτερο. Αν ακούσουμε πραγματικά τον άλλον και προσπαθήσουμε να τον κατανοήσουμε αντί να τον κρίνουμε, να τον κατακρίνουμε και τελικά να τον απορρίψουμε γιατί δε μοιάζει σε εμάς, τότε ίσως να επουλώσουμε πραγματικά τις πληγές μας και υγιείς πια να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο, όλοι μαζί.
Ας προσπαθήσουμε να μπούμε στη θέση του άλλου. Είναι, μα την αλήθεια, τόσο εύκολο να βρεθούμε ξάφνου στη θέση του άλλου – όπως τονίζει και το έργο – κι η ζωή μας να αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη. Ας είμαστε, τουλάχιστον, προετοιμασμένοι. Οι δύσκολες μέρες που διανύουμε, η οικονομική κρίση, οι πρόσφυγες που καταφτάνουν καθημερινά στη χώρα, το τρομοκρατικό χτύπημα στο Παρίσι, ο πόλεμος που μας χτυπάει την πόρτα, έρχονται να επιβεβαιώσουν με το χειρότερο δυνατό τρόπο τα λόγια του έργου. Πιστεύω ακράδαντα ότι ο φόβος, και μόνο αυτός, ξυπνάει τα σκοτεινά μας ένστικτα και οδηγεί σε αποτρόπαιες πράξεις, ο φόβος για το άγνωστο που είναι απλώς ο «άλλος». Αν προσπαθήσουμε να τον ακούσουμε, αν σκύψουμε πάνω του με κατανόηση, τότε, ίσως, ανακαλύψουμε ότι ο «άλλος» είναι τόσο ίδιος με εμάς, ότι αυτό που φοβόμαστε το έχουμε μέσα μας.
Ο Σύριος πρόσφυγας που εγκαταλείπει το σπίτι του και διασχίζει τη θάλασσα με κίνδυνο τη ζωή του για να βρει ένα πιο ασφαλές σπίτι για τα παιδιά του, είμαστε «εμείς», και ο Τζιχαντιστής – Τρομοκράτης που βεβηλώνει, καταστρέφει μνημεία και αφαιρεί ανθρώπινες ζωές γιατί έτσι πιστεύει ότι θα φτιάξει έναν καλύτερο, πιο «αγνό» κόσμο – σπίτι για το δικό του παιδί, πάλι «εμείς» είμαστε. Ο Γάλλος που πέθανε στο κέντρο του Παρισιού, ο Σύριος ισλαμιστής που πέθανε στην πόλη Ράκα, ο Σέρβος που βομβαρδίστηκε στη Βοσνία, ο Ιρακινός στη Βαγδάτη, το παιδί της Αιθιοπίας, ο Έλληνας, όλοι εμείς είμαστε, τόσο ίδιοι και τόσο διαφορετικοί. Ας ακούσουμε τον διπλανό μας, ας τον αγγίξουμε, ας τον γνωρίσουμε για να πάψουμε να τον φοβόμαστε και να πάψει κι αυτός να μας φοβάται. Μόνο έτσι θα μειώσουμε τις διαφορές, μόνο έτσι θα καταφέρουμε να δημιουργήσουμε έναν κόσμο να μας αξίζει, να αξίζει σε όλους τους ανθρώπους, απ’ όπου και αν προέρχονται, σε ό,τι και αν πιστεύουν.
Κορίνα Οικονομάκη: Η αγαπημένη μου φράση από το έργο είναι εκείνη που λέει: «Το ξέρετε και εσείς, καμιά φορά ο άγνωστος σε καταλαβαίνει καλύτερα από τον γνωστό», γιατί, δυστυχώς, ενώ θα περίμενες να βρεις κατανόηση σ’ ένα πρόβλημα σου από τα αδέρφια σου, έναν παιδικό σου φίλο, έστω, έναν γνωστό σου που, αν μη τι άλλο, γνωρίζει δυο πράγματα για σένα και τη ζωή σου, τελικά, πολλές φορές, βρίσκεις παντελή αδιαφορία και μηδενική συναισθηματική στήριξη. Οπότε, προκειμένου να μοιραστείς το πρόβλημα σου με κάποιον και να βγάλεις από μέσα σου όλα όσα οι «γνωστοί» σου δεν είναι πρόθυμοι να ακούσουν, απλά ανοίγεσαι και βγάζεις τα εσώψυχα σου σ’ έναν άγνωστο που πιθανόν κάπου συνάντησες τυχαία.
