Ερμηνεύει φέτος τρεις ρόλους που ο καθένας έχει μοναδικότητα και ιδιαιτερότητες. Με αμεσότητα και αυθορμητισμό συζητάμε για τον αυθεντικό ήρωα του Καζαντζάκη, τον Αλέξη Ζορμπά, τον σκοτεινό Χρήστο από τη σειρά του Alpha Αυτή η νύχτα μένει και τον κυνηγημένο από τις Ερινύες Ανδρέα από τη σειρά της ΕΡΤ Μία νύχτα του Αυγούστου.
Συνέντευξη Βίκυ Διαμάντη
-Τι σας έπεισε να υποδυθείτε τον Αλέξη Ζορμπά;
Είναι ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία, ένας από τους αγαπημένους μου χαρακτήρες από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου να διαβάζει. Όταν έπεσε στα χέρια μου ο Ζορμπάς, σε ηλικία 20+ χρόνων, με είχε ενθουσιάσει πάρα πολύ. Αργότερα, κάποια στιγμή, είδα και την ταινία με τον Άντονι Κουίν και την Ειρήνη Παππά, του Κακογιάννη. Εξαιρετική ταινία πιστεύω.
Επίσης έπαιξε ρόλο και η πρόταση του Γιάννη Κακλέα, με τον οποίο ήθελα χρόνια τώρα να συνεργαστώ, ο οποίος δεν ασχολείται τόσο με ελληνικά έργα. Αυτός ο συνδυασμός με εξιτάρισε και είπα το «ναι» πολύ εύκολα.
-Είχατε κάποιον ενδοιασμό, γιατί ο Ζορμπάς έχει ταυτιστεί με τον Άντονι Κουίν…
Όχι κανέναν, είναι άλλο πράγμα η ταινία άλλο μία θεατρική διασκευή. Σίγουρα αυτό που φοβήθηκα πιο πολύ είναι αυτό που έχει γράψει ο ο Νίκος Καζαντζάκης, πώς μπορεί να αποτυπωθεί και στο θέατρο. Είναι διαφορετικό να διαβάζεις ένα μυθιστόρημα, να συνειδητοποιείς και να καταλαβαίνεις ένα χαρακτήρα διαβάζοντας και άλλο να τον βλέπεις μπροστά σου με κάποιο τρόπο.
Από την άλλη αυτή είναι και η γοητεία της δουλειάς μας, το να προσπαθείς να ανακαλύπτεις και να βρίσκεις πράγματα που και εσύ δεν τα έχεις ως ηθοποιός, αλλά και αυτά που έχεις να τα φέρεις όσο γίνεται πιο κοντά, τουλάχιστον στα εκφραστικά σου μέσα, για να φτιάξεις ένα χαρακτήρα που δεν είναι μόνο σχήμα. Γιατί η δυσκολία μου ήταν αυτή.
Είναι πολύ εύκολο να πέσεις στο σχήμα, όπως λέμε, είτε λόγω της ταινίας είτε λόγω του βιβλίου. Νομίζω όμως ότι η συνεργασία και όλο αυτό το οποίο έχει γίνει, αυτό που αποτυπώνει και αυτό που βγαίνει, όπως έχω ακούσει από τους θεατές, είναι ένας χαρακτήρας υπαρκτός, πολύ κοντά σε αυτό που έχουν διαβάσει οι περισσότεροι στο έργο του Καζαντζάκη.
-Ο Ζορμπάς λέει ότι «η Ελλάδα επιζεί ακόμη, νομίζω επιζεί από διαδοχικά θαύματα». Κατά πόσο ταυτίζεστε με αυτή του τη ρήση;
Πάρα πολύ νομίζω. Τουλάχιστον η δική μου γενιά –είμαι 48 πια και πάω για 49– μπορεί να μην έχουμε γνωρίσει πόλεμο, τον είχαμε ωστόσο δίπλα μας, τον έχουμε δει στην τηλεόραση ή με άλλους τρόπους, δεν τον έχουμε βιώσει.
Αυτά όμως που συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια, τα πάνω, τα κάτω, τα ακραία πράγματα, είτε είναι καραντίνες είτε είναι οικονομική κρίση είτε πράγματα που η κάθε εποχή έχει φέρει, σε ταρακουνούν και είναι πάρα πολύ κοντά σε αυτό που λέει ο Ζορμπάς, ειδικά σε αυτήν τη χώρα, με όσα έχει περάσει τον τελευταίο καιρό. Παρόλα αυτά, βλέπουμε ότι προσπαθούμε να συνεχίσουμε και είναι και αυτό που προτείνει και ο ίδιος ο Καζαντζάκης.
-Ναι, αναφέρει ο Ζορμπάς: «όταν ο άνθρωπος φτάσει στην άκρη του γκρεμού, τότε βγάζει φτερά για να πετάξει».
Ακριβώς, είναι πολύ σημαντικό και ο ίδιος ο Καζαντζάκης έγραψε αυτό το φωτεινό έργο, με την παρουσίαση αυτού του χαρακτήρα, με την τόση ελευθερία, μέσα στην Κατοχή. Βρισκόταν κάπου στην Αίγινα, μαζί με τη γυναίκα του, όπου έτρωγαν μόνο χόρτα, και μέσα στην όλη δυστυχία κατάφερε και έγραψε ένα τόσο φωτεινό έργο.
