Ένα ατέλειωτο παιχνίδι διαστολής του χρόνου. Και ένα ταξίδι καταβύθισης στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης. Τέτοιο που να του δίνει τη δυνατότητα να ζει τις ζωές των άλλων. Σαν εκείνους, που έβλεπε μικρός καθισμένος στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Τους παρατηρούσε και ένιωθε πως μέσα του, τους ήξερε, ακόμη και αν δεν ήταν γνωστοί του.
Η περιγραφή του Δημήτρη Τσίκλη για το πώς βιώνει την υποκριτική, αλλά και το πώς τον ώθησε να γίνει ηθοποιός μοιάζει με αφήγηση βιβλίου. Και αποδεικνύει τη μεγαλοσύνη πολλών σύγχρονων καλλιτεχνών, που δυστυχώς ζουν στο πετσί τους την απαξίωση τους στην Ελλάδα του σήμερα.
Από μια πολιτεία, που φαίνεται ν’ αδιαφορεί για την ανάγκη που έχει ο άνθρωπος για τέχνη, ακόμη και αν χωρίς τη βοήθειά της δεν μπορεί κανείς να περάσει στην όποια καραντίνα του επιβάλλεται…
* Η υποκριτική προέκυψε στην παιδική ηλικία. Δεμένος με την ζώνη, στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου του πατέρα μου. Πάντοτε κοιτούσα έξω. Ποτέ μέσα. Ήταν για μένα πόλος έλξης. Με τραβούσε με μια απίστευτη δύναμη. Παρατηρούσα εν κινήσει τα σπίτια που έφευγαν γρήγορα το ένα μετά το άλλο. Φανταζόμουν τις ζωές όλων εκείνων των αγνώστων, που μέσα μου τους ήξερα. Μεταμορφωνόμουν σε ολόκληρη οικογένεια. Ήμουν ο πατέρας, η μητέρα, ο γιος αλλά κι η κόρη. Ήθελα να ζήσω τα πάντα. Τις ζωές όλων. Κάθε διαφορετική υπάρχουσα συνθήκη. Ανακάλυψα πως ήμουν και ο θύτης και το θύμα. Μοιχαλίδα αλλά και Αγία.
* Τέχνη για μένα είναι ένα ατέλειωτο παιχνίδι διαστολής του χρόνου. Οι αλλεπάλληλες σεισμικές δονήσεις ελευθερίας που ξεκλειδώνουν νέες διαστάσεις. Ένα ταξίδι καταβύθισης προς τα νετρόνια του πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης.
* Η μόνη λέξη που θα μπορούσε να χαρακτηρίσει την αντιμετώπιση των καλλιτεχνών στην Ελλάδα του 2021, είναι η απαξίωση. Σε μια στιγμή που τσιμεντώνουν τα όνειρα και τις ιδέες, εμείς στεκόμαστε εδώ, πιο ενωμένοι από ποτέ, με το βλέμμα στραμμένο προς το φως.
* Σ’ έναν κόσμο που δεν έχουμε όλοι τα ίδια δικαιώματα στην μόρφωση, η τέχνη μπορεί να μας ενώσει, να μας εξευγενίσει και να μας εξελίξει. Τόσο ατομικά, όσο και συλλογικά. Δεν πρόκειται απλά για διασκέδαση, αλλά για ζωτική ανάγκη. Αυτό έγινε ακόμα πιο αισθητό κατά την διάρκεια της καραντίνας. Φανταστείτε να περνούσαμε την περίοδο αυτή χωρίς βιβλία, ταινίες, ποιήματα ή θέατρο (έστω και διαδικτυακό).
* Αναμφίβολα, εκτός της πολιτείας, έχουμε κι εμείς μερίδιο ευθύνης για τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί. Αλλά και για όσα, από κοινού, εδώ και χρόνια, κρατάμε κάτω από το χαλάκι. Δεν ξέρω τι μερίδιο αναλογεί στον καθένα. Ίσως να μην έχει καν σημασία. Σημασία έχει αυτό που συμβαίνει τώρα. Η ανάγκη για συσπείρωση είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Ας επενδύσουμε, λοιπόν, στην ειλικρίνεια και ας την αφήσουμε να μας καθοδηγήσει σε νέα θεμέλια, γεμάτα σεβασμό και αγάπη.
* Εδώ και αρκετό καιρό, ο χώρος του πολιτισμού υπόκειται σε αλλεπάλληλα πλήγματα πολλαπλών επιπέδων. Σε μια στιγμή άπνοιας και παραλογισμού, εμείς οφείλουμε να αντισταθούμε. Τώρα που είμαστε έτοιμοι να σηκώσουμε ξανά την αυλαία, ας μετουσιώσουμε την κάθε ανοιχτή πληγή σε ένα πλαίσιο απείρως πιο φωτεινό, καθαρό και γεμάτο σεβασμό και ίσες ευκαιρίες. Ένα πλαίσιο ελευθερίας που θα περικλείει την τέχνη και τους ανθρώπους που την υπηρετούν.
