Την σπίθα της κοπέλας, που μόλις αποφοίτησε από την δραματική σχολή τη διαθέτει στο έπακρο. Όπως και το ταλέντο για να σταθεί με αξιώσεις στο επόμενο της βήμα σε μια καριέρα, η οποία προδιαγράφεται λαμπρή.
Για να γίνουν βέβαια όλα αυτά χρειάζεται να είναι ανοιχτά τα θέατρα. Πάνω που η Αφροδίτη Κατσαρού ετοιμαζόταν για την πρώτη της επαγγελματική παράσταση μετά το τέλος των σπουδών της στην δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου ήρθε η νέα καραντίνα.
Πεισματάρα καθώς ειναι βέβαια δεν πτοείται απ’ αυτές τις εξελίξεις και όταν με το καλό ανοίξουν ξανά τα θέατρα θα βρεθεί για πρώτη φορά μπροστά σε κοινό με τη συμμετοχή της στον “Μεγάλο Περίπατο του Πέτρου” σε σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά στο Βασιλάκου.
Και όπως φαίνεται και από την πρώτη της συνέντευξη, έχει και πολλά να πει και πολλά να δείξει!!!
* Αρχικά νομίζω πως πήρα πολύ στα σοβαρά το παιχνίδι με τις κούκλες μου. Θυμάμαι να απολαμβάνω να τις στήνω σε διάφορα σημεία του σπιτιού, ανάλογα με το εκάστοτε σενάριο και να παίζω με τις ώρες. Το αγαπημένο μου μέρος όμως ήταν η κουζίνα. Καθόμουν πάνω στο χαλάκι και σηκωνόμουν μόνο όταν έπρεπε να πάω για πιπί μου. Με χαλάρωνε η ιδέα πως για όσο κρατάει το παιχνίδι, δεν έχεις να ασχοληθείς με τίποτα άλλο, πέραν του πως να χτίσεις τον χαρακτήρα αυτής της κούκλας και τις σχέσεις της με τις υπόλοιπες. Με παρότρυνε και το περιβάλλον μου σ’ αυτό: Νομίζω τους άρεσε να με χαζεύουν να σκαρφίζομαι παιχνίδια. Έπειτα, οικογενειακώς, ήμασταν κοντά στις τέχνες, με τον τρόπο μας. Oι γιαγιάδες μου μ’ έβαζαν να τραγουδάω τραγούδια από ελληνικές ταινίες, οι γονείς μου, μου διάβαζαν παραμύθια και ποιήματα με το τσουβάλι, παρακολουθούσαμε σινεμά, ακούγαμε σπουδαίες μουσικές, πηγαίναμε σε μουσεία.
* Πέραν όλων αυτών όμως, νομίζω το βασικό ήταν ο τρόπος που προσελάμβανα το εκάστοτε ερέθισμα. Όπως είπα και πριν, μου άρεσε να μπαίνω μέσα στις καταστάσεις και να τις ζω με τον τρόπο που μου ταίριαζε καλύτερα. Έμπαινα ολόκληρη βρε παιδί μου, ανεξαρτήτως αποτελέσματος! Τραγουδούσα Ποκαχόντας; Ήμουν ινδιάνα και έκανα παρέα με ρακούν. Άκουγα κλασική μουσική; Είχα λευκά μαλλιά, με χαρακτηριστικό κούρεμα και φορούσα μονόκλ. Διάβαζα Τριβιζά; Ήμουν γορίλας που απαγορευόταν να τον γαργαλήσεις…
* Έμπαινα, έμπαινα μέσα σ’ αυτό, φουλ. Τώρα που τα λέω δυνατά, ντρέπομαι και λιγάκι. Και τότε θυμάμαι ντρεπόμουν,γι ́αυτό τα ζούσα όλα μέσα στο κεφάλι μου. Εννοώ, δεν μοιραζόμουν ποτέ αυτή μου την “λόξα”με κανέναν. Ήταν από μένα, για μένα. Και φυσικά οι υπόλοιποι διασκέδαζαν το αποτέλεσμα. Ε, και μετά ήρθε το σχολείο. Και οι εξωσχολικές δραστηριότητες. Με τσάκισαν, γιατί ο χρόνος για παιχνίδι εξαφανίστηκε. Ήταν ωραία, δε λέω. Έμαθα ξένες γλώσσες, χορό, μουσική, ζωγραφική. Μέχρι και τένις έμαθα! Αλλά κάτι έλειπε.
* Θέατρο δεν είχα κάνει ποτέ μου, ούτε και υπήρχε στις συνήθειές μας. Επομένως στάθηκα πολύ τυχερή που κάτι μ’ έσπρωξε κατά ‘κει. Το αποφάσισα στην Δευτέρα Λυκείου, κουβαλώντας ντροπή γι’ αυτό. Είχα στο νου μου πως έπρεπε να ακολουθήσω κάποιο επάγγελμα με ακαδημαϊκό κύρος και το θέατρο τότε μου φαινόταν μακριά από κάτι τέτοιο. Την ημέρα του μηχανογραφικού όμως, το ανακοίνωσα στον μπαμπά μου. “Μπαμπά”, του είπα, “θέλω να γίνω ηθοποιός”. Και ο μπαμπάς μου έκλαψε και μου είπε “Χαίρομαι που βρήκες αυτό που σου ταιριάζει”. Δεν την περίμενα αυτήν την αντίδραση. Κακώς βέβαια, γιατί δεν έπαψαν ποτέ να με στηρίζουν.