Σε εκείνον που κάθεται δίπλα σου στο τραίνο πηγαίνοντας στη δουλειά ή εκείνον που κάθεται δίπλα σου στο παγκάκι στο πάρκο. Του λες, λοιπόν, όλα όσα σε βαραίνουν και διαπιστώνεις πως βρίσκεις μεγαλύτερη κατανόηση, προσήλωση, ενδιαφέρον από τον γνωστό. Γιατί; Για πολλούς λόγους. Ίσως επειδή στάθηκες τυχερός και βρήκες έναν άνθρωπο που είναι πρόθυμος να παραμερίσει για λίγο τα δικά του προβλήματα και να αφιερώσει λίγο χρόνο σε σένα, ίσως, επειδή, κι εκείνος βιώνει ένα πρόβλημα που μοιάζει με το δικό σου, ίσως, πάλι, επειδή απλώς δε σε γνωρίζει και δεν έχει τη διάθεση να σε κρίνει. Είναι ΑΓΝΩΣΤΟΣ και στον άγνωστο κάποιες φορές ανοιγόμαστε πιο εύκολα, χωρίς σκέψη ή δισταγμό, αν αυτό που πούμε θα παρεξηγηθεί ή όχι, γιατί με τον άγνωστο μπορούμε να μοιραστούμε άφοβα τις πιο βαθιές μας σκέψεις. Γιατί τον άγνωστο δεν πιστεύουμε ότι θα τον ξαναδούμε.
Ιωάννα Δαρμή: «Εκεί που είναι δώδεκα τα μεσάνυχτα και ζεις, πηγαίνει δώδεκα και τέταρτο και σταματάς να ζεις». Όταν διάβασα για πρώτη φορά τη φράση αυτή δε θέλησα να συνεχίσω παρακάτω. Μου γεννήθηκε η επιθυμία να επεξεργαστώ το νόημά της. Κάποιες φορές σ’ αυτό το σύντομο ταξίδι της ζωής μας ενδέχεται να προκύψουν πολύ άσχημα γεγονότα, καταστάσεις όπου ο χρόνος χάνει τη σημασία του. Αρκεί μια εικόνα ή μια πράξη, ένα τηλεφώνημα ή μια είδηση, αρκεί ένα τυχαίο γεγονός για να μας αλλάξει τη ζωή. Να της δώσει νόημα ή να την ισοπεδώσει. Η συγκεκριμένη φράση αναφέρεται σε ένα μόλις τέταρτο, κοινώς δεκαπέντε λεπτά, διάστημα που μοιάζει ανάξιο λόγου συγκριτικά με τον χρόνο που τρέχει μπροστά αστείρευτος. Φτάνει ένα τόσο δα μικρό διάστημα για να μετατραπεί η ζωή σε ένα αέναο βασανιστήριο.
Άννα Μωραϊτου: «Η ζωή σας μπορεί να αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη». Αυτή η φράση εκφράζει μια θεμελιώδη αλήθεια. Όλοι μας σχεδιάζουμε, δρομολογούμε τη ζωή μας με βάση τα εκάστοτε δεδομένα μας, τις πιο βαθιές και ουσιώδεις επιθυμίες μας και τα όνειρά μας, χωρίς, όμως, να υπολογίζουμε το απροσδόκητο. Από τη μια στιγμή στην άλλη μπορεί να βιώσουμε οτιδήποτε. Από ένα ανείπωτο και βαθύ τραύμα έως και το θαύμα. Για όλα όσα έχουν έρθει, αλλά και γι’ αυτά που έπονται, λοιπόν, ας έχουμε πάντα για ασπίδα ένα χαμόγελο γεμάτο ευγνωμοσύνη, προσμονή, δύναμη και ελπίδα.
Ίλια Παππά: «Μου είπαν να χαμογελάω, αλλά να μη μιλάω πολύ για να μην τους κάνω ρεζίλι. Αυτό το ρεζίλι τί είναι, είναι τόσο κακό;»
Ποτέ μου δεν κατάλαβα με ποιον τρόπο ένας άνθρωπος μπορεί να γίνει ο ίδιος ρεζίλι ή να κάνει ρεζίλι τους άλλους, όταν απλά είναι ο εαυτός του! Όλοι είμαστε διαφορετικοί κι ο καθένας έχει τον δικό του, προσωπικό τρόπο έκφρασης. Κανείς δεν έπρεπε να έχει το δικαίωμα να εγχύσει στο σύστημα κάποιου, πως αυτό που κάνει ή αυτό που είναι, θα μπορούσε να προσβάλλει τους άλλους ή να τους ρεζιλέψει! Η καταπίεση και ο περιορισμός απέχουν μακράν από την εποικοδομητική κριτική και τη συμβουλή. Οι τελευταίες εμπεριέχουν τη στήριξη, τη φροντίδα, την έγνοια. Δεν μπορεί οι «δικοί σου» άνθρωποι να μην σε δέχονται με τα καλά και τα στραβά! Βέβαια, οφείλεις πρώτα να τα αποδεχτείς εσύ ο ίδιος.
