Η Μεγάλη Χίμαιρα του Μ. Καραγάτση
Από 22 Νοεμβρίου στο θέατρο Πορεία
H προπώληση ξεκινάει τον Οκτώβριο
Η ΜΕΓΑΛΗ ΧΙΜΑΙΡΑ
Μ. Καραγάτση
Διασκευή Στρατής Πασχάλης
Μέσα σε κουστούμια του ’30 με κινηματογραφικό αέρα η Αλεξάνδρα Αϊδίνη, ο Νίκος Ψαρράς και ο Όμηρος Πουλάκης καθοδηγούμενοι εξαιρετικά από τον σκηνοθέτη και την Ζωή Χατζηαντωνίου (κίνηση) έδωσαν ένα συναρπαστικό και μοιραίο τρίγωνο επιστρατεύοντας λόγο, κορμί, συναίσθημα, βάρος στο μη ειπωμένο, μέτρο άλλα και παραφορά. Τι έξοχη η σκηνή της εύγλωττης αν και βουβής ερωτικής πάλης ανάμεσα στον Μηνά και στην Μαρίνα!
Σάρκα κραυγάζουσα, πνιγμένα όνειρα ετών και χίμαιρες αιώνων.
Άννυ Κολτσιδοπούλου, Καθημερινή, 10/8/14
Ο Δημήτρης Τάρλοου κατάφερε να δημιουργήσει μια χορταστική για μάτια, μυαλό και ψυχή παράσταση… εικόνες που σε ξάφνιαζαν, γεμάτες από γοητευτικές αυταπάτες… μπλέκοντας περίτεχνα το σινεμά με το θέατρο.
Βλέποντας την Αλεξάνδρα Αϊδίνη σε αυτή την παράσταση, απορείς πώς δεν είχε δει κανείς ως τώρα όλες αυτές τις ερμηνευτικές δυνατότητες… με μια εσωτερικότητα που βράζει υπόγεια και κοχλάζει στα κατάλληλα σημεία.
Η κινηματογραφημένη αυτοκτονία της και το φινάλε με τα τελευταία λόγια από το βιβλίο του Καραγάτση είναι ικανά να σε στοιχειώσουν για πολύ καιρό αφού έχεις δει την παράσταση.
Αστερόπη Λαζαρίδου, Το Βήμα, 18/7/14
Είναι πια σαφές ότι ο Δημήτρης Τάρλοουδεν αποκλείει τη μαγεία από κανένα του εγχείρημα.
Δε νομίζω αυτή τη στιγμή στην ελληνική σκηνή να υπάρχει άλλη γυναίκα που να είναι η Μαρίνα από την εξαίρετη Αλεξάνδρα Αϊδίνη. Δυναμική, ρετρό παρουσία, με αυτοέλεγχο και γνώση του πώς να είσαι παντοδύναμος σε ρεαλιστικό έδαφος.
Επειδή συνηθίζεται, όταν μεταφέρονται λογοτεχνικά έργα στη σκηνή ο κόσμος να..κουράζεται, εγώ σας λέω ότι δεν κουράστηκα λεπτό.
Χρύσα Φωτοπούλου, onlytheatre.gr, 18/7/14
«Η Μήδεια είναι ο φυσιολογικός άνθρωπος, που το ερωτικό πάθος του σκοτίζει το λογικό, όπως στον κάθε φυσιολογικό άνθρωπο»
Μ. Καραγάτσης
Ένα από τα πιο γνωστά και αγαπητά μυθιστορήματα των τελευταίων 60 χρόνων, η «Μεγάλη Χίμαιρα» του Μ. Καραγάτση, παρουσιάζεται σε παγκόσμια πρώτη από το θέατρο Πορεία σε συμπαραγωγή με το Φεστιβάλ Αθηνών.
Σε αυτό το επικό ερωτικό μελόδραμα παρακολουθούμε την ιστορία μιας Γαλλίδας, της Μαρίνας Μπαρέ, που έρχεται να ζήσει στην Ελλάδα, ερωτευμένη και παντρεμένη με ‘έναν Έλληνα εφοπλιστή, αλλά και παθιασμένη με την ελληνική κλασσική παιδεία. Ερχόμενη σε επαφή όμως με την ίδια την χώρα των ονείρων της, συναντά τις δικές της Χίμαιρες: το δραματικό τοπίο τραχύ, κι αισθησιακό ταυτόχρονα, την παρασύρει σε μια μοιραία δίνη πάθους, πυροδοτεί τα παλιά ψυχολογικά της τραύματα και τη οδηγεί στην αυτοκαταστροφή.
