12.4 C
Athens
Σάββατο, 7 Δεκεμβρίου, 2024

Η Ιλιάδα του Στάθη Λιβαθινού

«Είν’ η προσπάθειές  μας, των συφοριασμένων·
είν’ η προσπάθειές  μας σαν των Τρώων»

Η Ιλιάδα του Στάθη Λιβαθινού

Ένα από τα πιο δύσκολα  και απαιτητικά εγχειρήματα που αποτολμήθηκαν τα τελευταία χρόνια στην ελληνική θεατρική σκηνή, η θεατροποίηση της ομηρικής Ιλιάδας, ήταν τελικά ένα στοίχημα που κερδήθηκε πλήρως. Ο Στάθης Λιβαθινός, γνωστός για την «εμμονή» του να καταπιάνεται με μεγάλα έργα, τόσο από άποψη σπουδαιότητας όσο και από άποψη μεγέθους, παρουσίασε σε παγκόσμια θεατρική πρώτη και τις 24 ραψωδίες της Ιλιάδας στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών σε μια παράσταση-χείμαρρο 5 ωρών. Κάτι που για χρόνια οραματιζόταν και τελικά πραγματοποίησε φέτος έπειτα από πολύμηνη προετοιμασία με την ομάδα των ικανότατων συνεργατών του.

Ο Λιβαθινός ακολούθησε με απόλυτη συνέπεια την ομηρική αφήγηση χωρίζοντας την παράσταση σε 4 μέρη και αφαιρώντας ελάχιστα μόνο κομμάτια του πρωτότυπου κειμένου. Το πιο ιδιαίτερο και παράλληλα πιο επιτυχημένο στοιχείο της παράστασης ήταν ότι η εικονοποίηση των επιβλητικών σκηνών αυτού του απαράμιλλου αριστουργήματος βασίστηκε στην αφηγηματική δύναμη του ίδιου του έργου και στην πεντακάθαρη εκφορά του λόγου από τους ηθοποιούς-αφηγητές, οι οποίοι έπαιζαν και ταυτόχρονα απήγγειλαν, σαν άλλοι ραψωδοί, τους ομηρικούς στίχους στην εξαιρετική μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη.

Όσο για την σκηνή Δ’ της Πειραιώς 260, το αχανές μέγεθος της και το βιομηχανικό της design φάνηκε να «κουμπώνει» απόλυτα με το πνεύμα της παράστασης. Ένας πολυπρόσωπος θίασος 15 ατόμων απλώθηκε στον χώρο εκμεταλλευόμενος σχεδόν κάθε σπιθαμή του, μέσα στο αφαιρετικό σκηνικό της Ελένης Μανωλοπουλου το οποίο είχε ελάχιστα αντικείμενα: τραπέζια, καρέκλες, μεγάλοι σιδερένιοι πάγκοι και λάστιχα αυτοκινήτων –τα σπαράγματα ενός απέραντου πεδίου μάχης- και ορισμένες πραγματικά πολύ εύστοχες πινελιές, όπως τον τροχαλία με τα τσιγκέλια από όπου κρέμονταν σαν σε παρέλαση επί σκηνής άδεια παλτά- μια αληθινά δυνατή αντιπολεμική εικόνα- ή το υδάτινο πλαίσιο στην άκρη της σκηνής απ’ όπου αναδύονταν οι θαλασσιοί θεοί και «εμβαπτίζονταν» οι ήρωες..

Στο καθαρά θεατρικό μέρος η παράσταση στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στους αυτοσχεδιασμούς των ηθοποιών και στην δυναμική του εμφανέστατα πολύ δεμένου θιάσου, που συντονίστηκε με άψογο τρόπο. Αρκετές σκηνές μαχών και μονομαχιών ήταν εντυπωσιακά χορογραφημένες και χωροθετημένες με την κίνηση των ηθοποιών να έχει διδαχτεί από τον Μάχιμο Μοναχό Σαολιν Σι Μια Τζιε.  Όσο για τις ερμηνευτικές επιδόσεις αυτές κινήθηκαν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.

Ο Δημήτρης Ημελλος που ούτως ή άλλως μας έχει συνηθίσει σε υψηλών προδιαγραφών ερμηνείες έπλασε έναν Αγαμέμνονα αρχομανή και επηρμένο αποδίδοντας την αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του Αχαιού αρχιστρατήγου με μια υπόγεια ειρωνεία δίνοντας παράλληλα στον χαρακτήρα του έναν σαρκαστικό και στιγμές κωμικό τόνο. Η Μαρία Σαββίδου σαν Θέτιδα αλλά και σαν Εκάβη ήταν επιβλητική και στιγμές σπαρακτική, ιδιαίτερα στο φινάλε της παράσταση με την απαγγελία του ποιήματος «Τρώες» του Κ.Π. Καβάφη.

Ο Γιώργος Χριστοδούλου κατόρθωσε να καθηλώσει αποδίδοντας την τραγικότητα, το ηθικό μεγαλείο αλλά και την πολεμική αίγλη του πρωταγωνιστή της Ιλιάδας, Αχιλλέα, με ατόφιο πάθος, εσωτερικότητα και τόνους που συνεχώς ανεβοκατέβαιναν. Επίσης ξεχώρισαν ιδιαίτερα και οι ερμηνείες του Γεράσιμου Μιχελή στον ρόλο του Αίαντα καθώς και του πάντα σπουδαίου Βασίλη Ανδρέου (Χρυσης, Πρίαμος).

Η επιτυχία του Λιβαθινού και της ομάδας του φάνηκε από το αποτέλεσμα: το κοινό δεν έδειξε να κουράζεται καθόλου από την πολύωρη παράσταση καθώς η αισθητική απόλαυση που αποκόμιζε έφερνε την απαραίτητη ισορροπία. Τα θέματα του ηρωισμού, της φιλοπατρίας, της φρίκης του πολέμου, της φιλίας, της συμφιλίωσης, της απώλειας και της αγάπης για την εξουσία παρουσιάστηκαν να είναι πιο σύγχρονα από ποτέ δείχνοντας ανάγλυφα το αναλλοίωτο, διαχρονικό μεγαλείο του ομηρικούς έπους.

Και στο τέλος η πολυπόθητη κάθαρση και συνάμα η πιο συγκινητική σκηνή ολόκληρου του έργου: έπειτα από τον σπαραγμό και την εξουθενωτική επίδραση της εκδίκησης, έρχεται η μνημειώδης σκηνή της συνάντησης του χαροκαμένου πατέρα Πρίαμου με τον φονιά του γιου του, Αχιλλέα, η στιγμή της συγχώρεσης και της λυτρωτικής μεγαλοψυχίας. Ο Αχιλλέας παραχωρεί στον γέρο-Πρίαμο το ταλαιπωρημένο κορμί του Έκτορα, για να το θρηνήσει και να το θάψει μαζί με την υπόσχεση για έντεκα μέρες ανακωχής με την λύτρωση του θύματος να γίνεται τελικά η λύτρωση του ίδιου του θύτη…

Μια παράσταση  που έχει πολλά να δώσει  ακόμα και σίγουρα αξίζει να έχει μια μακρά πορεία από δω και στο εξής τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, όπως άλλωστε επιθυμούν ο σκηνοθέτης και η ομάδα. Και απ’ ο, τι φαίνεται θα την έχει…

Της Θεοδώρας Σάββα, 11/6/2013

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Σχετικά Άρθρα

Τελευταία Άρθρα