Είδαμε την παράσταση «Σόλνες, ο Πρωτομάστορας» του Χένρικ Ίψεν, σε σκηνοθεσία της Ανδρονίκης Αβδελιώτη, στο Θέατρο «Αλκμήνη»
Συνέχεια στο κλασικό ρεπερτόριο των τελευταίων ετών δίνει η Ανδρονίκη Αβδελιώτη με το «Σόλνες, ο Πρωτομάστορας». Σε δική της μετάφραση και σκηνοθεσία, η Αβδελιώτη μπαίνει για μία ακόμη φορά στα άδυτα του Νορβηγού Ρεαλιστή Ίψεν, συνδυάζοντας το δίπτυχο εαυτός κι αποξένωση, ως απόρροια ενοχής κι επιθυμίας. Εικάζεται ότι ο Ίψεν, στο συγκεκριμένο έργο αυτοβιογραφεί την καλλιτεχνική του ζωή -από τα πρώτα πιο ρομαντικά χρόνια (τα βαθιά κοινωνικά) έως τα απόλυτα συμβολικά πνευματικά δράματα (που έγραψε στη δύση της συγγραφικής του πορείας), αμφιβάλλοντας κι ο ίδιος για την καλλιτεχνική τους αξία.
Ο Ίψεν χρησιμοποιεί τους χαρακτήρες του, τους διαλόγους τους και τον διακριτικό συμβολισμό για να εξερευνήσει τη σύνθετη ανθρώπινη ψυχολογία και τα περίπλοκα κοινωνικά ήθη. Αυτό το ιδιαίτερο έργο με τα λεπτά δοσμένα κωμικά στοιχεία δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια πραγματική τραγωδία. Μια τραγωδία βασισμένη σε ζωές (στις ζωές όλων), με ανεκπλήρωτες αγάπες κι όνειρα και πολύ πόνο. Ο βασικός ήρωας, ο Σόλνες ο αρχιτέκτονας, είναι ένας κατά βάθος φοβισμένος τύπος. Από τη μία έχει μια εξωφρενικά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του κι από την άλλη εκφράζει αυτή του την αλαζονεία μέσα από μια αδικαιολόγητη διαρκή καχυποψία, μονίμως απειλούμενος πρωτίστως από τη νεότερη γενιά, όπου –καταφανώς– δεν εμπιστεύεται (ή δε θέλει να δείξει ότι εμπιστεύεται).
Στην εκδοχή της Αβδελιώτη, ο Σόλνες παρουσιάζεται δισδιάστατος, όπου τα αντικρουόμενα συναισθήματα έρχονται στην επιφάνεια, μέσα από δύο διαφορετικές εκτελέσεις. Στην ίδια σκηνή, ο Ανδρέας Ζάκας κι ο Γιώργος Ζώης δίνουν έναν δύσκολο αγώνα για το ποιος Σόλνες θα υπερισχύσει. Ο ηλικιωμένος Σόλνες (ο ωμός, σκληρός, απότομος κι άκαμπτος) ή ο νεότερος Σόλνες (ο χαλαρός, πρόθυμος και πιο ανθρώπινος χαρακτήρας); Εξαιρετική ερμηνεία και των δύο κυρίων, που κυριολεκτικά μας συγκίνησαν βαθιά, διεισδύοντας στον ψυχισμό του από διαφορετική οπτική γωνία, μετουσιώνοντας το αποτέλεσμα της εσωτερικής πάλης με το σκοτάδι των προσωπικών ευθυνών σε λυτρωτικό φως.
Ο Σόλνες στο έργο διχάζεται ανάμεσα σε δύο γυναίκες. Δύο γυναικεία πρότυπα, τελείως διαφορετικά μεταξύ τους, το δεδομένο και εξαιρετικά συντηρητικό και το ξένο, περιπετειώδες και ίσως λίγο επικίνδυνο.
Η Αθηνά Μαυρομάτη στον ρόλο της Άλιν, της συζύγου του Σόλνες, δείχνει υπάκουη σύζυγος κι ίσως να είναι, αλλά μάλλον υπερισχύει η δυστυχία της και η αδυναμία της να ανταπεξέλθει στην κακή της μοίρα. Η Μαυρομάτη εξωτερικεύει –σε κάθε παρουσία της– το αυστηρό καθήκον της αγέρωχης και σωστής οικοδέσποινας, αλλά δε λησμονεί να υπενθυμίζει στους άλλους ότι είναι θύμα των καταστάσεων. Καταφέρνει δε, να διατηρεί αυτή τη λεπτά αμυντική στάση με το περιβάλλον της, που προδίδει όμως το αίσθημα ευθύνης της στα τραγικά γεγονότα τους παρελθόντος.
