Aπό την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η συγκεκριμένη παραγωγή προκάλεσε το δικαιολογημένο ενδιαφέρον του κοινού, το οποίο μάλιστα αποτυπώθηκε και μέσα από τις μετρήσεις στο διαδίκτυο.Το “Βραχιόλι της φωτιάς” είναι μια από τις σειρές που ξεχώρισαν τη φετινή τηλεοπτική σεζόν και ο σκηνοθέτης της Γιώργος Γκικαπέππας μίλησε στο All4fun για το συγκεκριμένο εγχείρημα, αλλά και για τα επόμενα του σχέδια.
– To να σκηνοθετείς σειρές εποχής είναι δική σου επιλογή ή απλά σου έχουν προκύψει;
Η αλήθεια είναι ότι έχουν προκύψει αλλά δεν σου κρύβω ότι μου αρέσει πολύ το «εποχής». Όχι πάντως για τα σκηνικά ή τα κοστούμια κλπ. Σε μια σειρά εποχής καταπιάνεσαι με καταστάσεις και χαρακτήρες που είναι καθαροί από σύγχρονα περιτυλίγματα. Δουλεύεις δηλαδή με πιο πρωτογενή υλικά και αυτό σου δίνει μια κατεύθυνση αυθεντικότητας που σε βοηθάει να κοιτάξεις πιο πυρηνικά μέσα στους ήρωες. Είναι σα να προσπαθείς να ανακαλύψεις το σήμερα κοιτώντας πίσω, να κοιτάξεις το μεδούλι και όχι το παραπλανητικό κέλυφος. Και εκεί βλέπεις τις διαφορές αλλά και τις μεγάλες ομοιότητες. Συνειδητοποιείς δηλαδή ότι αν αφαιρέσεις τους σύγχρονους παραμορφωτικούς φακούς, οι ήρωες άλλων εποχών είχαν να αντιμετωπίσουν συνθήκες, που εμείς μπορεί να αγνοούμε σήμερα, αλλά χάρις σε αυτές κινητοποιούσαν δυνάμεις που κρύβονται και σήμερα μέσα μας αλλά μπορεί να κοιμούνται. Και αυτό σε γοητεύει, σε κάνει να αναρωτιέσαι αλλά και σε κάνει καλύτερο άνθρωπο. Επίσης στις σειρές εποχής υπάρχει όλη αυτή η αίσθηση της μυθιστορηματικό-τητας, που εμένα προσωπικά με εμπνέει πάρα πολύ.
– Τι σου κίνησε περισσότερο το ενδιαφέρον στο “Βραχιόλι της Φωτιάς”;
Δύο στοιχεία. Πρώτον, το ότι είχα να κάνω με μια οικογένεια και όχι με έναν ή δύο κεντρικούς χαρακτήρες, με μια οικογένεια που αλλάζει, μετακινείται μέσα στο χρόνο, μεγαλώνει και ενηλικιώνεται βίαια. Το δεύτερο στοιχείο που μου κίνησε το ενδιαφέρον είναι η πορεία αυτής της οικογένειας προς την τραγωδία. Δε νομίζω ότι υπάρχουν πολλές φορές στην καριέρα ενός σκηνοθέτη που θα έχει την πρόκληση να ασχοληθεί με τη ναζιστική θηριωδία και το ολοκαύτωμα. Αυτά τα δύο στοιχεία ήταν η μεγάλη πρόκληση και ομολογώ ότι παρά το βάρος και την ευθύνη της πραγμάτωσης, ήταν ο μοχλός που ξεκλείδωσε και πολλά μου ερωτήματα. Το γεγονός ότι η αυτή η εβραϊκή οικογένεια της Θεσσαλονίκης πέρασε από τον όνειρο στον εφιάλτη με τρόπο ολοκληρωτικό, με ανάγκασε να «ξαναδιαβάσω» την ιστορία ως οικογενειακό δράμα και να την αντιμετωπίσω με δραματουργικά πρότυπα που κρύβονται στο παγκόσμιο θέατρο και τη λογοτεχνία.
