19.8 C
Athens
Δευτέρα, 7 Οκτωβρίου, 2024

A Woman’s Story: Οριάνα Φαλάτσι

Ασυμβίβαστη, ορμητική σαν χείμαρρος, με ειλικρίνεια που πολλές φορές σόκαρε. Αν χρειάζεστε ένα παράδειγμα ανθρώπου, που έλεγε πάντα αυτό που σκεφτόταν, τότε η Οριάνα Φαλάτσι, είναι ίσως ένα από τα πιο εύστοχα, αφού δεν δίστασε να αντιμιλήσει ακόμα και σε μερικές από τις πιο ισχυρές προσωπικότητες του πλανήτη.

Αυτή ήταν η ορατή πλευρά του χαρακτήρα της. Όμως, πίσω απ’ αυτήν κρυβόταν μια στοργική, γλυκιά και παράξενα μελαγχολική γυναίκα, που αγάπησε αληθινά και τόσο δυνατά έναν άντρα, ώστε μετά από αυτόν να μην μπορεί πια να δώσει σε κανέναν άλλον την αγάπη της.

Απρόβλεπτη, τόσο που, από τη μια, έκανε έξαλλο τον αγιατολάχ Χομεϊνί με την συμπεριφορά της και, από την άλλη, έγινε ο πρώτος άνθρωπος που τον έκανε να γελάσει, όταν μέχρι εκείνη την στιγμή, ούτε ο ίδιος του ο γιος δεν τον είχε δει ποτέ να γελά. Αμέτρητα ηχηρά ονόματα μπήκαν στη λίστα των συνεντεύξεών της. Πολλοί από αυτούς ένιωθαν ότι μια συνέντευξη με την Φαλάτσι ήταν ένα παιχνίδι με τη φωτιά. Μπορούσε να τους φωτίσει και να τους κάψει την ίδια στιγμή!

Ιστορική έχει μείνει αυτή με τον τότε υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, τον οποίο ανάγκασε να παραδεχθεί το 1972, ότι ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν «ένας άχρηστος πόλεμος». Χρόνια αργότερα, ο ίδιος δήλωσε πως η συνέντευξή αυτή ήταν «η πιο καταστροφική συζήτηση που είχε ποτέ με εκπρόσωπο του Τύπου». Δέχθηκε, όμως, να την παραχωρήσει, γιατί θεώρησε απαραίτητο να προστεθεί κι αυτός στο «δημοσιογραφικό πάνθεον» της ιταλίδας ρεπόρτερ. Υπήρξε, επίσης, πολεμική ανταποκρίτρια και συγγραφέας.

Η ιταλίδα δημοσιογράφος, γεννήθηκε στις 29 Ιουνίου του 1929 στην Φλωρεντία. Στην δεκαετία του ?60 και για 20 χρόνια, η Οριάνα Φαλάτσι υπήρξε γυναίκα σύμβολο. Οπαδός της αριστεράς με μια αμφιλεγόμενη μεταστροφή προς την δεξιά, αγνωστικίστρια και φεμινίστρια, υπέρμαχος της έννοιας του πολιτισμού και της ελευθερίας. Επίσης, υπήρξε αγωνίστρια στην αντίσταση κατά της χούντας. Τα χρόνια της πάνω στην μάχιμη και χωρίς «περιτυλίγματα» δημοσιογραφία την έκαναν να καλλιεργήσει σοφία, δυναμισμό και αξιοπρόσεκτη τόλμη.

Αξεπέραστη στις διεθνείς αναλύσεις και δημοφιλής για τις συνεντεύξεις που έπαιρνε από μεγάλους και ισχυρούς πολιτικούς. Χαρακτηριστικός o τρόπος που συνήθιζε να κάνει τις συνεντεύξεις της. Είχε έναν τρόπο τέτοιο, ώστε μελετημένα να προκαλεί ανησυχία στον συνεντευξιαζόμενο, ελεγχόμενα επιθετική, βγάζοντας μια πανούργα εξυπνάδα. Εξέφραζε πάντα την αντιπάθειά της στην εξουσία και τόνιζε την ανωτερότητα του δυτικού πολιτισμού.

«Ένας άντρας»?ο Αλέξανδρος Παναγούλης

Ποιος μπορεί να ξεχάσει τη θυελλώδη αυτή σχέση; Έντονες προσωπικότητες και οι δύο, αλλά με απόψεις που σπάνια ταυτίζονταν. Η ίδια είχε πει για τον έρωτα: «Οι φίλοι είναι ξένοι, μπορεί να είναι και περαστικοί….Η φιλία είναι ένα εφήμερο μέσο, τεχνητό και πολύ συχνά ψεύτικο. Μην περιμένεις ποτέ από μία φιλία τα θαύματα που κάνει ο έρωτας! Όχι, εμένα δεν μου αρκεί η φιλία. Εγώ έχω ανάγκη από τον έρωτα. Έχω ανάγκη από το να αγαπάω και να με αγαπούν με τις δεσμεύσεις του έρωτα, με τις δυσκολίες του έρωτα, το απόλυτο και τις τυραννίες του έρωτα, του έρωτα της ψυχής και του σώματος».