* Υποκριτική για μένα σημαίνει να ξέρεις να δίνεσαι ολόκληρος. Όπως κάνει κανείς αυθόρμητα, για κάθε τι που αγαπάει. Σε όλες τις δουλειές χρειάζεται αυτό το δόσιμο. Και στη ζωή χρειάζεται αυτό το δόσιμο, γιατί όλα είναι πιο ωραία μετά. Στην υποκριτική δε, καλείσαι να επιστρατεύσεις όλα σου τα μέσα για να δώσεις σάρκα και οστά σε “κάτι” που είναι γραμμένο σε χαρτί. Πρέπει να το σεβαστείς αυτό το “κάτι” και να του χαρίσεις τον εαυτό σου. Ολόκληρο. Κι επειδή παραέγινα ποιητική μου φαίνεται, λέω να αφήσω εδώ πως η τέχνη του ηθοποιού είναι επάγγελμα, όπως άλλα τόσα, και πως παρ’ όλο που είναι ντυμένο με χρυσόσκονη και γκλίτερ, πρέπει να πληρώνει τους εργάτες του.
* Δεν ξέρω πώς αντιμετωπίζει την κατάσταση ένας καλλιτέχνης κάθε μέρα με ρωτάω και πραγματικά δεν ξέρω. Ρωτάω και τους φίλους μου και ούτε αυτοί ξέρουν. Ελπίζω να φταίει το ότι μόλις βγήκαμε από την σχολή και έχουμε πολλά να μάθουμε ακόμα. Και πως η απάντηση θα έρθει από μόνη της, αργά ή γρήγορα. Αν όμως έπρεπε να περιγράψω το πώς βιώνω αυτούς τους τρεις μήνες μετά το τέλος της σχολής, θα έλεγα, περίεργα. Είναι ούτως ή άλλως περίεργο το να σπάει το αυγουλάκι της σχολής και να σε αφήνει μόνο να μάθεις να περπατάς εκεί έξω, να βρεις δουλειά, να διεκδικήσεις αυτά που θα έπρεπε να θεωρούνται δεδομένα, να μην σταματήσεις να μαθαίνεις, γιατι αλλιώς θα βαλτώσεις,να ξαναβρείς την κοινωνική σου ζωή, γιατί λίγο πολύ την έχασες μέσα στο ίδρυμα και κυρίως, με κάποιο μαγικό τρόπο, να μάθεις να σέβεσαι τον εαυτό σου, μήπως και πείσεις και τους άλλους να σε σεβαστούν. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έχεις και έναν ιό πάνω από το κεφάλι σου, να σου επιβάλλει να φοράς μάσκα και να σου απαγορεύει ν’ αγκαλιάζεις και να ακουμπάς, ενώ αυτή είναι η κατ’ εξοχήν φύση της δουλειάς σου! Είναι σκληρά, αλλά είναι σπουδαίο το να μπορείς να κάνεις αυτό που αγαπάς.
* Η τέχνη μπορεί να δώσει απαντήσεις γενικώς. Αν όχι σε όλα, μπορεί να δώσει απαντήσεις στα περισσότερα. Νομίζω πως δεν είμαι η κατάλληλη να απαντήσω σ’ αυτή την ερώτηση, μιας και η πείρα μου στο αντικείμενο είναι ανύπαρκτη, αλλά θα δοκιμάσω. Δεν είναι η τωρινή κατάσταση στην Ελλάδα το ζήτημα. Κάθε εποχή έχει τις δυσκολίες της και κάθε τόπος βασανίζεται κατά καιρούς. Αν οι καλλιτέχνες έχουν τα αυτιά τους ανοιχτά και το σώμα τους έτοιμο, μπορούν να πάνε τα πράγματα ένα βήμα παρακάτω.* Μου έλεγε κάποιος πρόσφατα, πως οι τέχνες πρέπει να ξεκουράζουν τον άνθρωπο, πως πρέπει να του παρουσιάζουν μια πραγματικότητα λεία και ωραιοποιημένη, μιας και η ζωή είναι δύσκολη. Εγώ νομίζω πως η τέχνη πρέπει ν’ αφυπνίζει τον άνθρωπο, να του θυμίζει να παλεύει και να στέκεται στο ανάστημά του. Όταν βγαίνουμε από το θέατρο, και από κάθε χώρο τέχνης, πρέπει να αισθανόμαστε το σώμα μας και το μυαλό μας πιο ικανά από πριν. Μόνο έτσι θα δούμε αλλαγή. Και το ρήμα “πρέπει” το διαλέγω επίτηδες.