– Το γεγονός ότι βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα αποτελεί ένα παραπάνω κίνητρο για σένα;
Ναι αυτό είναι αλήθεια. Όταν ξέρεις ότι η ιστορία που πας να αφηγηθείς έχει συμβεί, δεν μπορείς παρά να σεβαστείς ακόμα περισσότερο τις συνθήκες και η ευθύνη σου γίνεται ακόμα μεγαλύτερη. Βέβαια, αυτό θα μπορούσε να είναι ανασταλτικός παράγοντας στη δημιουργικότητα, αλλά εμένα τουλάχιστον δε με εγκλώβισε. Και δεν μιλάω μόνο για το άγχος της ιστορικής απόδοσης, αλλά και για το γεγονός ότι το «Βραχιόλι» είναι η ιστορία μιας πραγματικής οικογένειας, που σημαίνει ότι έχεις να ερμηνεύσεις αληθινά γεγονότα και συνθήκες, έχεις να αντιπαρατεθείς με το ήδη υπάρχον, που αν το αφήσεις να σου μιλήσει τότε ξεκινάς την αληθινή μεταγραφή. Και αυτή η διαδικασία είναι ένα πλαίσιο που ενώ πίστευες ότι θα μπορούσε να σε περιορίσει, τελικά ανακαλύπτεις ότι μπορεί να σου δώσει τεράστια ώθηση γιατί ξεκινάς από ένα σημείο αναφοράς και μετά ελευθερώνεσαι. Είναι πολύ δημιουργικό να αναφέρεσαι σε υπαρκτές συνθήκες και να τις ξαναζωντανεύεις με μια νέα ματιά. Είναι στην ουσία σα να τις ξαναβλέπεις με άλλα μάτια.
– Πόσο ιντριγκαδόρικο είναι για έναν σκηνοθέτη να απεικονίζει εικόνες προηγούμενων δεκαετιών;
Είναι. Γιατί έχεις την πρόκληση της αναπαράστασης αλλά σε μένα δε λειτουργεί έτσι ακριβώς, γιατί εμένα με ενδιαφέρει ο πυρήνας, το συναισθηματικό συμβάν στο πλαίσιο του παρελθόντος. Θέτεις δηλαδή ερωτήματα για δράσεις και συμπεριφορές που ενώ αναγνωρίζεις και ταυτοποιείς με τα σημερινά μέτρα, πρέπει να τα ξανα-ανακαλύψεις με τις συνθήκες του τότε. Και αυτό, ναι, είναι ιντριγκαδόρικο γιατί δεν έχεις ζήσει εσύ το τότε, και αρχίζεις να φαντάζεσαι και να αναρωτιέσαι για τη διαφορετική ζωή και το πώς θα την καταλάβεις για να την ξαναζωντανέψεις. Οι εικόνες που φτιάχνεις μπορεί μεν να θες να εμπεριέχουν την αύρα του χτες αλλά οι ήρωές σου είναι ζωντανοί και πρέπει να τους καταλάβεις για να έχεις απαντήσεις.
– Μια κλασική ερώτηση που γίνεται συχνά στους δημιουργούς είναι γιατί θα πρότειναν σε κάποια/ον να δει τη δουλειά τους. Εσύ τι θα τους έλεγες;
Ουφ, δεν ξέρω. Δύσκολη ερώτηση. Αυτό που μπορώ να με πω με ειλικρίνεια είναι ότι όταν ανακαλύπτεις έναν τρόπο ύστερα από αρκετή δουλειά χαίρεσαι γιατί γεννήθηκε κάτι, φωτίστηκε μια συνθήκη, απαντήθηκαν κάποια ερωτήματα και τελικά υπάρχει μια πρόταση που θες να μοιραστείς. ΄Όχι για να σου πούνε μπράβο, αλλά γιατί αυτή η πρόταση μπορεί να εγκυμονεί μια ματιά που θες να τη μοιραστείς με τον θεατή και τελικά νομίζω ότι αυτό είναι και η δουλειά μας: να ερμηνεύουμε τη ζωή και να φωτίζουμε τις εκδοχές της έτσι που να μπορούμε να δούμε μια άλλη αλήθεια.