Ο Καραγάτσης σε αυτό το μυθιστόρημα που κλείνει την γνωστή τριλογία «Γιούγκερμαν- Λιάπκιν- Χίμαιρα», μελετάει ενδελεχώς την δυνατότητα προσαρμογής των ξένων στην ελληνική πραγματικότητα, αλλά και την αμφιθυμία των Ελλήνων απέναντι στην Δύση. Κρύβει καλά τον ακραίο και κατάμαυρο ρομαντισμό του, κάτω από πέπλο κυνισμού ή και ωμότητας. Βαθιά απελπισμένος ο ίδιος, μετατρέπει την Μαρίνα σε χίμαιρα, αρνούμενος την έννοια της αγάπης. Νομίζουμε ότι πετυχαίνουμε, ερωτευόμαστε, δημιουργούμε πνευματικά. Όλα εν τέλει καίγονται, κάτω από το σκληρότατο Ελληνικό φως. Σαν μύγες μαγευόμαστε από το άγνωστο, για να γίνουμε παρανάλωμα σε μια στιγμή. Αυτή τη μοιραία στιγμή περιγράφει ο Καραγάτσης.
Συντελεστές:
Διασκευή: Στρατής Πασχάλης
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Τάρλοου
Σκηνικά – Κουστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Μουσική: Κατερίνα Πολέμη
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Κίνηση – Χορογραφία: Ζωή Χατζηαντωνίου
Σκηνοθεσία κινηματογραφικού μέρους: Χρήστος Δήμας
Στίχοι τραγουδιών: Στρατής Πασχάλης
Βοηθοί σκηνοθέτη: Άννα Πασπαράκη, Δήμητρα Κουτσοκώστα
Βοηθός σκηνογράφου: Τίνα Τζόκα
Βοηθός χορογράφου: Κορίνα Κόκκαλη
Φωτογραφίες: Βάσια Αναγνωστοπούλου
Video-Trailer: Σωκράτης Σπανός
Διανομή:
ΜΑΡΙΝΑ: Αλεξάνδρα Αϊδίνη
ΓΙΑΝΝΗΣ: Νίκος Ψαρράς
ΜΗΝΑΣ: Όμηρος Πουλάκης
ΡΕΪΖΑΙΝΑ: Σοφία Σεϊρλή
ΛΙΛΗ – ΚΑΛΛΙΟΠΗ – ΒΙΕΤΝΑΜΕΖΑ ΠΟΡΝΗ: Ηλιάνα Μαυρομάτη
ΑΝΝΟΥΛΑ, κόρη της Μαρίνας: Κατερίνα Τράμπα, Βασιλική Παναγιώτογλου
ΑΝΝΕΖΙΩ: Αλίκη Αλεξανδράκη
ΈΝΑΣ ΆΓΝΩΣΤΟΣ: Δημήτρης Τάρλοου
Η παράσταση είναι συμπαραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών 2014 και του θεάτρου Πορεία.
Με την υποστήριξη του Γαλλικού Ινστιτούτου, στο πλαίσιο του προγράμματος Ελλάς Γαλλία Συμμαχία 2014.
Η παράσταση τελεί υπό την αιγίδα του Ε.Ο.Τ.
Κριτικές:
Ο Δημήτρης Τάρλοου άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις σκηνοθετώντας τη «Μεγάλη Χίμαιρα» του παππού του Μ. Καραγάτση.
Αστερόπη Λαζαρίδου, Το Βήμα, 18/7/14
Η “Μεγάλη Χίμαιρα” και οι εξισώσεις της ομορφιάς.
Είναι πια σαφές ότι ο Δημήτρης Τάρλοου δεν αποκλείει τη μαγεία από κανένα του εγχείρημα. Δεινός λύτης των εξισώσεων της ομορφιάς ασχολήθηκε (πλήρως αφοσιωμένος) με τη μεταφορά του εμβληματικού μυθιστορήματος “Η Μεγάλη Χίμαιρα” του Μ. Καραγάτση. Του παππού του. Που ήξερε ότι η πραγματική διάσταση των πραγμάτων είναι αβίωτη από τους ανθρώπους. Από τους ανθρώπους που φτάνουν μέχρι την έναρξη και μετά γυρίζουν πίσω επιτρέποντας στα όνειρα να διογκωθούν σε χίμαιρες. Άπιαστες και άυλες.
