Ταλαντούχα ηθοποιός και σύμβολο του σεξ. Όμορφη και έξυπνη μαζί. Είναι φανατική οπαδός της ποδοσφαιρικής ομάδας της Νάπολης. Τα περίφημα μάτια της είναι ζωγραφισμένα επάνω στα μπουκάλια της εταιρεία ιταλικών κρασιών Fattoria Paradiso, ενώ σε μια περιοχή στο Τορόντο υπάρχει οδός που φέρει το όνομά της.
Η ιταλίδα που τις καμπύλες της οφείλει στις…μακαρονάδες! Η Σοφία Λόρεν (ή αλλιώς Sofia Villani Scicolone) γεννήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου του 1934, για να κατακτήσει όλον τον κόσμο με τις υποκριτικές της ικανότητες, αλλά και την γοητεία της, που έκανε πολλούς άνδρες να την ερωτευτούν και να της χαρίσουν επάξια τον τίτλο ενός από τα μεγαλύτερα και διαχρονικότερα sex symbol όλων των εποχών.
Τα δύσκολα χρόνια
H Σοφία Λόρεν γεννήθηκε στην Ρώμη της Ιταλίας. Ο πατέρας της, Riccardo Scicolone, αρνήθηκε να παντρευτεί την μητέρα της, Romilda Villani (Ρομίλντα), καθηγήτρια πιάνου και φιλόδοξη ηθοποιό. Την εγκατέλειψε, αφήνοντας τη να μεγαλώσει μόνη την κόρη τους, χωρίς κανένα στήριγμα. Η μικρή Σοφία δεν γνώρισε ποτέ την πατρική αγκαλιά, την πατρική αγάπη. Είχε, όμως, μια μεγαλύτερη αδελφή, την Μαρία.
Οι τρεις τους, σύντομα, έφυγαν από τη Ρώμη, για να επιστρέψουν στο πατρικό της μητέρας τους, στο Pozzuoli, κοντά στη Νάπολη, όπου βρισκόταν η γιαγιά των κοριτσιών. Κάτω από εκείνες τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, αυτή ήταν η μόνη τους επιλογή, για να καταφέρουν να επιβιώσουν.
Κατά τον Β? Παγκόσμιο Πόλεμο, το λιμάνι και τα εργοστάσια πυρομαχικών στο Pozzuoli, ήταν συνηθισμένοι στόχοι βομβιστικών επιθέσεων από τους συμμάχους. Σε μια επιδρομή και ενώ η Σοφία έτρεχε προς το καταφύγιο, μια οβίδα την χτύπησε στο σαγόνι. Αυτό το γεγονός έχει χαραχτεί στη μνήμη της.
Λίγο καιρό αργότερα η οικογένεια μετακομίζει στη Νάπολη, παρακαλώντας κάποιους μακρινούς συγγενείς που είχαν εκεί, να τους περιμαζέψουν.
Όταν ο πόλεμος τελείωσε, γύρισαν πίσω στο Pozzuoli. Εκεί η γιαγιά Λουίζα, άνοιξε τις πόρτες του σαλονιού τους, μετατρέποντας το σε παμπ, όπου πουλούσε σπιτικό λικέρ από κεράσι. Η μητέρα της Λόρεν, έπαιζε πιάνο, η αδελφή της Μαρία τραγουδούσε και όσο για την μελλοντική σταρ, Σοφία Λόρεν, έκανε κάτι κάθε άλλο παρά καλλιτεχνικό ή στο προσκήνιο. Η μικρή και ντροπαλή Σοφία σέρβιρε και έπλενε τα πιάτα. Το μέρος έγινε αρκετά δημοφιλές από τον κόσμο που σύχναζε εκεί. Επιτέλους ήρθαν καλύτερες μέρες για τις τέσσερις γυναίκες.
Η αρχή μιας μεγάλης καριέρας
Οι πραγματικά καλές μέρες, όμως, για την Σοφία Λόρεν, θα άρχιζαν από εδώ και στο εξής. Όταν έκλεισε τα 14 της χρόνια, έλαβε μέρος σε έναν διαγωνισμό ομορφιάς στην Νάπολη. Αν και δεν κέρδισε τον πρώτο τίτλο, την επέλεξαν ως μια από τις πρώτες που τον διεκδίκησαν. Αργότερα, ξεκίνησε μαθήματα υποκριτικής και επιλέχθηκε για την ταινία Quo Vadis, μια ταινία του Mervyn LeRoy. Αυτή ήταν η έναρξη μιας επιτυχημένης κινηματογραφικής της καριέρας. Κάπου εκεί ήρθε και η αλλαγή του ονόματός της σε Σοφία Λόρεν. Αυτό θα ήταν από εδώ και στο εξής το όνομα της γυναίκας που θα γινόταν φαντασίωση για τους άνδρες και πρότυπο γυναικείου σεξαπίλ για τις γυναίκες.
