Είναι συχνές οι αναφορές που εστιάζουν στον εισαγωγικό ρόλο των πρώτων βιβλίων ορισμένων συγγραφέων σε σχέση με τη μετέπειτα πορεία τους και την εξέλιξη της γραφής τους. Είναι τουλάχιστον αρκετοί οι πεζογράφοι του περασμένου αιώνα στων οποίων το πρώτο ή και στο δεύτερο βιβλίο, καταγράφηκαν εντεταμένα τα επίπεδα της μετέπειτα συγγραφικής τους πορείας και ένα μέρος της κριτικής ανάλυσης της σύνθεσης πεδίων και χαρακτήρων η οποία καθόρισε το ύφος της κατοπινής γραφής τους.
Η τρέλα του Αλμάγερ, όμως, δεν υπήρξε απλώς ένα ανάλογο εισαγωγικό έργο για τον συγγραφέα του, τον Τζόζεφ Κόνραντ, μα κάτι περισσότερο. Η τρέλα του Αλμάγερ δεν εισάγει απλώς στο χαρακτηριστικό, είθε γνώριμο, ψυχο-διανοητικό στερέωμα του Κόνραντ, εκθέτει τη σημειακή επαγρύπνηση του συγγραφέα, τις πρωταρχικές ανησυχίες και τους στιλιστικούς προβληματισμούς που χαρακτήρισαν όλα τα έργα που δημοσίευσε από 1897 και ύστερα.
Ο μοντερνισμός του Κόνραντ υπήρξε, ως επί το πλείστον, ένας νεωτερισμός συγκριτικής τελειοποίησης χαρακτήρων, των οποίων ο εσωτερικός κόσμος βρισκόταν σε πόλωση με τις εκδοχές της αντικειμενικότητας.
Από αισθητική άποψη, ο Τζόζεφ Κόνραντ υπήρξε ασυμφιλίωτος σχεδόν με καθετί, εκτός από την ανάγκη διατρύπησης της αντικειμενικότητας. Στο μυθιστόρημα Η τρέλα του Αλμάγερ ο Κόνραντ ξεκίνησε τη γεφύρωση ανάμεσα στις παραδοσιακές μυθιστορηματικές δομές του 19ου αιώνα και τη προσωπική του, οριακά γραμμική και στοιχισμένη στα μέτρα της εποχής, μυθιστορηματική ανάπτυξη. Αυτό ήταν το πρώτο μοντερνιστικό στίγμα και στοίχημα, του συγγραφέα. Ακόμη και όταν στα υπόλοιπα έργα του η γεφύρωση αυτή στόχευε πια και στο άκρο νεότερων και πιο τολμηρών πειραματικών τεχνικών, ο Κόνραντ, κατά το θεμέλιο που έθεσε από το πρώτο του μυθιστόρημα, έδειξε την κλίση του προς την ανάλυση των χαρακτήρων και εκμεταλλεύτηκε τις στιλιστικές καινοτομίες με φειδώ, αν όχι με επιφυλακτικότητα. Ο μοντερνισμός του Κόνραντ υπήρξε, ως επί το πλείστον, ένας νεωτερισμός συγκριτικής τελειοποίησης χαρακτήρων, των οποίων ο εσωτερικός κόσμος βρισκόταν σε πόλωση με τις εκδοχές της αντικειμενικότητας.
Ο Κόνραντ, παγκοσμίως αναγνωρισμένος ως απαισιόδοξος, πέρασε από το πρώτο κιόλας βιβλίο στον τομέα του αδιεξόδου και της παραπλάνησης, της άγονης υπερβολής που έφερε τον άνθρωπο αιχμάλωτο των αντιφάσεών του σ’ έναν νέο κόσμο που πριν καν αποκολληθεί από τη βικτοριανή εποχή έδειξε πόσο βαθιά ήταν τα σημάδια της απελπισίας πάνω στην οποία θεμελιώθηκε η χαρμόσυνη εκείνη δυσπιστία του εικοστού αιώνα η οποία, ως αντικειμενικότητα έπεσε σε τέλμα, ενώ οι κορωνίδες του ανθρωποκεντρικού υποκειμενισμού, τα φαινόμενα λογικής, έλαμψαν στην περίμετρο της απαξίωσης.
Η τρέλα του Αλμάγερ είναι ένα ιμπρεσιονιστικό μυθιστόρημα στο οποίο ο Κόνραντ θέτει τα θεμέλια της εναντίωσής του στην ηγεμονίδα αντικειμενικότητα. Οι ταυτότητες και οι θεσμοί, οι συσχετισμοί δυνάμεων, έχουν πάψει να είναι αποδεκτοί, όχι λόγω της αναθεώρησής τους μα, επειδή το αδιέξοδό τους είναι και πάλι παρόν, ένα αδιέξοδο πολιτισμικό παρά κοινωνικό. Η διάσταση αυτή γέννησε τους κορυφαίους χαρακτήρες του Κόνραντ, με πρώτον στη σειρά τον Αλμάγερ. Η κόρη του, Νίνα, ως προσωποποιημένη μεταφορά μιας δυσμενούς διττότητας είναι το κανάλι μέσα από το οποίο τα πάντα θα συναντήσουν την ολοκλήρωσή τους στον αφανισμό.
Κείμενο του Γιάννη Λειβαδά
* Ο Γιάννης Λειβαδάς είναι ποιητής. Τελευταίο του βιβλίο, η ποιητική συλλογή «Το σύμπλεγμα του Λαοκόοντα – Έτερο πύραμα γραφής 1997-2010» (εκδ. Πανοπτικόν).
Στην εικόνα, η Aurora Marion, από την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου του Κόνραντ, σε σκηνοθεσία Chantal Akerman.
Πηγή: www.bookpress.gr
«Η τρέλα του Αλμάγερ» (“Almayer’s Folly”), το πρώτο βιβλίο του Τζόζεφ Κόνραντ, εκδόθηκε το 1895.