Ολόκληρη η αίθουσα Η’ στην Πειραιώς 260 έγινε η προέκταση του σκηνικού της Ε. Μανωλοπούλου, ενώ το κινηματογραφικό πανί, στο βάθος, ένα φόντο συνεχούς προβολής σκηνών με τους ήρωες σε πιο εσωτερικές στιγμές και τη θάλασσα της Σύρου μόνιμη εικόνα.
Δε νομίζω αυτή τη στιγμή στην ελληνική σκηνή να υπάρχει άλλη γυναίκα που να είναι η Μαρίνα από την εξαίρετη Αλεξάνδρα Αϊδίνη. Δυναμική, ρετρό παρουσία, με αυτοέλεγχο και γνώση του πώς να είσαι παντοδύναμος σε ρεαλιστικό έδαφος.
Ο Νίκος Ψαρράς, ως Γιάννης, λιτός, με σκηνική άνεση και πολύ καλές στιγμές. Ο Όμηρος Πουλάκης, ο ονειροπόλος Μηνάς, φωτεινό αρχέτυπο μιας περασμενης εποχής, αξιοπρόσεκτος και ευρηματικός. Η Ηλιάνα Μαυρομάτη, η Λίλη που μένει μόνιμα στη Σύρο και έχει τον φόβο της ελευθερίας και της υπέρβασης. Ποιητική όπως ακριβώς την αντιλήφθηκε ο συγγραφέας.
Η εμφάνιση-αστραπή του Δ. Τάρλοου στο ρόλο του Μ. Καραγάτση ενέτεινε το κλίμα-εποχής που είχαμε υποβληθεί. Τα κοστούμια με έξοχες λεπτομέρειες, η μουσική της Κατερίνας Πολέμη για μια ακόμη φορά σε απόλυτη συμπόρευση με το κείμενο και την περίσταση.
Επειδή συνηθίζεται, όταν μεταφέρονται λογοτεχνικά έργα στη σκηνή ο κόσμος να..κουράζεται, εγώ σας λέω ότι δεν κουράστηκα λεπτό. Μου δόθηκε η ευκαιρία να βρεθώ απέναντι σε όλες τις καθαρές διαπιστώσεις του συγγραφέα και να καταλήξω στο ίδιο συμπέρασμα (σ’ εκείνο που είχα καταλήξει, όταν πρωτοδιάβασα το βιβλίο): Ο φυσιολογικός άνθρωπος είναι αυτός επιτρέπει στο πάθος να του αλλάξει σχήμα, να τον εξαϋλώσει, να τον σκορπίσει, να του αφαιρέσει τη λογική μια για πάντα.
Χρύσα Φωτοπούλου, only theatre, 18/7/14
…Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου είχε καλό τέμπο, αφήνοντας την ιστορία να τον παρασύρει χωρίς ποτέ να χάνει το μέτρο και χωρίς να της λείπουν οι ιδέες. Θα θυμόμαστε τον συναισθηματισμό του φινάλε με την τελευταία παράγραφο του βιβλίου εντυπωμένη στην οθόνη αλλά και τη σημειολογία της δικής του παρουσίας στη σκηνή: στο ρόλο του Καραγάτση ως παρατηρητή της ζωής και πατέρα των ηρώων του. Επίσης, η συνύπαρξη του θεάτρου με τον κινηματογράφο – ο Χρήστος Δήμας παρουσίασε υποδειγματικά ταινιάκια που παρεμβάλλονταν στην σκηνική δράση – αποδείχθηκε περισσότερο από λειτουργική κι αναβάθμισε καθοριστικά το αισθητικό αποτέλεσμα.