-Ας περάσουμε όμως και σε έναν πολιτικό, τον Χρήστο. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στον πολιτικό μιας άλλης εποχής που υποδύεστε στη σειρά Αυτή η νύχτα μένει, με έναν πολιτικό του σήμερα;
Έχω την εντύπωση ότι δεν έχει και τεράστιες διαφορές, εδώ που τα λέμε (γελάει!). Αν και ο Χρήστος είναι δήμαρχος, είναι λίγο διαφορετικό δηλαδή…
-Ναι είναι Αυτοδιοίκηση, αλλά βλέπουμε την επιθυμία του να πολιτευτεί και περαιτέρω.
Ναι, έχω λοιπόν την εντύπωση ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα πολλά χρόνια τώρα και όχι μόνο από τη δεκαετία του ‘80, γιατί πιστεύω ότι και πιο πίσω στο χρόνο ισχύει αυτό. Ρίχνεις πολύ νερό στο κρασί σου και χρειάζεται να κινηθείς σε πολύ σκοτεινά πολλές φορές μονοπάτια για να μπορέσεις να επιπλεύσεις μέσα σε αυτό το βρώμικο σύστημα, το βρώμικο παιχνίδι.
-Ο Χρήστος παράλληλα βιώνει και ένα προσωπικό δράμα. Έχει εισπράξει την απόρριψη από τη γυναίκα του και νιώθει μεγάλο πόνο, τόσο εσωτερικά μέσα του ενώ τον εκφράζει βίαια και εξωτερικά. Η κατάστασή του έχει δημιουργήσει ένα είδος παθογένειας στην οικογένεια.
Σίγουρα. Είναι ένας χαρακτήρας που από αυτό που ξέρω και εγώ μέχρι τώρα, δεν μπορεί να διαχειριστεί απόλυτα αυτό που συνέβη και όντως εγώ λίγο-πολύ τον δικαιολογώ.
Δηλαδή είναι πολύ δύσκολο να ξυπνήσεις ένα πρωί και να συνειδητοποιήσεις ότι ο άνθρωπος που αγάπησες, που έκανες οικογένεια μαζί του, που ζήσατε 25 χρόνια, είχε δοσμένη αλλού την ψυχή του και την ύπαρξή του και δεν στο έχει πει. Είναι σαν να σου κόβουν τα γόνατα, με κάποιο τρόπο, σαν να σου φεύγει η γη κάτω από τα πόδια. Οπότε είναι πολύ εύκολο να κάνεις το λάθος, να μπεις στα σκοτεινά μονοπάτια της πολιτικής, όπως λέγαμε προηγουμένως, της ζωής επίσης.
-Χρησιμοποιεί ακόμη και την εξουσία του για να καταλαγιάσει τον πόνο του…
Ναι, νομίζω ότι ούτως ή άλλως οποιοσδήποτε έχει εξουσία, δυστυχώς, τη χρησιμοποιεί και πολλές φορές με λάθος τρόπο. Όταν γίνονται δε δύσκολα και ακατανόητα πράγματα στην προσωπική του ζωή, εκεί ναι, αρχίζει και τα μπερδεύει λίγο και έχει να μπερδέψει και άλλα στο μέλλον.
-Βλέπουμε ότι έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με τον εραστή της γυναίκας του. Θα καταφέρει να βρει ισορροπία κάποια στιγμή, να μετατρέψει αυτόν τον πόνο σε διάθεση για ζωή;
Κάτι θα συμβεί στην προσωπική του ζωή, κάτι θα γίνει, κάτι θα αλλάξει αλλά οι Ερινύες είναι τόσες πολλές από πράγματα τα οποία παράλληλα κάνει, φέρνοντας και τον ίδιο του τον εαυτό σε δύσκολη θέση, ώστε δεν ξέρουμε ακόμη πού θα καταλήξει και με τι τρόπο.
-Υποδύεστε και έναν άλλο σύζυγο, ο οποίος δεν έφερε απλώς τον εαυτό του σε δύσκολη θέση, αλλά διέπραξε μία γυναικοκτονία και επίσης τον κυνηγούν οι Ερινύες. Ο Ανδρέας στη σειρά «Μια νύχτα του Αυγούστου».
Είναι ένας ρόλος που έχω αγαπήσει πάρα πολύ από το πρώτο «Νησί» πριν από έντεκα δώδεκα χρόνια, κάτω στην Κρήτη, με τον Θοδωρή Παπαδουλάκη. Τώρα η Ζωή Σγούρου δημιουργεί μία εξαιρετική σειρά, πιστεύω, με ωραία φωτογραφία και κινηματογράφηση.