Η γνωριμία με τον Carlo Ponti και η δημιουργία οικογένειας
Ο Carlo Ponti (Κάρλο Πόντι), ήταν χωρίς αμφιβολία ο άντρας της ζωής της. Η γνωριμία τους έγινε το 1950, σε έναν διαγωνισμό ομορφιάς, όπου εκείνος ήταν κριτής. Γνωστός μέσα από την καριέρα της Τζίνα Λολομπρίτζιτα, την οποία ο ίδιος βοήθησε να εκτοξευθεί, ανέλαβε να βοηθήσει και την Λόρεν με τη δική της. Κατάφερε να πάρει πολλούς μικρούς ρόλους και να αρχίσει να γίνεται πιο γνωστή.
Ο χρόνος απέδειξε πως η σχέση τους δεν ήταν μόνο επαγγελματική, αλλά ούτε και επιπόλαιη. Το 1957, ενώ ο Πόντι βρισκόταν στην Ατλάντα, έβαλε δικηγόρους να του βγάλουν το διαζύγιό του στο Μεξικό από τη σύζυγό του Τζουλιάνα και ένα πιστοποιητικό του γάμου κατ’ εξουσιοδότηση της Λόρεν. Την εποχή εκείνη, όμως, η Ιταλία δεν αναγνώριζε τα διαζύγια και η Καθολική Εκκλησία αποκήρυξε το γάμο.
Ο γάμος λύθηκε το 1962. Μετά από αυτό, ο Πόντι πρότεινε στη Τζουλιάνα να μετακομίσουν οι τρεις τους στη Γαλλία, όπου επιτρέπονταν τα διαζύγια, και να γίνουν Γάλλοι πολίτες. Τελικά, το 1965, η Τζουλιάνα χώρισε τον άντρα της και πλέον, ο Πόντι μπορούσε να παντρευτεί τη Λόρεν, με απόλυτα νόμιμες διαδικασίες. Ο γάμος τους, που πέρασε από σαράντα κύματα, έγινε τελικά το 1966 με πολιτικό, στις Σέβρες, κοντά στο Παρίσι.
Μετά από πολλές προσπάθειες, η Λόρεν έφερε το 1968 στον κόσμο τον Κάρλο Πόντι Τζούνιορ και το 1973 τον Εντουάρντο Πόντι, από τον οποίο έγινε και γιαγιά, το 2006.
Η λαμπερή ηθοποιός
Το πέρασμα της Σοφία Λόρεν στον κινηματογράφο, μας έδωσε την ευκαιρία να απολαύσουμε μερικές από τις πιο γλυκές και αγαπημένες ταινίες με διαχρονική αξία, που λατρεύουμε να βλέπουμε μέχρι σήμερα.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1950, το αστέρι της Λόρεν στο Χόλυγουντ άρχισε να λάμπει με ταινίες όπως, Το παιδί και το δελφίνι (Boy on a Dolphin) και Υπερηφάνεια και πάθος (The Pride and the Passion), στο οποίο συμπρωταγωνίστησε με τον Φρανκ Σινάτρα και τον Κάρι Γκραντ.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, αλλά και βιογράφους της Λόρεν, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ο Γκραντ την ερωτεύθηκε σφοδρά και της έκανε πρόταση γάμου, παρ? ότι ήταν παντρεμένος με την ηθοποιό και συγγραφέα Μπέτσι Ντρέικ. Η Λόρεν αρνήθηκε.
Η παγκόσμια φήμη δεν άργησε να έρθει. Ένα συμβόλαιο για πέντε ταινίες με την Paramount Pictures ήρθε για να της την χαρίσει. Ανάμεσα σε αυτές είναι, οι Πόθοι κάτω από τις λεύκες (Desire Under the Elms) μαζί με τον Άντονι Πέρκινς, βασισμένο στο ομότιτλο έργο του Ευγένιου Ο’ Νηλ, το Houseboat, μια ρομαντική κομεντί μαζί με τον Κάρι Γκραντ και η Διαβολογυναίκα (Heller in Pink Tights) του Τζορτζ Κιουκορ, στην οποία έκανε την έκπληξη και εμφανίστηκε για πρώτη φορά ξανθιά, φορώντας περούκα.
Η Λόρεν απέδειξε πως δεν ήταν απλά μια όμορφη και σέξι γυναίκα, αλλά μια ηθοποιός με αξιόλογες υποκριτικές ικανότητες. Έτσι, κέρδισε το σεβασμό και ως δραματική αλλά και ως κωμική ηθοποιός, με μεγάλο της ατού τα ιταλικά έργα, όπου, λόγω της καταγωγής της, μπορούσε να εκφραστεί πιο ελεύθερα, αν και γνώριζε πάρα πολύ καλά αγγλικά.