…Ο Δ. Τάρλοου χτύπησε φλέβα χρυσού στην επιλογή της Αλεξάνδρας Αϊδίνη. Με την ανάλογη καθοδήγηση η ηθοποιός, που για πρώτη φορά είδαμε στο θέατρο σε πρωταγωνιστικό ρόλο, στάθηκε στο ύψος της περίστασης, σκιαγραφώντας ένα πλήρες πορτρέτο της νεαρής Γαλλίδας που ερωτοτροπεί με τη ζωή και το θάνατο, με τον κυνισμό και τον ρομαντισμό. Η Αϊδίνη εντυπωσίασε με την εκφραστική και κινησιολογική της παλέτα, αλλά και με την ωριμότητα που διαχειρίστηκε τις ψυχολογικές μεταπτώσεις της ηρωίδας της. Γύρω της ένας ωραίος και αρμονικός θίασος: ένας καίριος και μεστός Νίκος Ψαρράς στο ρόλο του ωραίου καπετάνιου, ακριβής και πειστική η Σοφία Σεϊρλή ως δεσποτική Ρεϊζαινα…
Εξίσου αποδοτικοί υπήρξαν και οι υπόλοιποι συντελεστές της παράστασης, μνημονεύοντας κυρίως τη δουλειά της Ζωής Χατζηαντωνίου στην επιμέλεια της κίνησης (μας χάρισε μια πολύ ωραία στιγμή της παράστασης με τη ζωϊκή μάχη ανάμεσα στην Αϊδίνη και τον Πουλάκη) αλλά και τη σταθερά, ποιητικού χαρακτήρα, μουσική της Κατερίνας Πολέμη.
Στέλλα Χαραμή, tospirto.net, 18/7/14
Η πολυαναμενόμενη δραματοποίηση του καραγατσικού μυθιστορήματος μετουσιώθηκε σε μια αριστουργηματική παράσταση με άρτια τεχνική στις ερμηνείες των ηρώων.
Ο Στρατής Πασχάλης διατηρώντας όλη την ποίηση του Καραγάτση συμπυκνώνει σκηνές κι αφαιρεί άλλες για να κατασκευάσει όσο του επιτρέπεται από το ίδιο το έργο, ένα θεατρικό που σε κρατά προσηλωμένο χωρίς να στερεί τη λογοτεχνική του καταγωγή. Ας πούμε σε μια από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές του έργου, το ταξίδι της Μαρίνας στην Αθήνα καταφέρνει να χωρέσει 30 σελίδες βιβλίου και δυο εβδομάδες ξεναγήσεων μέσα σε λιγότερο από ένα δεκάλεπτο μεταφέροντας όλο τον ερωτικό παλμό, τον Παλαμά, την καρυάτιδα του Μηνά, το ταβερνάκι, την ατμόσφαιρα. Εύστοχη επιλογή ήταν και στο επίπεδο της γλώσσας όπου διατηρήθηκαν τα γαλλικά και τα αγγλικά, τα αρχαία και τα νέα ελληνικά σε ένα πολύ ενδιαφέρον και γοητευτικό συνονθύλευμα γλωσσών.
Συμπρωταγωνιστικό ρόλο με τους ηθοποιούς της παράστασης έχει η θάλασσα μέσα από τα μυσταγωγικά πλάνα του Χρήστου Δήμα που προβάλλονται καθόλη τη διάρκεια της παράστασης. Η Μεγάλη Χίμαιρα προφανώς δεν θα μπορούσε να υφίσταται ούτε φιλολογικά ούτε σκηνικά χωρίς την παρουσία της θάλασσας κι αυτό «διαβάστηκε» με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η θάλασσα είναι «εκεί» στις χαρές και τις λύπες, στον έρωτα και το θάνατο, στα ηθικά σκαμπανεβάσματα, στην αγωνία και την ηρεμία. Τα συγκεκριμένα πλάνα συμβάλλουν και στην ανάδειξη του μεταφυσικού στοιχείου που διακρίνει το λογοτεχνικό έργο του Καραγάτση, με το Σορόκο, την Όστρια και το Γαρμπή να «προσωποποιούνται» και να αποκτούν συναισθήματα ανάλογα των ηρώων.
Κάτι όμως που δεν ήταν γραμμένο στη «Χίμαιρα» και κάνει την παράσταση να ξεχωρίζει και να μπαίνει ακόμη βαθύτερα στο μέσα σου, είναι η μουσική της Κατερίνας Πολέμη που είναι το καλύτερο ένδυμα που μπορεί να φορέσει μια παράσταση και προσδίδει για άλλη μια φορά στο σκηνικό αποτέλεσμα αποτελώντας μια οντότητα χωρίς την οποία δεν μπορείς να φανταστείς το λόγο των ηρώων και χάρης του οποίου φαντάζεσαι πολλά περισσότερα από όσα «οπτικοποιούνται». Δεν έχω νιώσει ποτέ περισσότερο την ανάγκη να υπάρχει μουσική σε παράσταση.