Η γνωριμία τους έγινε το 1973, όταν ο Γεώργιος Παπαδόπουλος έδωσε αμνηστία και ο Παναγούλης βγήκε από τη φυλακή, όπου κρατούνταν και βασανίστηκε για την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα. Η Φαλάτσι έσπευσε να του πάρει αμέσως συνέντευξη. Απευθύνθηκε στον Θανάση Πετρίδη, στον (ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ) Νίκο Σηφουνάκη, στον Μίκη Νικολακάκη και στον Νίκο Ζαρμπέλη, που ήταν συγκρατούμενος του Παναγούλη και είχε αποδράσει από τις φυλακές της Αίγινας, για να τη φέρουν σε επαφή μαζί του. Λίγες ημέρες αργότερα έγινε η πρώτη και καθοριστική συνάντηση και για τους δύο. Από την ημέρα εκείνη άρχισε να πλέκεται το ειδύλλιό τους. Ήταν ο μόνος άντρας που θαύμασε και ερωτεύτηκε όσο ποτέ στη ζωή της και έμελλε να είναι και ο τελευταίος.

Λόγω της σχέσης τους, ο Παναγούλης μπόρεσε να βγει και εκτός Ελλάδος. Ταξίδεψε στη Ρώμη και εγκαταστάθηκε στο ξενοδοχείο «Εξέλσιορ», απέναντι από τα γραφεία του εκδοτικού οίκου Ριτσόλι, όπου εργαζόταν η Φαλάτσι. Τότε άρχισε να αρθρογραφεί και αυτός στο «Europeo».

Τα χρόνια που ήταν μαζί, εκείνη πήρε μέρος στον αντιχουντικό αγώνα και ανέδειξε διεθνώς όχι μόνο τον Παναγούλη αλλά και το αντιδικτατορικό κίνημα της Ελλάδας.

Όσο για την προσωπική τους σχέση, μαρτυρία της εποχής μιλάει για έναν από τους πολλούς τρυφερούς διαλόγους που είχε το ζευγάρι. Ήταν ένα βράδυ, που το ζευγάρι βρέθηκε να διασκεδάζει στην Πόλυ Πάνου. Η Φαλάτσι είπε, «Θα έρθω να ζήσω εδώ» και ο Παναγούλης τη ρώτησε «Και τι θα κάνεις;». Εκείνη του απάντησε με μια γλυκιά αφέλεια, «Θα σου πάρω ένα αυτοκίνητο για να με φέρνεις να ακούω την Πόλυ Πάνου».

Το τέλος αυτής της σχέσης ήρθε λίγο αργότερα, με το αυτοκίνητο που του αγόρασε. Ήταν το μοιραίο Mirafiori με το οποίο ο Παναγούλης, σε ένα αμφιλεγόμενο αυτοκινητιστικό δυστύχημα έχασε τη ζωή του, το 1976.

Από εκεί και έπειτα, προσωπική ζωή της Φαλάτσι παρέμεινε στάσιμη και μοναχική. Έγραψε το βιβλίο «Ένας άντρας», το οποίο αφιέρωσε σε εκείνον, που θα έμενε για πάντα ο άντρας της ζωής της. Ποτέ δεν παντρεύτηκε, ποτέ δεν έκανε παιδιά, μετά την εγκυμοσύνη που ήρθε από την σχέση της με τον Παναγούλη, την οποία αναγκάστηκε να διακόψει. Το βιβλίο της «Γράμμα σ’ ένα παιδί που δεν γεννήθηκε ποτέ», αποτελεί μια συγκλονιστική εξομολόγηση.

Η πίστη της στη μνήμη του έκανε ανθρώπους του περιβάλλοντός της να μιλούν για μια αγάπη «μεγάλη, έντονη, απόλυτη, ακραία».

Το βιβλίο αυτό ετοιμάζεται να γίνει ταινία, ?ε διεθνές καστ. Στον πρόλογο της νέας ιταλικής έκδοσης του βιβλίου ο Ντο?ένικο Προκάτσι, παραγωγός που εξασφάλισε τα δικαιώματα για την κινηματογραφική μεταφορά του έργου, γράφει «Περιλαμβάνει έρωτα, ειρωνεία, πόνο και πολιτική. Πάνω από όλα όμως βρίσκεται ο έρωτας. Μια κλασική ιστορία αγάπης, αλλά και μοντέρνα συνάμα. Η ειρωνεία διυλίζει πολλές στιγμές. Ο πόνος είναι παρών. Το ίδιο και η τραγωδία και ο θάνατος».

