Μια παράσταση -αναμέτρηση με όσα μπορούμε να αντέξουμε….
Βλέποντας πρόσφατα την παράσταση «Αντιγόνη- Αυτό τουλάχιστον το μπορώ» της ομάδας Hashart στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, μου ήρθε συνειρμικά στο μυαλό το εκτενές δοκίμιο του Ρολάν Μπαρτ (Rolan Barthes), «Ο θάνατος του συγγραφέα». Ο Μπαρτ υποστηρίζει ότι το δημιούργημα ενός συγγραφέα όταν ολοκληρώνεται και διατίθεται στο κοινό αποκτά τη δική του υπόσταση, αποκόπτεται από τον συγγραφέα και αποτελεί πλέον ένα αυτόνομο κείμενο, ανοιχτό σε κάθε ερμηνεία. Το νόημα του κάθε δημιουργήματος έγκειται στην υποκειμενική πλέον κρίση του αναγνώστη αν πρόκειται για λογοτεχνία ή στην υποκειμενική «ματιά» του θεατή αν πρόκειται για θεατρικό κείμενο. Κάτω από αυτό το πρίσμα θα μπορούσαμε να πούμε ότι ακόμα και τα πιο σπουδαία, κλασσικά έργα παύουν να ανήκουν πλέον στους δημιουργούς τους και γίνονται κτήμα της ανθρωπότητας. Η Αντιγόνη παύει να είναι του Σοφοκλή, του Ανούιγ, του Μπρέχτ ή του Κοκτώ αλλά αποτελεί ένα αρχέτυπο που υψώνεται πέρα και πάνω απ’ την εποχή της συμβολίζοντας τον άνθρωπο που επαναστατεί ενάντια στο κατεστημένο και πεθαίνει για τις ιδέες του.
Η Αντιγόνη της ομάδας Hashart είναι ένα κολάζ από όλες τις παραπάνω σπουδαίες εκδοχές του μυθικού αυτού προσώπου, που υπερβαίνουν τα όρια ενός συγκεκριμένου τόπου και χρόνου και συνθέτουν εν τέλει μία τραγική ηρωίδα του σήμερα και του πάντα. Η συγκεκριμένη ομάδα κατάφερε να οικοδομήσει μία άρτια Αντιγόνη φτιαγμένη από τα αρχέγονα υλικά του σοφόκλειου μύθου μπλεγμένα όμως με τη μαγιά της νεότερης δραματουργίας. Αυτό το συνθετικό «πείραγμα –πείραμα» φαίνεται να πέτυχε απόλυτα το σκοπό του και το αποτέλεσμα ήταν ένα σφιχτοδεμένο και «καλλίροο» κείμενο. Ο θεατής δεν βλέπει διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στα κείμενα αλλά μία ενιαία ιστορία που επιχειρεί να γεφυρώσει το χθες με το σήμερα.
Η ομάδα Hashart κατάφερε να αναπλάσει μία Αντιγόνη απλή και ανθρώπινη, ένα κορίτσι που μπορούμε να συναντήσουμε ανάμεσά μας. Αν κοιτάξουμε λίγο πιο προσεκτικά πίσω από αυτό το πρόσωπο ίσως να αναγνωρίσουμε πολλές ηρωίδες της εποχής μας, όπως την Αλμπερτίνα Μαρτινέζ, την δολοφονημένη ακτιβίστρια φωτογράφο, την Ντανιέλα Καράσκο, τη γλυκιά μίμο των Χιλιανών διαδηλώσεων, όπως και τόσες άλλες τολμηρές γυναίκες που ξεχύνονται στους δρόμους διαδηλώνοντας ενάντια στον απολυταρχισμό, στον φασισμό και στη βία. Θα μπορούσαμε ίσως να αναγνωρίσουμε την Καρόλα Ρακέτε ή την Γκρέτα Τούνεμπεργκ, ακόμα και τις μορφές των κοριτσιών -γιατί όχι- που τόλμησαν να παρελάσουν με ένα «Σίλλυ Γουόλκ»… Πίσω από την «μυθοπλαστική» Αντιγόνη μπορούμε να δούμε να αχνοφαίνονται χιλιάδες «χειροπιαστές» Αντιγόνες του καιρού μας που αγωνίζονται σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης για τα ιδανικά τους. Θα μπορούσαμε να δούμε στο πρόσωπο αυτή της Αντιγόνης ακόμα και εμένα και εσένα και όλους όσους δίνουν καθημερινές, αθόρυβες μάχες εμμένοντας στις αξίες τους. Αυτή είναι η Αντιγόνη που προτείνει και η ομάδα Ηashart, μια Αντιγόνη με μεγαλείο αλλά και απλότητα ως ένα διαχρονικό και παγκόσμιο σύμβολο του επαναστατημένου ανθρώπου.