* Τα χρόνια μου στην δραματική σχολή τα όρισαν οι συναντήσεις. Συναντήσεις με σπουδαίους ανθρώπους, αλλά και με τον ίδιο μου τον εαυτό. Ήταν τόσο αποκαλυπτικά, που κάποια στιγμή δεν μπορούσα να το διαχειριστώ. Καθόρισαν τόσο το ποιος είμαι, όσο και το ποιος θέλω να γίνω.
* Εδώ και αρκετούς μήνες βρίσκομαι σε διαδικασία δοκιμών για την παράσταση “Μία τόσον ωραία και τόσον νόμιμος υπόθεσις: Αϊτή / Ελλάδα / 1821” σε σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Χατζή. Μία παράσταση – φόρος τιμής – στο κράτος που αποτέλεσε σύμβολο επανάστασης και αλληλεγγύης για την Ελλάδα και για όλο τον κόσμο. Σύντομα θα βρίσκεται στις οθόνες σας μέσω της GNO TV, που εγκαινίασε η Εθνική Λυρική Σκηνή κατά την διάρκεια της καραντίνας. Με την ελπίδα πάντα, ότι θα έχουμε την ευκαιρία να δείξουμε το υλικό μας και σε θέσεις γεμάτες θεατές αυτήν την φορά.
* Ο κινηματογράφος αποτελεί για μένα έναν πόθο διακαή. Ένα μεγάλο μέρος του οράματος μου και των όσων θέλω να πραγματοποίησω ως καλλιτέχνης. Περνάω άπλετο χρόνο, τοποθετώντας τον εαυτό μου σε ταινίες που θα σκηνοθετούσε ο Bergman και ο Tarkovsky. Εύχομαι σύντομα να μου δοθεί περισσότερο η ευκαιρία, να βουτήξω στα άγνωστα νερά του. Μαζί με ανθρώπους που ενστερνιζόμαστε την ίδια φιλοσοφία.
* Το τηλεοπτικό μου ντεμπούτο έγινε σε ηλικία δεκαοκτώ ετών στην καθημερινή σειρά “Κλεμμένα Όνειρα”, στο πλευρό της Ρέινας Εσκενάζυ. Μία δουλειά που μου έδωσε πολύ υλικό και την θυμάμαι με αγάπη. Έκτοτε οι εμφανίσεις μου έγιναν πιο επιλεκτικές, καθώς η τηλεόραση πέρασε μια μεγάλη κρίση ταυτότητας και ανασφάλειας. Τον τελευταίο καιρό, όμως, παρατηρώ μία στροφή προς την μυθοπλασία κι αυτό με χαροποιεί ιδιαιτέρως. Νομίζω πως στην Ελλάδα έχουμε εξαιρετικά καλό δείγμα για δουλειές διεθνών προδιαγραφών. Δυστυχώς δεν έχει δοθεί ο χώρος που θα έπρεπε. Ίσως να πλησιάζει αυτή η στιγμή.
* Η σχέση μου με το γράψιμο, τον αθλητισμό και τον χορό, είναι αυτή των εφήμερων εραστών. Αφήνω τον εαυτό μου ελεύθερο, να εκφραστεί και να δοκιμαστεί, χωρίς την αγωνία του αποτελέσματος. Κυρίως εκτονώνομαι ζωγραφίζοντας. Είναι κάτι που με ηρεμεί και με γεμίζει ιδέες. Το ίδιο και ο χορός. Αν και δεν έχω ιδιαίτερη τεχνική, δεν μπορείς να με συναγωνιστείς εύκολα στα parties.
* Όλες μου οι συνεργασίες ήταν κομβικές. Με τροφοδότησαν και με καθόρισαν με τρόπο αναπόφευκτο. Ήταν όλες τους μαθήματα. Μερικά και προς αποφυγή.
* Αυτό που αποζητώ κάθε φορά είναι η ποικιλομορφία. Ο τρόπος να μεταμορφώνομαι, ν’ ανακαλύπτω και να αναδεικνύω κι άλλες πτυχές του εαυτού μου. Έμαθα να ζω μέσα από τις αντιθέσεις κι είναι απίστευτα λυτρωτικό.
* Η Αθήνα είναι η μάνα μου, η φίλη μου, η ερωμένη μου. Αυτή που κάθε πρωί δεν θέλω να ξαναδώ και τα βράδια δεν μπορώ να αποχωριστώ. Όλα αυτά που αγαπώ και μισώ. Είναι ο έρωτας, οι ιδέες, η οικογένεια. Η αλήθεια μου στον κόσμο αυτό. Το φως το ανεξάντλητο, το πιο δυνατό.
* Στο All4fun μ’ αρέσεις εσύ, Κυριάκο Κουρουτσαβούρη. Που με πείσμα και θέληση, δημιούργησες το δικό σου σύμπαν. Το οποίο περιβάλλει και χωράει όλους εμάς. Με ισότητα, συνέπεια και αξιοκρατία.
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 29/5/2021