* Λοιπόν, ο κύριος Τάκης Τζαμαργιάς ανεβάζει το έργο “Ο Μεγάλος Περίπατος του Πέτρου” της Άλκης Ζέη για τέταρτη φορά. Το έργο έχει ανέβει ξανά στο Εθνικό Θέατρο, στο Θ.Ο.Κ. και στο Κ.Θ.Β.Ε. Τώρα, το στεγάζει το Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου. Έχουμε ξεκινήσει πρόβες από τον Ιούλιο και δεν σταματήσαμε παρά μόνο για είκοσι μέρες τον Αύγουστο. Το έργο θα είχε ήδη ανέβει, αλλά οι συνθήκες δε μας βοήθησαν, επομένως η πρεμιέρα μετατέθηκε. Και ανυπομονούμε να έρθει!
* Όσον αφορά το τι σημαίνει για μένα. Κατ’ αρχάς, όπως ανέφερα και προηγουμένως, οι πρόβες ξεκίνησαν τον Ιούλιο, προτού δηλαδή ολοκληρώσω τις σπουδές μου. Αυτό σημαίνει πως κλήθηκα να μοιράσω τον χρόνο της μέρας μου μεταξύ πτυχιακών και δουλειάς. Δύσκολα ήταν! Στάθηκα τυχερή όμως, γιατί όλο αυτό το πέρασα με τον συμφοιτητή μου, τον Βασίλη Μηλιώνη, ο οποίος στην παράσταση κάνει τον Σωτήρη, τον καλύτερο φίλο του Πέτρου. Αυτό ήταν ευλογία, πραγματικά, γιατί με τον Βασίλη είμαστε φίλοι από το πρώτο έτος των σπουδών μας και αν ένα πράγμα μας χαρακτηρίζει, είναι ότι τραγουδάμε όλη την ώρα! Τόσο που οι γύρω μας τσαντίζονται. Και να που μας πήραν μαζί στην πρώτη μας δουλειά, η οποία μάλιστα έχει και πολύ τραγούδι!* Νιώθω χαρά μεγάλη, ό,τι και να πω λίγο θα ‘ναι. Αισθάνομαι διπλά τυχερή όμως, γιατί το να βρεις δουλειά πριν προλάβεις να βγεις από την σχολή, είναι μεγάλη υπόθεση. Κυρίως γιατί γλιτώνεις αυτό το μεσοδιάστημα, μεταξύ σχολής και δουλειάς, που σε κάνει να χάνεις τον ύπνο σου και να ανησυχείς για το αν θα τα καταφέρεις να εργαστείς και να στηρίζεις τον εαυτό σου οικονομικά. Όχι ότι αν βρεις δουλειά μετά κοιμάσαι σαν πουλάκι, αλλά τουλάχιστον έχεις ν’ ανησυχείς για άλλα πράγματα. Τώρα, γιατί θα προέτρεπα κάποιον να έρθει να δει την παράστασή μας…
* Θα προσπαθήσω να ξεφύγω από τα κλισέ – όσο μπορώ – και θα δοκιμάσω να μιλήσω πιο προσωπικά. Όταν είχα παρακολουθήσει την παράσταση αυτή, 10 χρόνια πίσω, θυμάμαι να βγαίνω από το θέατρο ιπτάμενη! Η μουσική, τα κοστούμια, τα σκηνικά, με είχαν συνεπάρει. Μου φαίνονταν όλα τόσο παραμυθένια και πολύχρωμα. Το βασικότερο όμως, ήταν το κείμενο. Σαν έφηβη το είχα διαβάσει πάνω από δύο φορές και κάθε φορά με συγκινούσε, επομένως πήγα στην παράσταση πονηρεμένη. Και βεβαίως βγήκα από το θέατρο δικαιωμένη. Οι συντελεστές της παράστασης τα είχαν καταφέρει περίφημα κι αυτές οι τελευταίες ατάκες του Πέτρου “Θα βγούμε στους δρόμους, Δροσούλα.* Δε θα φοβόμαστε μην μας σημαδέψει κανείς, ίσια στην καρδιά. Ποτέ πια. Ποτέ” – τώρα τις ξέρω απ’ έξω, λόγω τριβής – γυρνούσαν στο κεφάλι μου για μέρες. Κατέβαινα συχνά σε πορείες τότε και είχα νιώσει εξαιρετική ταύτιση με την Δροσούλα θυμάμαι. Να έρθω στο τώρα όμως. Όταν ξαναέπιασα το κείμενο στα χέρια μου, κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι για έναν άνθρωπο, ανεξαρτήτως ηλικίας, να αγγίζει τέτοια ζητήματα.
* Η ελευθερία, ο πόλεμος, η διάλυση μιας οικογένειας και το στήσιμό της από την αρχή, ο φόβος, η αγάπη, το να διεκδικείς μια ζωή που αξίζει να ζεις. Τα πέταξα όλα μαζί μέσα σε μια πρόταση τώρα, λες και είναι πατάτες σε τσουβάλι, αλλά αν έπιανα να τα αναλύσω ένα ένα, θα χρειαζόμουν ώρες ολόκληρες. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο πρέπει κανείς να έρθει στην παράσταση λοιπόν. Γιατί κάποια πράγματα είναι καλύτερο να τα ζήσεις για να τα καταλάβεις, παρά να τα διαβάσεις κάπου. Και η δύναμη του θεάτρου αυτή είναι. Σε κάνει να ζεις πράγματα, που μπορεί υπό κανονικές συνθήκες να μη ζούσες ποτέ σου. Ή που αν τα ζούσες, δεν θα είχες την πολυτέλεια να τα παρατηρήσεις απ’ έξω και να μάθεις απ’ αυτά.
