10.7 C
Athens
Παρασκευή, 17 Ιανουαρίου, 2025

Με ρώτησε ο γιος μου αν θα μπορούσε να γίνει ηθοποιός

Μάθαινα λόγια για το έργο που κάνω πρόβες εδώ κι ένα μήνα. Πρόβες για μια παράσταση που δεν ξέρουμε πότε θα γίνει, με ποιες συνθήκες, αν θα γίνει όντως κάποια στιγμή. Η μισθοδοσία μου έχει σταματήσει από τον Μάρτη όταν ολοκληρώθηκε η προηγούμενη δουλειά μου και μαθαίνω πάλι να ζω με τα ελάχιστα. Ο γιος μου δίπλα με άκουγε να παλεύω με τις ατάκες μου, άρχισε να με διορθώνει. «Μην το πεις έτσι, πες το έτσι, ναι, μπράβο καλύτερα». «Κοίτα να δεις», σκεφτόμουν, έχει αίσθηση ο μικρός και ακολουθούσα με ενθουσιασμό τις οδηγίες του. Έλεγα και ξανάλεγα μια φράση. Ξανά και ξανά.

Με αφορμή την ρημαδιασμένη ατάκα, μιλήσαμε για τον θυμό, τον καταπιεσμένο, των μεγάλων, που δεν λέγεται αλλά βρίσκει ανορθόδοξους τρόπους να ξεσπάσει, για την ειρωνεία που μπορεί να είναι ντυμένη με την πιο καλοσυνάτη ευγένεια, για την κοινωνική διαφορά, για τον πλούτο και πώς ένας φτωχός μπορεί να έχει διαβάσει 1002 βιβλία κι ένας πλούσιος μόνο δύο και πως καμιά φορά ο κόσμος είναι τρελός και οι περισσότεροι θαυμάζουν αυτόν που έχει πιο πολλά χρήματα και όχι πιο πολλή γνώση. Και πως καμιά φορά συμβαίνει και το εξής θλιβερό ακόμη και ο ίδιος ο διαβασμένος να νιώθει άσχημα και κατώτερος μπροστά στον «επιτυχημένο».

Και πως μπορεί κάποιος να έχει διαβάσει άπειρα βιβλία αλλά να μην έχει τίποτα μαλακώσει την ψυχή του και μέσα του να είναι πολύ φτωχότερος από κάποιον που μπορεί να μην ξέρει να διαβάζει αλλά ξέρει να φροντίζει, ξέρει να μοιράζεται και να αγαπάει και να συμπαραστέκεται στον πόνο του άλλου, όποιου και κάθε άλλου. Και όλα αυτά με αφορμή μία φράση.

Κάποια στιγμή με σταματάει και με ρωτάει. – «Μαμά πιστεύεις θα μπορούσα να γίνω ηθοποιός;» Κόκαλο εγώ. Με ρωτάει πρώτη φορά ο γιος μου, σήμερα, το 2020, εν μέσω κορονοϊου, στην Ελλάδα, ενώ είμαι άφραγκη και σε απόλυτο μετεωρισμό, αν θα μπορούσε να γίνει ηθοποιός; Κάρμα ιζ ε μπιτς δεν λένε;

Θυμήθηκα, μοιραία, τον πατέρα μου, που μου έλεγε, «είναι επάγγελμα αυτό;»

Και προσπαθούσε να με πείσει να πάω να δουλέψω σε μια σοβαρή δουλειά.

Προσπάθησε ο καψερός με χίλιους τρόπους να με αποτρέψει. Μέχρι και υπεύθυνη σε ένα κατάστημα βρήκε άκρη να με στείλει. Τίποτα εγώ.. και με κοιτούσε ο γιος μου. Και περίμενε την απάντηση στο «θα μπορούσα;» του. Και κοιτούσα κι εγώ τον εαυτό μου. Σαν να είμαι ο πατέρας μου.

Με κοιτούσε ο πατέρας μου, εμ Εφούλα μου «στα έλεγα εγώ», θα μου έλεγε τώρα. Τον φαντάστηκα να κουνάει το κεφάλι με αυτόν τον επικριτικό τρόπο που κοιτούσε όταν πια είχε στερέψει από επιχειρήματα και υπομονή.

Μ’ εκείνον τον τρόπο που μου έλεγε δεν αξίζει πια ούτε το σάλιο μου να χαλάω.

Μόνο μια φορά έδωσε μια κάποια σημασία, ένιωσε οριακά περήφανος, όταν έπαιζα στο Κρατικό πρωταγωνιστικό ρόλο.

Όταν χτυπιόμουν σε πρόβες στα υπόγεια απλά επιβεβαίωνα το αφήγημα του χαμένου κορμιού.

Και το μεγάλο μου παράπονο αυτό ήταν, «τι να σε κάνω ρε πατέρα τώρα, στο υπόγειο σε χρειαζόμουν…»

Με κοιτούσε ο γιος μου και με κοιτούσα κι εγώ… περίμενα κι εγώ να δω τι θα απαντήσω σ’ αυτό το οχτάχρονο πλάσμα. Ο πατέρας μου με τις αναχρονιστικές απόψεις επιβεβαιώνεται.

Ο αναχρονισμός θα είναι πάντα επίκαιρος σε αυτή τη χώρα…

Κι αυτή η αντίφαση, η παραδοξότητα, η παραδοχή αυτής της αντίφασης με θυμώνει.

Στην Ελλάδα το να είσαι ηθοποιός, μουσικός, ζωγράφος, χορευτής, δεν νοείται ως κανονικό επάγγελμα. Μας το έχουν καταστήσει σαφές με όλους τους δυνατούς τρόπους…

Αυτό ίσχυε από τα χρόνια του πατέρα μου, σήμερα αν ζούσε θα ήταν 80 χρονών, ισχύει και σήμερα.

Δεν κατάφερε αυτή η χώρα να δώσει στον πολιτισμό και στην τέχνη τον χώρο, το πλαίσιο μέσα στο οποίο οι άνθρωποι θα μπορούν με αξιοπρέπεια και αυτοσεβασμό να κάνουν αυτό που ξέρουν κι αγαπούν

Σε μια φράση να χωράνε τον θυμό, την θλίψη, την ελπίδα και τη σαπίλα του ανθρώπου, σε έναν πίνακα το μεγαλείο ή τη συμφορά, σε μια φωνή το κοινό μας μυστικό, σε μια χορευτική κίνηση τον πόνο όλο, σε μια μελωδία τον παράδεισο. Παρόλα αυτά υπάρχουν ακόμη παιδιά που ρωτάνε τον εαυτό τους και την μητέρα τους αν θα μπορούσαν. Σ’ αυτήν την ερώτηση καλούμαστε να απαντήσουμε. Σε αυτή την ερώτηση καλούνται να απαντήσουν αυτοί που «διευθύνουν» αυτή τη χώρα.

Και αυτό αποτελεί καθαρά πολιτική πρωτοβουλία. Το να γυρίσει κάποια στιγμή ο-η Υπουργός Πολιτισμού αυτής της χώρας και να κοιτάξει προς τον πολιτισμό και τους ανθρώπους του. Τώρα που η ανάγκη είναι τόσο επώδυνα επιτακτική.

Της Ευσταθίας Τσαπαρέλη, 8/10/2020

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Σχετικά Άρθρα

Τελευταία Άρθρα