Όταν εκείνη βρισκόταν στην Αμερική, όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής της, χολιγουντιανοί σταρ όπως ο Ρό?περτ Ρέντφορντ και ο Ρό?περτ ντε Νίρο, αλλά και Ιταλοί όπως ο Φράνκο Κριστάλντι και ο Μάικλ Τσιμίνο, της είχαν ζητήσει να αγοράσουν τα δικαιώματα. Εκείνη όμως δεν ενέδιδε, γιατί δεν ήθελε οι ιστορίες της να μεταφέρονται στον κινηματογράφο.

Ο Ντομένικο Προκάτσι νιώθει τυχερός που θα κάνει την ταινία με την αληθινή ιστορία δύο μεγάλων ανθρώπων, νιώθει όμως και την ευθύνη βαριά στους ώμους του, γι’ αυτό θέλει να κάνει ότι καλύτερο ώστε να έχει το αποτέλεσμα που προσδοκά.

Το χτύπημα της 11ης Σεπτέμβρη και ο αντιμουσουλμανισμός

Μετά το κτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου, η Φαλάτσι στράφηκε με δυνατή φωνή εναντίον των μουσουλμάνων και της μετανάστευσής τους στην Ευρώπη. Οι απόψεις και οι σκέψεις της είναι αποτυπωμένες στο βιβλίο της, «Η Οργή και η Υπερηφάνεια»,  που χαρακτηρίστηκε άκρως προκλητικό και, γι? αυτόν ακριβώς τον λόγο, προκάλεσε αίσθηση και έγινε best seller. Σε αυτό, μάλιστα, δεν είχε επιφυλάξεις και ενδοιασμούς να συγκρίνει εμάς τους δυτικούς με την κουλτούρα των μουσουλμάνων, την τέχνη, τις επιστήμες, αλλά να επεκταθεί και πιο βαθιά ακόμα, στις αξίες, το ήθος και τις επιθυμίες τους. Με αυτό τον τρόπο ήθελε να φέρει στο φως την «γυμνή» αλήθεια.

«Με ενοχλεί ακόμα και να μιλήσω για δύο από αυτούς, να τους βάλω στο ίδιο επίπεδο σαν να ήσαν δύο παράλληλες πραγματικότητες ίδιου βάρους και μέτρου. Πίσω από τον πολιτισμό μας έχουμε τον Όμηρο, τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Φειδία, για όνομα του Θεού! Έχουμε την αρχαία Ελλάδα με τον Παρθενώνα της και την ανακάλυψή της, την Δημοκρατία. Έχουμε την αρχαία Ρώμη με το μεγαλείο της τους νόμους της και την αντίληψή της για το Δίκαιο. Τα γλυπτά της, τη φιλολογία της, την αρχιτεκτονική της. Τα κτίριά της, τα αμφιθέατρά της, τα υδραγωγεία, τις γέφυρες και τις οδούς της. Έχουμε έναν επαναστάτη, εκείνον τον Χριστό, ο οποίος πέθανε στον Σταυρό, που μας δίδαξε (πολύ κακώς αν δεν το μάθαμε) την αντίληψη της αγάπης και της δικαιοσύνης».

Επίσης τα σχόλια του Χομεϊνί για τη δυτική μουσική τη σόκαραν βαθιά. «Η δυτική μουσική θολώνει τον νου διότι συνδυάζει την ευχαρίστηση με την έκσταση, όπως και τα ναρκωτικά». – «Ακόμα και η μουσική του Μπαχ, του Μπετόβεν, του Βέρντι;» ρώτησε η Φαλάτσι. – «Δεν γνωρίζω αυτά τα ονόματα» ήταν η απάντησή του!

Η ίδια είχε πει στην εφημερίδα New Yorker, «είναι γνωστό πως ξόδεψα την ζωή μου στον αγώνα για την ελευθερία και η ελευθερία περιλαμβάνει την ελευθερία της θρησκευτικής πίστης. Όμως στον αγώνα για ελευθερία δεν περιλαμβάνεται η προσχώρηση σε μια θρησκεία, όπως η μουσουλμανική, που επιδιώκει την εξάλειψη άλλων θρησκειών. Εκείνο το οποίο επιθυμεί να επιβάλει ο «Αγών του», το Κοράνι του, σε ολόκληρο τον πλανήτη. Εκείνο που έχει κάνει για χίλια τετρακόσια χρόνια. Εκείνο που είναι από την γένεσή του. Εκείνο που αντίθετα με τις άλλες θρησκείες, σφαγιάζει και καρατομεί ή σκλαβώνει όλους εκείνους που ζουν διαφορετικά».