* Θα σας πω μια ιστορία. Φέτος το καλοκαίρι αποφάσισα να κάνω διακοπές στα Κουφονήσια. Όπως είπα και πριν, είχαμε ένα κενό διάστημα 20 ημερών. Όταν επέστρεψα, γύρισα γεμάτη εικόνες, εμπειρίες, ηρεμία, νέους φίλους, αναμνήσεις και κορωνοϊό. Μάλιστα. Στα Κουφονήσια κόλλησα κορωνοϊό! Και δυστυχώς το ανακάλυψα αφού είχα πρώτα κάνει μία πρόβα. Η στεναχώρια μου βεβαίως ήταν τεράστια και για πολλούς λόγους. Πρώτα πρώτα, ήμουν φοβισμένη για το ενδεχόμενο να έχω μεταδόσει τον ιό σε κάποιον από τους συναδέλφους μου. Κυρίως γιατί ο θίασος αποτελείται από άτομα διαφόρων ηλικιών και υπάρχουν κάποιοι που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες. Έπειτα αναρωτιόμουν αν θα κλονιστεί η εμπιστοσύνη τους σε εμένα κι αν θα έχουν ενδοιασμούς να με πλησιάζουν, αφότου επιστρέψουμε στις πρόβες.
* Σκεφτόμουν πως δεν θα ήθελα σε καμία περίπτωση να πάνε πίσω οι πρόβες εξαιτίας μου και εννοείται πως πέρασε από το μυαλό μου το ενδεχόμενο ν’ αντικατασταθώ από άλλη ηθοποιό. Αμέσως μόλις βγήκα θετική, μπήκαμε όλοι σε δεκατετραήμερη καραντίνα. Και βέβαια οι φόβοι μου διαψεύστηκαν. Οι πρόβες δεν σταμάτησαν ποτέ, μιας και υπάρχει το ίντερνετ. Κάναμε τα πάντα, απλώς από τα σπίτια μας. Φυσικά δεν ήταν το ίδιο, αλλά σίγουρα η δουλειά δεν πήγε πίσω. Επίσης, προς μεγάλη μου ανακούφιση, όλοι μου οι συνάδελφοι βγήκαν αρνητικοί.
* Και ήταν όλοι τους ιδιαιτέρως υποστηρικτικοί, ο καθένας με τον τρόπο του. Όταν πια επιστρέψαμε στις πρόβες, ήταν σαν να μην είχε περάσει μέρα από την τελευταία φορα που είχαμε ειδωθεί. Το Βασιλάκου τηρούσε και συνεχίζει να τηρεί όλα τα δυνατά μέτρα πρόληψης. Είμαι βέβαιη πως αποτελεί έναν εξαιρετικά ασφαλή χώρο για να επισκεφθεί κανείς. Μιλώντας δε από πείρα, επιβεβαιώνω πως η χρήση μάσκας και αντισηπτικού είναι ο ιδανικός τρόπος να ξεφύγει κανείς απ’ τον ιό. Αν χρησιμοποιούσα αυτά τα δύο στο κάμπινγκ φέτος, νομίζω θα το είχα γλιτώσει. Αλλά να, παθαίνει και μαθαίνει κανείς.
* Να πάμε στο θέατρο φέτος, όταν τελειώσει η νέα καραντίνα. Το θέατρο είναι ο πλέον ασφαλής τόπος. Αλήθεια! Τέλος πάντων, να εξηγήσω γιατί τα λέω όλα αυτά. Περάσαμε μεγάλη φουρτούνα σαν θίασος. Και την περάσαμε όλοι μαζί. Βγήκαμε από αυτήν και επιστρέψαμε ακόμα πιο δεμένοι. Επομένως, έτσι βιώνω την συνεργασία μου με την υπόλοιπη ομάδα. Υποστηρικτικά. Εννοείται πως με κάποιους έχω έρθει πιο κοντά και πλέον τους θεωρώ φίλους μου. Αλλά και μ’ εκείνους που δεν είμαι φίλη, υπάρχει αμοιβαία εκτίμηση και σεβασμός. Γενικώς, επικρατεί χαρούμενο κλίμα, παρά τις δυσκολίες. Από τη συγκεκριμένη δουλειά, προσδοκώ να μάθω και να βελτιωθώ.
* Η παράσταση αυτή είναι μια εξαιρετική άσκηση γρήγορων εναλλαγών. Η γραφή του έργου είναι κινηματογραφική, όπως πολύ συχνά αναφέρει ο κύριος Τζαμαργιάς και συχνά σε πετάει από την “χαρά” στην “λύπη”, σε διάστημα λίγων ατακών. Τα βρήκα σκούρα μπορώ να πω, κι ακόμα δεν τα ‘χω καταφέρει σε βαθμό που να με ικανοποιεί. Αλλά θα συνεχίσω να προσπαθώ. Έπειτα, έχει πολλά πολλά τραγούδια. Και δύσκολα τραγούδια! Τυχερή πολύ νιώθω γι’ αυτό, γιατί έχω την ευκαιρία να ακονίσω τις ικανότητές μου. Ε, και μιας και είναι η πρώτη μου δουλειά, έχω ούτως ή άλλως πολλά πολλά να μάθω, που μπορεί να μην περνούν καν από το μυαλό μου στην παρούσα φάση.