Η Ελένη Μανωλοπούλου μεγαλουργεί στα σκηνικά και τα κουστούμια, με έναν σκηνικό χώρο χωρισμένο στα δύο: στο κατάστρωμα της «Μεγάλης Χίμαιρας» και στο σαλόνι του σπιτιού στη Σύρο. Τα κουστούμια που «κέντησε» για την παράσταση, ντύνουν τους ηθοποιούς με τα καλύτερα τους και κεντρίζουν το βλέμμα του θεατή για την προσοχή στη λεπτομέρεια, την καλαισθησία τους και για την αίσθηση μιας άλλης εποχής, ρομαντικής κι αέρινης που συμβάλει στη γενικότερη προσπάθεια της παράστασης να αναδειχθεί ο ρομαντισμός τόσο στη φωτεινή όσο και στην σκοτεινή του πλευρά (ίσως περισσότερο στη δεύτερη). Σε αυτή την αίσθηση και τη μετατρεψιμότητα της σκηνικής σύμβασης προσφέρει σαφώς κι ο σχεδιασμός του φωτισμού από τον Αλέκο Αναστασίου.
Μέσα σε ένα τόσο άρτια δομημένο τεχνικό κομμάτι, δρουν κι αλληλεπιδρούν με δυνατές ανάσες οι ηθοποιοί με το πρωταγωνιστικό δίδυμο Αϊδίνη-Πουλάκη να δίνουν τις καλύτερες ερμηνείες της μέχρι τώρα πορείας τους στο χώρο. Η Αλεξάνδρα Αϊδίνη ήδη από το πρώτο πλάνο της ως Μαρίνα Μπαρέ όπου χάνει την παρθενιά της υπαίθρια σαν ετέρα μιλώντας στα γαλλικά γοητεύει και αιχμαλωτίζει το θεατή δίνοντας τόσο απλά την αίσθηση πως βλέπουμε γαλλικό κινηματογράφο με μια μεγάλη «μοιραία» πρωταγωνίστρια. Η ερμηνεία της σε αυτά τα κινηματογραφικά αποσπάσματα είναι συγκλονιστική, ρομαντική και μελαγχολική πετυχαίνοντας με το καλύτερο δυνατό τρόπο να αποδοθεί «οπτικά» το παρελθόν της Μαρίνας Μπαρέ. Η Αϊδίνη πραγματοποιεί έναν «σπουδαίο άθλο» -λόγια που ακούστηκαν με πολλή αγάπη από την κα Καλογεροπούλου αργότερα στα παρασκήνια- με αυτό το ρόλο. Παρόλο που είχα την τύχη να δω πολλές φορές την ηθοποιό σε προηγούμενες δουλειές της, στη Μεγάλη Χίμαιρα με εξέπληξε ευχάριστα, με ταξίδεψε και με σόκαρε. Η τεχνική της και οι τοποθετήσεις είναι αξιοθαύμαστες και την κατατάσσουν πλέον σε μια από τις ερμηνείες που αξίζει να μνημονεύεται πλάι στα ονόματα εκείνων των ηθοποιών που πέρασαν από το εγχώριο θέατρο και δε λησμονήθηκαν ποτέ όσα χρόνια και να πέρασαν από το κλείσιμο της τελευταίας τους αυλαίας. Η ηθοποιός κατάφερε να μεταχειριστεί τα γαλλικά, τα αγγλικά, τα αρχαία και τα νέα ελληνικά, την Αντιγόνη και τη Μήδεια, τον Παλαμά και το Σικελιανό με μελιστάλακτο και σαγηνευτικό τρόπο αναδεικνύοντας όλες εκείνες τις πτυχές του πολυπρισματικού κι άλλοτε αινιγματικού ρόλου της. Αξιοθαύμαστη από την αρχή μέχρι το τέλος, με σημαντικότερη στιγμή της, το «αρρωστημένο» πάθος με το Μηνά, που κορυφώνει το έργο στο μέτρο και στο μέγεθος που πρέπει.