Ωστόσο, παρακολουθώντας την συγκεκριμένη παράσταση συνειδητοποίησα πως όλα τα πρόσωπα αυτού του έργου είναι πέρα ως πέρα τραγικά. Μάλιστα θα έλεγα πως η Αντιγόνη ίσως να είναι το λιγότερο τραγικό πρόσωπο γιατί πεθαίνει για τις ιδέες της και μέσα από αυτή την πράξη της λυτρώνεται. Πεθαίνει ασυμβίβαστη, νέα και γενναία γιατί δεν προλαβαίνει να φθαρεί από τους συμβιβασμούς του ‘μάταιου τούτου κόσμου’. Η Αντιγόνη ίσως είναι εν τέλει μια τραγωδία των συμβιβασμένων και όχι των ασυμβίβαστων. Μια τραγωδία των ανθρώπων που διάλεξαν να πουν ένα «Ναι» στη ζωή πληρώνοντας κι αυτοί το αντίστοιχο τίμημα. Είναι μια αλληγορία της αιώνιας σύγκρουσης αυτών που αντέχουν να διαλέγουν το θάνατο, με αυτούς που αντέχουν να διαλέγουν τη ζωή. Μια παραβολική αναμέτρηση με όσα τελικά μπορούμε η δεν μπορούμε να αντέξουμε.
Καμιά επιλογή κατ’ εμέ δεν είναι εύκολη γιατί κι οι δύο αυτές θέσεις απαιτούν σθένος και γενναιότητα. Γιατί και το «Ναι» στη ζωή δεν είναι ανώδυνο… Η ιδία η ύπαρξη προφανώς δεν είναι ανώδυνη γιατί εμπεριέχει το βίωμα άπειρων καθημερινών, «μικρών θανάτων». Ωστόσο, «Πρέπει να υπάρχει και κάποιος που να λέει ‘Ναι’, πρέπει να υπάρχει και κάποιος που θα κυβερνήσει το καράβι», διατείνεται ο Κρέοντας και ίσως να έχει και δίκιο γιατί αλλιώς η ζωή δεν θα συνεχιζόταν. Δεν είναι εύκολο να ζεις με υποχωρήσεις, με ματαιωμένα όνειρα ή με καταπατημένα ιδανικά. Καμιά φορά όμως για να επιβιώσεις πρέπει να βουτήξεις μέσα στα απόνερα, να λερώσεις και να ματώσεις τα χέρια σου, να κάνεις «τη λάντζα της ζωής» γιατί απλά δεν έχεις άλλη επιλογή. Η ζωή η ιδία είναι ίσως από μόνη της ένας συμβιβασμός και αυτό δημιουργεί την ύψιστη τραγωδία του «αντέχω να υπάρχω». Η ομάδα Hashart, ωστόσο, κατάφερε να φωτίσει ανεξαιρέτως όλα τα πρόσωπα αυτής της τόσο παλαιάς αλλά και ταυτόχρονα τόσο σύγχρονης τραγωδίας. Οι πολυδιάστατες ερμηνείες των τεσσάρων νεαρών ηθοποιών (Ηλέκτρα Κομνηνίδου, Ελένη Κουταλώνη, Σταύρος Λιλικάκης, Τρύφων Μπάρκας) κατάφεραν να αναδείξουν το υποκειμενικό «δίκιο» του κάθε ήρωα και να αποδώσουν την τραγικότητα όλων των προσώπων. Έτσι, μέσα από αυτές τις ερμηνείες μπορούμε όλοι να δούμε καθρεφτισμένο «κάτι» από το δικό μας προσωπικό δράμα. Αν αυτό ήταν το στοίχημα τότε νομίζω πως η ομάδα Ηashart το πέτυχε.