* Ένα μεσημέρι του Ιουνίου γυρνούσαμε μαζί από την σχολή με τον Βασίλη. Χτύπησε το τηλέφωνό του και μάθαμε πως ένας φίλος είχε προτείνει στον κύριο Τζαμαργιά να μας δει στην ακρόασή του. Το ξέραμε και οι δύο το έργο και είχαμε ενθουσιαστεί πολύ. Να πω την αλήθεια, πιο πολύ είχαμε χαρεί για το γεγονός ότι θα ήμασταν παρέα στην ακρόαση. Θυμάμαι πως χοροπηδούσαμε πάνω στις θέσεις του αυτοκινήτου και ονειρευόμασταν πώς θα είναι να δουλεύουμε μαζί. Πιάσαμε κουβέντα για το κείμενο.
* Η Άλκη Ζέη είναι η μητέρα του καθηγητή μας στον κινηματογράφο, του κυρίου Πέτρου Σεβαστίκογλου. Αρκετά συγκινητικό, αν σκεφτείς ότι ο δάσκαλός μας έχει το ίδιο όνομα με τον βασικό ήρωα του έργου. Το έργο δε, αποτελεί σταθμό στην εφηβική λογοτεχνία. Είναι σπουδαία η κυρία Ζέη και όλα της τα βιβλία. Το δικό μου αγαπημένο ήταν “Το Καπλάνι της Βιτρίνας”. Κάθε σπουδαίο έργο, λοιπόν, είναι και διαχρονικό. “Ο Μεγάλος Περίπατος του Πέτρου” διαδραματίζεται την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Κλειστά παράθυρα, καχυποψία και φόβος ακόμα και προς τους γείτονές σου, αβέβαιο αύριο. Σα να λέμε “2020” δηλαδή. Υπάρχει κάτι πιο επίκαιρο απ’ αυτό;
* Πήγαμε λοιπόν στην ακρόαση. Περάσαμε δύο φάσεις. Η πρώτη φάση είχε κατά κύριο λόγο παιχνίδια. Στην δεύτερη φάση μας μοίρασαν σκηνές και κάναμε κάποιες πρώτες δοκιμές. Έμαθα πως θα κάνω την Αντιγόνη, την αδερφή του Πέτρου, στην πρώτη μας πρόβα. Ο κύριος Τζαμαργιάς μου τόνισε πως αυτός ο ρόλος έχει μεγάλη διαδρομή μέσα στο έργο. Και είχε δίκιο. Η Αντιγόνη στην αρχή του έργου, με την Αντιγόνη στο τέλος του, είναι δύο διαφορετικά πρόσωπα. Λογικό, αν σκεφτεί κανείς πως στην πρώτη σκηνή είναι 14 και στην τελευταία 17.
* Η Αντιγόνη μεγαλώνει σε μια αστική οικογένεια. Πηγαίνει σχολείο στο Παρθεναγωγείο “Ο Παρθενών” και οι μοναδικές της έγνοιες είναι οι έρωτες με τα αγόρια από το Αμερικάνικο Κολέγιο, και το πώς θα μοιάζει στην βεντέτα του σινεμά, Deanna Durbin. Έχει πάθος με τη λογοτεχνία. Της αρέσει να διαβάζει και ταυτίζεται με τους ήρωες των βιβλίων. Θέλει να ζήσει κι αυτή το απόλυτο ρομάντζο. Οι πιο κοντινοί της άνθρωποι είναι η καλύτερή της φίλη, η Ρίτα (Δανάη Μικέδη Προδρόμου) και ο αγαπημένος της θείος, ο Άγγελος (Βαγγέλης Ζάπας).
* Ο μπαμπάς της, ο Αντρέας (Στράτος Σωπύλης), δουλεύει στο γραφείο του κυρίου Κοντογιάννη,που εμπορεύεται βούτυρο και λάδι. Η μαμά της, η Ελένη (Μαρία Τσιμά), είναι φοβερή μοδίστρα – μιας και ως και τραπεζομάντιλα μεταμορφώνει σε φορέματα – και έχει μια μεγάλη αγκαλιά για όλους. Ο παππούς της (Γιώργος Σύρμας), υπήρξε υποβολέας στον θίασο της Μεγάλης Αντιγόνης και τρελαίνεται να θυμάται τα τότε μεγαλεία του. Και τέλος ο Πετράκης (Βασίλης Ντάρμας), ο αδερφός της. Με τον Πέτρο έχουν μια συγκρουσιακή σχέση. Αγαπιούνται βαθιά, βεβαίως, αλλά να, έφηβη η Αντιγόνη, στο κατώφλι της εφηβείας ο Πέτρος, δεν θέλει και πολύ. Όλα αυτά ισχύουν ώσπου να αρχίσει ο πόλεμος. “Κανέναν δεν αφήνει ίδιο ο πόλεμος”, όπως λέει και η μαμά. Οι μεταξύ τους σχέσεις δοκιμάζονται και ο καθένας τους ξεχωριστά προσπαθεί να διαχειριστεί αυτή την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Δεν λέω άλλα. Να έρθετε με το καλό όταν ξεκινήσουμε να μας δείτε για να μάθετε τη συνέχεια.