– Πώς αξιολογείς συνολικά τη φετινή τηλεοπτική σεζόν και πώς εκτιμάς τις προοπτικές για το μέλλον;
Η φετινή τηλεοπτική σεζόν έχει πολλές παραγωγές και πολλές προτάσεις. Και μακάρι να συνεχίσει γιατί μπορεί μεν να υποστηρίζουν αρκετοί ότι η υπερπροσφορά δεν μπορεί να απορροφηθεί από το τηλεοπτικό κοινό, αλλά από την άλλη αν δεν πειραματιστούμε δεν θα γνωρίζουμε και το τι μπορούμε να κάνουμε και το πού πάμε. Μέσα σε αυτή τη συνθήκη, μπορεί να έγιναν μερικές πολύ καλές σειρές και κάποιες άλλες όχι και τόσο καλές, αλλά αυτό είναι μέσα στο παιχνίδι. Σημασία είναι να γυρίζουμε ωραίες ιστορίες και να είμαστε αξιόπιστοι απέναντι σε ένα κοινό, που και αυτό εξελίσσεται και έχει καινούργιες απαιτήσεις. Το ζήτημα βέβαια που τίθεται είναι το πώς θα κάνεις ένα κοινό να σε εμπιστευτεί όταν συγκρίνει σειρές σε ξένες πλατφόρμες με τις δικές μας παραγωγές. Και εδώ πιστεύω ότι υπάρχει απάντηση. Το ελληνικό κοινό γνωρίζει τις δυνατότητές μας. Τα budget των ελληνικών παραγωγών δεν έχουν καμία σχέση με αυτά των ξένων. Αλλά αυτό είναι λογικό. Όταν μια ξένη σειρά προβάλλεται σε εκατό εκατομμύρια θεατές, δεν μπορεί να έχει την ίδια παραγωγική αντιμετώπιση με μια σειρά που θα τη δουν ένα εκατομμύριο Έλληνες. Και για το λόγο αυτό, πρέπει όλοι μας, κανάλια, παραγωγοί και δημιουργοί, να αρχίζουμε να βλέπουμε λίγο πιο μακριά. Να πιστέψουμε στις δυνάμεις μας και να τολμήσουμε μια διεθνή προοπτική στις δουλειές μας. Που σημαίνει ότι αν μια ελληνική παραγωγή έχει μια ιστορία και αφήγηση που θα μπορούσε να αγγίξει το διεθνές κοινό, τότε θα μπορούσε να έχει θέση σε μια ξένη πλατφόρμα και να έχει την τύχη μιας σοβαρής χρηματοδότησης.
– Περίμενες την τόσο μεγάλη ανταπόκριση του κοινού στην προβολή των επεισοδίων στο διαδίκτυο;
Δεν περίμενα τόσο μεγάλη ανταπόκριση, αλλά ότι το διαδίκτυο και το Ertflix έχουν μεγάλη δυναμική, ναι το πίστευα. Γι’ αυτό άλλωστε χειροκρότησα από την αρχή την απόφαση της ΕΡΤ και του κ. Κωνσταντίνου Ζούλα προσωπικά, να προβληθεί εξαρχής η σειρά στην πλατφόρμα. Για το «Βραχιόλι» επίσης η πλατφόρμα του Ertflix ήταν ιδανική. Είχε κάτι νέο να προτείνει και το προτείνει συγκεντρωμένο και όχι διεσπαρμένο. Έτσι οι θεατές μπορούν να δουν τη δουλειά σου και την αφήγησή σου με καλύτερες προϋποθέσεις και να σε κρίνουν και αυστηρότερα. Αλλά αυτός είναι ο τρόπος σήμερα και η επιτυχία της σειράς στην πλατφόρμα δηλώνει ότι το σύγχρονο κοινό ζητάει να δει την πρόταση ολόκληρη και όχι κομμάτι-κομμάτι.
– Είναι θεωρείς και μια ένδειξη που δείχνει ότι πρέπει να υπολογίζεται πλέον περισσότερο το κοινό, το οποίο δεν βλέπει τηλεόραση την ώρα που προβάλλεται ένα επεισόδιο/μια ταινία/μια εκπομπή κλπ.
Οι πλατφόρμες και η on demand θέαση είναι μια πραγματικότητα και μια υπαρκτή συνήθεια. Δεν είναι μόδα. Είναι θέαση σύμφωνα με τις απαιτήσεις και το διαθέσιμο χρόνο του κοινού. Ή του κοινού εκείνου που, όπως και εγώ, δεν θα στηθώ την τάδε ώρα για να δω fiction. Δεν είναι live αθλητική μετάδοση η δική μας η δουλειά. Είναι μυθοπλασία και αυτό δημιουργεί άλλες διαθέσεις και άλλες προϋποθέσεις μέσα στην καθημερινότητα των θεατών σήμερα. Η δυναμική επίσης που έχει μια ταινία ή μια μίνι σειρά όταν προβάλλεται στην πλατφόρμα δεν έχει καμία σχέση με την εβδομαδιαία προβολή. Ποιος θεατής που θα κολλήσει σε μια σειρά θα περιμένει και θα ρυθμίσει τη ζωή του σύμφωνα με τις ώρες μετάδοσης; Ίσα ίσα, αυτή η δυνατότητα του κοινού να αποφασίσει πότε θα δει μια ταινία ή μια σειρά είναι που τον κάνει ακόμα πιο ενεργό. Δεν είναι τυχαία τα views που είχε μια σειρά όπως το «Βραχιόλι της Φωτιάς» στο Ertflix. Είναι μια νέα εποχή τηλεόρασης και χαίρομαι πάρα πολύ που είμαι μέρος αυτής.