Σε ένα από τα πολλά αιχμηρά της άρθρα στην «Corriere della Sera», έγραφε: «Τι αισθάνομαι για τους καμικάζι. Κανέναν σεβασμό, κανέναν οίκτο. Όχι, κανέναν οίκτο. Μου ήταν ανέκαθεν αντιπαθείς αυτοί οι τύποι που αυτοκτονούν για να σκοτώσουν άλλους. Δεν τους θεώρησα ποτέ στρατιώτες. Κι ακόμα λιγότερο τους θεωρώ μάρτυρες ή ήρωες, όπως -ουρλιάζοντας και φτύνοντας- μου τους κατονόμασε ο κύριος Αραφάτ το 1972. Τους θεωρώ μόνο ματαιόδοξους».

Φυσικά ακολούθησαν μηνύσεις, διώξεις διαφόρων κατηγοριών «εγκλημάτων μίσους», και «δυσφήμισης του Ισλάμ».

Σε άλλη μια προκλητική δηλωσή της έλεγε: «Η Ευρώπη είναι ήδη Ευραραβία, μία αποικία του Ισλάμ, όπου η ισλαμική εισβολή δεν προχώρησε μόνον υπό την φυσική έννοια, αλλά επίσης και υπό την πνευματική και πολιτισμική έννοια. Αυτό που πραγματικά συνέβη δεν ήταν μόνον μετανάστευση, ήταν περισσότερο μία εισβολή καθοδηγούμενη υπό το έμβλημα της μυστικότητας-μία μυστικότητα η οποία ενοχλεί διότι δεν είναι πράα και οδυνηρή (για τους μετανάστες), αλλά αλαζονική και προστατευόμενη από τον κυνισμό των πολιτικών οι οποίοι κλείνουν το ένα μάτι τους ή και τα δύο.

Το επίπεδο ανεκτικότητας ξεπεράστηκε δεκαπέντε ή είκοσι χρόνια πριν, όταν η Αριστερά επέτρεψε στους Μουσουλμάνους να αποβιβασθούν στις ακτές μας κατά χιλιάδες». Ο Κρίστοφερ Χίτσενς, επίσης δημοσιογράφος και συγγραφέας, καθώς και μεγάλος πολέμιος των θρησκειών και της κατοχής της Παλαιστίνης, περιέγραψε την δουλειά της Φαλάτσι ως «ένα σύντομο αλφαβητάρι για το πώς να μην γράφετε για το Ισλάμ» και την ίδια ως συγγραφέα που έτυχε «σκληρής κριτικής» για «υποδαύλιση μίσους εναντίον του Ισλάμ».

Πολλοί πιστεύουν πως αυτή η απέχθειά της προς το Ισλάμ και οι οριακά φανατικές απόψεις της, είναι απόρροια της αντιπάθειάς της προς τους Καντάφι, Αραφάτ και Σία. Ο αμερικανός δημοσιογράφος που της πήρε συνέντευξη για το περιοδικό «Playboy» το 1981, δήλωσε μετά: «Για πρώτη φορά στη ζωή μου αισθάνθηκα λύπηση για τον Χομεϊνί, τον Καντάφι, τον σάχη του Ιράν, τον Κίσινγκερ και τους λοιπούς που υπήρξαν αντικείμενο της οργής της – τους ανθρώπους από τους οποίους, όπως δήλωσε, πήρε συνέντευξη “με χίλια αισθήματα οργής”».

Η ίδια στάση της συνεχίστηκε τόσο στο δεύτερο βιβλίο της, τη «Δύναμη της λογικής», όσο και στο τελευταίο, την «Αποκάλυψη». Κατηγορεί την αριστερά που «άφησε τους μουσουλμάνους να καταφθάσουν στις ακτές μας κατά χιλιάδες» και πιστεύει πως η Δύση κινδυνεύει να καταβροχθιστεί από το Ισλάμ.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής της η Φαλάτσι, τα έζησε στη Νέα Υόρκη και οι δημόσιες εμφανίσεις της ήταν ελάχιστες. Πιστή της φίλη υπήρξε για αρκετά χρόνια η διάσημη ηθοποιός, Ιζαμπέλα Ροσσελίνι.

Στις 14 Σεπτεμβρίου του 2006, «έφυγε» σε ηλικία 76 ετών, σε νοσοκομείο της Φλωρεντίας, «χτυπημένη» από καρκίνο του στήθους, γνωρίζοντας για πολλά χρόνια την ασθένειά της, από την οποία είχε πεθάνει και η μητέρα της.

Η ζωή της ήταν πολυτάραχη, όπως άλλωστε συμβαίνει σε κάθε άνθρωπο που δεν «μασάει» τα λόγια του. «Η ελευθερία είναι καθήκον, πριν ακόμα γίνει δικαίωμα», ήταν η φράση που πίστευε και υπηρέτησε μέχρι τέλους.

Της Έλενας Αρώνη

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Σχετικά Άρθρα

Τελευταία Άρθρα