* Το σινεμά πολύ μου αρέσει. Απολαμβάνω να πηγαίνω στον κινηματογράφο. Ιδανικά με παρέα, γιατί συγκινούμαι εύκολα και μου είναι χρήσιμο να κρατάω ένα χεράκι κλαίγοντας. Κλαίω με ό,τι και να δω εντωμεταξύ. Πρέπει να το κοιτάξω αυτό. Οι μέχρι τώρα εμπειρίες μου στο σινεμά, με εμένα μπροστά από την κάμερα, είναι όλες στο πλαίσιο της σχολής. Στο πρώτο έτος της σχολής κάναμε μαθήματα με τον κύριο Χρήστο Δήμα, με τον οποίο μαθαίνω πως θα συνεργαστούμε και στον “Μεγάλο Περίπατο του Πέτρου” και πολύ ανυπομονώ. Στο πρώτο έτος ασχοληθήκαμε μόνο με το θεωρητικό κομμάτι του κινηματογράφου. Στο δεύτερο έτος είχαμε δάσκαλο τον κύριο Πέτρο Σεβαστίκογλου. Η εργασία μας ήταν να γράψουμε το σενάριο και τους διαλόγους, σε θέμα που επέλεξε ο κύριος Σεβαστίκογλου και έπειτα να το παίξουμε στην κάμερα. Χωριστήκαμε σε ομάδες των δύο. Με τον Βασίλη ήμουν και τότε. Χρήσιμη εμπειρία. Ακόμα θυμάμαι τις αντιδράσεις μας όταν παρακολουθήσαμε τα ταινιάκια μας μονταρισμένα. Είναι περίεργο να σε βλέπεις να παίζεις. Μπορεί και λιγάκι τρομακτικό.
* Με τον κύριο Σεβαστίκογλου συνεργαστήκαμε και στο τρίτο έτος, για το μάθημα των σκηνοθετών του δευτέρου. Ο κάθε σκηνοθέτης είχε από έναν ηθοποιό του τρίτου έτους και δούλευε έναν μονόλογο, ο οποίος ξεκινούσε με την ζωντανή παρουσία μας μπροστά στο κοινό και κατέληγε στην κάμερα, όπου πλέον το κοινό μας παρακολουθούσε από την οθόνη. Αυτό κι αν ήταν χρήσιμο! Ο καλύτερος τρόπος να αντιληφθεί κανείς πόσο διαφορετικές απαιτήσεις έχει η υποκριτική στο θέατρο, από την υποκριτική στον κινηματογράφο.
* Στο τρίτο έτος, καθηγητής μας ήταν ο Αλέξανδρος Βούλγαρης, γνωστός και ως The Boy. Θαυμάζω πολύ την δουλειά του και παρακολουθώ την πορεία του από τα 16 μου. Όταν μάθαμε λοιπόν πως θα μας κάνει μάθημα.. χαρήκαμε, θα πω. Και λίγο θα ‘ναι. Μαζί του είδαμε πολλές ταινίες. Διαφορετικών ειδών. Η εργασία μας στο μάθημά του ήταν μια ταινία μεγάλου μήκους και λεγόταν “Γυμναστήριο”. Είχαμε μεγάλα πλάνα, αλλά μας πρόλαβε ο κορωνοϊός. Ο Αλέξανδρος λοιπόν, αποφάσισε να προσαρμόσει την ιδέα του στα δεδομένα της πανδημίας και το αποτέλεσμα βγήκε πολύ πολύ καλό. Εμείς δηλαδή το αγαπήσαμε πολύ. Η ταινία μας προβλήθηκε και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και ελπίζουμε να την αγαπήσατε κι εσείς εξίσου. Όσον αφορά δουλειές που θα ήθελα να κάνω στο μέλλον, δεν έχω και πολλά να πω, γιατί νιώθω πως θ’ ακουστώ σαν παιδάκι που ονειρεύεται να γίνει αστροναύτης. Θα δείξει. Ελπίζω σε όμορφα πράγματα.
* Από τηλεόραση δεν έχω καμία εμπειρία. Μελλοντικά ίσως και να μ’ ενδιέφερε.
* Με τον αθλητισμό δεν είμαι και πολύ κοντά. Το πιο κοντά που έχω έρθει, είναι όταν με έστελναν οι γονείς μου για τένις. Κρυβόμουν στις τουαλέτες για να μην πιάσω την ρακέτα. Και αυτό το τελευταίο αρκεί για να περιγράψει την σχέση μου με τον αθλητισμό. Με τον χορό αντιθέτως είμαι κοντά. Από μικρή έκανα κλασικό μπαλέτο και σύγχρονο χορό. Σταμάτησα όταν ξεκίνησε η προετοιμασία για τις πανελλήνιες. Έχω την εντύπωση πως δεν θα το είχα αφήσει ποτέ, αν η τότε δασκάλα μου έδειχνε εμπιστοσύνη σε όλα τα σώματα που είχαμε στην τάξη μας και όχι μόνο σε εκείνα που διέθεταν την παραδοσιακή μπαλετική κοψιά. Είχε τεράστιο θέμα με τα στήθη και τους ποπούς. Ό,τι της φαινόταν πως εξείχε, το σφαλιάριζε!