– Πώς ήταν η συνεργασία σου με τους υπόλοιπους συνεργάτες και πόσο απόλαυσες συνολικά τη συγκεκριμένη δουλειά;
Στις δουλειές μου θέλω να φτιάχνω ομάδες. Ομάδες με πίστη στο έργο μας και πάθος για να ξεπερνάμε τις δυσκολίες και τα εμπόδια. Ομάδες μέσα στις οποίες οι προσωπικότητες των ηθοποιών και των συντελεστών να ανθίζουν και να ξετυλίγουν το ταλέντο και τη δημιουργικότητά τους. Είχα την τύχη στο «Βραχιόλι» να συνταιριάξω μια εξαιρετική ομάδα ηθοποιών αλλά και καλλιτεχνικών συντελεστών που πίστεψε στο πρότζεκτ και καταφέραμε να ανταποκριθούμε όλοι στον υψηλό βαθμό δυσκολίας και στο ρυθμό που έπρεπε να αποκτήσουμε χωρίς να χάσουμε σε τίποτα τις προδιαγραφές που είχαμε θέσει και την ποιότητα της δουλειάς μας. Και λέω ότι ήμουν τυχερός γιατί όταν έχεις ηθοποιούς σαν την Ελισάβετ, τον Νίκο και τον Χρήστο που δίνονται ολοκληρωτικά και δεν κολλάνε πουθενά, δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα. Μόνο τον εαυτό σου. Είχα τη χαρά να δουλεύω καθημερινά και με μια φοβερή ομάδα νέων ηθοποιών που από την πρώτη στιγμή στις πρόβες ένιωσα ότι θα φτιάξουμε μια φαμίλια που θα ζυμώνεται και θα δένει κάθε μέρα όλο και περισσότερο. Είχα επίσης την ασφάλεια που μου παρείχαν οι καλλιτεχνικοί μου συνεργάτες σε κάθε βήμα και κάθε απαίτηση αυτής της παραγωγής. Απόλαυσα τη συνεργασία γιατί παρά την προσπάθεια και την κόπωση, ένιωθα κάθε μέρα μετά το γύρισμα ότι γεννιέται κάτι χωρίς να έχω απόλυτη επίγνωση γι’ αυτό. Ήταν ένα στοίχημα το «Βραχιόλι» και είχαμε πει ότι θα το παλέψουμε όσο πάει.
– Υπάρχει κάποια προσωπικότητα, κάποιο ιστορικό γεγονός ή κάτι άλλο για το οποίο θα επιθυμούσες διακαώς να κάνεις στο μέλλον; Είτε τηλεοπτικά, είτε κινηματογραφικά, είτε θεατρικά (δε ξέρω αν έχεις ασχοληθεί ποτέ και με το θέατρο).
Φυσικά και έχω ασχοληθεί με το θέατρο. Από το θέατρο ξεκίνησα, το θέατρο είναι το μεγαλύτερο μέρος της παιδείας μου και έχω σκηνοθετήσει. Αν ένας σκηνοθέτης δεν μελετήσει τη λειτουργία των ηθοποιών μέσα σ’ αυτό, δε λέω ότι δεν θα πετύχει, αλλά δεν θα έχει μοιραστεί με τους ηθοποιούς του τους ίδιους δρόμους. Και αυτό, πιστέψτε με, είναι πολύ σημαντικό. Όσο γι’ αυτό που με ρωτάτε, πολλές είναι οι προσωπικότητες και οι περίοδοι που με απασχολούν. Αυτό όμως που με απασχολεί περισσότερο είναι το καθρέφτισμα αυτών των εποχών στο σήμερα. Το να εκφραστώ μέσα από ήρωες μέσα σε μια εποχή αντι-ηρωική όπως η δική μας. Να δω χαρακτήρες και πώς επιζούν ή πώς έχουν μεταμορφωθεί ή διαμορφωθεί σήμερα. Δε νομίζω ότι υπάρχει καλύτερο πεδίο μελέτης από το οικογενειακό δράμα ως είδος, εκεί που ο κόσμος μιας κοινωνίας και μιας εποχής και ο μικρόκοσμος μιας οικογένειας συναντώνται, ή αλλιώς εκεί που ο Στρίντμπεργκ ή ο Τσέχωφ καταφέρνουν και είναι ζωντανοί σήμερα.
– Και ερώτηση μπόνους! Πότε επιτέλους θα συνεργαστούμε στο κάστινγκ;
Έχει ο καιρός γυρίσματα.
& Αναλυτικές πληροφορίες για το “Βραχιόλι της φωτιάς” ΕΔΩ:
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 11/3/2023