Ο Όμηρος Πουλάκης κάνει επίσης μια υπέρβαση με το ρόλο του Μηνά, μεταφέροντας όλη εκείνη τη γοητεία που κάνει όποια γυναίκα περάσει στο διάβα του να τον ερωτευτεί. Μέσα στις καλοστημένες τεχνικές και το χαριτωμένο άγχος του, δίνει ένα γοητευτικό και κοσμοπολίτη Μηνά που δεν στερεί τίποτα από τον ιδεατό νεαρό που περιγράφει ο Καραγάτσης στο έργο του. Η εκρηκτική του χημεία με τη συμπρωταγωνίστρια του δίνει ένα αποτέλεσμα εναρμονισμένα ερωτικό που ισορροπεί ανάμεσα στον πιο αγνό έρωτα και την ανθρώπινη παράνοια. Ιδιαιτέρως απολαυστικός όταν μιλά για τη «γυναίκα της ζωής τους», μια Καρυάτιδα στον Παρθενώνα, για τον Παλαμά και το Σικελιανό, όταν προφέρει «δεν ασχολούμαι με τη Λογοτεχνία, γιατί σιχαίνομαι τους ερασιτεχνισμούς». Αισθάνομαι μάλιστα, ότι το χειμώνα στην επανάληψη της παράστασης, θα δώσει ακόμη περισσότερα στο Μηνά και θα χαρίσει στο θεατή την ευκαιρία να ερωτευτεί τον Καραγατσικό ήρωα με την ίδια σχεδόν ένταση που θα τον ερωτευόταν αν είχε διαβάσει το μυθιστόρημα.
Ο Νίκος Ψαρράς αναδεικνύει τη γλύκα και την αυθεντικότητα του Γιάννη… Η Ηλιάνα Μαυρομάτη προσηλωμένη δίνει μια «αφηρημένη» Λιλή την οποία έχει «διαβάσει» και τοποθετήσει εύστοχα και λειτουργικά. Το ίδιο πετυχαίνει και με τους υπόλοιπους ρόλους από τους οποίους περνά.
Η Σοφία Σεϊρλή και η Αλίκη Αλεξανδράκη αντιπροσωπεύουν τις Κασιώτισσες γυναίκες, τα σχεδόν «άψυχα» σώματα που γλύφει η θάλασσα για να ξεχνούν τα βάσανα από τους νεκρούς που πενθούν με γνησιότητα. Η κα Αλεξανδράκη στη μοναδική της σκηνή καταφέρνει να μεταδώσει όλον εκείνον τον πόνο τον οποίο αποσιωπούν οι υπόλοιποι ήρωες του έργου.
Με όλες αυτές τις καλλιτεχνικές μονάδες, ο Δημήτρης Τάρλοου έχοντας ένα χαρακτηριστικό καλλιτεχνικό στίγμα δημιουργεί ένα σύγχρονο αριστούργημα που για εμένα αξίζει να μνημονεύεται για πολύ-πολύ καιρό μετά τη λήξη του Φεστιβάλ Αθηνών. Ευτυχές είναι ότι η παράσταση θα επαναληφθεί το χειμώνα στο Πορεία, καθώς τέτοια έργα -ακόμη περισσότερο όταν μιλάμε για την εν λόγω παράσταση- πρέπει να επικοινωνούν και να αναπνέουν σε μεγαλύτερο «χώρο». Βγαίνοντας από το Κτίριο Η της Πειραιώς 260 είχα την ψευδαίσθηση πως «αποβιβάστηκα» από τη Μεγάλη Χίμαιρα και πως ήμουν ασταθής. Για μερικά λεπτά έκανα την αφελή σκέψη πως είχαμε αράξει στο Παρίσι ή στη Σύρο. Πως η Μαρίνα και ο Μηνάς είχαν κρυφτεί στα καμαρίνια/αμπάρι του πλοίου για να ζήσουν για μερικές στιγμές ακόμη το «αρρωστημένο» τους πάθος. Το βιβλίο κλείνει. Η παράσταση τελείωσε. Το χειροκρότημα ήταν ιδιαιτέρως θερμό για δέκα σχεδόν λεπτά. Το αν θα τελειώσει όμως θα το αποφασίσει ο θεατής-αναγνώστης με τη δική του παρουσία και διαθεσιμότητα.