* Γελάω που τα θυμάμαι τώρα. Τι θλίψη. Φυσικά δεν είμαι ειδική στον χορό, και φαντάζομαι πως δεν οφείλεται σε τυχαιότητα το ότι υπάρχουν τα συγκεκριμένα πρότυπα, αλλά ‘εχουν όλοι δικαίωμα να χορέψουν. Και μπορούν όλοι να χορέψουν καλά. Και ευτυχώς που πλέον, όλο και περισσότερο, χορεύουν όλα τα σώματα και είναι και περήφανα.
* Με βοήθησε η δραματική σχολή να δω καθαρά τον παραλογισμό της παλιάς μου δασκάλας. Ήμασταν μια ομάδα 17 διαφορετικών σωματότυπων και είχαμε όλοι ίσες ευκαιρίες στην έκφραση μέσω του σώματός μας. Είχαμε και καλούς δασκάλους βέβαια. Υπήρξαμε πολύ τυχεροί. Ξέφυγα όμως ξανά. Εν ολίγοις χορεύω από μικρή και το απολαμβάνω. Γνώρισα τα ακροβατικά στη σχολή. Δάσκαλός μας ήταν ο Camilo Bentancor. Φοβερός και τρομερός! Σου μετέδιδε μια σιγουριά για το πώς να χειριστείς το σώμα σου την ώρα της κάθε άσκησης και αν τον εμπιστευόσουν, πάντα η άσκηση έβγαινε.
* Από τον Camilo κρατάω κυρίως τον τρόπο που έβλεπε την ζωή. Δεν σταματάει πουθενά αυτός ο άνθρωπος και ίσως γι’ αυτό να είναι και τόσο καλός στη δουλειά του. Σπουδαίος ο Camilo!
* Όταν ήμουν μικρή ήξερα κιθάρα. Τώρα έχω την εντύπωση πως δεν θυμάμαι τίποτα. Ίσως αν την ξαναέπιανα, να κατάφερνα κάτι, αλλά αμφιβάλλω. Σκοπεύω να ξεκινήσω κλαρινέτο, ή τουλάχιστον έτσι μου έχει κάτσει τώρα. Θέλω πολύ όμως, οπότε νομίζω πως θα το κυνηγήσω. Με τις νότες έχω κακή σχέση, γιατί μου θυμίζουν τα μαθηματικά. Με τα οποία έχω επίσης κακή σχέση.
* Στην σχολή είχα εξαιρετικούς καθηγητές. Αφού δεν τα κατάφερα στο πλάι τους, έχω ισχυρές πιθανότητες να μην τα καταφέρω με κανέναν. Αλλά όπως είπα, κλαρινέτο θα ξεκινήσω! Παρ’ όλο που δεν τα πάω καλά με τις νότες, τα πάω πολύ καλά με το τραγούδι. Δεν έχω πιο αγαπημένο τρόπο έκφρασης. Δηλαδή, μακάρι να μπορούσα να την τραγουδήσω τη συνέντευξη, πιο στοχευμένη θα ήταν! Τραγουδάω λοιπόν, πολύ και από πάντα. Μου μένουν εύκολα οι μελωδίες και οι στίχοι, σε σημείο που τρομάζω για το πόσο χώρο καταλαμβάνουν μέσα στον εγκέφαλό μου. Τραγουδάω τόσο, που κάποτε οι συγκάτοικοί μου μου είχαν κάνει κουβέντα για το ότι έχουν ανάγκη να τραγουδάω λιγότερο. Δυσκολεύομαι να το ελέγξω, η αλήθεια είναι.
* Όσον αφορά το γράψιμο, τα κατάφερνα εξαιρετικά στο δημοτικό, με τα “Σκέφτομαι και Γράφω”μου. Από ‘κει κι έπειτα, δεν μπορώ να πω πως ασχολήθηκα ιδιαίτερα. Ποιήματα γράφω πολλά,αλλά τα γράφω έτσι, επειδή μπορεί ξαφνικά να έχω μια ιδέα που εκείνη την ώρα τη βρίσκω ευφυή και να μην θέλω να μου φύγει.* Καλά, όσο για την σκηνοθεσία, θεωρώ πως χρειάζεται ικανότητες τις οποίες δεν διαθέτω ούτε στο ελάχιστο. Βασική προϋπόθεση για να γίνει κανείς σκηνοθέτης, είναι πρώτα απ’ όλα να πιστέψει ο ίδιος στην ιδέα του. Κι εγώ το χάνω το παιχνίδι πριν καν αρχίσει. Δεν είναι όλα για όλους!