Με λιτά σκηνογραφικά μέσα η ομάδα μας παρουσίασε μια «αστικοποιημένη» τραγωδία. Ένας χλοοτάπητας και ένας τάφος – τραπέζι έγιναν τα σύμβολα ενός μεταμοντέρνου δράματος. Η «χλόη» και το «χώμα» της Θήβας διατηρήθηκαν συμβολικά, πλαισιωμένα όμως από τα αστικά εμπορεύματα του καιρού μας, ενώνοντας κατ’ αυτό το τρόπο το αρχαίο με το σύγχρονο, την επαρχία με το άστυ, τη φύση με το τσιμέντο. Τα κοστούμια σε συνδυασμό με έναν ηλεκτρονικό, απόκοσμο ήχο υπηρετήσαν άψογα την παραπάνω σκηνοθετική προσέγγιση. Οι ερμηνείες των ηθοποιών θα μπορούσαμε να πούμε ότι κινήθηκαν πάνω σε μια «μπρεχτική» υποκριτική φόρμα. Μέσα από την ευρηματική σκηνοθεσία του Κώστα Μπάρα οι ηθοποιοί παρουσιάζονται άλλοτε ως ρόλοι, άλλοτε ως χορός και άλλοτε ως ο αποστασιοποιημένος «εαυτός» τους, λέγοντας μας στο τέλος της παράστασης ότι τώρα η ιστορία μας τελείωσε και εμείς θα συνεχίσουμε τη ζωή μας πίνοντας ίσως μια μπύρα στο διπλανό κατάστημα.
Η παράσταση τέλειωσε, εμείς θα πάμε για ένα ποτό, οι ηθοποιοί ίσως για μία μπύρα και η ζωή συνεχίζεται εν τέλει από αυτούς που αντέχουν να λένε «Ναι» στην ίδια την ύπαρξη γνωρίζοντας ότι οι πιο σπουδαίοι της ανθρωπότητας μάλλον είναι ήδη νεκροί. Κι αν δεν είναι ήδη νεκροί η ανθρωπότητα θα φροντίζει πάντα να τους «θάβει» εγκαίρως γιατί οι Αντιγόνες πρέπει πάντα στο τέλος να πεθαίνουνε. Εμείς θα συνεχίζουμε τη ζωή μας ως μικροί και καμιά φορά ως μεγάλοι ήρωες, θα συνεχίζουμε τη ζωή μας με μικρές ή με μεγάλες υποχωρήσεις, με μικρές ή και με μεγάλες επαναστάσεις. Εμείς θα συνεχίζουμε να υπάρχουμε άλλοτε ως Αντιγόνες και άλλοτε ως Κρέοντες κι ας μη γίνουμε ποτέ ο τίτλος μιας τραγωδίας που θα γραφτεί για χάρη μας.
Υστερόγραφο: Μην τη χάσατε αυτή την παράσταση, θα σας κάνει σίγουρα να δείτε επί σκηνής «κάτι» από τον εαυτό σας…
Της ηθοποιού Βικτώριας Σαμοθράκη, 11/2/2020
Πληροφορίες για την παράσταση : ΕΔΩ