Δεν είναι δυνατόν να αποζημιωθούν όλοι οι καλλιτέχνες αφού, πολλοί από αυτούς κινούνται στο χώρο της «μαύρης οικονομίας».
Αυτή, δεν είναι μια κουβέντα που ακούστηκε σε κάποιο καφενείο ανά την Ελλάδα. Δεν είναι μια κουβέντα που ειπώθηκε σε χαλαρή τηλεφωνική επικοινωνία φίλων, που έγινε έτσι, για να μάθει ο ένας τα νέα του άλλου.
Αυτός ο λόγος, ακούστηκε μέσα στην Βουλή των Ελλήνων, από τα χείλη της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, κ. Λίνας Μενδώνη σημειώνοντας μια παγκόσμια ίσως πρωτιά στα κοινοβουλευτικά ήθη της Δημοκρατίας μας: η πολιτική προϊστάμενη του τομέα Πολιτισμού να καθυβρίζει τους εργαζόμενους σε αυτόν, για την νοσηρότητα ενός συστήματος που και η ίδια έχει διαμορφώσει.
Είναι μαύρα τα μεσάνυχτα που είναι νυχτωμένη η κυρία υπουργός, αν και τελεί μέλος του Υπουργείου Πολιτισμού εδώ και χρόνια, με διαφορετικές «εκσυγχρονιστικές» κυβερνήσεις από διάφορα πόστα. Και αν ακόμα της συγχωρεθεί η πασιφανής άγνοια της στα χρόνια προβλήματα των καλλιτεχνών (φαίνεται από το πόσο αμήχανο στέκει το Υπουργείο της μπροστά στα νέα δεδομένα που έχει διαμορφώσει η πανδημία, πόσο τρέχει ιδρωμένο να ακολουθήσει τις εξελίξεις, χωρίς ίχνος πρόληψης, πρόβλεψης και σχεδιασμού), δημιουργώντας έντεχνα θαρρείς μόνιμα κλίμα αβεβαιότητας, ανασφάλειας και σύγχυσης, δεν μπορεί να της συγχωρεθεί η μόνιμη και αποκλειστική προσπάθεια να αποποιηθεί ευθυνών. Να νίπτει τα χείρας και το χειρότερο, να εξακοντίζει ύβρεις και ειρωνικές αποστροφές (για να θυμηθούμε και την περίπτωση του κ. Φοίβου Δεληβοριά) σε ανθρώπους που με όπλο την Τέχνη τους, προσπαθούν μέσα σε δύσκολες συνθήκες να βιοποριστούν. Ανθρώπους, που παραπέμπονται από τον Άννα στον Καϊάφα, από το Υπουργείο Πολιτισμού στο Υπουργείο Εργασίας και τούμπαλιν.
Γιατί, προφανώς, είναι το μόνο εύκολο, να κατηγορεί ανερυθρίαστα ως φοροφυγάδες και κλέφτες (μη γελιόμαστε, αυτό είπε καλυμμένα μέσα στη Βουλή και δεν άνοιξε ρουθούνι), ανθρώπους που αναγκάζονται να εργάζονται μέσα σε τέτοιες εργασιακές συνθήκες. Συνθήκες, που σε εκείνο το εξαιρετικό επικοινωνιακό σόου τον Ιούνη που έδωσαν παρέα με τον πρωθυπουργό, στην πρόβα του Εθνικού Θεάτρου, παραδέχτηκε άγνοια της ύπαρξής τους. Σ’ εκείνη τη συζήτηση που άνοιξε με τους ηθοποιούς της παράστασης του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού κ. Λιγνάδη, την ίδια στιγμή που έκλεινε τότε τις πόρτες του Υπουργείου στο θεσμικό συνδικαλιστικό όργανο των ηθοποιών, το Σ.Ε.Η., κρατήθηκαν πολλές σημειώσεις. Πετάχτηκαν όμως όλες προφανώς στον πλησιέστερο κάλαθο αχρήστων αποδεικνύοντας πως ουσιαστικά αυτή η συνάντηση δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια τηλεοπτική επίδειξη «δημοκρατίας» και «δημιουργικού διαλόγου», με βασικό σκοπό την επικοινωνιακή χειραγώγηση και εκμετάλλευση των ηθοποιών (επέσατε θύματα, αδέρφια μου, εσείς…)
Το δύσκολο κυρία Μενδώνη, είναι να αλλάξετε αυτές τις συνθήκες, που επικράτησαν και άνθησαν από το ίδιο πολιτικό σύστημα που με συνέπεια και πίστη υπηρετείτε. Και εσείς, και οι προηγούμενοι στον υπουργικό σας θώκο (συμπεριλαμβανομένης και της πρώην υπουργού κ. Κονιόρδου, η οποία στην περίφημη εκείνη συνάντηση στο Εθνικό Θέατρο ήταν παρούσα, κρατώντας υποδειγματική σιωπή για όλα όσα την αφορούσαν από όλες τις θέσεις που βρέθηκε, περιοριζόμενη να θεωρητικολογεί για την αξία του Πολιτισμού!).