Το 1960, η ερμηνεία της Λόρεν στην ταινία του Βιτόριο ντε Σίκα, Η ατιμασμένη (Two women), της έφερε πολλά βραβεία συμπεριλαμβανομένων κι αυτών στα κινηματογραφικά φεστιβάλ των Καννών, της Βενετίας και του Βερολίνου, καθώς και Βραβείο Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, το πρώτο σημαντικό Όσκαρ που δόθηκε σε μη-αγγλόφωνη ερμηνεία.
Όπως προαναφέραμε, η Λόρεν δεν ήταν μόνο μια όμορφη ηθοποιός. Η οξυδέρκεια, το χιούμορ και η έντονη διορατικότητά της, ήταν γνωστά χαρακτηριστικά, που απέπνεε σε όλες τις δηλώσεις και συνεντεύξεις της. Μια από τις φράσεις της που έκαναν αίσθηση, αφορά την περίφημη «καμπυλωτή» σιλουέτα της: «Ότι βλέπετε, το χρωστάω στις μακαρονάδες».
Την δεκαετία του ’60, η Λόρεν ήταν, πλέον, μια από τις πιο διάσημες και επιτυχημένες ηθοποιούς του κόσμου και συνέχιζε με ταινίες στην Ευρώπη και στις Η.Π.Α πλάι σε επίσης γνωστούς πρωταγωνιστές. Το 1964, η καριέρα της έφτασε στο ζενίθ, όταν έλαβε 1.000.000 δολάρια για να παίξει στην ταινία Η Πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (The Fall of the Roman Empire). Πραγματικά μια περιουσία!
Ακολούθησαν και άλλες γνωστές ταινίες όπως οι Ελ Σιντ (El Cid, 1961) με τον Τσάρλτον Ίστον, The Millionairess (1960) με τον Πίτερ Σέλλερς, Διακοπές στη Νάπολη (It started in Naples, 1960) με τον Κλαρκ Γκέιμπλ, το Χθες, Σήμερα, Αύριο (Ieri, oggi, domani, 1963) κάνοντας αγαπημένο δίδυμο με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Η Κόμισσα από το Χονγκ Κονγκ (A Countess from Hong Kong, 1967), τελευταία ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν, με τον Μάρλον Μπράντο και πολλές άλλες.
Φυσικά υπήρξαν και ταινίες που δεν γέμισαν τα ταμεία. Αυτό, όμως, που δεν μπορούσε να αμφισβητήσει κανείς, εκτός του ταλέντου της, ήταν η τεράστια λίστα με τα διάσημα ονόματα, που η Λόρεν συνεργάστηκε. Έδωσε υπέροχες ερμηνείες, με αξεπέραστη γοητεία και φόρεσε μερικά από τα πιο ακριβά κοστούμια που δημιουργήθηκαν ποτέ για τον κινηματογράφο. Οι ταινίες τις οποίες σημάδεψε με την σαγήνη της, είναι σίγουρα: Η Πριγκίπισσα Ολυμπία (A Breath of Scandal, 1960), Madame Sans-G?ne (1962), Η Διαβολογυναίκα (Heller in Pink Tights, 1960), και το Μια Φορά κι έναν Καιρό (More than a Miracle, 1967).
Σοφία Λόρεν, η ερμηνεύτρια
Η Λόρεν, κατά τη διάρκεια της καριέρας της, ηχογράφησε πάνω από είκοσι πέντε τραγούδια. Γνωστό είναι και το άλμπουμ με κωμικά τραγούδια που ηχογράφησε με τον ηθοποιό Πίτερ Σέλερς. Λεγόταν πως η ίδια έπρεπε συχνά να αποκρούει τις ρομαντικές του διαθέσεις. Το άλμουμ πάντως έγινε μπεστ-σελλερ! Μάλιστα, το διαζύγιο του Σέλερς με την πρώτη του γυναίκα, Ανν Χάουι, οφειλόταν, εν μέρει στον έρωτα του Σέλερς για τη Λόρεν.
Η Λόρεν έχει ξεκαθαρίσει σε πολλούς βιογράφους ότι ανταποκρίθηκε πλατωνικά μόνο στα συναισθήματα του Σέλερς. Αυτή η συνεργασία παρουσιάστηκε και στην ταινία The Life and Death of Peter Sellers όπου η ηθοποιός Σόνια Ακουίνο υποδύθηκε τη Λόρεν. Λέγεται πως για το τραγούδι Where Do You Go To (My Lovely) ο συνθέτης Peter Sarstedt το εμπνεύστηκε από τη Λόρεν.