* Κι αυτή η ερώτηση σχετικά με τις μελλοντικές μου συνεργασίες με κάνει όπως έλεγα και για το σινεμά να νιώθω σαν παιδί που ονειρεύεται να γίνει αστροναύτης. Γενικώς δεν έχω να πω πολλά για το πως φαντάζομαι το μέλλον μου. Έχω επιθυμίες και σχέδια, αλλά αν τα πω δυνατά θα μου ξεφουσκώσουν. Καλύτερα να τα φυλάω για μένα.
* Προτού περάσω στο Εθνικό, είχα τελειώσει την Θεατρολογία του Πανεπιστημίου Πατρών, επομένως είχα προλάβει να χαρώ φοιτητική ζωή, είχα ταξιδέψει πολύ, είχα ζήσει μόνη μου και γενικώς πίστευα πως είμαι έτοιμη να κλειστώ μέσα στη δραματική σχολή και να αφοσιωθώ εκεί. Ε, μου φαίνεται δεν ήμουν τελικά. Δηλαδή, μου φαίνεται κανείς δεν είναι έτοιμος για κάτι τέτοιο. Είναι ισχυρό το σοκ που υφίστασαι και δεν σχολιάζω το αν είναι ωραία ή όχι. Ξαφνικά μπαίνεις σε έναν νέο χώρο, με νέα άτομα και αυτό το κάνεις για 12 ώρες από την ημέρα σου – μερικές φορές και περισσότερες ακόμα. Δεν υπάρχουν Σαββατοκύριακα, δεν υπάρχει “είμαι κουρασμένος”.
* Όσο το ζούσα, έμοιαζε σαν σαν είχα βουτήξει σε μια θάλασσα της οποίας η στεριά όλο και ξεμάκραινε. Το απολαμβάνεις το κολύμπι, αλλά κάπου κάπου σε εξαντλεί κιόλας. Η σχολή λοιπόν, είναι από τις πιο σπουδαίες εμπειρίες της ζωής μου. Κυρίως γιατί είναι ένας τόπος που έχεις την ευκαιρία να συναντηθείς με ανθρώπους ξεχωριστούς. Κάναμε υποκριτική, μουσική, χορό, ποίηση, λογοτεχνία, σκηνογραφία, κινηματογράφο, ξιφασκία κι άλλα τόσα. Αυτά βέβαια μπορεί να τα διαβάσει κανείς και στο πρόγραμμα σπουδών της εκάστοτε σχολής. Εμένα αυτό που κυρίως μου μένει, είναι τα παδιά από το έτος μου. Οι συμφοιτητές σου γίνονται οικογένεια, και δεν το λέω με τον χαριτωμένο τρόπο.
* Μπορεί να σου την σπάνε, όπως στη σπάει ένας θείος στο οικογενειακό τραπέζι, αλλά τους αγαπάς, γιατι ξέρεις ότι σε συνδέει κάτι βαθύ μαζί τους. Για τρία χρόνια, είσαι πιο συγκάτοικος μ’ αυτούς, παρά με τους ανθρώπους που μοιράζεσαι το ίδιο σπίτι. Τα αγαπώ πολύ τα παιδιά και μου λείπουν. Είχαμε μια καθημερινότητα μαζί.
* Όταν τελειώνει η σχολή, είναι κάπως σαν να χωρίζεις από μία πολυσυντροφική σχέση. Όχι ότι έχω βρεθεί ποτέ σ’ αυτή τη θέση, αλλά φαντάζομαι πως κάπως έτσι θα ‘ναι. Εννοείται λοιπόν πως όλες μου οι αναμνήσεις τους εμπεριέχουν. Θυμάμαι τις ομαδικές αγκαλιές που κάναμε όταν κάποιος έκλαιγε, βρισίδια και τσακωμούς για πρόβες που δεν είχαν κανονιστεί σωστά, νευρικά γέλια όταν κουραζόμασταν πολύ, το πώς πιαστήκαμε χέρι χέρι στην τελευταία μας υπόκλιση τον Ιούλιο. Πλάκα είχε. Πάντως, όταν σκέφτομαι “σχολή” μου έρχονται στο μυαλό οι φεγγίτες στην αίθουσα χορού. Τώρα για το αν θα ήθελα να συνεργαστώ με συμφοιτητές μου, εννοείται πως θέλω, αλλά κι αυτό εντάσσεται στα σχέδια του μέλλοντος που προτιμώ να τα κρατάω μέσα στο μυαλό μου. Προς το παρόν συνεργάζομαι με τον Βασίλη Μηλιώνη.
* Η Αθήνα μ’ αρέσει γιατί είναι μικρή και περπατιέται. Δεν δένομαι ιδιαίτερα με τόπους, οπότε δεν έχω πολλά να πω γι’ αυτό.
* Στο All4fun μου αρέσει που δίνει χώρο σε όλους να μιλήσουν. Ειδικά η στήλη των συνεντεύξεών του μοιάζει με λεύκωμα που ο καθένας γράφει την άποψή του. Είναι ωραίο που υπάρχει.
& Αναλυτικές πληροφορίες για τους συντελεστές του “Μεγάλου περίπατου του Πέτρου”
ΕΔΩ:
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 19/11/2020