Να αυτοσαρκάζεσαι και να ξέρεις ότι αυτό που κάνεις, ίσως, είναι ή δεν είναι και το πιο «φυσιολογικό»! Οι άνθρωποι που σε θέλουν στη ζωή τους, σέβονται, αγαπούν κι υποστηρίζουν οτιδήποτε «στραβό» θαρρείς πως κουβαλάς. Υποστηρίζοντας όλα τα παραπάνω, πώς ήταν δυνατό να μου περάσει απαρατήρητη αυτή η φράση του κειμένου; Η ηρωϊδα μου κι εγώ δεν βρίσκουμε «αυτό το ρεζίλι» κακό! Δεν το καταλαβαίνουμε! Δεν μας εκφράζει! Έχουμε και οι δύο την ανάγκη να μας ενθαρρύνουν, ώστε να εκφράζουμε ελεύθερα αυτό που είμαστε… Κι είναι, πράγματι, τόσο δύσκολο αυτό. Ιδίως στην εποχή μας! Ευτυχώς για μένα, τα πράγματα φτιάχνουν, για εκείνη, δυστυχώς, όχι. Ούτε για όσους δεν την αποδέχτηκαν τελικά.
Θανάσης Πατριαρχέας: “Λένε ότι ο χρόνος είναι το καλύτερο φάρμακο για όλα”… ή μήπως όχι; Άραγε όλα μπορεί να ξεχαστούν κάποια στιγμή; Και όταν κάποια πράγματα δεν θέλεις να τα ξεχάσεις; Όταν η πληγή που έχει μείνει πάνω σου δε θέλεις να σβηστεί, αλλά να μείνει εκεί για να την κοιτάς και να θυμάσαι; Δυστυχώς ακόμα και τότε ο χρόνος έρχεται και φθείρει. Φθείρει συναισθήματα, φθείρει τον ίδιο τον πόνο, κι ακόμα κι αν δε μπορεί να “γιατρέψει” μια πληγή, σίγουρα μπορεί να απαλύνει τα σημάδια της. Τότε ακόμα κι ο χρόνος αρνείται να διαγράψει τις μνήμες από το μυαλό. Βέβαια στην περίπτωση μιας τόσο μεγάλης απώλειας όπως είναι ο χαμός ενός παιδιού που βλέπουμε στο «Που να σου εξηγώ», τα πράγματα δεν είναι και τόσο απλά. Ο ήρωας που υποδύομαι «φεύγει» και μια μάνα μένει πίσω να θυμάται… Και κανένας χρόνος να μη γίνεται “γιατρός”. Ίσως τότε μια άλλη φράση του έργου να γίνεται το φάρμακο… “Όλα ζουν αν τα θυμάσαι”.
Παναγιώτα Χαϊδεμένου: “Μεγάλοι φονιάδες τα λόγια μερικές φορές από μικρούς ανθρώπους”. Λέξεις. Μερικά γράμματα στη σωστή σειρά και ο “φόνος” έχει γίνει. Ένας φόνος χωρίς αίματα, χωρίς λεκέδες. Ένας φόνος αφοπλιστικά “αθώος” με τόσο μεγάλη ενοχή. Τα λόγια τους πληγώνουν τους ανθρώπους. Τα λόγια που δε σκέφτεσαι μπορεί να καταστρέψουν ολόκληρες ζωές. Κι αυτό που «κόκαλα τσακίζει» όπως λέγαν οι παλιοί μπορεί στ’ αλήθεια να σε τσακίσει σε λίγα μόνο δευτερόλεπτα. Κάπως έτσι “τσάκισαν” και την ψυχή της ηρωϊδας που υποδύομαι στο «Που να σου εξηγώ». Ήσυχα, αβίαστα και αθόρυβα. Με φαγητά γλυκά και λέξεις πικρές. Με λέξεις φασαριόζες καλυμμένες πίσω από μία ένοχη σιωπή. Όχι, να μη σιωπούμε. Οι άνθρωποι πρέπει να μιλάμε μεταξύ μας. Να μοιραζόμαστε και να ακούμε ο ένας τον άλλον. Να λες «ευχαριστώ» και «συγνώμη» κι άσε τις λέξεις τις βαριές γι’ αυτούς που τις αντέχουν. «Μια καλή κουβέντα» αξίζει στον καθένα.
& Αναλυτικές λεπτομέρειες για τις ημέρες και τους συντελεστές της παράστασης: ” Που να σου εξηγώ…στοιχειωμένη αθωότητα” μπορείτε να βρείτε εδώ: http://www.all4fun.gr/fun/theater/11906-q-q-life-nart-theater.html
Επιμέλεια: Βλάρα Αλεξία, 4/12/2015