Η ώριμη περίοδος
Μόλις η Λόρεν έγινε μητέρα, άρχισε να δουλεύει λιγότερο εντατικά. Το 1980, υποδύθηκε τον εαυτό της και τη μητέρα της σε μια τηλεοπτική μεταφορά της αυτοβιογραφίας της. Οι ηθοποιοί Ρίτζα Μπράουν και Κιάρα Φερράρι έπαιξαν τη Λόρεν σε νεαρότερη ηλικία. Το 1982 πρωταγωνίστησε στα πρωτοσέλιδα, όχι λόγω κάποιας νέας μεγάλης επιτυχίας, αλλά γιατί αναγκάστηκε να εκτίσει ποινή φυλάκισης 18 ημερών στην Ιταλία, λόγω κατηγοριών για φοροδιαφυγή, κάτι που, όμως, δεν επηρέασε καθόλου αρνητικά την καριέρα και τη δημοτικότητά της.
Στα 60 της χρόνια, η Λόρεν παρουσίασε έναν χαρακτήρα πιο επιλεκτικό σχετικά με τις ταινίες που έπαιζε. Κέρδισε θετικές κριτικές για τις ερμηνείες της στην ταινία Ready to wear του Ρόμπερτ Άλτμαν (η τελευταία ταινία της με το Μαστρογιάννι) και στην κωμωδία του 1995 Οι γκρινιάρηδες (Grumpy Old Men), όπου έπαιξε μια μοιραία γυναίκα μαζί με τον Ουόλτερ Ματάου και τον Τζακ Λέμον. Παράλληλα, την περίοδο εκείνη ασχολήθηκε και με διάφορους επιχειρηματικούς κλάδους, όπως βιβλία μαγειρικής, οπτικά είδη, κοσμήματα και αρώματα.
Το 1991, έλαβε ένα Τιμητικό Όσκαρ για τη συνεισφορά της στον παγκόσμιο κινηματογράφο και την αποκάλεσαν «έναν από τους θησαυρούς του παγκόσμιου κινηματογράφου». Το 1995, έλαβε το τιμητικό Βραβείο Cecil B. DeMille στις Χρυσές Σφαίρες.
Το 1993, παρουσίασε το Τιμητικό Βραβείο Όσκαρ, που δόθηκε στο Φεντερίκο Φελίνι. Το 1998 παρουσίασε το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, που πήγε στο Ρομπέρτο Μπενίνι για την ταινία του Η Ζωή Είναι Ωραία.
Το 2009, συμπαρουσίασε το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου στην 81η Απονομή των Όσκαρ.
Η δυναμική επάνοδος με το μιούζικαλ Nine
Μετά από τέσσερα χρόνια εκτός πλατό και δεκατέσσερα χρόνια χωρίς να έχει πρωταγωνιστήσει σε κάποια σημαντική αμερικανική κινηματογραφική παραγωγή, η Λόρεν επανέρχεται δυναμικά, πρωταγωνιστώντας στην κινηματογραφική μεταφορά του μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ, Nine, μια ταινία του Ρομπ Μάρσαλ, που διηγείται την ιστορία του σκηνοθέτη Γκουίντο Κοντίνι, ο οποίος περνάει την κρίση της μέσης ηλικίας, που τον κάνει να παλεύει να τελειώσει την τελευταία του ταινία και αναγκάζεται να ισορροπήσει ανάμεσα στις σημαντικές γυναίκες στη ζωή του, συμπεριλαμβανομένης και της μητέρας του.
Η Σοφία Λόρεν ήταν η πρώτη επιλογή του Μάρσαλ για να υποδυθεί τη μητέρα του Γκουίντο. Μαζί της θα βρίσκονται διάσημα ονόματα όπως η Πενέλοπε Κρουζ, η Νικόλ Κίντμαν, ο Ντάνιελ Ντέι Λούις και πολλοί άλλοι. Στο κόκκινο χαλί για την 81η Απονομή των Όσκαρ, η Λόρεν εξέφρασε πόσο πολύ είχε απολαύσει τα γυρίσματα. Σίγουρα θα την απολαύσουμε κι εμείς για ακόμα μια φορά.
Η ίδια έχει πει σε πρόσφατη δήλωσή της: «Αγαπώ το φαγητό, την οικογένεια, τη ζωή! (?) Ευχαριστώ το Θεό για όλα όσα μου συμβαίνουν. Πολλοί ηθοποιοί, αν τους ρωτήσεις για ποιες ταινίες που έχουν κάνει, νιώθουν περήφανοι, θα σκεφτούν και θα σου πουν μια ή δυο. Εγώ μπορώ να σκεφτώ 10! Αυτό είναι υπέροχο σε μια καριέρα. Αλλά ήμουν και πολύ τυχερή. Ακόμα είμαι πολύ τυχερή. Αναρωτιέμαι τι θα γίνω όταν μεγαλώσω».
Της Έλενας Αρώνη