Αλλά για να αλλάξετε αυτές τις συνθήκες κυρία Μενδώνη, προφανώς θα πρέπει να πάψετε πρώτα απ΄όλα να αντιμετωπίζετε έναν ολόκληρο κόσμο που αισθάνεται και διατελεί επί «ξύλου κρεμάμενος» με όρους Αντουανέτας. Προφανώς, θα πρέπει να συγκρουστείτε με όποιους εξυπηρετεί αυτή η «παθολογία» (δική σας η έκφραση), και πρώτα απ΄όλα με την ίδια, τη δική σας πολιτική αντίληψη που συντηρεί, διαιωνίζει και γεννά αυτήν την παθολογία.
Γιατί, και ασχέτως πανδημίας, δεν είδαμε ούτε εσάς (ούτε και κανέναν προκάτοχό σας, για να είμαστε ειλικρινείς) να υπερασπίζετε έμπρακτα και ουσιαστικά αυτόν τον κόσμο που εργάζεται (όποτε εργάζεται) χωρίς συλλογική σύμβαση (που επίμονα αρνείστε, μην τυχόν και ξινίσει η νεοφιλελεύθερη μαγιά σας), με απλήρωτες πρόβες (σίγουρα). Kαι με τον μόνιμο κίνδυνο της απλήρωτης εργασίας γενικότερα, με εικονικά ένσημα, με ατομικές συμβάσεις που υπογράφονται ακόμα και μία μέρα πριν την πρεμιέρα, με εξευτελιστικά ποσοστά και μεροκάματα (παραγωγός έδινε, όχι πριν πολύ καιρό, το αμύθητο ποσό των 1,40 ευρώ ως πληρωμή ανά παράσταση, καλύπτοντας μόνο τη μια διαδρομή μετρό του ηθοποιού προς το θέατρο), με την πλήρη και άνευ όρων παράδοση της όποιας πολιτιστικής δημιουργίας αυτού του τόπου σε «ευαγή» πολιτιστικά ιδρύματα και οργανισμούς ιδιωτικών συμφερόντων, και την μετατροπή του Πολιτισμού σε αγοραίο είδος που εξαντλείται η αξιολόγηση της προσφοράς του στην κοινωνία στο «αν συμφέρει», «αν πουλά» και «αν τα φέρνει», και την χορηγία της κρατικής μέριμνας σε πρόσκαιρες και εφήμερες χρηματοδοτήσεις (κοινώς ψίχουλα) ώστε «δουλίτσα να υπάρχει» και «αλισβερίσι να γίνεται». Αλλά, βεβαίως, ως φαίνεται, όλα αυτά είναι μακριά από εσάς. Ψιλά γράμματα.
Το σημαντικό μέσα από όλη αυτήν την «πανδημική» θα λέγαμε ανάδυση των χρόνιων εργασιακών προβλημάτων που διέπουν τον χώρο, είναι ότι ένας σημαντικός αριθμός των εργαζομένων σε αυτόν ξυπνά από τα «μαύρα μεσάνυχτα» σας. Και είναι ακόμα, σημαντικότερο αυτή συνειδητοποίηση να οδηγήσει τον κλάδο, να υπερβεί τη μιζέρια και τη γκρίνια ανοίγοντας δρόμους στην διεκδίκηση και επίλυση των μεγάλων ζητημάτων του, οργανωμένα και με προσήλωση στους στόχους μέσα από τα Σωματεία του. Μήπως και φανεί, καμμιά αχτίδα φωτός να ανατέλει στα μαύρα μεσάνυχτα σας κ. Μενδώνη. Γιατί, αυτό πρωτίστως είναι θέμα Πολιτισμού….
Tου Κώστα Β.Ζήση, 28/9/2020