Ο Ανδρέας παρότι έκανε ένα τεράστιο λάθος σκοτώνοντας τη γυναίκα του, σίγουρα κατανόησα πόσο πολύ την αγαπούσε, αλλά αυτήν την πράξη δεν τη χωράει το μυαλό μου. Πώς μπορείς να φτάσεις σε ένα τέτοιο σημείο;
Η δουλειά μου όμως είναι να υπερασπιστώ έναν τέτοιο χαρακτήρα και έτσι όπως είναι και γραμμένος κιόλας και επειδή αυτά που έρχονται στα επόμενα επεισόδια είναι έως και λυτρωτικά.
-Θα βρει δηλαδή τη λύτρωση ο Ανδρέας;
Νομίζω ναι. Θα τη βρει βέβαια όχι μέσα από αυτό το οποίο έχει κάνει, αλλά μέσα από αυτό που περνάει στη φυλακή και προσπαθώντας να κινήσει και άλλες καταστάσεις, ούτως ώστε ο ίδιος να κάνει ένα είδος εξομολόγησης σε κάποιους ανθρώπους που θα του δώσουν την ησυχία να φύγει όσο γίνεται πιο ελαφρύς από τη ζωή.
-Για να επιστρέψουμε στον Ζορμπά. Τελικά «ο γάμος είναι μία καταστροφή», όπως λέει ο ίδιος; Γιατί και οι δύο, και ο Χρήστος και ο Ανδρέας, είναι καταστραμμένοι από το γάμο…
(Γελάει!). Το απαντά ο ίδιος ο Ζορμπάς στο έργο μας: «ο έξυπνος ο άνθρωπος γιατί να παντρευτεί;». Μιλώντας για τον εαυτό του λέει: «παντρεύτηκα. Άνθρωπος είμαι και εγώ. Άνθρωπος πάει να πει στραβός. Παντρεύτηκα και εγώ, έφτιαξα σπίτι, έκανα οικογένεια, παιδιά και στέναξε το σαντούρι μετά το γάμο!».
Οπότε, η αλήθεια είναι ότι είναι δύσκολα διαχειρίσιμα αυτά τα πράγματα: ο πολύς χρόνος με τους άλλους και ειδικά όταν υπάρχει και το ερωτικό κομμάτι στη μέση. Νομίζω ότι, μετά τη διαχείριση του Θανάτου, το δύσκολο είναι αυτό, το να κρατήσεις μία σχέση ή να χωρίσεις ή να συνεχίσεις. Νομίζω ότι αυτή είναι η επόμενη δυσκολία.
-Και πρέπει να την ξεπερνάμε…
Βέβαια, όπως λέει και το τραγούδι: «όποιος ξέρει να αγαπά, ξέρει και να χωρίζει».
-Θα ήθελα να μου μιλήσετε λίγο και για τη βράβευσή σας φέτος από το All4Fun. Ποια είναι τα συναισθήματα όταν αναγνωρίζεται η δουλειά σας μέσω μία βράβευσης;
Ένα βραβείο είναι ένα βραβείο. Σίγουρα έρχεται από το κοινό και ο ίδιος θεωρώ ότι ο Προμηθέας Δεσμώτης ήταν το πρώτο βραβείο, ήταν κάτι πολύ δύσκολο για μένα. Κάναμε μία παράσταση για δύο καλοκαίρια, ήταν πολύ όμορφο το συναίσθημα, είναι ένα βραβείο όμως, μέχρι εκεί.
Δηλαδή εμείς οι ηθοποιοί χαιρόμαστε άλλα πράγματα, το να βγαίνουμε από μια δουλειά ή να μπαίνουμε σε μία δουλειά και να κάνουμε καινούργιους φίλους, να εκτιμάμε περισσότερο κάποιους συναδέλφους, να επικοινωνούμε όσο γίνεται περισσότερο, αυτά είναι τα βραβεία τα δικά μας. Τώρα όταν έρχεται από το κοινό μία αναγνώριση γι’ αυτό που έχεις κάνει, είναι πολύ όμορφο. Γενικά όμως εγώ δεν τα πάω καλά με τα βραβεία, προτιμώ όταν περπατάω στο δρόμο και κάποιοι άνθρωποι μου λένε σε είχα δει, σε θυμάμαι σε εκείνη την ταινία ή σε εκείνη την σκηνή ή σε εκείνο το έργο, αυτά είναι τα μεγάλα βραβεία, τα μεγαλύτερα δηλαδή.
-Κλείνοντας υπάρχει μία φράση από τον Αλέξη Ζορμπά με την οποία ταυτίζεστε σε μεγάλο βαθμό;
Είναι πολλές… Πάρα πολλές… Αλλά αυτό που λέει ο Ζορμπάς στον Καζαντζάκη: «Αν δεν μπορείς να με κάνεις σάρκα και αίμα, τι να τα κάνω τα φαντάσματα στους τοίχους; Σάματι αναπνέουν, ανασαίνουν αυτά, τρώνε, πίνουν, αγκαλιάζουν το γυναικείο γένος;
Ε άμα δεν κάνουν τίποτα από αυτά, να τα βράσω Αφεντικό, είναι μόνο λόγια. Ναι, εγώ σου έδειχνα ζωή και εσύ έβλεπες γεράματα. Στο έχω πει τόσες φορές:
άλλο μελάνι, άλλο αίμα».