Το δεύτερο πρόσωπο στη σχέση είναι η Χίλντα. Το εύθυμο τολμηρό νεαρό κορίτσι που θυμίζει στον Σόλνες την πρωθύστερη ανέμελη ζωή του. Χειμαρρώδης η Αβδελιώτη, εμφανίζεται από το παρελθόν, φέρνοντας μαζί της αναμνήσεις από ανολοκλήρωτους έρωτες, αναστατώνοντας την ήρεμη –φαινομενικά– ζωή του Σόλνες, αποσυνθέτοντας έναν ήδη δυστυχισμένο γάμο. Η ομορφιά και η χάρη της Αβδελιώτη (διαμέσου της ηρωίδας της) είναι διάχυτη. Διαρκής κίνηση σε όλο το εύρος της σκηνής, γεγονός που καταδεικνύει την κυρίαρχη θέση της στο έργο. Το στήσιμο του κορμιού της και ο τόνος της φωνής της δεν άφησαν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης της προσωπικής της συμβολής –στο μέγιστο μάλιστα βαθμό– στη διαμόρφωση της τελικής έκβασης.
Δυνατές υποστηρικτικές ερμηνείες από τις τρεις συνεξαρτόμενες φιγούρες του εργασιακού και κοινωνικού περιβάλλοντος του Σόλνες. Το νεαρό ζευγάρι (οι δύο βοηθοί του) και ο αγαπημένος γιατρός της οικογένειας. Ποπέτα Σούκου και Κωνσταντίνος Ρόδης υποδύονται με επιτυχία τα δύο νέα ευγενικά παιδιά, που ονειρεύονται την κοινή τους ζωή, χωρίς όμως να υπολογίζουν τον αυταρχικό και ελεγκτικό Σόλνες. Εξίσου εκφραστικός ο Απόστολος Τζίκας, υποστήριξε τον ρόλο του γιατρού και φίλου, που γνωρίζει όλες τις παραμέτρους των ζωών του ζεύγους, διατηρώντας τις ισορροπίες μεταξύ τους.
Ξεχωρίζει η σκηνοθετική επιλογή της Αβδελιώτη να παρουσιάσει τον Σόλνες σε δύο παράλληλες διαστάσεις. Και παρ’ όλο που ακολούθησε με σεβασμό και ακρίβεια τη δομή του Ίψεν, κατάφερε να προσφέρει ένταση στο ήδη απαιτητικό κείμενο, χωρίς να το αλλοιώσει. Μ’ αυτόν τον τρόπο διευκόλυνε κι αποσυμφόρησε τις πλούσιες συναισθηματικές μεταπτώσεις του κεντρικού ήρωα, εξυπηρετώντας την ομαλή ροή των άφθονων δραματικών σκηνών.
Ωραία τα σκηνικά και τα κοστούμια της παράστασης (επιλογές της ίδιας της Ανδρονίκης Αβδελιώτη), που παρέπεμπαν στο σωστό χρονικό πλαίσιο. Και για μία ακόμη φορά ο φωτισμός του Βασίλη Κλωτσοτήρα συνετέλεσε σ΄ ένα ολοκληρωμένο αισθητικά αποτέλεσμα.
Απολαύσαμε ένα έργο που προσφέρει ένα από τα πιο τραγικά αυτο-πορτρέτα στην κατηγορία του δράματος. Έμμεσα και άμεσα κοινωνικά και θρησκευτικά σχόλια, καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, μέχρι και το τέλος, όπου είναι προφανές ότι ο Θεός είχε σχέδιο γι’ αυτήν την ταλαιπωρημένη, τη βασανισμένη ψυχή, τον αρχιμάστορα Σόλνες.
Θα παίζεται μέχρι τέλος Φεβρουαρίου 2024. Μην το χάσετε!
Γράφει η Βικτώρια Πέππα
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο άρθρο https://www.all4fun.gr/portal/theatre-2/parastaseis/32588-solnes-o-protomastoras-xenrik-ipsen-androniki-avdelioti-theatro-alkmini.html.